Έχοντας μια- σχετικά μικρή, ίσως- εμπειρία από την ελληνική πραγματικότητα μονάχα, πάντα το είχα απορία να δω πως βιώνουν αντίστοιχα νέοι δημοσιογράφοι τα πρώτα τους βήματα στις άλλες χώρες της Ευρώπης; Ποιές προοπτικές προσφέρονται σε εκείνους; Πώς είναι τα πράγματα στη χώρα τους; Γκρινιάζουν κι αυτοί όσο εγώ;
Έτσι, όταν ένα βράδυ που η ζωή δεν έμοιαζε ιδιαίτερα θελκτική, ένα e-mail από το αρμόδιο Γραφείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ενημέρωσε πως είχα επιλεχθεί να συμμετάσχω στις European Youth Media Days 2016, μπορώ να πω πως ένιωσα κάτι περισσότερο από «συγκρατημένα αισιόδοξος», που λένε οι τοίχοι της Αθήνας. Οι τέσσερις ημέρες στο- σύμφωνα με όλους, γοητευτικό- Στρασβούργο, με 120 άλλους δημοσιογράφους κάτω των 30 από όλη την Ευρώπη, καλύπτοντας τις εργασίες της Ευρωπαϊκής Εκδήλωσης Νεολαίας που θα έφερνε 7.500 ακόμη νέους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δεν ακούγονταν καθόλου άσχημες. Το πρόγραμμα εκδηλώσεων ήταν κάτι αρκετά παραπάνω από πλούσιο και, εκτός αυτού- όπως γνωρίζουν καλά φίλοι Τούρκοι και πρώην φίλοι Λιθουανοί, που με τα χρόνια γίνανε εξπέρ στο να απορροφούν χρηματοδοτήσεις- η Ευρωπαϊκή Ένωση σε τέτοιες περιπτώσεις πληρώνει. Και πληρώνει καλά. Πέραν των εισιτηρίων, η αμοιβή που έλαβα για την τετραήμερη παραμονή μου στο Στρασβούργο αντιστοιχεί στο μισθό που φαντάζομαι πως θα λάβω κάποτε σε αυτό το επάγγελμα κι αυτή τη χώρα. Για να δούμε πως ήταν η εμπειρία στο σύνολό της, όμως.
1. Η άφιξη
Το πρωί της Τετάρτης 18 Μαΐου που φτάνω στο Παρίσι, η χώρα βρίσκεται σε μια κατάσταση αν μη τι άλλο τεταμένη. Οι μαζικές κινητοποιήσεις συνεχίζονται και επεκτείνονται από τα μεγάλα αστικά κέντρα στην περιφέρεια, οι καταλήψεις και οι αποκλεισμοί αυξάνονται. Ως απόκριση, οι Αρχές επιδίδονται σε μορφές καταστολής πρωτοφανείς, που στέλνουν τα «ευρωπαϊκά ιδεώδη» στον αγύριστο. Ενώ απαγορεύεται προληπτικά η πρόσβαση δημοσιογράφων και ακτιβιστών σε ορισμένες περιοχές, όσοι τελικά βρεθούν στο δρόμο αντιμετωπίζονται με ανεξήγητη βιαιότητα.
Στη διάρκεια της πτήσης, η σκέψη μου είναι στις απεργίες του σιδηροδρόμου και την πιθανότητα να επηρεάσουν το ταξίδι στο Στρασβούργο. Όμως, το παρόν προέχει. Βγαίνοντας από το αεροπλάνο, βρίσκομαι σε μια ουρά που αποτελούμε όσοι φτάσαμε από Αθήνα. Τέσσερις αστυνομικοί μας έχουν στήσει σε δυο σειρές κι έλεγχουν χαρτιά και φάτσες. Φεύγουν όλοι, μένουμε άλλος ένας κι εγώ. Με αυτό το μαραφέτει που μοιάζει με μικροσκόπιο, περνάνε και ξαναπερνάνε το βλέμμα τους πάνω στις ταυτότητές μας. Τις κάνουν γύρα ο ένας στον άλλον, πάνε εδώ κι εκεί κι αυτές κι εκείνοι, χάνονται, επιστρέφουν, μιλάνε μεταξύ τους, τις ξαναπιάνουν, τις ξαναδίνουν, σκύβουν ξανά από πάνω τους. Περνάει κανά δεκάλεπτο, ίσως και παραπάνω. Δεν νιώθουν την ανάγκη να μιλήσουν αγγλικά, ούτε βεβαίως να μας ενημερώσουν τι συμβαίνει.
