Η τακτική υποχώρηση της Μόσχας στη Συρία: Ένα βήμα πίσω, δύο βήματα μπροστά

Ακολούθως, το τακτικό βήμα πίσω είναι στην πραγματικότητα ένα στρατηγικό βήμα προς τα μπρος, αναδεικνύοντας τη Ρωσία ως αξιόπιστο διπλωματικό εταίρο, ενισχύοντας κατ αυτόν τον τρόπο την πιθανότητα βελτίωσης των σχέσεων της με τη Δύση. Η αποχώρηση εν τέλει από το πεδίο της μάχης σηματοδοτεί τη διπλωματική της επάνοδο, που περνά μέσα από την επιτυχή διατήρηση της εκεχειρίας. Ωστόσο, η παγίωση της επανόδου συνεπάγεται τη διασφάλιση και τη μετέπειτα ισχυροποίηση της διπλωματικής θέσης της Μόσχας, ανεξάρτητα από την κατάληξη της εκεχειρίας. Κάτι το οποίο επιτυγχάνεται με το ίδιο ακριβώς βήμα προς τα πίσω.
|
Open Image Modal
ASSOCIATED PRESS

I. Το Πρελούδιο

Σεπτέμβριος 2014. Η Ουκρανία φλέγεται. Η Δύση αντιδρά επιβάλλοντας πρόσθετες οικονομικές κυρώσεις στην - επιβαρυμένη από τη χαμηλή τιμή του πετρελαίου - Ρωσία. Η τελευταία βλέπει το διπλωματικό και οικονομικό της κεφάλαιο να εξανεμίζεται στις επαρχείες του Ντονέτσκ και Λουχάνσκ. Ακολούθως, ο πρωταρχικός γεωπολιτικός στόχος της Μόσχας για διατήρηση και διεύρυνση της περιφερειακής της ηγεμονίας απομακρύνεται δεδομένου ότι η επίτευξή του απαιτεί την ουσιαστική βελτίωση των σχέσεών της με τη Δύση. Μία εξαιρετικά δύσκολη προϋπόθεση, κυρίως λόγω των λιγοστών πλαισίων μέσα στα οποία μπορεί να κινηθεί, όπως η αλλαγή στάσης της στη Νατοϊκή επέκταση, δίχως ωστόσο να θέτει σε κίνδυνο την υλοποίηση του άνωθεν στρατηγικού στόχου.

II. Η Ευκαιρία

Οκτώβρης 2015. Ο Σύρος Υπουργός Εξωτερικών καταθέτει στον ΟΗΕ επίσημο αίτημα στρατιωτικής συμμετοχής από πλευράς Ρωσίας. Την ίδια στιγμή, οι ΗΠΑ περιορίζουν την ανάμειξη τους στη Συρία, φοβούμενοι ένα δεύτερο «Ιράκ». Επωφελούμενος της κατάστασης, ο Ρώσος Πρόεδρος ανευρίσκει το βιώσιμο πλαίσιο μέσα στο οποίο θα βελτιώσει τις σχέσεις του με τη Δύση, ενισχύοντας συγχρόνως την περιφερειακή ηγεμονία της χώρας του. Εντός αυτού, η Ρωσία έχει επιτέλους τη δυνατότητα να αναβαθμιστεί σε αξιόπιστο διπλωματικό δρών, διαμορφώνοντας τις επαρκείς συνθήκες για την έναρξη των ειρηνευτικών διαδικασιών. Έτσι, πρώτη κίνηση της Μόσχας είναι η διπλωματική ισχυροποίηση του καθεστώτος Άσαντ μέσω της στρατιωτικής του ενίσχυσης. Η μόνη δύναμη, ικανή να συμβάλει στην - υπό ρωσικούς όρους - διαμόρφωση των άνωθεν συνθηκών, πιέζοντας κατ' αυτόν τον τρόπο και τις μετριοπαθείς αντικαθεστωτικές δυνάμεις να συμμετάσχουν στις διαδικασίες. Συνεπώς, στην προκείμενη, προτεραιότητα για τη Μόσχα έχει η διατήρηση των δυνάμεων αυτών που θα την καθιστούν διπλωματικά επίκαιρη.

