Επιστρέφοντας στην πατρίδα από το Ισραήλ -όπου είχα πάει να καλύψω το Παγκόσμιο Συνέδριο Επιστημών (World Science Conference Israel) για τη Huffington Post Greece- με την (πολύ) πρωινή πτήση το μόνο πράγμα που δεν περίμενα να συναντήσω στο αεροδρόμιο ήταν ένα κανονικότατο και άξαφνο μίνι ρεπορτάζ, και μάλιστα μουσικό. Πολύ περισσότερο δεν περίμενα ότι το πρώτο κείμενο που θα έγραφα μετά από ομιλίες, παρουσιάσεις, συναντήσεις, start-ups, περιηγήσεις, προσκυνήματα κι άλλα πολλά, θα ήταν το ακόλουθο. Τα απρογραμμάτιστα όμως είναι και τα καλύτερα.
Περνώντας λοιπόν τον πρώτο εξαντλητικό έλεγχο και σέρνοντας τη βαλίτσα μου νυσταγμένα, λίγα μέτρα μπροστά μου, σε μια ατέλειωτη ουρά ανθρώπων, άκουσα ελληνικά. Δύο ευδιάθετοι τύποι με μπουζούκια στην πλάτη περίμεναν πίσω από μια κυρία, λέγοντάς της κάθε τόσο «Έλα Μαρικάκι, φτάνουμε Μαρικάκι, τώρα στρίβουμε και περνάμε τον έλεγχο». Χάρηκα στην αρχή στο άκουσμα της γλώσσας, γρήγορα η κούραση έγινε όμως νύστα, και τα πράγματα προχώρησαν νωχελικά μέχρι την πύλη μας. Εκεί, συνειδητοποίησα ότι το «Μαρικάκι» που ήρθε και κάθισε δυο θέσεις δίπλα μου, δεν ήταν άλλη από τη γνωστή τραγουδίστρια Μαριώ, και τους μουσικούς της, που είχαν έρθει για συναυλία στην Ιερουσαλήμ (!). Λίγο η καλή διάθεση όλων για κουβέντα, λίγο η ώρα που δεν περνούσε, ξεκινήσαμε τη συνέντευξη που ακολουθεί:
Μαριώ: Με το χέρι στην καρδιά, να τα ρωτήσεις όλα! Λέγε!
Εγώ: Χαίρομαι που σας γνωρίζω, έστω και σε αυτές τις συνθήκες.
Μαριώ: Κι εγώ χαίρομαι που σε γνωρίζω, και να σαι καλά.
Εγώ: Λοιπόν, σας βρίσκω στο Ισραήλ, τι κάνετε εδώ;
Μαριώ: Ήρθα για μια συναυλία, που κάναμε στη Σάφρα στην Ιερουσαλήμ, αλλά με κομπανία, πέρα από το Δημήτρη το Λίβανο, το δικό μου, και το Δημήτρη το Ρέππα, τοπική. Ήταν ένας Ισραηλινός που έπαιζε μπουζούκι κι από τότε που ήρθε μια βραδιά στο Περιβόλι του Ουρανού, αγάπησε το ρεμπέτικο τραγούδι, με γνώρισε και με κάλεσε. Παίξαμε μια βραδιά, είναι η δεύτερη φορά που ήρθα εδώ, και θα ξανάρθω τον Οκτώβριο στο Τελ Αβίβ.
Εγώ: Τι παίξατε στο πρόγραμμά σας;
Μαριώ: Μόνο ρεμπέτικο τραγούδι. Μόνο. Ένα ποιοτικό τραγούδι για μένα. Με μεγάλη επιτυχία μάλιστα, 3000 κόσμος, δε θέλανε να φύγουμε, να μην κατεβούμε γρήγορα, είπαμε και δύο τρία τραγούδια παραπάνω. Και παίξαμε από τις 9.30 μέχρι τις 11 παρά τέταρτο. Είχαμε διάθεση για παραπάνω, αλλά εκεί είναι στάνταρ το ωράριό τους. Παίξαμε Τσιτσάνη, Βαμβακάρη, Στέλλα Χασκήλ, Ρούκουνα...