Τελικά, μου απευθύνει το λόγο μια αστυνομικός. Πάσπορτ, σερ; Όχι. Γιατί όχι; Γιατί στην Ευρωπαϊκή Ένωση δε χρειάζομαι πάσπορτ, έχω την ταυτότητα που κρατάτε. Μάλιστα, σερ, μάλιστα. Νο πάσπορτ, σερ.
Θυμάμαι ένα κείμενο της Φραγκίσκας Μεγαλούδη στο facebook, όπου διαπίστωνε πως οι έλεγχοι, σε μετακινήσεις εντός της Ευρώπης και με αφετηρία την Ελλάδα, έχουν λάβει μια τελείως νέα διάσταση. Πράγματι, όσα χρόνια ταξιδεύω κι εγώ, μου έχει τύχει μεν αρκετές φορές να σταματήσουν εμένα, αλλά ποτέ όλους τους επιβάτες ενός αεροσκάφους, για παράδειγμα. Λίγα μέτρα πιο κει, ο άλλος, αρκετά πιο άτυχος, έχει αναγκαστεί να βγάλει πάνω σε ένα κάθισμα ό,τι κάρτα υπάρχει στο πορτοφόλι του: πιστωτική, γυμναστηρίου, σούπερ μάρκετ, βιβλιοθήκης, μια που μοιάζει να είναι για μια πιτσαρία. Ένας αστυνομικός ψηλαφίζει μέρη του μπουφάν του και κείνος, υπάκουα και βουβά, ανοίγει κάθε μια ακόμη τσέπη. Οι υπόλοιποι κόβουν ακόμη βόλτες με την ταυτότητά μου, μιλάνε μεταξύ τους στα γαλλικά, χρησιμοποιούν το μαραφέτι.
Όλα καλά, μου λένε κάποτε. Ο άλλος έχει το πρόβλημα. Αλλά, η ταυτότητα μένει στα χέρια τους. Στο τέλος, μου ζητούν να του μιλήσω ελληνικά για να βεβαιωθούν- για μένα ή για κείνον; Πλησιάζω, ψελλίζω κάτι μέσα απ' τα δόντια μου, κάνει κάτι σαν E; Ναι, ντάξει αυτός. Εντάξει, σερ; Εντάξει, λέω, ναι. Με αφήνουν να φύγω, ο άλλος μένει εκεί.
Κάποια ώρα αργότερα, βρίσκομαι στον τερματικό του σιδηροδρόμου εντός του Charles De Gaulle, κρατάω στα χέρια μου το εισιτήριο του τρένου, όταν κάνουν την εμφάνισή τους αστυνομικοί και σκυλιά, και φωσφοριζέ κορδέλες αρχίζουν να αποκλείουν κάποια σημεία. Οι κορδέλες επεκτείνονται, στο σημείο φτάνουν άντρες με παραλλαγές, αναρωτιόμαστε τι συμβαίνει, ώσπου ανακοινώνεται πως ο χώρος εκκενώνεται και βγαίνουμε όλοι έξω. Ύποπτο δέμα, ακούω από κάποιον δίπλα μου. Κάθε φορά τα ίδια, λέει μια κυρία στα αγγλικά, στο πρόσωπο της πιο πολύ αγανάκτηση κι ενόχληση, ούτε λόγος για φόβο. Λίγο μετά, όλα είναι όπως και πριν, ο κόσμος σπρώχνεται να επιστρέψει μέσα, να πάρει καλύτερη θέση στις ουρές. Βλέπω την κυρία να περνάει βιαστικά, ξεφυσώντας, να ελίσσσεται ανάμεσα σε μπαγκάζια κι ανθρώπους. Σκοντάφτει σε μία, τη βλέπω να ανοίγει το στόμα της: η ίδια ενόχληση. Κάθε φορά τα ίδια, τη φαντάζομαι να λέει.