III. Στόχος Επετεύχθη!

Φεβρουάριος 2016. Το καθεστός Άσαντ σταθεροποιείται, διασφαλίζοντας τον έλεγχο των βασικών αστικών κέντρων και συνδέοντας παράλληλα το Χαλέπι με τη στρατηγικής σημασίας πόλη Νούμπλ, αποκόβοντας έτσι την κύρια γραμμή ανεφοδιασμού των αντικαθεστωτικών ομάδων που δρουν στην περιοχή. Ακολούθως, για τη Μόσχα ο αρχικός στόχος επετεύχθη: το καθεστώς αποκτά ισχύ σε βαθμό που του επιτρέπει να συμμετάσχει ουσιαστικά σε ειρηνευτικές διαδικασίες ενώ η αντιπολίτευση αποδυναμώνεται σε βαθμό που υποχρεώνεται να συμμετάσχει στις ίδιες διαδικασίες, εφόσον επιθυμεί να αποκτήσει πολιτικό λόγο στη μεταπολεμική Συρία. Στις 27 Φεβρουαρίου, με κύρια τη συμβολή της Ρωσίας και δευτερευόντως των ΗΠΑ, άρχεται επισήμως η εκεχειρία. Η Μόσχα, εκπληρώνει διττό στόχο: πρώτον παρουσιάζεται ως η βασική ειρηνευτική δύναμη, δεδομένου ότι η συμβολή της δρα κομβικά στην επίτευξη της εκεχειρίας. Δεύτερον, η από κοινού με τις ΗΠΑ προσπάθεια προοιωνίζει την επιστροφή της στη διπλωματική αρένα ως εν δυνάμει αξιόπιστος εταίρος.

IV. Ένα Βήμα Πίσω

Ωστόσο, η εδραίωση της διπλωματικής αναβάθμισης της Μόσχας εξαρτάται κυρίως από τη μακροημέρευση της εύθραυστης συμφωνίας. Μια πρόκληση για γερά νεύρα με τον Άσαντ να μιλάει για ανάκτηση όλης της Συρίας, ορμώμενος της στρατιωτικής υποστήριξης της Ρωσίας, δίνοντας αφορμή στους αντικαθεστωτικούς να κατηγορήσουν τη Μόσχα για παραβίαση των όρων της. Έτσι, ο Ρώσος Πρόεδρος καλείται να βρει τον τρόπο με τον οποίο θα ευθυγραμμίσει το συμφέρον αμφοτέρων με τη συνέχιση της εκεχειρίας. Σε αυτό ακριβώς το σημείο είναι που η Μόσχα αποφασίζει να κάνει ένα τακτικό βήμα πίσω. Στις 14 Μαρτίου, ο Πούτιν, ανακοινώνει στους Υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας την επιτυχή ολοκλήρωση των πολεμικών επιχειρήσεων εντός Συρίας, τονίζοντας ότι ο στόχος της σταθεροποίησης του καθεστώτος Άσαντ, ως προϋπόθεση για την καταπολέμηση του εξτρεμισμού, επετεύχθη. Εντούτοις, η μερική αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση, δεδομένης της αποδυνάμωσης των Συριακών ενόπλων δυνάμεων, καθιστώντας πιο δύσκολο τον υπερκερασμό των δυνάμεων του Ισλαμικού Κράτους και άλλων εξτρεμιστικών οργανώσεων εκτός ανακωχής.

V. Δύο Βήματα Μπροστά

Στην πραγματικότητα, η απόφαση αυτή κινείται σε κατεύθυνση διατήρησης της εκεχειρίας για τέσσερις βασικούς λόγους. Πρώτον καταφέρνει να αποδυναμώσει και τις δυο πλευρές, σε βαθμό που η επικράτηση του ενός έναντι του άλλου καθίσταται απίθανη, μετατρέποντας την εκεχειρία στο μόνο εργαλείο διεκδίκησης και κατοχύρωσης αμφοτέρων αξιώσεων. Δεύτερον, αφαιρεί τη δυνατότητα νομιμοποίησης της συνέχισης των εχθροπραξιών από πλευράς αντικαθεστωτικών, μέσω της χρήσης του προσχήματος για αντίστοιχη συνέχιση της συμμετοχής της Ρωσίας. Τρίτον, απονομιμοποιεί τη συνέχιση της στήριξης που λαμβάνουν οι αντικαθεστωτικοί από τρίτες χώρες, ακυρώνοντας το άλλοθι των τελευταίων για ρωσική επιθετικότητα. Έτσι, στερείται η δυνατότητα στους αποδυναμωμένους από τη Μόσχα αντικαθεστωτικούς να διεξάγουν πόλεμο φθοράς, με το συριακό πόλεμο μεσολάβησης να απλοποιείται, δεδομενης της μείωσης του αριθμού εμπλεκομένων. Τέλος, η ίδια η Ρωσία, ως θεμελιωτής της εκεχειρίας, ενισχύει με την αποχώρηση της τη μακροημέρευση της παύσης των εχθροπραξιών, εφαρμόζοντας «κατά γράμμα» τους όρους της.