Εγώ: Πώς είναι η ανταπόκριση του κόσμου σε τέτοιες συναυλίες;
Μαριώ: Ξέρουν απ' έξω τα τραγούδια όλα. Και είναι όλοι Ισραηλινοί από κάτω. Ενθουσιώδεις τόσο που ξέρανε τα λόγια όλα. Είναι ένα κοινό επιλεκτικό θα έλεγα. Έρχεται ειδικά για αυτό το είδος τραγουδιού, γιατί τους αγγίζει περισσότερο, και ξέροντας ότι η Στέλλα η Χασκήλ ήταν Εβραία, η Ρόζα η Εσκενάζι επίσης, είναι δικά τους ινδάλματα αυτά, και ίσως αυτό να τους συγκινεί παράλληλα. Ούτε εγώ δεν το περίμενα να έχει τόσο κόσμο, αλλά αγαπούν το ρεμπέτικο. Υπάρχει κοινή η αράβικη μουσική, πήρανε κι από μας, περισσότερο πήραμε εμείς από αυτούς, όπως με την Τουρκία, τα τσιφτετέλια, τα ανατολίτικα, έχουν άμεση σχέση. Και για αυτό ξαναρχόμαστε στις 11 Οκτωβρίου, γιατί πάει καλά.
Εγώ: Καλό αυτό μέσα στην κρίση. Εσείς τώρα από την πλευρά σας πως βιώνετε την κρίση σε επαγγελματικό επίπεδο;
Μαριώ: Εντάξει ο κόσμος άρχισε να κουμπώνεται πάρα πολύ. Είναι σφιγμένος, επιφυλακτικός. Ακόμα και το σεντς το μετράει. Δεν πιστεύω ότι θα αλλάξει βέβαια κάτι. Είναι κρίσιμα τα χρόνια που περνάμε.
Εγώ: Δεν ξέρω αν το μάθατε, αλλά χθες το βράδυ (σ.σ.: στις 20/8/15) παραιτήθηκε και ο Πρωθυπουργός.
Μαριώ: Μετά τη συναυλία μου το πε ο Δημήτρης ο Λίβανος (σ.σ. βασικός συνεργάτης της, παίζει μπουζούκι και γράφει και στίχους) ότι παραιτήθηκε ο Τσίπρας. Δεν ξέρω, τον ψήφισα, μετά από 16 χρόνια που δεν ψηφίζω, επειδή είμαι από τη Θεσσαλονίκη, ήμουνα Αθήνα δεν μπορούσα να πάω, αλλά τώρα τι να πω. Πίστεψα κάτι διαφορετικό, κάτι για το μέλλον των παιδιών μας, αλλά όσοι ανέβηκαν εκεί πάνω μάς φέρανε σε αυτό το χάλι, αυτό είναι μια αλήθεια, μια πραγματικότητα. Ή ο Τσίπρας ή ο Σαμαράς, όλοι κάθονται σε μια καρέκλα και ξεχνάνε αυτά που έχουν πει, κι αυτό είναι το μεγαλύτερο δράμα για τον ελληνικό λαό. Μας ξεπουλάνε στην ψύχρα, χωρίς ερωτηματικά. Δεν υπάρχει κάποιος να σώσει τη χώρα μας, και λυπάμαι που το λέω. Είμαι απαισιόδοξη, έχω εγγόνια, και στα 69 μου βοηθάω τα παιδιά μου όσο μπορώ. Και μένα δε μου περισσεύουν. Δεν ξέρω που θα καταλήξουμε δηλαδή με όλα αυτά. Θα μάς πάρουν τα σπίτια μας, τις περιουσίες μας; Θα καταλήξουμε στους δρόμους; Θα γίνουμε μετανάστες στην ίδια μας τη χώρα; Που δεν αμφιβάλλω δηλαδή ότι έχει γίνει αυτό. Δεν κοίταξαν ποτέ τον πολίτη της χώρας και λυπάμαι. Η πολιτική είναι μεγάλη ιστορία, και τελειωμό δεν έχει. Έτσι απλά, δημοτικά. Ας το αφήσουμε.
Εγώ: Η καταγωγή σας;
Μαριώ: Η μαμά μου από τη Μικρά Ασία, την Καππαδοκία, ανιψιά του πατέρα Παΐσιου, η μαμά του Παΐσιου και η γιαγιά μου ήταν αδερφές, κι ο πατέρας μου ντόπιος από την Κατερίνη, γνήσιος Μακεδόνας.
