Από την απελευθέρωση των λαών, στην απελευθέρωση της κάνναβης;

Η συζήτηση για την νομοθεσία που αφορά τις ψυχοτρόπες ουσίες πρέπει να γίνεται με νηφαλιότητα και ξεκάθαρες έννοιες χωρίς δαιμονοποιήσεις και εκατέρωθεν αποκλεισμούς όσων εκφράζουν διαφορετικές απόψεις.
|
Open Image Modal
MARTIN BERNETTI via Getty Images

Μέσα στον ορυμαγδό της κρίσης έρχεται η διοργάνωση από διάφορες ομάδες και κινήσεις της 1ης Γιορτής Κάνναβης στην Πλατεία Συντάγματος, το Σάββατο 9 Μαΐου. Στόχος η διεκδίκηση της νομιμοποίησης της κάνναβης για θεραπευτικούς και ψυχαγωγικούς σκοπούς. Παραδόξως, αφορμή, κατά τους διοργανωτές, είναι η 70η επέτειος από τη πτώση του φασισμού και του ναζισμού. Η επιλογή προσδίδει την ίδια βαρύτητα στην απελευθέρωση της χρήσης μιας ψυχότροπης ουσίας με αυτή που έχει η απελευθέρωση των λαών.

Η πρωτοβουλία, μεταξύ άλλων, υποστηρίζεται και από τη νεολαία και από τον τομέα δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ, μπορούμε να υπoθέσουμε, στο πλαίσιο της προάσπισης των ατομικών δικαιωμάτων, της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, του σεβασμού της αξίας του ανθρώπου και της αρχής, ότι η αυτοπροσβολή δεν μπορεί να αποτελεί αδίκημα, εφόσον δεν βλάπτει τρίτον.

Η συζήτηση για την νομοθεσία που αφορά τις ψυχοτρόπες ουσίες πρέπει να γίνεται με νηφαλιότητα και ξεκάθαρες έννοιες χωρίς δαιμονοποιήσεις και εκατέρωθεν αποκλεισμούς όσων εκφράζουν διαφορετικές απόψεις.

Ας διευκρινιστούν λοιπόν, τα εξής: Το νομικό πλαίσιο στην Ελλάδα όσον αφορά την καλλιέργεια κάνναβης για προσωπική χρήση καλύπτεται από το άρθρο 29 του νόμου 4139/2013, ο οποίος ψηφίστηκε με ευρεία πλειοψηφία στην Ελληνική Βουλή -και από τον ΣΥΡΙΖΑ. Το άρθρο 29 αναφέρει ότι «όποιος για δική του αποκλειστικά χρήση, με οποιοδήποτε τρόπο, προμηθεύεται ή κατέχει ναρκωτικά, σε ποσότητες που δικαιολογούνται μόνο για την ατομική του χρήση ή κάνει χρήση αυτών ή καλλιεργεί φυτά κάνναβης σε αριθμό ή έκταση που δικαιολογούνται μόνο για την ατομική του χρήση, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι (5) μηνών» και συνεχίζει «...ο δράστης της πράξης της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να κριθεί ατιμώρητος εάν το δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις τέλεσης της πράξης και την προσωπικότητα του δράστη, κρίνει ότι η αξιόποινη πράξη ήταν εντελώς περιστασιακή και δεν είναι πιθανόν να επαναληφθεί». Σε περίπτωση καταδίκης, η ποινή δεν εγγράφεται στο ποινικό μητρώο, ενώ ο εξαρτημένος δράστης χρήσης μένει τελείως ατιμώρητος, όπως αναφέρεται στη συνέχεια .

