Ο Φθινοπωρινός πόνος της Κωνσταντινούπολης

Η κυβέρνηση έβγαλε τα τανκς πολύ αργά έτσι ώστε να σταματήσει την καταστροφή η οποία είχε ήδη ολοκληρωθεί. Κήρυξε την πόλη σε κατάσταση συναγερμού αλλά το κακό είχε ήδη γίνει. Την επόμενη κιόλας μέρα ο Μεντερές θα κατηγορήσει τους κομμουνιστές για τα Σεπτεμβριανά. Σύμφωνα με τις δηλώσεις του στις 7 Σεπτεμβρίου 1955 «οργάνωσαν κίνημα για την ανατροπή του αστικού καθεστώτος στην Τουρκία». Οι συλλήψεις γνωστών Τούρκων της αριστεράς όπως του Aziz Nesin και του Νazim Hikmet ήρθαν ως επιστέγασμα των δηλώσεων του πρωθυπουργού. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1960, ο Μεντερές και τα υπόλοιπα ανώτατα στελέχη του Δημοκρατικού Κόμματος θα τεθούν υπό στρατιωτική δίκη για αυθαιρεσίες.
Open Image Modal
serts via Getty Images

Η Τομρίς Γκιριτλίογλου σκηνοθέτησε το 2009 την ταινία Güz Sancisi, δηλαδή ο Φθινοπωρινός Πόνος. Η ταινία μας γυρίζει στον Σεπτέμβριο του 1955 στην Κωνσταντινούπολη με φόντο τα επεισόδια εις βάρος της ελληνορθόδοξης μειονότητας. Κεντρικό ρόλο διαδραματίζει ο έρωτας του Τούρκου Μπεχτσέτ που ανήκει στο εθνικιστικό κόμμα και στη φοιτητική οργάνωση «Η Κύπρος είναι τουρκική» ( Kıbrıs Türktür) και μίας Ρωμιάς, της Ελένης, η οποία γίνεται θύμα των επεισοδίων της νύχτας της 6ης Σεπτεμβρίου. Η ταινία δημιούργησε μεγάλο σάλο και αναταραχή στην Τουρκία καθώς οι περισσότεροι Τούρκοι δεν γνώριζαν για τα γεγονότα του '55 και κυρίως δεν γνώριζαν για τις αποφάσεις και τα κίνητρα πίσω από το πογκρόμ κατά των Ρωμιών.

Η ταινία δείχνει τις καταστροφές των καταστημάτων, των εκκλησιών, των σπιτιών, των σχολείων και των νεκροταφείων της ελληνορθόδοξης κοινότητας της Κωνσταντινούπολης, η οποία όφειλε να προστατευτεί από το τουρκικό κράτος σύμφωνα με τη Σύμβαση Περί ανταλλαγής των Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών που υπογράφηκε στην Λοζάνη της Ελβετίας στις 30 Ιανουαρίου 1923. Δείχνει τον τρόπο με τον οποίο οι πολιτικοί παίκτες υποδαύλιζαν το μίσος για τον Ρωμιό ή Αρμένιο γείτονα και το εθνικιστικό συναίσθημα στους απλούς Τούρκους πολίτες.

Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα

Στην εξουσία βρίσκεται το Δημοκρατικό Κόμμα του Αντνάν Μεντερές το οποίο υποστήριξε σημαντικά η ρωμαίικη κοινότητα θεωρώντας ότι θα υιοθετήσει μία πιο διαλλακτική στάση απέναντι τους, ειδικά μετά τον βαρύ φόρο του 1942, το βαρλίκ. Παράλληλα, και στις δύο χώρες υπάρχει έντονα πολιτικοποιημένη νεολαία γύρω από το θέμα του Κυπριακού. Ήδη από τον Απρίλιο του 1955, στην Κύπρο έχει ξεκινήσει ο ένοπλος αγώνας της ΕΟΚΑ και η Τουρκία αντιδρά έντονα με αποκορύφωμα την δράση της οργάνωσης «Η Κύπρος είναι Τουρκική». Τη νύχτα των επεισοδίων οι φωτογράφοι θα απαθανατίσουν αρκετά πανό με το σύνθημα «Η Κύπρος είναι τουρκική και τουρκική θα παραμείνει» ( Κıbrıs Türktür Türk Kalacak).