Εγώ: Να ξαναγυρίσω στο ρεμπέτικο, αυτή η ανταπόκριση που είδατε στη συναυλία, σας δίνει ελπίδα ότι μπορεί ο κόσμος να ξαναγυρίσει σε αυτό το είδος;
Μαριώ: Μα το ρεμπέτικο το ακούει κι η νεολαία.
Εγώ: Από διασκευές εννοείτε ή τα αυθεντικά;
Μαριώ: Κι από διασκευές, σίγουρα, αν και δεν ξέρω, για μένα οι διασκευές δε λένε τίποτα, αλλά είναι λιγάκι ιεροσυλία να «πειράζεις» πράγματα, όπως είναι και ιεροσυλία να «πειράζεις» και να κάνεις τραγούδια σε καινούριες εκτελέσεις από τους δίσκους των 78 στροφών. Χάνουν την αξία σαν τραγούδια.
Εγώ: Δεν είναι όμως αυτός ένας τρόπος να περάσουν και στις επόμενες γενιές; Να ακουστούν;
Μαριώ: Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Αλλιώς θα σβήνανε. Αυτό είναι μια ευκαιρία και ένα βήμα μπροστά για το δικό μας το ελληνικό τραγούδι. Είναι κουλτούρα και είναι ιστορία μας.
Εγώ: Θα μου συστήσετε την παρέα σας;
Μαριώ: Ναι, ο Δημήτρης ο Ρέππας και ο Δημήτρης ο Λίβανος. «Δημήτρηηη (απευθύνεται στο Δημήτρη Ρέππα), έλα να πεις δυο λόγια στο παιδί...»
-ο πρώτος Δημήτρης έρχεται χαμογελαστός και με πλησιάζει μετά τις απαραίτητες συστάσεις-
Εγώ: Καλώς τον. Εσύ τι ρόλο έχεις στο σχήμα;
Δ. Ρ. : Εγώ παίζω χρόνια μπουζούκι, είμαι με τον Τσέρτο και τώρα τελευταία και με τον Ξαρχάκο, και με το Δημήτρη (το Λίβανο). Από τη Θήβα καταγωγή, αλλά γεννήθηκα στο Περιστέρι. Από 9 χρονών ξεκίνησα να παίζω, μου άρεσε, ωδείο με σπουδαίους δασκάλους, και ξεκίνησα.
Εγώ: Πώς είναι τα πράγματα στο κομμάτι των μουσικών; Οι παλαιότεροι μπουζουξήδες έκαναν καλά μεροκάματα, τα πρώτα ονόματα τουλάχιστον. Έτσι δεν είναι;
Δ.Ρ. : Ναι, αλλά έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα από τότε. Δεν είναι όπως τις παλιές εποχές. Τότε κάθε τραγουδιστής είχε και το μπουζούκι του. Καταρχήν δουλεύανε τα μαγαζιά εφτά μέρες τη βδομάδα, τώρα είμαστε Παρασκευο-Σάββατο. Πρέπει να είσαι πάρα πολύ καλός σε αυτό που κάνεις για να προχωρήσεις.
Εγώ: Ήσουν σε κάποια σκηνή/πίστα φέτος;
Δ.Ρ. : Ήμουνα με τον Μπάμπη τον Τσέρτο, κάναμε κάποιες παραστάσεις, πέρσι είμαστε στις Γραμμές με τη Γλυκερία.
Εγώ: Που έμαθα εδώ από τους Ισραηλινούς ότι είναι διάσημη στην περιοχή.
Δ.Ρ.: Πάρα πολύ. Τη λατρεύουνε. Τη λατρεύουνε. Στο μαγαζί που παίζαμε είχαμε κάθε βδομάδα Ισραηλινούς πελάτες που ερχόντουσαν να την ακούσουν. Αγαπούσαν τα τραγούδια της και την ίδια πάρα πολύ.
Εγώ: Να ρωτήσω κι από την πλευρά σου πώς είδες την ανταπόκριση του κόσμου εδώ, στη συναυλία σας;
Δ.Ρ : Τρελαίνονται. Δεν το πιστεύαμε. Ξέρουν πολύ καλά το ελληνικό ρεπερτόριο, και πολλές φορές ξαφνιαζόμαστε ακόμα και μεις. Τα λόγια όλα, τα πάντα! Αγαπούν και τη Μαριώ πολύ. Ήταν απίστευτο. Και αγαπάνε και γενικά τους Έλληνες καλλιτέχνες. Άμα δεν το δει κάποιος δεν το πιστεύει. Είναι και το ελληνικό ρεπερτόριο πολύ πλούσιο. Η παραδοσιακή μουσική βέβαια δεν προωθείται και τόσο πολύ...Παρόλα αυτά αγαπιούνται πάρα πολύ ακόμα τα τραγούδια αυτά.
