Συνταξιοδότηση δημοσίων υπαλλήλων: Προϋποθέσεις, όρια ηλικίας, τρόπος, τρόπος υπολογισμού σύνταξης

Η απόφαση για την υποβολή παραίτησης φέτος για τους δημοσίους υπαλλήλους εξακολουθεί να γίνεται ακόμα πιο λεπτή, καθώς πολλά κομβικά σημεία του νέου ασφαλιστικού δεν έχουν αποσαφηνιστεί με την έκδοση των απαραίτητων εγκυκλίων και εργαλείων υπολογισμού. Αποτελεί λοιπόν λογικό επακόλουθο η δημιουργία περαιτέρω ανασφάλειας σε όσους καλούνται να πάρουν μια «απόφαση ζωής», χωρίς να έχουν όλα τα δεδομένα στα χέρια τους.
Open Image Modal

Η απόφαση για την υποβολή παραίτησης φέτος για τους δημοσίους υπαλλήλους εξακολουθεί να γίνεται ακόμα πιο λεπτή, καθώς πολλά κομβικά σημεία του νέου ασφαλιστικού δεν έχουν αποσαφηνιστεί με την έκδοση των απαραίτητων εγκυκλίων και εργαλείων υπολογισμού (ενδεικτική η πρόσφατη τροπολογία για την αντικατάσταση του δείκτη μεταβολής μισθών από τον δείκτη τιμών καταναλωτή, που σχετίζεται με το ζήτημα του υπολογισμού της ανταποδοτικής σύνταξης). Αποτελεί λοιπόν λογικό επακόλουθο η δημιουργία περαιτέρω ανασφάλειας σε όσους καλούνται να πάρουν μια «απόφαση ζωής», χωρίς να έχουν όλα τα δεδομένα στα χέρια τους.

Δύο είναι οι σημαντικές νομοθετικές αλλαγές που διαμορφώνουν το ισχύον πλαίσιο στο συνταξιοδοτικό καθεστώς των υπαλλήλων του Δημοσίου.

Κατ' αρχάς, οι νόμοι 4336 και 4337/2015, που ψηφίστηκαν στις 18-08-2015 (3ο μνημόνιο) και αφορούν κυρίως τα νέα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης και περιορίζουν σημαντικά τη δυνατότητα εξόδου από την Υπηρεσία. Τα σημαντικότερα στοιχεία των εν λόγω νόμων συμπυκνώνονται αφενός μεν στη σταδιακή αύξηση των ορίων ηλικίας που ίσχυαν πριν, με το προηγούμενο νομικό πλαίσιο, ώστε από το 2022, τα όρια ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης να διαμορφώνονται είτε στο 62ο (με τη συμπλήρωση 40 ετών ασφάλισης), είτε στο 67ο (χωρίς τη συμπλήρωση των 40 ετών) αφετέρου δε στην αύξηση των ορίων ηλικίας που αφορά, όσους θεμελίωσαν το συνταξιοδοτικό δικαίωμα (25ετία) μέχρι 31-12-2012 και ΔΕΝ είχαν συμπληρώσει μέχρι τις 18-08-2015 (ημερομηνία ψήφισης του νόμου το κατά περίπτωση ισχύον όριο ηλικίας (π.χ. 25ετία το 2010/2011 και 50ο/ 52ο όριο ηλικίας για μητέρα ανηλίκου, 35ετία και 58ο ).

Σημειωτέον ότι όπου «θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος» για το Δημόσιο, νοείται η συμπλήρωση του ελάχιστου απαιτούμενου χρόνου πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας ή ασφάλισης (κατά περίπτωση) προκειμένου ο υπάλληλος να έχει δικαίωμα για σύνταξη. Οι υπηρεσίες δε, που λαμβάνονται υπόψιν με σκοπό τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος είναι: ο χρόνος στρατιωτικής θητείας (με ή χωρίς εξαγορά κατά περίπτωση), κάθε χρόνος ασφάλισης σε οποιονδήποτε οργανισμό κύριας ασφάλισης, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα αξιοποιηθεί συνταξιοδοτικά από τον φορέα αυτό ( για όσους έχουν προσληφθεί/ διοριστεί για πρώτη (1η) φορά στο Δημόσιο, ΟΤΑ, ΝΠΔΔ, μετά την 01-01-1983) και ο πλασματικός χρόνος παιδιών, σπουδών με τους όρους και προϋποθέσεις που υπολογίζονται ως συντάξιμοι.

Η ανωτέρω νομοθετική αλλαγή δεν αφορά «θεμελιώσεις» του 2013 και εφεξής, οι οποίες ούτως ή άλλως με την προηγούμενη νομοθετική αλλαγή (4093/2012) είχαν επηρεαστεί και είχαν ήδη διαμορφωθεί τα Ο.Η. σε 62 ή 67.