Με το άρθρο αυτό η κατοχή ουσιών, η χρήση και η καλλιέργεια κάνναβης, κατ' ουσίαν, παρά τις δραστικές μειώσεις που έγιναν από τον προηγούμενο νόμο, συνεχίζουν να θεωρούνται αξιόποινες πράξεις και η ποινικοποίηση προκρίνεται για λόγους συμβολικούς, ώστε να είναι σαφές ότι η πολιτεία αποδοκιμάζει την χρήση. Αξίζει, ωστόσο, να θυμηθούμε ότι η αρχική πρόταση της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής ήταν οι παραπάνω πράξεις να αποτελούν πταίσμα και όχι πλημμέλημα, όπως τελικά αποφασίστηκε, λόγω των αντιδράσεων. Πταίσμα σημαίνει κράτηση από μία μέρα μέχρι έναν μήνα ή την επιβολή προστίμου, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από τον νόμο. Με αυτόν τον τρόπο διατηρείται η αποτρεπτικότητα του νόμου και ο συμβολισμός που επιδιώκει η πολιτεία, αλλά αποφεύγεται η φυλάκιση και ο στιγματισμός, χωρίς, ωστόσο, να νομιμοποιείται η χρήση της ουσίας. Αυτό το σημείο του νόμου θα μπορούσε σήμερα να επανεξεταστεί, ώστε να μειωθεί δραστικά η ποινή για την προσωπική χρήση οποιασδήποτε ουσίας.

Χρειάζεται, επίσης, να είναι σαφές ότι η κάνναβη δεν είναι ούτε τόσο αθώα όσο διακηρύσσουν οι θιασώτες της ούτε τόσο καταστροφική όσο υποστηρίζουν όσοι τη δαιμονοποιούν. Θα μπορούσε κάλλιστα να υποστηρίξει κανείς ότι η κατάχρηση αλκοόλ επιφέρει σοβαρότερες βλάβες στον οργανισμό από την ήπια χρήση κάνναβης. Ωστόσο, η κάνναβη παραμένει ψυχοτρόπος ουσία η οποία σε μεγάλες δόσεις και δυνατές ποικιλίες σχετίζεται με διαστρεβλώσεις στην αντίληψη, στην κρίση και στη διάθεση και μπορεί να επιδεινώσει την κατάσταση ψυχικής υγείας των ατόμων με ιστορικό, καθιστώντας τα ευάλωτα σε διάφορες μορφές ψυχώσεων. Οι έρευνες δείχνουν επίσης ότι τα άτομα με ιστορικό ψυχικής ασθένειας είναι πιο επιρρεπή στην χρήση κάνναβης και ιδιαίτερα στην συστηματική χρήση για λόγους αυτό-θεραπείας.

Το ότι η κάνναβη δύσκολα μπορεί να συγκριθεί με ουσίες όπως η ηρωίνη και η κοκαΐνη, δεν την καθιστά αυτομάτως ακίνδυνη. Η χρήση της συνοδεύεται από διάφορες συνέπειες τόσο μακροπρόθεσμα όσο και βραχυπρόθεσμα, ανάλογα με την ποσότητα, τη διάρκεια, τη συχνότητα και άλλες παραμέτρους της χρήσης. Το ότι το 10% των αιτημάτων στα θεραπευτικά προγράμματα της Ευρώπης προέρχεται από χρήστες κάνναβης, δείχνει καθαρά ότι μακροχρόνια και συστηματική χρήση της ουσίας μπορεί να προκαλέσει ψυχολογική εξάρτηση. Δεν είναι τυχαίο ότι οι εγκεκριμένοι φορείς πρόληψης και θεραπείας (ΟΚΑΝΑ, ΚΕΘΕΑ, 18 ΑΝΩ, Κέντρα Πρόληψης) εξέφρασαν ήδη τις σοβαρές επιφυλάξεις τους για το θέμα, δίνοντας προτεραιότητα στην προστασία της δημόσιας υγείας.

Είναι σημαντικό να διευκρινιστεί ότι η νομιμοποίηση της χρήσης κάνναβης έχει διαφορετικές συνέπειες από την αποποινικοποίησή της. Nομιμοποίηση των ουσιών σημαίνει ότι καλλιεργούνται ή παρασκευάζονται, διακινούνται και διατίθενται ελεύθερα ως εμπορικά προϊόντα. Αυτό ενέχει κινδύνους που σχετίζονται με την αύξηση της διάθεσης και χρήσης τους στον γενικό πληθυσμό. Η ευρεία διάθεση της κάνναβης θα έχει ως συνέπεια την περαιτέρω εμπλοκή και κατά συνέπεια την κατάχρηση και εξάρτηση από άτομα τα οποία σήμερα βρίσκονται σε ψυχολογικό και κοινωνικό αδιέξοδο και αναζητούν λύσεις μέσω της χρήσης κάποιων ουσιών. Η ανασκόπηση της ιστορίας των ουσιών δείχνει ότι όταν αυξάνεται η διαθεσιμότητα μιας ουσίας, αυξάνεται και η χρήση της μαζί με τις βλάβες για τα άτομα και την κοινωνία. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του καπνού, των ψυχοφαρμάκων και του αλκοόλ, η διάδοση των οποίων είναι ιδιαιτέρα αυξημένη, ενώ πολυεθνικές εταιρείες και συμφέροντα τα προωθούν με στόχο την συνεχή αύξηση των κερδών τους. Τα προηγούμενα χρόνια με επιθετικό μάρκετινγκ και απόκρυψη των αρνητικών συνεπειών που έχουν οι παραπάνω ουσίες, οι εταιρείες κατάφεραν να αυξήσουν τη διάδοσή τους, αδιαφορώντας για τις βλάβες που επιφέρουν στην υγεία.