Τα επεισόδια θα ξεκινήσουν το απόγευμα της 6ης Σεπτεμβρίου όταν θα κυκλοφορήσει το έκτακτο παράρτημα της Istanbul Ekspress του βουλευτή του Δημοκρατικού Κόμματος Mithat Perin με τίτλο «Του πατέρα μας το σπίτι καταστράφηκε με βόμβα». Το εξώφυλλο δείχνει κατεστραμμένο το σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ στη Θεσσαλονίκη από βόμβα όπου θεωρητικά είχαν βάλει οι Έλληνες. Στην πραγματικότητα, η φωτογραφία ήταν προϊόν επεξεργασίας ενώ την βόμβα την είχε βάλει ένας μουσουλμάνος φοιτητής από την Κομοτηνή, ο Οκτάι Ενγκίν. Από εκείνη τη στιγμή, μία διαδήλωση της οργάνωσης «Η Κύπρος είναι Τουρκική» η οποία ήταν προγραμματισμένη για τις 4 το απόγευμα στην πλατεία Ταξίμ θα λάβει εκρηκτικές διαστάσεις. Μία διαδήλωση η οποία δεν ήταν καθόλου τυχαία προγραμματισμένη για εκείνη την ημέρα, την ώρα και σε εκείνο το μέρος όπου η μειονότητα είχε το μεγαλύτερο μέρος των περιουσιών της και της ζωής της, στο γνωστό Πέρα.

Η νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου

Ο Βύρων Θεοδωρόπουλος, μέλος της ελληνικής διπλωματικής αποστολής στο προξενείο της Κωνσταντινούπολης εκείνη την περίοδο, περιγράφει:

«Όταν βλέπεις να έρχεται το φορτηγό και να μαζεύονται οι διαδηλωτές και αρχίζουν από το φορτηγό να τους μοιράζουν λοστούς, όταν είδα με τα μάτια μου τον έφιππο αστυνόμο να βοηθά έναν διαδηλωτή να ανέβει στη σέλα για να φτάσει το πρώτο παράθυρο του Ζαππείου παρθεναγωγείου και να ρίξει μέσα τον αναμμένο δαυλό, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλα είναι οργανωμένα. Σχεδόν ταυτόχρονα εκδηλώθηκαν αυτές οι κινήσεις από τα μαγαζιά στα ορφανοτροφεία, στα σχολεία, στα σπίτια, που ήταν ακόμη πιο σκληρό, ακόμα και στο νεκροταφείο.»

H Κάθριν Μπράκεν, ήταν πρόξενος των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη εκείνη την περίοδο. Μετά τις καταστροφές, απέστειλε αναλυτική έκθεση στο State Department περιγράφοντας τόσο τα επεισόδια της νύχτας της 6ης προς 7ης Σεπτεμβρίου όσο και την κατάσταση που επικρατούσε πριν το ξέσπασμα των επεισοδίων.

«Οι μεγαλύτερες εφημερίδες στέλνουν ανταποκριτές στην Κύπρο, οι οποίοι μεταδίδουν "πρωτογενείς" ιστορίες υποτιθέμενης καταπίεσης της τουρκικής κοινότητας του νησιού».

«Άλλα άρθρα προειδοποιούσαν άμεσα ή έμμεσα για αναβίωση του ελληνικού Μεγαλοϊδεατισμού και προμήνυαν ότι η κατάληψη της Δυτικής Ανατολίας δεν είναι παρά θέμα χρόνου.»

«Παρότι η κυβέρνηση δεν ενέκρινε καμία διαδήλωση , η αστυνομία δεν επενέβη σε καμία περίπτωση, ούτε προσπάθησε να ελέγξει την αρχική συγκέντρωση στην πλατεία Ταξίμ. Μετά τις εννιά το βράδυ, φωτιές ξέσπασαν σε εννέα σημεία της Πόλης, κυρίως σε ορθόδοξους ναούς και ελληνικά σχολεία. Πάρα ταύτα, η πυροσβεστική υπηρεσία της Πόλης ανέφερε την ολοσχερή καταστροφή από πυρκαγιές μόλις επτά κτιρίων και τεσσάρων κατοικιών.»

H Θάλεια Σωτηροπούλου αφηγείται τη δική της εμπειρία όταν είδε το σπίτι της να καταστρέφεται από τον όχλο ενώ αυτή κοίταζε κρυμμένη από τον κήπο του διπλανού σπιτιού των θείων της:

«Σε λίγο έρχεται ένα μπουλούκι, ακουγόταν και αρχίσανε να χτυπούν την πόρτα, φωνάζανε, έβγαζαν έναν ομαδικό ήχο για να μπορέσουν να σπάσουν την πόρτα. Άρχισαν οι πέτρες, ακούγαμε το σπάσιμο των παραθύρων, τα τζάμια που πέφτανε. Δεν έμεινε τίποτα, ακόμα και οι πόρτες και οι κάσες και τα παράθυρα, όλα αυτά βρεθήκανε στο δρόμο.»