2. Οι πρώτες εντυπώσεις στο Στρασβούργο
Το Στρασβούργο- όπως, φαντάζομαι, θα ξέρουν πολλοί αναγνώστες καλύτερα από μένα- είναι στο σύνολό του μια πόλη όμορφη, πολύ. Πλακόστρωτο, γραφικά δρομάκια στο κέντρο, ιδιαίτερη αρχιτεκτονική που παραπέμπει περισσότερο σε κεντροευρωπαϊκές πόλεις παρά γαλλικές, πλοιάρια-μπαράκια πάνω στο ποτάμι, προσεγμένα πάρκα, συντριβάνια, πλατείες, φαρδιά πεζοδρόμια, επιβλητικοί καθολικοί ναοί, λιλιπούτεια εστιατόρια και γραφικά μπαράκια. Πόλη, με λίγα λόγια, που χαίρεσαι να περπατάς, που μπορείς να μετακινηθείς με το ποδήλατο ευχάριστα, που μπορείς να απολαύσεις μια ηρεμία σχετικά άγνωστη σε εμάς. Υπάρχουν και αρνητικά, βεβαίως.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο βρίσκεται στην άκρη της πόλης, λίγες στάσεις από το κέντρο με το τραμ. Πρόκειται για ένα εξίσου επιβλητικό συγκρότημα τεράστιων κτιρίων, το οποίο γίνεται ακόμη πιο επιβλητικό άπαξ και βρεθείς εντός του και συνειδητοποιήσεις πόσοι χώροι υπάρχουν, πόσοι όροφοι, πόση ώρα μπορεί να χρειαστείς για να μετακινηθείς από ένα σημείο σε άλλο. Στην εισαγωγική εκδήλωση, όπου γνωριζόμαστε μεταξύ μας, με την ομάδα και τους υπεύθυνους, καλωσοριζόμαστε, ανυπομονούμε για το μπουφέ και λαμβάνουμε κάποιες πληροφορίες για όσα ακολουθήσουν τις επόμενες ημέρες, μεταξύ άλλων προειδοποιούμαστε: θα χαθούμε περισσότερες φορές από όσες νομίζουμε.
Πράγματι, ιδιαίτερα την πρώτη ημέρα, έχω την εντύπωση πως οι περισσότεροι από εμάς πιο πολλή ώρα ξόδεψαν ψάχνοντας να βρουν πως- εν τέλει- θα πάνε εκεί που θέλουν, παρά ενασχολούμενοι με τις αρμοδιότητες που είχαν αναλάβει. Τα πρωινά, που φτάνουμε στο Κοινοβούλιο, μας επιτρέπεται η είσοδος μόνο από ένα συγκεκριμένο σημείο, απ' το οποίο για να φτάσουμε στο pressroom που μας έχει παραχωρηθεί, χρειάζονται περίπου 20 λεπτά- αν δε χαθείς. Υπάρχουν περίπου 350 εθελοντές για να μας κάνουν τη ζωή ευκολότερη, διαμοιρασμένοι σε κάθε σημείο του ευρύτερου συγκροτήματος, αλλά καμιά φορά καταλήγουν να χάνονται κι αυτοί μαζί μας.
Γενικά, εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τα πράγματα όσον αφορά ασφάλεια, υποδομές, σχολαστικότητα, οργάνωση, γραφειοκρατία είναι όπως φαντάζονται οι περισσότεροι: τα συναντάς στον υπερθετικό τους βαθμό. Εντύπωση μου κάνει πάντως που, ενώ στην πόλη συναντάμε συχνά-πυκνά τετράδες στρατιωτών με πλήρη εξάρτυση, στα πέριξ και εντός του λαβυρίνθου του Κοινοβουλίου δεν βλέπω ούτε ίχνος παραλλαγής.
3. H Ευρωπαϊκή Εκδήλωση Νεολαίας 2016
Η φετινή Εκδήλωση πραγματοποιείται με το σύνθημα «Μαζί μπορούμε να κάνουμε την αλλαγή» και στο διήμερο που κρατάει, εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου βρίσκονται περίπου 7.500 νέοι έως 30 χρονών, αλλά και ευρωβουλευτές, εκπρόσωποι της Κομισιόν, δημοσιογράφοι, ακαδημαϊκοί, ακτιβιστές, εθελοντές, κοινωνικοί λειτουργοί και άλλοι καλεσμένοι ομιλητές. Το πρόγραμμα δομείται σε πέντε βασικούς άξονες, που περιλαμβάνουν το επίκαιρο ζήτημα της «ασφάλειας» και «τρομοκρατίας, την ανεργία των νέων, την καινοτομία και επιχειρηματικότητα, την προοπτική μιας αειοφόρου Ευρώπης, το ζήτημα της πιο ενεργούς συμμετοχής των πολιτών στα κοινά.