Ακολούθως, το τακτικό βήμα πίσω είναι στην πραγματικότητα ένα στρατηγικό βήμα προς τα μπρος, αναδεικνύοντας τη Ρωσία ως αξιόπιστο διπλωματικό εταίρο, ενισχύοντας κατ αυτόν τον τρόπο την πιθανότητα βελτίωσης των σχέσεων της με τη Δύση. Η αποχώρηση εν τέλει από το πεδίο της μάχης σηματοδοτεί τη διπλωματική της επάνοδο, που περνά μέσα από την επιτυχή διατήρηση της εκεχειρίας. Ωστόσο, η παγίωση της επανόδου συνεπάγεται τη διασφάλιση και τη μετέπειτα ισχυροποίηση της διπλωματικής θέσης της Μόσχας, ανεξάρτητα από την κατάληξη της εκεχειρίας. Κάτι το οποίο επιτυγχάνεται με το ίδιο ακριβώς βήμα προς τα πίσω. Πώς; Πολύ «απλά», η αποχώρηση σημαίνει πως σε περίπτωση κατάρρευσης της εκεχειρίας, η Μόσχα αποφεύγει την ευθύνη που θα τη βάραινε σε περίπτωση παρουσίας της ενόσω κατέρρεε, διασφαλίζοντας κατ' αυτόν τον τρόπο την ευνοϊκή διπλωματική της θέση.

Μια θέση που σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν εξαιρετικά ευάλωτη σε επιθέσεις προερχόμενες από τη Δύση και τους αντικαθεστωτικούς, πιθανότατα για την ανεπαρκή και ενδεχόμενος επιθετική διαχείριση της κατάρρευσης της εκεχειρίας. Ταυτόχρονα, η θέση της παραμένει επίκαιρη και ενισχύεται, δεδομένου ότι στην ίδια περίπτωση επανέναρξης των εχθροπραξιών, η Ρωσία καθίσταται η πλέον κατάλληλη ειρηνευτική δύναμη, με αλώβητο το διπλωματικό της «κεφάλαιο», έχοντας αποδείξει έμπρακτα την αφοσίωση της στην επιτυχία της εκεχειρίας, και έχοντας φυσικά τη δυνατότητα να πράξει αναλόγως, επαναχρησιμοποιώντας το καθεστώτος Άσαντ. Τον ίδιο «άσσο» που συντηρούσε ως τότε μέσω της περιορισμένης στρατιωτικής της παρουσίας.

Ακολούθως, στην περίπτωση επιτυχούς διατήρησης της εκεχειρίας, η Μόσχα θα μπορεί να πιστωθεί πλήρως την επιτυχία, τονίζοντας αν μη τη άλλο τη κομβική συμβολή της απόφασης της - να ολοκληρώσει της επιχειρήσεις της έγκαιρα - στην εν λόγω εξέλιξη. Συνεπώς, η επιλογή της αποχώρησης διαμορφώνει μια win-win κατάσταση για τη Ρωσία, της οποίας το ένα βήμα πίσω την φέρνει δυο βήματα μπροστά, όχι μόνο από τον εαυτό της αλλα και από τους γεωπολιτικούς της «συμπαίχτες». Έτσι απλά η Μόσχα επιστρέφει στο δυτικό τραπέζι της διπλωματίας, όχι πια ως παρίας αλλα ως μια αξιόπιστη δύναμη σταθερότητας και προπάντων αποτελεσματικότητας. Μια επιστροφή που σηματοδοτεί και την αποκατάσταση της περιφερειακής της θέσης. Την υλοποίηση με άλλα λόγια του βασικού γεωπολιτικού της στόχου!