Οι αριθμοί επιβεβαιώνουν αυτό που ανέφερε και ο Μιχάλης Βασιλειάδης, εκδότης της Απογευματινής της Κωνσταντινούπολης . «Νομίζω εκείνο που επιδιώχθηκε με τον φόρο περιουσίας το 1942 δεν επιτεύχθηκε 100%. Ο στόχος ήταν τα ελληνικά μαγαζιά και τα μειονοτικά να περάσουν στα χέρια των Τούρκων.»

Αντίστοιχα, η ιστορικός Ντιλέκ Γκιουβέν η οποία πραγματοποίησε τη διδακτορική της διατριβή επάνω στα Σεπτεμβριανά αναφέρει:

«Σκοπός των Σεπτεμβριανών ήταν η εθνική ομογενοποίηση της χώρας και η μεταφορά του κεφαλαίου σε μουσουλμανικά χέρια.»

Στο βιβλίο της Ειρήνης Σαρίογλου «Πενήντα χρόνια από τα Σεπτεμβριανά» θα διαβάσουμε για τις επίσημες στατιστικές μετά τα επεισόδια που θα είναι η αρχή του τέλους για τη μειονότητα.

«16 Έλληνες έχασαν τη ζωή τους, τριάντα δύο τραυματίστηκαν σοβαρά και διακόσιες Ελληνίδες έπεσαν θύματα βιασμού. 1.004 κατοικίες, 4.348 καταστήματα, 27 φαρμακεία, 21 εργοστάσια, 110 ξενοδοχεία και εστιατόρια καταστράφηκαν μαζί με 73 ορθόδοξες εκκλησίες, και 26 ελληνικά σχολεία.»

Ο Τούρκος συγγραφέας Aziz Nesin έγραψε πριν μερικά χρόνια στη Sabah:

«Η νύκτα έμοιαζε με εκείνη του Αγίου Βαρθολομαίου. Είχε αρχίσει με το πρόσταγμα του Δημοκρατικού Κόμματος. Στόχος της λεηλασίας ήταν οι Ρωμιοί της Πόλης.»

Η κυβέρνηση έβγαλε τα τανκς πολύ αργά έτσι ώστε να σταματήσει την καταστροφή η οποία είχε ήδη ολοκληρωθεί. Κήρυξε την πόλη σε κατάσταση συναγερμού αλλά το κακό είχε ήδη γίνει. Την επόμενη κιόλας μέρα ο Μεντερές θα κατηγορήσει τους κομμουνιστές για τα Σεπτεμβριανά. Σύμφωνα με τις δηλώσεις του στις 7 Σεπτεμβρίου 1955 « οργάνωσαν κίνημα για την ανατροπή του αστικού καθεστώτος στην Τουρκία». Οι συλλήψεις γνωστών Τούρκων της αριστεράς όπως του Aziz Nesin και του Νazim Hikmet ήρθαν ως επιστέγασμα των δηλώσεων του πρωθυπουργού. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1960, ο Μεντερές και τα υπόλοιπα ανώτατα στελέχη του Δημοκρατικού Κόμματος θα τεθούν υπό στρατιωτική δίκη για αυθαιρεσίες. Μέσα σε όλα αυτά θα κατηγορηθούν για την οργάνωση και υλοποίηση του πογκρόμ κατά των Ρωμιών και ο Μεντερές μαζί με άλλα δύο στελέχη θα εκτελεστεί.

Οι Ρωμιοί της Πόλης ξεκίνησαν να φτιάχνουν τις ζωές τους πάλι από την αρχή. Ορισμένοι απογοητευμένοι έφυγαν για την Ελλάδα ενώ οι περισσότεροι έμειναν για να στήσουν ξανά τις περιουσίες τους και τα σπίτια τους. Το κλίμα τρόμου και διωγμού παρέμεινε για να καταλήξει στις απελάσεις του 1964 οι οποίες και αφάνισαν σχεδόν ολοκληρωτικά τη μειονότητα. Σήμερα, οι Ρωμιοί στην Πόλη δεν μετράνε περισσότερες από 2.000 ψυχές με τα αγκάθια της μνήμης και της ηλικίας να τους τρυπάνε κάθε ημέρα.

*Το άρθρο βασίστηκε στα αρχεία του Ιδρύματος Tarih Vakfi, της Βιβλιοθήκης του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών και στη διδακτορική διατριβή της Ειρήνης Σαρίογλου.