Η διαδικασία αδειοδότησης των καναλιών αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη και σημαντικότερη αλλαγή στο τοπίο των ελληνικών media από την εποχή της απορρύθμισης (ιδιωτική τηλεόραση) το 1989.
Το παρόν κείμενο δε στοχεύει στο να αποτελέσει μια από τις πολυάριθμες κριτικές ως προς τον τρόπο διεξαγωγής της διαδικασίας, τον αποκλεισμό υποψήφιων και την έκβαση του αποτελέσματος, αντιθέτως, θα επικεντρωθεί στις δυναμικές βελτίωσης που μπορεί να υπάρξουν στο μέλλον από τη νέα ρύθμιση που προωθεί η κυβέρνηση.
Πρέπει να πούμε πρώτα απ' όλα πως οι διαστάσεις που έλαβε το θέμα είναι εντυπωσιακές καθώς η τηλεόραση είναι ένα μέσο που από το 2010 και μετά βιώνει απαξίωση, καθώς βρίσκεται σε κατακόρυφη πτώση ως προς την υπόληψη και την αξιοπιστία σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο και πλήθος άλλων ερευνών γνώμης.
Η επιλογή αδειοδότησης μπορούσε να γίνει με δύο βασικούς τρόπους. Ο πρώτος ήταν το μοντέλο της ελεύθερης αγοράς, δηλαδή η πλήρης απελευθέρωση των αδειών. Το πρωτόκολλο Mpeg4 προσφέρει πολύ καλύτερη διαχείριση του ραδιοτηλεοπτικού φάσματος δίνοντας τη δυνατότητα για τη δημιουργία περισσοτέρων καναλιών απ' ότι στο παρελθόν. Θα μπορούσε λοιπόν, να οριστεί μια σταθερή τιμή για την απόκτηση άδειας και κάθε ενδιαφερόμενος που θα είχε την δυνατότητα να κατέβαλε το ανάλογο ποσό. Αυτή η προσέγγιση ίσως φαντάζει η πιο δημοκρατική καθώς προωθεί τον πλουραλισμό, όμως κρύβει αρκετούς κινδύνους.
Ένα τέτοιο μοντέλο δεν έχει όρια στη διεύρυνσή του, με αποτέλεσμα ότι ο μεγάλος κατακερματισμός της διαφημιστικής πίτας και η υπερπροσφορά των καναλιών, θα δημιουργούσε ένα πλαίσιο που τα κανάλια, παλιά και νέα, θα ήταν αδύνατο να παρουσιάσουν βιωσιμότητα μέσα από τα διαφημιστικά κέρδη. Έτσι θα μετατρέπονταν σε επιχειρήσεις τύπου zombie που θα έπρεπε να μειώνουν συνεχώς τα λειτουργικά έξοδα με περικοπές μισθών και θέσεις εργασίας ενώ θα αναγκάζονταν να ανατροφοδοτούνται με συνεχόμενο τραπεζικό δανεισμό ή χρηματοδότηση από τον καναλάρχη ώστε να αντεπεξέλθουν.
Έτσι εγείρεται το ζήτημα, γιατί να υπάρχουν τέτοια κανάλια, τι σκοπούς εξυπηρετούν και πόσο καιρό θα άντεχαν, καθώς δεν παρουσιάζουν κέρδη και αντιβαίνουν στην καπιταλιστική λογική της επιχειρηματικότητας.
Το σημερινό μοντέλο, με βάση τις ελεγχόμενες άδειες, αποτελεί ίσως την καλύτερη λύση σε έναν ακόμα τομέα που βιώνει κρίση. Φυσικά αυτό δεν αποτελεί πανάκεια από μόνο του, καθώς ως μέτρο θα πρέπει να συνοδευτεί από τη μείωση της φορολογίας στη διαφημιστική δαπάνη για να πετύχει, μιας και υπάρχει ο κίνδυνος τα «σπασμένα» των αδειών εν τέλει να μετακυλήσουν στους εργαζομένους.
Ο έλεγχος των αδειών βασίζεται στο να επαναρυθμιστεί το ραδιοτηλεοπτικό πλαίσιο και να δημιουργηθούν βιώσιμα κανάλια μέσα από την συγκέντρωση της διαφήμισης και των εμπορικών συμφωνιών. Παράλληλα η θέσπιση κανόνων για το προσωπικό και το μέγεθος της επιχείρησης αποτελεί ένα ελπιδοφόρο μέτρο για την προστασία των εργαζομένων, καθώς όλοι γνωρίζουν πως με πρόσχημα την οικονομική κρίση οι συνθήκες «γαλέρας» και η ανασφάλιστη εργασία δίνουν και παίρνουν στον κλάδο των ελληνικών ΜΜΕ. Αρκετοί βέβαια κατηγορούν, ίσως και σωστά, την κυβέρνηση πως δεν έχει ξεκαθαρίσει αρκετά αυτό το κομμάτι, ούτε και το ποιοτικό κριτήριο στο περιεχόμενο των καναλιών.
Από την άλλη πλευρά, υπήρξε η άποψη πως η κυβέρνηση προσπαθεί να ελέγξει τα ΜΜΕ και το περιεχόμενο τους με τις 4 άδειες. Προσωπικά απορρίπτω το παραπάνω σενάριο, καθώς σε κάθε δημοκρατική χώρα υπάρχουν ανεξάρτητοι φορείς που διασφαλίζουν το κανονιστικό και ρυθμιστικό πλαίσιο των ΜΜΕ και τα επιτηρούν ως προς τη λειτουργία και τη συμμόρφωση τους στα παραπάνω. Στην Ελλάδα προς το παρόν το ΕΣΡ δε μπορεί να συγκροτηθεί εδώ και χρόνια, λόγω της ρευστής πολιτικής κατάστασης, αλλά και των συγκρουόμενων πολιτικών συμφερόντων και ίσως εκεί πρέπει να προσανατολιστούν οι επόμενες κινήσεις.
Το ζήτημα όπως βλέπουμε λοιπόν, είναι πολύ πιο περίπλοκο και αυτό το κείμενο δεν αρκεί ώστε να αναλυθούν όλες οι πτυχές του. Συμμερίζομαι την αγωνία των εκατοντάδων ατόμων στα παλιά μέσα που ίσως χάσουν τις θέσεις τους αναλόγως τη μοίρα των σταθμών, όμως ας δούμε το γενικό καλό που μπορεί να επιφέρει αυτή η τολμηρή απόφαση.
Το ζητούμενο είναι να εφαρμοστεί σωστά το κάθε πλάνο με σκοπό μακροπρόθεσμα να υπάρξει ένα ξεκαθάρισμα στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο της χώρας και τα ΜΜΕ να είναι οικονομικά ανεξάρτητα. Η αλήθεια είναι πως τα προβλήματα είναι πολλά και δε λύνονται με έναν διαγωνισμό. Όμως είναι ευκαιρία να γίνει μια αρχή από κάπου και αυτή η αρχή θέλω να πιστεύω πως ήδη ξεκίνησε. Παραμένουμε θεατές και κριτές της. Μπορεί να μην είναι μια τέλεια προσπάθεια, όμως τουλάχιστον είναι ένα δείγμα αλλαγής.