Για ακόμη μία φορά οι Καταλανοί έχουν προκηρύξει δημοψήφισμα για την απόκτηση της ανεξαρτησίας τους. Αντανακλαστικά η ισπανική κυβέρνηση κήρυξε το δημοψήφισμα αντισυνταγματικό, κατόπιν αποφάσεως του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ισπανίας. Παράλληλα το Κουρδικό Κοινοβούλιο του Ιράκ ανακοίνωσε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την απόκτηση ανεξαρτησίας στις 25 Σεπτεμβρίου. Η κυβέρνηση του Ιράκ, κάλεσε (χωρίς αποτέλεσμα) το κουρδικό κοινοβούλιο να αναβάλλει το δημοψήφισμα. Την ίδια ώρα υπάρχει τουρκική κινητικότητα στα σύνορα με το Ιράκ.
Οι δύο αυτές περιπτώσεις αναμφίβολα διαφέρουν μεταξύ τους. Ωστόσο έχουν σοβαρά σημεία επαφής και μπορούν να προκαλέσουν ανυπολόγιστες αντιδράσεις.
Η Καταλονία είναι μία από τις αυτόνομες κοινότητες που αποτελούν το Βασίλειο της Ισπανίας. Η περισσότερο γνωστή ίσως, λόγω και της πρωτεύουσας της, Βαρκελώνης, αλλά και της ποδοσφαιρικής ομάδας. Οι Καταλανοί είναι ιδιαίτερα ενθουσιώδεις με την ιδέα της ανεξαρτησίας τους από την Ισπανία. Άλλωστε στην περιοχή δεν ομιλείται η ισπανική, αλλά η καταλανική γλώσσα. Επιπλέον η Βαρκελώνη, τόσο με το λιμάνι, όσο και με την τουριστική κίνηση που προσελκύει, έχει προσδώσει ιδιαίτερη δυναμική στην Καταλονία. Παρότι παραδοσιακά οι προσπάθειες για απόκτηση ανεξαρτησίας, ήταν έντονες, τα τελευταία χρόνια έχουν κλιμακωθεί περαιτέρω. Είναι η δεύτερη προσπάθεια διεξαγωγής δημοψηφίσματος μετά από αυτή του 2015. Όπως τότε, έτσι και τώρα η ισπανική κυβέρνηση αντέδρασε άμεσα. Όχι μόνο κήρυξε αντισυνταγματικό το δημοψήφισμα (όπως αναφέρθηκε), αλλά προχώρησε και σε ένα βήμα παραπάνω. Άλλαξαν τον αρχηγό της τοπικής αστυνομίας, προσπαθώντας να ελέγξουν την κατάσταση στη περιοχή. Η κίνηση αυτή επιβάρυνε, το ήδη τεταμένο κλίμα.
Είναι αναμενόμενο η τάση της Καταλονίας προς την ανεξαρτησία να προκαλεί ανασφάλεια στην κεντρική κυβέρνηση. Αν ο στόχος επιτευχθεί, τότε ίσως και άλλες περιοχές της χώρας επιχειρήσουν παρόμοιες ενέργειες. Δεν είναι άλλωστε λίγες οι περιπτώσεις των αυτονομιστικών κινημάτων στην Ισπανία, με χαρακτηριστικό αυτό των Βάσκων. Όσο αυτά τα κινήματα ανθίζουν, τόσο θα παρουσιάζεται η εικόνα ενός κράτους αποσταθεροποιημένου, χωρίς την παραμικρή κοινωνική συνοχή. Την ίδια ώρα και η Ε.Ε παρακολουθεί τις εξελίξεις με ανησυχία. Προχωρώντας σε αυστηρές προειδοποιήσεις θέλει να δείξει την απροθυμία της προς τη δημιουργία ενός νέου κράτους, μέσα στα όρια ενός κράτους-μέλους της. Σε διαφορετική περίπτωση είναι πιθανό να ανοίξει ο ασκός του Αιόλου. Με δεδομένο το πρόβλημα του Κοσσόβου για τα υπό ένταξη Δυτικά Βαλκάνια, το παραλίγο «ατύχημα» με την ανεξαρτησία της Σκωτίας και το Brexit σε εξέλιξη, η ταλαιπωρημένη Ένωση δεν θέλει άλλον έναν δύσκολο γρίφο να λύσει. Τα τελευταία 7 χρόνια δεν κύλησαν βελούδινα για τον οργανισμό, ούτε σε οικονομικό, ούτε σε πολιτικό επίπεδο.