Οι εργασίες του διημέρου περιλαμβάνουν από τα παραδοσιακά πάνελ, παραδοσιακά βαρετά, όπου γνώριμες φυσιογνωμίες λένε αυτά που έχουν συνηθίσει να λένε, έως εξαιρετικές τοποθετήσεις, συγκλονιστικές μαρτυρίες, επίκαιρες προσομοιώσεις, εργαστήρια, συμμετοχικά παιχνίδια, θερμές συζητήσεις, χορούς, παραστάσεις. Από το πρωί της Παρασκευής έως το απόγευμα του Σαββάτου, στο λαβύρινθο του Κοινοβουλίου και στις εγκαταστάσεις που έχουν στηθεί στον προάυλιο χώρο, συναντάς νέους να συζητούν παθιασμένα, να βγάζουν φωτογραφίες το χώρο ή φημισμένους ομιλητές ή, συνηθέστερα, τον εαυτό τους, να συμμετέχουν σε διάφορες εκδηλώσεις, να χάνονται κι αυτοί με τη σειρά τους.
O Denis Mukwege
Αν και κακώς κείμενα υπάρχουν, και θα τα θίξω στη συνέχεια, οφείλω να πω πως υπήρχε πραγματικά πλούτος εκδηλώσεων, καθώς την ίδια ώρα βρίσκονταν σε εξέλιξη πολλά διαφορετικά δρώμενα, απ' τα οποία δεν ήξερες ποιό να επιλέξεις. Ακόμη, κάποιοι από τους ομιλητές που έδωσαν το παρόν αποτελούν από μόνοι τους εξαιρετικές περιπτώσεις. Ανάμεσα τους, ο Denis Mukwege, ο γιατρός από το Κονγκό με τη μυθιστορηματική βιογραφία και παραλήπτης του Βραβείου Ζαχάρωφ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχει θεραπεύσει περισσότερες από 40.000 γυναίκες και ανήλικες κοπέλες, θύματα βιασμού λόγω των εχθροπραξιών στη χώρα του. Η Ensaf Haidar, ακτιβίστρια και σύζυγος του Σαουδάραβα δημοσιογράφου και μπλόγκερ Raif Badawi, επίσης βραβευμένου με το Βραβείο Ζαχάρωφ, που ωστόσο παραμένει φυλακισμένος στη χώρα του, σε κρίσιμη κατάσταση, καταδικασμένος σε 10 χρόνια φυλακής και 1.000 δημόσια μαστιγώματα, για «προσβολή του Ισλάμ». Επίτιμη καλεσμένη ήταν και η Samantha Cristoforetti, εξαιρετικά πολυσχιδής άνθρωπος, αστροναύτης και ακαδημαϊκός, που μίλησε για τη δική της εμπειρία από την παραμονή της στο Διεθνή Διαστημικό Σταθμό και με την οποία, όπως και με τους Mukwege και Haidar, είχα την ευκαιρία να πραγματοποιήσω συνεντεύξεις που θα δημοσιευθούν άμεσα.
Όπως εύλογα φαντάζεται κανείς, κυρίαρχη θέση στο πρόγραμμα είχε το προσφυγικό, με Σύριους πρόσφυγες που ζουν στην Ευρώπη να έχουν καλεστεί για να μοιραστούν την ιστορία τους και πολλές σχετικές ερωτήσεις, για το ρόλο της Ευρώπης, να γίνονται στους εκπροσώπους των ευρωπαίκών θεσμών, ακόμη και σε πάνελ άλλων θεματικών, Άλλα θέματα περιλάμβαναν το επίκαιρο Brexit, την άνοδο των εθνικιστικών και αποσχιστικών κινημάτων εντός της Ευρώπης, την παροχή πρόσβασης στην αγορά εργασίας και την κοινωνική σφαίρα σε μεγαλύτερη μερίδα ανθρώπων, το ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τις περιβαλλοντικές προκλήσεις της εποχής.
