Πλεονέκτημα για την εθνική οικονομία οι ελληνικές εξορυκτικές επιχειρήσεις

Στην εσωτερική αγορά η απορρόφηση πρώτων υλών, μετάλλων και δομικών υλικών, ήταν χαμηλή. Ενδεικτικά αναφέρω ότι η ζήτηση τσιμέντου στην Ελλάδα εκτιμάται ότι το 2015 κινήθηκε στα επίπεδα του 1962, ενώ στον τομέα της ενέργειας, σημειώθηκαν συνεχείς μειώσεις της παραγωγής λιγνίτη λόγω του περιορισμού της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, της αυξημένης χρήσης φυσικού αερίου, των εισαγωγών φτηνότερης ενέργειας, αλλά και λόγω του υψηλού κόστους εξαγοράς δικαιωμάτων διοξειδίου του άνθρακα. Αντίθετα, οι εξαγωγές ελληνικού μαρμάρου και τσιμέντου σημείωσαν ιδιαίτερα καλή επίδοση.
|
Open Image Modal
Bloomberg via Getty Images

Ο κλάδος της ελληνικής εξορυκτικής μεταλλουργικής βιομηχανίας, αποτέλεσε, παρά τις δυσκολίες, φωτεινή εξαίρεση για την ελληνική οικονομία. Κράτησε αλώβητες τις παραγωγικές του δομές, περίπου σταθερές τις θέσεις εργασίας σε αυτόν, πραγματοποίησε εξαγωγές που πλησίασαν το 1 δισ. ευρώ και συνέχισε να επενδύει σε νέα έργα όπως και στο περιβάλλον. Παρ όλα αυτά στην Ελλάδα, η χρονιά που πέρασε χαρακτηρίστηκε από ευρύτερη οικονομική και πολιτική αστάθεια με αποτέλεσμα την ύφεση και την υπο-λειτουργία του εγχώριου τραπεζικού συστήματος (capital controls).

Σήμερα η πρώτη αξιολόγηση -το πρώτο βήμα για την επιστροφή της σταθερότητας και την αποκατάσταση της ομαλότητας- φαίνεται να έχει σχεδόν ολοκληρωθεί θετικά. Ωστόσο, η ανταγωνιστικότητα και η δυναμική παραγωγής έχουν πληγεί σημαντικά - η Ελλάδα κατρακύλησε στην 56η (από την 50η) θέση στην κατάταξη ανταγωνιστικότητας του IMD μεταξύ 61 χωρών. Παρ' όλα αυτά και παρά την απώλεια ανταγωνιστικότητας, οι προκλήσεις που δημιούργησε αυτή η κατάσταση για την εξασφάλιση της ρευστότητας και τη συνέχιση της λειτουργίας στις ελληνικές επιχειρήσεις ήταν τεράστιες.

Επιπλέον, πέρα από τις προκλήσεις που αντιμετώπισε το σύνολο της επιχειρηματικής κοινότητας, η εξορυκτική βιομηχανία αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει συστηματική δυστοκία στις σχέσεις της με τη δημόσια διοίκηση, όπως σημαντικές καθυστερήσεις στις αδειοδοτήσεις υπαρχουσών δραστηριοτήτων και νέων επενδύσεων, αλλά και από την άλλη γρήγορες ταχύτητες στην επιβολή τελών και άλλων επιβαρύνσεων στην εξορυκτική δραστηριότητα.

Στην εσωτερική αγορά η απορρόφηση πρώτων υλών, μετάλλων και δομικών υλικών, ήταν χαμηλή. Ενδεικτικά αναφέρω ότι η ζήτηση τσιμέντου στην Ελλάδα εκτιμάται ότι το 2015 κινήθηκε στα επίπεδα του 1962, ενώ στον τομέα της ενέργειας, σημειώθηκαν συνεχείς μειώσεις της παραγωγής λιγνίτη λόγω του περιορισμού της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, της αυξημένης χρήσης φυσικού αερίου, των εισαγωγών φτηνότερης ενέργειας, αλλά και λόγω του υψηλού κόστους εξαγοράς δικαιωμάτων διοξειδίου του άνθρακα. Αντίθετα, οι εξαγωγές ελληνικού μαρμάρου και τσιμέντου σημείωσαν ιδιαίτερα καλή επίδοση.

Ωστόσο, είναι σημαντικό να αρχίσουμε να συζητάμε για το πώς θα συνεισφέρουμε στο «αναπτυξιακό σοκ» που απαιτείται για την αντιστροφή αυτής της πορείας. Στον πυρήνα της ανάπτυξης θα βρεθούν οι «επιχειρήσεις του μέλλοντος», οι επιχειρήσεις που:

  • Επενδύουν και καινοτομούν - τόσο σε προϊόντα όσο και σε πρακτικές
  • Δημιουργούν θέσεις εργασίας
  • Λειτουργούν σαν υπεύθυνοι εργοδότες, αμείβοντας και εκπαιδεύοντας το δυναμικό τους
  • Εξάγουν
  • Σέβονται το περιβάλλον
  • Λειτουργούν υπεύθυνα

Για την εγκαθίδρυση και εξάπλωση αυτού του επιχειρηματικού μοντέλου τα προαπαιτούμενα είναι ένα σταθερό κανονιστικό και φορολογικό περιβάλλον, συνοχή και συνέπεια στις αποφάσεις της δικαιοσύνης και αποτελεσματική δημόσια διοίκηση, ειδικότερα σε θέματα γρήγορης αδειοδότησης.