Όσο συμβαίνουν αυτά στη Δύση, στην Ανατολή διαμορφώνεται ένα εξαιρετικά περίπλοκο σκηνικό. Οι Κούρδοι του Ιράκ, αφού υπερασπίστηκαν με επιτυχία τα εδάφη τους απέναντι στο Ισλαμικό Κράτος, μετά από σκληρό αγώνα (που στο μεγαλύτερο μέρος του, έδωσαν χωρίς έξωθεν βοήθεια), αποφάσισαν να διεκδικήσουν, το αναφαίρετο δικαίωμά τους. Αυτό της αυτοδιάθεσης. Επιθυμούν να ορίζουν μόνοι τους τη ζωή και την ασφάλειά τους, αφού η κρατική οντότητα στην οποία ανήκουν απέτυχε να το κάνει. Όσο δίκαιο και αν φαντάζει το αίτημα προσκρούει σε ένα βουνό αντιδράσεων.
Η κυβέρνηση του Ιράκ, κάλεσε τους Κούρδους σε διάλογο, με σκοπό να πετύχει την αναβολή του δημοψηφίσματος. Μία κίνηση σύνεσης, αφού δεν έχει τη δυνατότητα να προβάλει ισχύ πάνω στους Κούρδους για να αποφύγει την προοπτική αυτή. Αντανακλαστικά αντέδρασε η Τουρκία. Με το 12% του πληθυσμού της χώρας να αποτελείται από Κούρδους, η τουρκική κυβέρνηση εξέλαβε ως ευθεία απειλή για την ακεραιότητα της χώρας τις αξιώσεις των Κούρδων του Ιράκ. Προετοιμασμένη να κάνει χρήση της στρατιωτικής της ισχύος, η Τουρκία επιδιώκει τόσο να αποτρέψει την ψηφοφορία, όσο (κυρίως) να στείλει μήνυμα στη μεγαλύτερη μειονότητά της, ότι δε θα ανεχτεί παρόμοια συμπεριφορά.
Στην εξίσωση εμπλέκονται και άλλοι παράγοντες. Οι Η.Π.Α ήδη εξέφρασαν τις επιφυλάξεις τους προς το δημοψήφισμα. Ας μη ξεχνάμε πως η παρουσία τους στη περιοχή στηρίζει το (υπό αποσύνθεση) ιρακινό κράτος. Παράλληλα με το συριακό εμφύλιο να μην έχει τερματιστεί και με τη κατάσταση στη περιοχή να παραμένει ρευστή, η κυβέρνηση Τραμπ δεν επιθυμεί να διαχειριστεί έναν ακόμα αποσταθεροποιητικό παράγοντα στη περιοχή. Μαζί με τις Η.Π.Α ενδιαφέρον για την περιοχή έχει δείξει και η κυβέρνηση Πούτιν, παραδοσιακή υποστηρικτής του Μπασάρ αλ Άσαντ. Σε περίπτωση δημιουργίας Κουρδικού κράτους στο βόρειο Ιράκ, οι Κούρδοι της Συρίας αναμένεται να παρουσιάσουν επιθυμία ένταξης σε αυτό. Κάτι τέτοιο θα αποτελέσει καίριο πλήγμα στην προσπάθεια δημιουργίας ενός σταθερού συριακού κράτους (όπως θα το επιθυμούσαν ο Άσαντ και οι σύμμαχοί του). Από το παιχνίδι δε θα ήταν σωστό να εξαιρεθούν το Ιράν, το οποίο διαθέτει σημαντική κουρδική μειονότητα και το Ισραήλ, το οποίο παρακολουθεί με προσοχή τις εξελίξεις.
Όπως γίνεται αντιληπτό η προσπάθεια δημιουργίας ενός νέου κράτους δημιουργεί έντονη ανασφάλεια. Ακόμα και αν αυτό επιχειρείται δημοκρατικά, οι συνέπειες που ίσως προκαλέσει στο status quo, δεν είναι δυνατό να υπολογιστούν. Ειδικά όταν μιλάμε για περιοχές που βρίσκονται σε μεγάλη αστάθεια. Για το λόγο αυτό, τόσο οι περιφερειακές, όσο και οι λεγόμενες «μεγάλες» δυνάμεις οφείλουν να είναι προσεκτικές απέναντι σε αυτό το ζήτημα. Μία απερίσκεπτη κίνηση είναι πιθανό να πυροδοτήσει μία άνευ προηγουμένου έκρηξη. Η αυτοδιάθεση είναι δικαίωμα του κάθε λαού. Ένα δικαίωμα το οποίο κανείς δεν έχει το δικαίωμα να εκμεταλλεύεται ή να το πουλά κατά το δοκούν.