Οι επιπτώσεις της χρήσης στην κοινωνία δεν μπορούν να μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα και η διάσταση δημόσιας υγείας του ζητήματος δεν πρέπει να παραβλέπεται. Η νομιμοποίηση θα έχει συνέπειες στα πιο αδύναμα μέλη της κοινωνίας μας, όπως τα άτομα με ψυχική ευαλωτότητα και οι νέοι. Η ιατρική, όμως, χρήση της κάνναβης, μπορεί να εξεταστεί και να εφαρμοστεί για ορισμένες περιπτώσεις ασθενειών, όπως έχει γίνει σε άλλες χώρες. Η φαρμακευτική χρήση, ωστόσο, αποτελεί ένα διαφορετικό ζήτημα και η επίκλησή του για να προωθείται η διάδοση της ουσίας ή η νομιμοποίησή της για ψυχαγωγικούς λόγους στο γενικό πληθυσμό είναι παραπλανητική και εντείνει τη σύγχυση.

Με βάση τα παραπάνω η συζήτηση για αλλαγή της νομοθεσίας χρειάζεται να λάβει υπόψη της το ατομικό δικαίωμα των πολιτών να επιλέγουν ακόμα και τη χρήση, την ανάγκη ο απλός χρήστης να μην φυλακίζεται, στιγματίζεται κοινωνικά, διαπομπεύεται και περιθωριοποιείται, υφιστάμενος τις επιπτώσεις ενός παράλογου κοινωνικού αποκλεισμού, αλλά και την υποχρέωση που έχει η πολιτεία να προστατεύει την υγεία του συνόλου, λειτουργώντας ορισμένες φορές απαγορευτικά.

Επίσης, προβληματίζει η συμμετοχή της νεολαίας του κυβερνώντος κόμματος στις γιορτές και τα πανηγύρια για την απελευθέρωση της κάνναβης. Η ταύτιση της νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ με το κάλεσμα των διοργανωτών στους πολίτες «να γίνουν η αλλαγή που ονειρεύονται», «να αλλάξουν την ιστορία» και να «γίνουν πρεσβευτές της κάνναβης στην περιοχή τους» είναι πολιτική πράξη που εγείρει πολλά ερωτήματα για την αντίληψη περί αλλαγής, περί ιστορίας και περί των προβλημάτων του τόπου που αποτελούν σήμερα προτεραιότητα.

Είναι βέβαιο, ότι η χρήση ουσιών δεν μπορεί να διαχωριστεί από το περιβάλλον μέσα στο οποίο συμβαίνει και σίγουρα η καλλιέργεια μιας κουλτούρας φιλικής προς τη χρήση και η ενθάρρυνση των νέων να λειτουργήσουν ως 'πρεσβευτές' μιας ψυχοτρόπου ουσίας, έχει συνδεθεί σε πολλές ιστορικές περιόδους με τη φτώχεια και την κοινωνική στέρηση. Η στιγμή που επιλέγεται για να προωθηθεί δυναμικά αυτή η κουλτούρα στην χώρα μας, την ώρα που μαστίζεται από τις συνέπειες της φτώχειας, της ανεργίας και της κοινωνικο-οικονομικής κατάρρευσης, το λιγότερο που θα μπορούσε να θεωρηθεί, είναι άκαιρη και κοινωνικά αποπροσανατολιστική. Οι εικόνες που θα παραμείνουν στη συλλογική μνήμη, είναι της χρήσης και όχι της προσπάθειας για προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κοινωνική αλλαγή.