Περαιτέρω, περιορίζεται πλέον σημαντικά η δυνατότητα συνταξιοδότησης Ανεξαρτήτως Ορίου Ηλικίας (ΑΟΗ), αφού πλέον ισχύει μόνο για όσους συμπλήρωσαν τον απαιτούμενο χρόνο ασφάλισης μέχρι τις 18-08-2015, δηλαδή να είχε συμπληρωθεί η 35ετία ή 37ετία μέχρι τις 18-08-2015. Όσοι δεν τη συμπλήρωσαν μέχρι 18-08-2015, υπάγονται πλέον στον Πίνακα 1 του νέου νόμου και η συνταξιοδότηση τους πλέον συναρτάται αφενός μεν για την 35ετία ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας, με το όριο ηλικίας που αντιστοιχεί στο έτος συμπλήρωσης τόσο της 35ετίας όσο και του 58ου έτους της ηλικίας τους αφετέρου δε για την 37ετια ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας, με το όριο ηλικίας που αντιστοιχεί στο έτος συμπλήρωσης τόσο της 37ετίας όσο και του 55ου έτους της ηλικίας.

Όσον αφορά την πρόωρη συνταξιοδότηση και την απονομή μειωμένης σύνταξης, τα όρια ηλικίας δεν έχουν αλλάξει (π.χ. 55ο για γυναίκα με 25ετία το 2010, 56ο για γυναίκα/άνδρα με 25ετια το 2011 και 58ο για γυναίκα/ άνδρα με 25ετια το 2012) και εξακολουθούν και ισχύουν, αλλά έχει αυξηθεί σημαντικά το ποσοστό μείωσης το οποίο επιβάλλεται στο ποσό της σύνταξης. Ενώ δεν ξεπερνούσε το 22,5% για θεμελιώσεις του 2010 και το 30% για θεμελιώσεις από το 2011, πλέον, επειδή υπολογίζεται, στις περισσότερες περιπτώσεις μέχρι το 67ο, μπορεί να ξεπερνάει το 50%, καθώς επιβάλλεται και ένα επιπλέον 10% μείωσης μέχρι την συμπλήρωση του νέου ορίου ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης.

Επιπλέον, θεσπίζεται το 67ο έτος της ηλικίας ως ηλικιακό όριο για την καταβολή του κατώτατου ορίου σύνταξης που καταβάλλει το Δημόσιο και «παγώνει» το κατώτατο όριο μέχρι τις 31-12-2021 (364,45 ευρώ)

Σημαντικό είναι επίσης ότι καταργείται ουσιαστικά το δικαίωμα συνταξιοδότησης με μειωμένο όριο ηλικίας του υπαλλήλου (50ο) με ανίκανο/η σύζυγο, αφού η εν λόγω κατηγορία δεν περιλαμβάνεται στις εξαιρέσεις από τα νέα ηλικιακά όρια, ενώ περιορίζεται μόνο στον ένα γονέα ανίκανου (για κάθε βιοποριστικό επάγγελμα σε ποσοστό 67 % και άνω) παιδιού, μετά από συναίνεση του άλλου γονέα, το δικαίωμα συνταξιοδότησης με μειωμένο ηλικιακό όριο (50ό).

Όσον αφορά τους νέους ασφαλισμένους, ούτως ή άλλως (και με το προηγούμενο νομικό πλαίσιο) η «θεμελίωση» του συνταξιοδοτικού δικαιώματος απαιτεί όχι μόνο τη συμπλήρωση του ελάχιστα απαιτούμενου συντάξιμου χρόνου/χρόνου ασφάλισης αλλά και τη συμπλήρωση του κατά περίπτωση απαιτούμενου ορίου ηλικίας, γεγονός που αποτελεί ή καλύτερα αποτελούσε τη βασική ειδοποιό διαφορά σε σχέση με τη «θεμελίωση» μεταξύ «παλαιών» και «νέων» ασφαλισμένων.

