Πολιτιστική Γενοκτονία

Ορμώμενος από τις πολιτιστικές θηριωδίες του Β' παγκοσμίου πολέμου, ο Rafael Lemkin εισήγαγε την έννοια της πολιτιστικής γενοκτονίας. Δηλαδή τη μη φυσική καταστροφή μίας θρησκευτικής ή εθνικής κοινότητας με την εξάλειψη του πολιτιστικού της υπόβαθρου που στερεί το δικαίωμα πολιτισμικής και πολιτιστικής ανάπτυξης, λόγω του αφανισμού των πολιτιστικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών όπως είναι η γλώσσα και η θρησκεία. Από την άλλη πλευρά, είναι γεγονός ότι, η διείσδυση και η προσπάθεια αλλοίωσης ή ακόμα και σύλησης των πολιτιστικών προτύπων και αγαθών από εξωγενείς παράγοντες μπορεί να οδηγήσει στον έλεγχο και κατεύθυνση της σκέψης και των ενεργειών ενός λαού.
|
Open Image Modal
Valery Sharifulin via Getty Images

Ο πολιτισμός αποτελεί ένα στοιχείο ταυτότητας κάθε λαού. Είναι ο τρόπος ζωής, σκέψης, δράσης και έκφρασης μιας ολόκληρης κοινωνίας. Μέσω του πολιτισμού τα κράτη αντλούν φορτία ήπιας ισχύος τα οποία λειτουργούν ως αρωγή για την επιβίωσή τους στις καθημερινές προκλήσεις του διεθνούς συστήματος, αλλά και ως μέσα εκπροσώπησης των εθνικών τους συμφερόντων με τη χρήση της πολιτιστικής διπλωματίας.

Ωστόσο σε περιόδους πολέμου, παρά την υπέρμετρη χρήση βίας δεν είναι λίγες οι φορές, που τα πολιτιστικά αγαθά ενός κράτους έχουν γίνει λεία πολέμου, καθώς οι κατακτητές ή οι νικητές είχαν συνδέσει την επιτυχή πολεμική έκβαση με το αυθαίρετο δικαίωμα εκμετάλλευσης των πολιτιστικών αγαθών του ηττημένου κράτους για εμπορική ή ακόμα και για προσωπική χρήση. Και όλα αυτά σε απόλυτη αντίθεση με τα προβλεπόμενα των συνθηκών της Χάγης του 1899 και του 1907 που ρυθμίζουν το πλαίσιο διεξαγωγής πολέμου και που αναφέρονται μεταξύ άλλων στην προστασία των πολιτιστικών αγαθών.

Η Ελλάδα είναι μία χώρα που ουκ ολίγες φορές υπήρξε θύμα παράνομης εκμετάλλευσης των μνημείων της. Στην περίοδο του Β' παγκοσμίου πολέμου ήρθαν στο φως νέοι Έλγιν, όπως ήταν οι κατοχικές δυνάμεις της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Βουλγαρίας αξιοποιώντας στο έπακρο τη δυνατότητα εφαρμογής του παράνομου εμπορίου και της αρχαιοκαπηλίας. Επίσης η ίδια η Γερμανία είχε στελεχώσει ειδικά τάγματα τα οποία ήταν υπεύθυνα για την καταστροφή ή την εύρεση αρχαίων μνημείων, με πιο γνωστή επιχείρηση αυτή που σχετίζεται με την εύρεση του Αγίου Δισκοπότηρου.

Ορμώμενος από τις πολιτιστικές θηριωδίες του Β' παγκοσμίου πολέμου, ο Rafael Lemkin εισήγαγε την έννοια της πολιτιστικής γενοκτονίας. Δηλαδή τη μη φυσική καταστροφή μίας θρησκευτικής ή εθνικής κοινότητας με την εξάλειψη του πολιτιστικού της υπόβαθρου που στερεί το δικαίωμα πολιτισμικής και πολιτιστικής ανάπτυξης, λόγω του αφανισμού των πολιτιστικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών όπως είναι η γλώσσα και η θρησκεία. Από την άλλη πλευρά, είναι γεγονός ότι, η διείσδυση και η προσπάθεια αλλοίωσης ή ακόμα και σύλησης των πολιτιστικών προτύπων και αγαθών από εξωγενείς παράγοντες μπορεί να οδηγήσει στον έλεγχο και κατεύθυνση της σκέψης και των ενεργειών ενός λαού.