Σε όσους συμμετείχαμε ως δημοσιογράφοι, είχε ανατεθεί κάποια αρμοδιότητα ανάλογα με τον τομέα- για παράδειγμα, ένα άρθρο την ημέρα, φωτογραφική κάλυψη ενός αριθμού εκδηλώσεων, παραγωγή τηλεοπτικού περιεχομένου. Συμμετέχοντας στην ομάδα που ασχολήθηκε με την έντυπη δημοσιογραφία, μπορώ να πω πως η εμπειρία ήταν μεστή, απαιτητική, ωφέλιμη. Μου έδειξε πόση δουλίτσα χρειάζομαι. Είναι σίγουρα ωφέλιμο το να συνεργάζεσαι με ξένους (ο ένας φωτογράφος με τον οποίο συνεργάστηκα ήταν Ινδονήσιος και ο άλλος Βρετανός), ενώ οι συντονιστές- ανάμεσα στους οποίους και δύο εξαιρετικοί Έλληνες, η Κατερίνα Βουτσινά και ο Δημήτρης Τοσίδης- ήταν υποστηρικτικοί, έτοιμοι να συνδράμουν ανά πάσα στιγμή, στο πόδι κυριολεκτικά καθόλη τη διάρκεια της Εκδήλωσης- και όχι μόνο.
4. Απολογισμός
Κοιτώντας πίσω στις ημέρες εκείνες, δύο εβδομάδες μετά, αισθάνομαι ότι στο σύνολό της η κάλυψη της Ευρωπαϊκής Εκδήλωσης Νεολαίας ήταν μια πολύ ωφέλιμη, πολύτιμη εμπειρία. Είχα την ευκαιρία να γνωρίσω ορισμένα εκπληκτικά άτομα- συναδέλφους κι ομιλητές, αλλά και άλλα παιδιά, από διάφορες χώρες. Να αποκτήσω γνώσεις πάνω στη δουλειά. Παρακολούθησα ενδιαφέρουσες τοποθετήσεις, διαλόγους πέρα από το τετριμμένο σε αρκετές περιπτώσεις, ενημερώθηκα για πράγματα που ούτε υπήρχαν στο μυαλό μου, με τη μορφή που υπάρχουν πλέον τουλάχιστον. Μοιράστηκα προβληματισμούς που, όπως φαίνεται, δεν αποτελούν δικό μας προνόμιο, ή των Νοτίων γενικότερα, αλλά είναι κοινοί ανά την Ευρώπη: για την ανάγκη μιας ποιοτικής και- ει το δυνατόν- ανεξάρτητης δημοσιογραφίας, για την απογοητευτική, ραγδαία μετεξέλιξη της Ευρώπης σε ένα απολυταρχικό σύμπλεγμα, όπου οι αξίες υπάρχουν ως αντικείμενο επίκλησης, όχι διασφαλίζοντας ανάλογη δράση. Με χαροποίησε το γεγονός πως η πλειοψηφία των ανθρώπων, με τους οποίους μοιράστηκα μια κουβέντα, μιλούσε για τα κοινά μας προβλήματα δίχως ίχνος εθνικισμού, μηδενισμού, προκαταλήψεων και στερεοτύπων, εκφράζοντας την ανησυχία τους: συμπλέουν τα όσα όμορφα ακούμε εδώ μέσα, αυτές τις ημέρες, με όσα πράττει η Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα;
Αυτός ήταν ο προβληματισμός που άκουσα και από παρευρισκόμενους ομιλητές, σε κάποιες περιπτώσεις. Μια κοινωνική λειτουργός από τη Ρουμανία, κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης σχετικά με το πώς θα ενσωματωθούν καλύτερα, κοινωνικά και στην αγορά εργασίας, άτομα από ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, υπογράμμισε: «Όταν με καλέσατε να έρθω να μιλήσω και μου ζητήσατε να ετοιμάσω την ομιλία μου, εγώ σας ρώτησα: Και οι υπόλοιποι; Αυτοί που πραγματικά έχουν σημασία; Πρόκειται για μία ευρωπαϊκή εκδήλωση νεολαίας, αλλά σημαντικά κομμάτια της νεολαίας, κομμάτια που βιώνουν τον αποκλεισμό που συζητάμε εμείς εδώ σήμερα, απουσιάζουν. Μιλάμε εμείς για τα προβλήματά τους, ενώ θα έπρεπε να είναι εδώ οι ίδιοι. Αλλά δεν μπορούν να είναι εδώ, γιατί ούτε τα χρήματα για τα μεταφορικά δεν έχουν». Ενώ μία κοινωνική λειτουργός από τη Βουλγαρία, σημείωσε, κατά τη δική της ομιλία: «Αναγκάστηκα να αναλάβω δράση εγώ, να ξεκινήσω κάτι διαφορετικό με το οποίο δεν είχα εξοικείωση (σ.σ. δημιούργησε έναν χώρο εστίασης όπου εργάζονται και υποστηρίζονται νέες και νέοι που έχουν μεγαλώσει σε ορφανοτροφεία), επειδή εσείς δεν κάνατε αυτά που πρέπει. Και τώρα συζητάμε και λέτε όσα ακούμε τόσα χρόνια, όσα με ανάγκασαν να ξεκινήσω την επιχείρηση αυτή».
