Ο Ερντογάν και ο Μεντερές

Oι κινηματίες απέτυχαν τριπλά: Απέτυχαν να βγάλουν τον ίδιο τον Ερντογάν από το παιχνίδι. Απέτυχαν (ή υποτίμησαν τη σημασία που είχε) να ελέγξουν τα κοινωνικά δίκτυα και τα ιδιωτικά κανάλια. Απέτυχαν να γίνουν αποδεκτοί ως «ελευθερωτές» από ένα μέρος έστω του τουρκικού ακροατηρίου (όπως είχαν γίνει, έστω μειοψηφικά, οι πραξικοπηματίες του 60). Ο Ερντογάν επέζησε χάρις στα Μέσα που ο ίδιος κατηγορούσε και προσπαθούσε να υποτάξει. Το πραξικόπημα, ευτυχώς, απέτυχε. Αλλά το τουρκικό δράμα δεν έληξε. Η ματωμένη νύχτα ίσως αφήνει πίσω της μια βαθύτερη κρίση από εκείνη που αποπειράθηκε να δώσει βίαιη λύση.
|
Open Image Modal
Anadolu Agency via Getty Images

«Σας περνά από το νου ότι μπορεί να σας συμβεί ό,τι και στον Μεντερές;». Διατύπωσα την βέβηλη ερώτηση χωρίς να το πολυσκεφτώ, ο διερμηνέας με κοίταξε έντρομος, αλλά την μετέφρασε, ο Ερντογάν χαμογέλασε κι απάντησε γρήγορα, σαν να είχε σκεφτεί την απάντηση πολλές φορές: «Η διαφορά μου με τον Μεντερές είναι ότι εκείνος πρώτα έγινε πρωθυπουργός και μετά πήγε φυλακή, ενώ εγώ πρώτα πήγα φυλακή και μετά έγινα πρωθυπουργός»!

Ήταν Μάρτιος του 2003. Ο Ταγίπ Ερντογάν είχε κερδίσει τις εκλογές του Νοεμβρίου 2002, αλλά δεν είχε εκλεγεί βουλευτής και δεν είχε ορκιστεί πρωθυπουργός. Βρισκόταν υπό δικαστική απαγόρευση. Είχε καταδικαστεί το 1998, ενώ ήταν δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, και είχε οδηγηθεί στην φυλακή επειδή σε μια συγκέντρωση είχε απαγγείλει ένα ποίημα που το δικαστήριο είχε κρίνει ότι προσβάλει τον κοσμικό χαρακτήρα του τουρκικού κράτους. Τον Φεβρουάριο του 2003 η απαγόρευση είχε αρθεί, ο Ερντογάν εξελέγη βουλευτής σε επαναληπτικές εκλογές στην Σιίρτ και ορκίστηκε πρωθυπουργός. Τον είχα συναντήσει, λίγες ημέρες μετά, στο σπίτι του στην Πόλη, για μια συνέντευξη που έκλεισε με την ερώτηση περί Μεντερές. Η μοίρα του οποίου είχε αναδυθεί στην μνήμη πολλών στην Τουρκία εκείνο τον καιρό.

Φλας μπακ: Από την ίδρυσή της, το 1922, η Τουρκική Δημοκρατία ήταν δημοκρατία ενός κόμματος, του CHP του Κεμάλ Ατατούρκ. Όσα κόμματα αντιπολίτευσης έγινε απόπειρα να ιδρυθούν, απαγορεύθηκαν και διαλύθηκαν. Μετά τον πόλεμο, όμως, καθώς η Τουρκία γινόταν ένα προπύργιο της Δύσης στον Ψυχρό Πόλεμο με την Σοβιετική Ένωση και ετοιμαζόταν να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, η χώρα γεύθηκε για πρώτη φορά μια εκδοχή πολυκομματισμού.

Το Δημοκρατικό Κόμμα του Μεντερές ήταν εκφραστής μιας Τουρκίας που είχε μείνει έξω από τον βίαιο κεμαλικό εκσυγχρονισμό και εξευρωπαϊσμό- συντηρητική, αγροτική, παραδοσιακή και θρησκευόμενη. Ιδρύθηκε το 1946, θριάμβευσε στις εκλογές του 1950 και κέρδισε τρεις αλλεπάλληλες εκλογικές νίκες ώσπου να ανατραπεί, το 1960, από ένα πραξικόπημα νεότερων αξιωματικών. Ο Μεντερές συνελήφθη από τους πραξικοπηματίες, δικάστηκε, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε δι απαγχονισμού στο κακόφημο νησί Ιμραλί. Από τότε και μέχρι την άνοδο του Ερντογάν στην εξουσία είχαν μεσολαβήσει άλλα τρία πραξικοπήματα. Το τελευταίο, το 1997, εγινε για να ανατρέψει την πρώτη μετά τον Μεντερές κυβέρνηση ενός μη κεμαλικού, ισλαμικού κόμματος, την κυβέρνηση Ερμπακάν. Κι ύστερα ήρθε ο Ερντογάν.