Μέσα από την τρομοκρατική δράση του Daesh παρατηρείται μία στρατηγική που στοχεύει στην πολιτιστική και κοινωνική εξαθλίωση μίας εθνικής ομάδας που δεν τάσσεται υπέρ της εξτρεμιστικής μορφής του Ισλάμ. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός που μουσουλμάνοι εξτρεμιστές στοχοποιούν ακόμα και μουσουλμανικές μειονότητες λόγω των πολιτιστικών τους διαφορών. Από την αρχή της τρομοκρατικής δράσης του Daesh έχουν καταστραφεί στη Συρία και στο Ιράκ ιστορικές πόλεις όπως αυτή της Μοσούλης του Χαλεπίου της Χάντρας και της Παλμύρας. Περιοχές με ιστορικές βιβλιοθήκες μουσεία, τζαμιά και μοναστήρια. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η βιβλιοθήκη της Μοσούλης, ο ναός του Μπαάλ Σαμίν, το μοναστήρι του Αγίου Ιουλιανού, του Αγίου Ηλία και το μουσείο της Μοσούλης.

Είναι πλέον εμφανές πως η πολιτιστική γενοκτονία είναι μία στρατηγική η οποία χρησιμοποιείται σε περιόδους πολέμου και στοχεύει στη διάσπαση της κοινωνικής συνοχής προκαλώντας ενεργητική φθορά στο ηθικό του αντιπάλου, ψυχολογική κατάρρευση του κοινωνικού ιστού, οδηγώντας έτσι στην πολιτιστική εξαθλίωση. Πράγμα που αναδεικνύει πως η πολιτιστική γενοκτονία δεν είναι ένα θέμα απλό που σχετίζεται με την καταστροφή της τέχνης. Είναι ένα ζήτημα διεθνούς ασφαλείας που απασχολεί σε μεγάλο βαθμό τα κράτη, κυβερνητικούς και μη κυβερνητικούς οργανισμούς.

Προκειμένου να αποτραπεί η αρχαιοκαπηλία και το παράνομο εμπόριο μνημείων, μπορούν να αναπτυχθούν δράσεις οι οποίες θα αφορούν την συνεργασία των πανεπιστημίων με ερευνητικά κέντρα πολιτιστικής κληρονομιάς και ΜΚΟ ( πχ ANQA, AMAL), με στόχο την ανάπτυξη μαθημάτων πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά και την οργάνωση δράσεων που αφορούν την ανοικοδόμηση μνημείων. Την ανάπτυξη τεχνογνωσίας τριδιάστατης εκτύπωσης η οποία θα αποκαταστήσει κλεμμένα ή κατεστραμμένα κομμάτια από μνημεία που έχουν υποστεί θραύση. Την οργάνωση διαδικτυακών εκστρατειών όπως αυτή της UNESCO #UNITED FOR HERITAGE με στόχο να προωθηθεί ηλεκτρονικά ο πλούτος της πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά και να ενεργοποιηθεί το διαδικτυακό κοινό με έμφαση στους νέους ώστε να ενημερωθούν αλλά και να κινητοποιηθούν γύρω από αυτό το ζήτημα.

Το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο επικαλούμενο την απόφαση 2199 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της αρχαιοκαπηλίας στη Συρία και το Ιράκ πρότεινε τη δημιουργία υπηρεσιακού τμήματος για την πρόληψη και την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου. Επιπλέον η Ε.Ε. συμμετέχει μέσω του δορυφορικού κέντρου Torrejon, με στόχο τη βέλτιστη ανάλυση δορυφορικών εικόνων από τη Συρία και το Ιράκ και την ανάπτυξη συνεργασιών με αρμόδιους φορείς όπως είναι η UNESCO, η Europol, η Ιντερπόλ, το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων και η Διεθνής Επιτροπή Κυανής Ασπίδας, καθώς και την παροχή μαθημάτων σε Δικαστές και Τελωνειακούς σχετικά με την καταστροφή και το εμπόριο αρχαιοκαπηλίας και τις ανάλογες κυρώσεις σε κάθε περίπτωση.

Πρόκειται για πρωτοβουλίες που σε πρώτη φάση φαίνονται σημαντικές, αλλά δυστυχώς όχι τόσο αποτελεσματικές ώστε να εξαλειφθούν πλήρως φαινόμενα πολιτιστικής γενοκτονίας. Παρόλα αυτά είναι ένα πρώτο βήμα που αναμφίβολα μπορεί να θέσει σε κίνηση μια διαδικασία που θα αποτελέσει παράδειγμα πολυμερούς συνεργασίας και δράσης με απώτερο σκοπό την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Μια διαδικασία που θα υπερβαίνει τα στεγανά εθνικά πλαίσια πολιτιστικού ενδιαφέροντος και που θα επιτρέψει σε νέους και συνάμα δυναμικούς παγκόσμιους δρώντες να αναμιχθούν σε μια προσπάθεια που αφορά όλους μας.