Κάπου εκεί ακούγεται η αναγγελία για επιβίβαση σε λίγη ώρα, και πλησιάζω τον έτερο Δημήτρη (Λίβανος) για τις τελευταίες ερωτήσεις, όσο παράλληλα καπνίζει το ηλεκτρονικό τσιγάρο του. Γρήγορες συστάσεις και κατευθείαν στις ερωτήσεις.
Εγώ: Δημήτρη, πώς ήταν για σένα η χθεσινή συναυλία;
Δ.Λ.: Παίξαμε εδώ στην Ιερουσαλήμ, στην πλατεία του Δημαρχείου Κίκαρ Σάφρα, σε μια συναυλία μεγάλη, με ένα συγκρότημα τοπικό, Ισραηλίτες δηλαδή που παίζουν ρεμπέτικα. Ακούγεται απίστευτο, αλλά έτσι είναι. Το παιδί που έχει το συγκρότημα μας είχε δει παλιά με τη Μαριώ, είχε πάρει και το cd, κι άρχισε να ασχολείται με τη μουσική, έκανε σχήμα, και μας κάλεσε να παίξουμε. Μας βρήκε μέσω του μάνατζερ που κλείνει τις δουλειές μας και ήρθαμε. Είχε 3000 άτομα περίπου. Ακούνε πολύ ελληνική μουσική εδώ. Είναι σαν την εθνική τους μουσική. Να φανταστείς τα κομμάτια τα τραγουδάνε παπαγαλία. Πολλοί προφέρουν μόνο τις λέξεις χωρίς να ξέρουν τι σημαίνει. Παίζεις τραγούδι ελληνικό και τραγουδάνε όλοι από κάτω. Τρομερό συναίσθημα.
Η πλατεία Κίκαρ Σάφρα στην Ιερουσαλήμ
Εγώ: Τι άλλα ελληνικά ακούσματα έχουν εδώ;
Δ.Λ.: Ακούνε πολύ Καζαντζίδη πρώτα από όλα. Και μετά και Νταλάρα, Γλυκερία, Βιτάλη. Εμείς με τη Μαριώ έχουμε έρθει άλλες δυο φορές, έχω ξανάρθει και παλιότερα με το Δημήτρη τον Κοντογιάννη το '98.
Εγώ: Επόμενος συναυλιακός σταθμός;
Δ.Λ.: Ε τώρα πλέον Ελλάδα. Ό,τι έχει απομείνει δηλαδή. Μου πε και μια κυρία ότι παραιτήθηκε ο Πρωθυπουργός...Πάμε για εκλογές δηλαδή;
Εγώ: Έτσι φαίνεται.
Δ.Λ.: Ωραία, τώρα τι να σου πω. Όπως καταλαβαίνεις η δική μας η δουλειά με αυτά έχει τελειώσει. Εδώ ο κόσμος δεν έχει για τα βασικά. Θα ρθει να ακούσει μουσική;.
Εγώ: Όσοι καταφέρνουν και έρχονται στις συναυλίες σας, τι διάθεση έχουν;
Δ.Λ.: Η ψυχολογία είναι πολύ πεσμένη, προφανώς. Δεν διασκεδάζουν όπως παλιά. Είναι προβληματισμένοι. Αν εξαιρέσουμε μια κάστα ανθρώπων που πάντα περνάνει καλά, οι οποίοι είναι αυτοί που γεμίζουν τα ξενυχτάδικα στην παραλία, και δεν γνωρίζουν κρίση, για τους υπόλοιπους είναι δύσκολα. Τώρα εμείς οφείλουμε σε αυτές τις εποχές να παίζουμε, να μαστε χαμογελαστοί, να κάνουμε τον κόσμο να ξεχνάει τα πάθη του. Αν έχεις δει την ταινία, τον «Τιτανικό», η ορχήστρα έπαιζε μέχρι που βούλιαξε το καράβι. Αυτή είναι η αποστολή μας...
Από αριστερά προς τα δεξιά: Δημήτρης Ρέππας (μπουζούκι), Μαριώ (φωνή), Δημήτρης Λίβανος (μπουζούκι).