Ο Ερντογάν ήρθε ως ελευθερωτής. Όχι μόνον για την θρησκευόμενη, συντηρητικη, «μαύρη» Τουρκία ή για τους νέους πλούσιους του «ισλαμικού προτεστανισμού» στην Καισάρεια και το Ικόνιο, αλλά και για μια φιλελεύθερη Τουρκία που είχε βαρεθεί να ζει στην σκιά ενός όλο και πιο αυταρχικού «βαθέως κράτους». Παρά την εξαρχής καχυποψία κάποιων ότι ο Ταγίπ έχει μια κρυφή ισλαμική ατζέντα, η φιλελεύθερη ευρωπαϊζουσα Τουρκία τον υποστήριξε, τα πρώτα χρόνια της εξουσίας του, στις μάχες του εναντίον των συνομωσιών, των μηχανορραφιών και των σχεδίων πραξικοπημάτων. Η οικονομία είχε απογειωθεί, το ΔΝΤ είχε ολοκληρώσει την παρουσία του μετα πολλών επαίνων, το ευρωπαϊκό όνειρο έμοιαζε να ζωντανεύει, η κυβέρνηση έδινε σημάδια συμφιλίωσης με τον κουρδικό πληθυσμό και αναγνώρισης των δικαιωμάτων του και ο στρατός, μετά την αποτυχημένη απόπειρα να μπλοκάρει την εκλογή Γκιουλ στην Προεδρία, το καλοκαίρι του 2007, έμοιαζε να έχει επιστρέψει οριστικά στους στρατώνες του.

Το σημείο στροφής ήρθε το 2012. Η αραβική άνοιξη γεννά όνειρα μεταμοντέρνου χαλιφάτου, με τον Ερντογάν ηγέτη του νέου σουνιτικού κόσμου, η επιρροή των μετριοπαθών του Γκιουλ περιθωριοποιείται, το περιβάλλον του Ερντογάν συγκρούεται με τον βασικό του σύμμαχο, τον ιμάμη Γκιουλέν, με τον οποίο αρνείται να μοιραστεί την εξουσία του, κι ένα νέο όνειρο γεννιέται- το όνειρο ενός Προέδρου Ερντογάν, α-λα-Πούτιν, με απεριόριστη εξουσία.

Το όνειρο κακοφορμίζει. Η βίαιη καταστολή των διαδηλώσεων στο πάρκο γκεζί της Πόλης, τον Μάιο του 2013, η άγαρμπη, «βρώμικη» εμπλοκή στον εμφύλιο της Συρίας, στο πλευρό των ισλαμιστών αντιπάλων του Ασαντ, και η «εκδίκηση» της ισλαμικής τρμοκρατίας, όταν η Άγκυρα τους εγκαταλείπει, η στροφή στο κουρδικό και το εκ νέου άνοιγμα του αιματηρού μετώπου, οι συστηματικές διώξεις κατά της ελευθερίας του Τύπου- όλα αυτά κάνουν, μέσα σε δύο χρόνια, τον ελευθερωτή να μοιάζει δυνάστης. Η Τουρκία ήταν πια μια διχασμένη χώρα, μια χώρα σε βαθιά κρίση, ματωμένη, με τους δεσμούς της με τον κόσμο γύρω της επικίνδυνα χαλαρούς.

Κι ύστερα ήρθε η απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος, τη νύχτα της Παρασκευής, που έμοιαζε με ριμέικ του πραξικοπήματος του 1960 εναντίον του Μεντερές. Το πραξικόπημα απέτυχε. Ίσως επειδή, πολύ απλά, ο καιρός των πραξικοπημάτων πέρασε. Ασφαλώς επειδή οι κινηματίες απέτυχαν τριπλά: Απέτυχαν να βγάλουν τον ίδιο τον Ερντογάν από το παιχνίδι. Απέτυχαν (ή υποτίμησαν τη σημασία που είχε) να ελέγξουν τα κοινωνικά δίκτυα και τα ιδιωτικά κανάλια. Απέτυχαν να γίνουν αποδεκτοί ως «ελευθερωτές» από ένα μέρος έστω του τουρκικού ακροατηρίου (όπως είχαν γίνει, έστω μειοψηφικά, οι πραξικοπηματίες του 60). Ο Ερντογάν επέζησε χάρις στα Μέσα που ο ίδιος κατηγορούσε και προσπαθούσε να υποτάξει.

Το πραξικόπημα, ευτυχώς, απέτυχε. Αλλά το τουρκικό δράμα δεν έληξε. Η ματωμένη νύχτα ίσως αφήνει πίσω της μια βαθύτερη κρίση από εκείνη που αποπειράθηκε να δώσει βίαιη λύση. Η Τουρκία ενώθηκε για να αποκρούσει το πραξικόπημα- η σκηνή όπου οι οπαδοί του ΑΚΡ εισβάλουν στο στούντιο του CNN Turk και στα γραφεία του Dogan group, που ο Ερντογάν είχε βιαίως προσπαθήσει να φιμώσει, είναι εξ ίσιου εμβληματική της βραδιάς, όπως και οι σκηνές του αφοπλισμού των στρατιωτών από άοπλους πολίτες στις γέφυες του Βοσπόρου.

Αλλά η Τουρκία θα ανακαλύψει την επομένη πως είναι το ίδιο ή ακόμη περισσότερο διχασμένη. Όλα εξαρτώνται από την απάντηση που θα δοθεί στο ερώτημα της ημέρας: Η νίκη επί των τανκς θα σύρει την Τουρκία σ έναν νέο κύκλο βίας και αυταρχισμού; Ή θα γίνει το σήμα κινδύνου που θα αφυπνίσει τις μετριοπαθείς δυνάμεις του κόμματός του, που περιθωριοποιήθηκαν, ώστε να επαναφέρουν έναν Ερντογάν, που επιβεβαίωσε την μεγάλη του δύναμη αλλά και την αδυναμία του, στην οδό της λογικής;