Οι επιχειρήσεις του κλάδου μας στην Ελλάδα βρίσκονται πιο κοντά σε αυτά τα πρότυπα σε σχέση με το μέσο όρο. Τα μέλη του Συνδέσμου ανταποκρίθηκαν αποτελεσματικά στις προκλήσεις του 2015 χάρη στην εξωστρέφειά τους και την πιστοληπτική τους αξιοπιστία. Η υιοθέτηση αποτελεσματικών πρακτικών διαχείρισης ρίσκου τους επέτρεψαν να υλοποιήσουν, έστω και με δυσκολίες, τα επιχειρησιακά τους σχέδια. Συνολικά, παρέμειναν ένας από τους μεγαλύτερους εργοδότες της χώρας-με σημαντικό ρόλο για την ελληνική περιφέρεια, ενώ παράλληλα αποτελούν σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την εθνική οικονομία. Κλειδί στη σταθερότητα του κλάδου αποτελεί και η συστηματική προσέγγιση σε θέματα περιβαλλοντικής υπευθυνότητας, υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων, όπου οι προκλήσεις εξακολουθούν να είναι μεγάλες, καθώς επίσης και υπεύθυνης λειτουργίας και αποδοχής του ρόλου μας από τις τοπικές κοινωνίες.

Αναδεικνύοντας το ρόλο της εξορυκτικής βιομηχανίας στην ελληνική οικονομία παρατίθενται τρία ενδεικτικά στοιχεία:

  • Η Ελλάδα βρίσκεται στην έκτη θέση της ευρωπαϊκής κατάταξης βάσει της αξίας της εξόρυξης στη βιομηχανία και στην τέταρτη της κατάταξης βάσει της συμμετοχής στην απασχόληση.
  • Εντός Ελλάδος, μεταξύ των κλάδων της βιομηχανίας η εξορυκτική βιομηχανία είναι στην όγδοη θέση σε κατάταξη βάσει προστιθέμενης αξίας και στην έκτη θέση στην κατάταξη βάσει συνεισφοράς στην απασχόληση.
  • Αρκετά από τα μέλη μας λειτουργούν προγράμματα απασχόλησης αποφοίτων και σπουδαστών, ώστε αφενός να τους προετοιμάσουν αποτελεσματικότερα για την ένταξη τους στην αγορά εργασίας και αφετέρου να δημιουργήσουν καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό.

Σε αυτή την κατεύθυνση, τα μέλη του Συνδέσμου έχουν ήδη προγραμματίσει επενδύσεις ύψους σχεδόν €2 δισ. στην επόμενη πενταετία. Άλλωστε ακόμη και τα τελευταία χρόνια εν μέσω κρίσης, ο κλάδος προσέλκυσε σημαντικές επενδύσεις, τόσο σε συμμετοχές ή εξαγορές όσο και σε πάγια περιουσιακά στοιχεία. Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΣΕΒ, στην Ελλάδα έχουμε κάθε χρόνο €32 δισ. αποσβέσεις του παγίου κεφαλαίου της χώρας και μόνο €18 δισ. ευρώ νέες επενδύσεις. Συνεπώς μόνο για να καλύψουμε τις αποσβέσεις του παγίου κεφαλαίου, απαιτούνται τουλάχιστον €100 δισ. νέες επενδύσεις τα επόμενα επτά χρόνια. Τα παραπάνω στοιχεία καταδεικνύουν σαφώς ότι ο κλάδος έχει λειτουργήσει και θα συνεχίσει να λειτουργεί σαν σημαντικός φορέας πραγματοποίησης επενδύσεων.

Σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία ο ΣΜΕ φροντίζει να λειτουργήσει σαν ένας χώρος ανταλλαγής καλών πρακτικών και τεχνογνωσίας, ειδικά σε θέματα διαχείρισης ρίσκου, σαν τόπος σύνθεσης θέσεων για τη συλλογική έκφραση του κλάδου, αλλά και σαν θεσμικός συνομιλητής σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο μέσω των μελών του.

Στο πλαίσιο της προαγωγής της εξορυκτικής βιομηχανίας, για το 2016 στόχος του Συνδέσμου είναι να κινηθεί για την επίτευξη των παρακάτω:

  • Να λειτουργήσει σαν κοιτίδα αριστείας σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων των εταιρειών-μελών του ΣΜΕ.
  • Να αναδειχθεί σε βασικό συνομιλητή για τα θέματα των ορυκτών πρώτων υλών τόσο της πολιτείας όσο και των τοπικών κοινωνιών.
  • Να αντιστρέψει στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τις τυχούσες αρνητικές προσλαμβάνουσες για τον κλάδο σε εθνικό και τοπικό επίπεδο και την προβολή της σημαντικής θετικής συνεισφοράς του επίσης σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο.
  • Να συνδράμει καταλυτικά στην ταχεία ανάπτυξη ενός πλήρους και συνεκτικού νομοθετικού πλαισίου για τη δημιουργία νέων και ανάπτυξη υφιστάμενων εξορυκτικών δραστηριοτήτων.