Δεν έχουν όλοι από μία άποψη

Περιφερόταν ο Κώστας Βάρναλης στις αγορές και στα σφαγεία, σε σαλόνια και παράγκες, και έπειτα κλεινόταν στο γραφείο του, έστιβε το κεφάλι του και έγραφε το χρονογράφημα της παλιάς «Αυγής». Αλώνιζαν ο Μποστ, ο Φρέντυ Γερμανός, ο Δημήτρης Ψαθάς, μύριζαν την ατμόσφαιρα, έπιαναν το κλίμα, για να το αποδώσουν σε κείμενα των πεντακοσίων λέξεων.
|

«Οι απόψεις είναι σαν τις κωλοτρυπίδες: Ο καθένας διαθέτει κι από μία...» «Αυτές είναι οι απόψεις μου. Άμα δεν σάς αρέσουν, έχω κι άλλες...» Ένα μάλλον χυδαίο γνωμικό και μια βιτριολική φράση του Γκραούτσο Μαρξ οριοθετούν την άποψη που τείνει να σχηματίσει πολύς κόσμος -στην Ελλάδα τουλάχιστον- σχετικά με τις απόψεις.

Στην εποχή των social media, καθένας πράγματι εγκαινιάζει την προσωπική σελίδα του στο facebook ή τον λογαριασμό του στο twitter και βομβαρδίζει την ανθρωπότητα με γνώμες επί παντός του επιστητού. Άνθρωποι που ποτέ δεν είχε τύχει να ασχοληθούν με την επιστήμη της αρχαιολογίας υποστηρίζουν παθιασμένα πως μες στον τάφο της Αμφίπολης αναπαυόταν ο τάδε ή ο δείνα επιφανής νεκρός. Τύποι -που μέχρι να ξεσπάσει η κρίση και να μπούμε στα μνημόνια, σνόμπαραν την πολιτική- παίζουν τώρα στα δάχτυλα το ζήτημα της διαχείρισης του δημόσιου χρέους. Ξέρουν δήθεν μέχρι κεραίας τις συνέπειες από τυχόν έξοδο της Ελλάδας στις αγορές.

Στα παραδοσιακά μέσα, τηλεοράσεις και ραδιόφωνα, παρελαύνουν επί εικοσιτετραώρου βάσεως οι επαγγελματίες φορείς απόψεων. Δημοσιογράφοι, πολιτικοί, ειδικοί κάθε ειδικότητας εναλλάσσονται και σκυλοτσακώνονται λαχταρώντας να κατακτήσουν ένα τρίλεπτο, ένα εξάμηνο ή μια ζωή διασημότητας. Η αγωνία τους για αυτοπροβολή, αυτοπροβολή η οποία μεταφράζεται είτε σε μεροκάματο είτε σε ψήφους, τούς κάνει να ανεβάζουν δραματικά τους τόνους. Να περιέρχονται σε μια τεχνητή κατάσταση υστερίας. Τεχνητή εφόσον μόλις σβήσουν οι προβολείς και τα μικρόφωνα, οι on air αντίπαλοι ακαριαία συμφιλιώνονται και κουσκουσάρουν σαν παλιοί καρντάσηδες στις αίθουσες μακιγιάζ και στους διαδρόμους των καναλιών.

Αυτή, θα μου πείτε, είναι η δημοκρατία στις μέρες μας. Να ομιλούν οι πάντες, ελεύθερα και ακατάσχετα, για τα πάντα.

Δεν συμφωνώ. Η «πολυφωνία» που παράγεται θυμίζει περισσότερο χάβρα -ενιότε και προαύλιο ψυχιατρείου- παρά εκκλησία του δήμου. Οι δε απόψεις που διατυπώνονται όλο και σπανιότερα χαρακτηρίζονται από ουσία και πρωτοτυπία. Η μεγάλη πλειονότητα όσων ξιφουλκούν στα social media και στα παραδοσιακά ΜΜΕ αναμασούν τις ίδιες ιδέες. Πασπαλίζουν απλώς τον κοινό τόπο με τα προσωπικά τους συμπλέγματα. Με τον προσωπικό τους φανατισμό.

Δεν είναι καθόλου απλό να έχεις τη δική σου αντίληψη για το οτιδήποτε. Πόσω δε μάλλον να αξίζει η δική σου αντίληψη να εκφραστεί δημόσια.

Κάμποσες δεκαετίες πίσω -όταν η ενημέρωση μονοπωλούνταν από τις εφημερίδες- εκείνοι που κρατούσαν τις στήλες γνώμης κόπιαζαν πιο σκληρά και από τον πιο χαλκέντερο ρεπόρτερ. Η εργασία τους ήταν χωρισμένη στα δύο. Εξονυχιστική πρώτα παρατήρηση των δρώμενων. Και έπειτα συγγραφή.

Περιφερόταν ο Κώστας Βάρναλης στις αγορές και στα σφαγεία, σε σαλόνια και παράγκες, και έπειτα κλεινόταν στο γραφείο του, έστιβε το κεφάλι του και έγραφε το χρονογράφημα της παλιάς «Αυγής». Αλώνιζαν ο Μποστ, ο Φρέντυ Γερμανός, ο Δημήτρης Ψαθάς, μύριζαν την ατμόσφαιρα, έπιαναν το κλίμα, για να το αποδώσουν σε κείμενα των πεντακοσίων λέξεων. Είχαν απόλυτη συνείδηση πως εάν δεν έδιναν μια λοξή ματιά, εάν δεν φώτιζαν από μιάν αναπάντεχη οπτική γωνία τα δρώμενα, το κοινό τους θα τους βαριόταν. Και θα τους εγκατέλειπε. Ήταν εργάτες της πέννας άοκνοι, συνάμα δε καλλιτέχνες.

Αυτή τη λοξή ματιά, την αναπάντεχη οπτική γωνία, έχουν ακόμα ζωτική ανάγκη οι αναγνώστες. Την άποψη, η οποία ξεφεύγει από το τετριμμένο. Απέχει από κάθε μορφής ορθοδοξία - θρησκευτική, εθνική, κομματική. Περιέχει προσωπική εμπειρία. Αυτή την άποψη που είναι όντως άποψη διότι προϋποθέτει ζόρι για να σχηματισθεί. Και παρρησία για να εκφραστεί.

Στην Ελλάδα του 2014 -διαπιστώνω με χαρά- τείνει να διαμορφωθεί μια νέα γενιά χρονογράφων. Στις στήλες του Lifo, του Protagon, του Popaganda -βεβαίως δε κι απ'το Koulouri- εκφράζονται διαφορετικές και ενδιαφέρουσες φωνές. Κάποιες πιο έντονες, άλλες πιο υπαινικτικές. Όλες όμως σεβόμενες τον στίχο του μεγάλου Κύπριου ποιητή Κώστα Μόντη: «Δεν είχες τίποτα να πεις, κύριε. Γιατί ηνώχλησες τις λέξεις; Γιατί τις ηνώχλησες;» Φωνές, οι οποίες δεν ενοχλούν τις λέξεις χωρίς λόγο.

Είμαι βέβαιος πως η ελληνική εκδοχή της Huffington Post, θα κινηθεί στην ίδια κατεύθυνση. Θα γίνει εκκολαπτήριο και βήμα αληθινών απόψεων. Θα εμπλουτίσει καίρια τον δημόσιο διάλογο.

Σας εύχομαι από καρδιάς κάθε επιτυχία.