Αυτή είναι η μεγαλύτερη ένστασή μου, από το σύνολο της εμπειρίας στο Στρασβούργο. Δεν μπορώ να δεχθώ πως αρκεί το να ακούς, κατά τη διάρκεια πολλών ομιλιών, από εκπροσώπους των ευρωπαϊκών οργάνων πως «Εσείς είστε το μέλλον και θέλουμε να συμμετέχετε, να πιέζετε τα κοινοβούλια στις χώρες σας για αυτά που επιθυμείτε, θέλουμε τη φωνή σας να ακουστεί». Η δική μου εντύπωση είναι πως, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό ανάλογα με τη χώρα, αυτό γίνεται: οι νέοι επιδιώκουν να ακουστούν. Αυτό που απουσιάζει, όμως, είναι το ελάχιστο ενδιαφέρον για αυτά που έχουν να πουν ή να αιτηθούν. Οι εκθέσεις που δημοσιεύθηκαν κατά τη διάρκεια της Εκδήλωσης πιστοποιούσαν ότι οι νέοι έχουν πληγεί σε δυσανάλογο βαθμό σε σχέση με τις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες από την κρίση. Και, σίγουρα, η αιτία για αυτό δεν είναι πως δεν μίλησαν. «Ακούμε συνέχεια πως είμαστε το μέλλον. Δεν είμαστε το μέλλον, είμαστε το παρόν. Και διεκδικούμε τη θέση μας σε αυτό, πια», άκουσα μια συνομήλικη έγχρωμη δημοτική σύμβουλο στο Λονδίνο να λέει.
Η δεύτερη ένστασή μου αφορά κάτι που αποτελεί σύνηθες φαινόμενο σε ανάλογες πολιτικές διαδικασίες- τοπικές, εθνικές, διεθνείς. Ακούγαμε συχνά, κατά τη διάρκεια των ομιλιών, να γίνεται λόγος για ανθρώπινα δικαιώματα, για την ενωμένη Ευρώπη, για την Ευρώπη που σέβεται τη διαφορετικότητα, για τον ανθρωπισμό και τέτοιες πολυφορεμένες λέξεις. Βγαλμένες μέσα από τα χείλη και πάλι, κυρίως, των διαφόρων εκπροσώπων της Ευρωπαϊκής Ένωσης είχες την εντύπωση, αν ζεις πράγματι σε αυτή την περιοχή του πλανήτη, σε αυτή την εποχή, πως λειτουργούσαν με τρόπο επιτελεστικό: τα λέμε αυτά μπας και τα πιστέψουμε και τα πιστέψετε, μπας και μείνουν ως αλήθεια.
Δεν έχω την πεποίθηση πως οι προαναφερθείσες αξίες συναντώνται σε καλύτερη μορφή σε κάποιο άλλο σημείο του πλανήτη- ωστόσο, έχω την εντύπωση, πως το να έχεις καλεσμένους πρόσφυγες και να μιλάς για «ανθρώπινα δικαιώματα» και αλληλεγγύη, δεν επαρκεί. Όχι όταν είσαι υπεύθυνος, με τον τρόπο σου, για τον χαμό χιλιάδων ανθρώπων στο Αιγαίο. Όχι όταν αφήνεις δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους απλώς να υπάρχουν, εγκλωβισμένοι σε στρατόπεδα φιλοξενίας.
Αναλόγως, το να είναι το σύνθημα της συναυλίας στο τέλος της Εκδήλωσης «Η μουσική δεν έχει σύνορα» και βρίσκονται στη σκηνή -εκπληκτικά- συγκροτήματα που παραπέμπουν στην πολυπολιτισμικότητα δεν αρκεί. Όχι, τώρα, όχι σε αυτό τον καιρό. Όχι, όταν τα σύνορα ορθώνονται όλο και περισσότερο γύρω μας και πασχίζουμε να φυλαχθούμε ο ένας από τον άλλον.
Photo Credits:Enrico Pascatti.