Εξαιρέσεις από τις αλλαγές του ανωτέρω νόμου, προβλέπονται για τις κάτωθι περιπτώσεις υπαλλήλων: Α) για όσους συμπλήρωσαν τόσο τον απαιτούμενο χρόνο ασφάλισης τους όσο και του προβλεπόμενου «παλαιού» ορίου ηλικίας μέχρι τις 18-08-2015 (π.χ.35ετία/58), Β) για τους υπάλληλους με άγαμο και ανίκανο κατά ποσοστό 67% και άνω τέκνο, οι οποίοι εξακολουθούν και μπορούν να συνταξιοδοτηθούν με 25ετία και στο 50ό έτος της ηλικίας τους., Γ) για τους υπαλλήλους των ΟΤΑ στο καθεστώς των βαρέων και ανθυγιεινών ΒΑΕ (καθαριότητα κλπ.) οι οποίοι εξακολουθούν και μπορούν να συνταξιοδοτηθούν στο 58ο έτος της ηλικίας τους, Δ) για το προσωπικό φύλαξης των σωφρονιστικών καταστημάτων και Ε) για τους υπάλληλους με «ειδικές παθήσεις» που πιστοποιούνται από την ΑΣΥΕ (Ανώτατη Στρατιωτική Υγειονομική Επιτροπή). π.χ. παραπληγία, τετραπληγία κλπ.

Όσον αφορά δε τον τρόπο υπολογισμού της σύνταξης, η σύνταξη των υπαλλήλων του Δημοσίου, των οποίων η υπαλληλική σχέση λύθηκε μέχρι και την 12-05-2016 (προηγούμενη της ημερομηνίας κυκλοφορίας του ΦΕΚ στο οποίο δημοσιεύτηκε ο νόμος 4387/2016 - νόμος «Κατρούγκαλου»), θα εξακολουθήσει να υπολογίζεται με βάση τις διατάξεις της νομοθεσίας του Δημοσίου, όπως αυτές ίσχυαν κατά την 31-12-2014. Ενώ η σύνταξη των υπάλληλων του Δημοσίου, των οποίων η λύση της υπαλληλικής σχέσης επήλθε ή επέρχεται από την 13-05-2016 και μετά, υπολογίζεται με βάση τις οικείες διατάξεις του ανωτέρω νόμου (4387/2016).

Σύμφωνα δε με τον τελευταίο αυτό νόμο, η κύρια σύνταξη πλέον αποτελεί το άθροισμα της εθνικής σύνταξης (που χρηματοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό) και της ανταποδοτικής σύνταξης (που συναρτάται με τις αποδοχές, επί των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές επί του κατά περίπτωση ποσοστού αναπλήρωσης). Για την πρώτη εφαρμογή του νόμου η εθνική σύνταξη ορίζεται σε 384 ευρώ και καταβάλλεται ακέραια εφόσον έχουν συμπληρωθεί τουλάχιστον 20 έτη ασφάλισης. Για την ΑΝΤΑΠΟΔΟΤΙΚΗ σύνταξη, ως συντάξιμες αποδοχές νοείται ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου καθ' όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου και για την πρώτη εφαρμογή του νόμου, οι αποδοχές από το έτος 2002.

Ειδικότερα, όσοι αποχώρησαν μετά τον νόμο και μέχρι τις 31-12-2016, σε περίπτωση που το νέο ποσό σύνταξης υπολείπεται σε ποσοστό άνω του 20% του παλαιού, το ½ της διαφοράς αυτής θα καταβάλλεται ως προσωπική διαφορά. Όσοι αποχωρήσουν το 2017, η κατά τα ανωτέρω προσωπική διαφορά ανέρχεται στο 1/3 της διαφοράς και όσοι αποχωρήσουν το 2018 στο ¼ αυτής.

Για της ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις, προβλέπεται ότι μέχρι τις 31-12-2018, θα καταβάλλονται στο ίδιο ύψος και από 01-01-2019, εάν το καταβαλλόμενο ποσό είναι μεγαλύτερο από αυτό που προκύπτει με τον νέο τρόπο υπολογισμού, η διαφορά αυτή καλούμενη στο εξής «προσωπική διαφορά», θα συμψηφίζεται κατ' έτος μέχρι την πλήρη εξάλειψη της.

Ως προς την απασχόληση των συνταξιούχων, προβλέπεται η μείωση της καταβαλλόμενης σύνταξης σε ποσοστό 60%, για όσο διάστημα διαρκεί η απασχόληση ή η εργασία και αφορά όσους αναλάβουν εργασία από την έναρξη ισχύος του νόμου και εντεύθεν.

Ιδιαίτερη δε προσοχή απαιτεί η περίπτωση της συνταξιοδότησης με «αναστολή» καταβολής της σύνταξης, καθώς κατ' εφαρμογή του νέου ασφαλιστικού, όπως επιβεβαιώθηκε με οικεία εγκύκλιο του Γενικού λογιστηρίου του Κράτους, καταργούνται οι μελλοντικές συντάξεις, η παραίτηση με την συμπλήρωση των απαραίτητων ετών ασφάλισης, αλλά όχι του ορίου ηλικίας. Σε αυτές τις περιπτώσεις, πλέον, θα εκδίδεται απορριπτική απόφαση και η διαδικασία συνταξιοδότησης θα περιπλέκεται.