Η επίσκεψη ενός Προέδρου των Η.Π.Α. στην Ελλάδα έχει αναμφισβήτητα πάντα μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς σχετίζεται άμεσα με την εξωτερική πολιτική, τα γεωστρατηγικά θέματα και την οικονομική διπλωματία. Η συγκεκριμένη επίσκεψη όμως του Μπαράκ Ομπάμα είχε κάτι ξεχωριστό και αυτό φαίνεται από την όλη συζήτηση που έγινε στα κοινωνικά δίκτυα και στα Μ.Μ.Ε., αυτές τις δύο ημέρες που βρισκόταν στην Αθήνα.
Εστιάζοντας αρχικά μόνο στο επικοινωνιακό κομμάτι της επίσκεψής του, το επιτελείο του Ομπάμα επέτυχε απόλυτα τον στόχο του, ο οποίος ήταν ο προσδιορισμός του απερχόμενου Προέδρου ως ο σύγχρονος πρεσβευτής της δημοκρατίας και ένας διορατικός ηγέτης. Δεν υπήρχε καλύτερο πλαίσιο για να ενισχύσει αυτό το μήνυμα από τους συμβολισμούς που μπορεί και παρέχει η Αθήνα, ο Παρθενώνας και ο Περικλής. Αυτή η ενέργεια του προμηνύει κατά κάποιο τρόπο και τις μελλοντικές του προθέσεις.
Ο Πρόεδρος Ομπάμα λοιπόν, ήρθε, πήρε αυτό που ήθελε και έφυγε. Παράλληλα όμως, έκανε και ένα μεγάλο καλό στην Ελλάδα μέσω της προβολής του έθνους μας, την υπενθύμιση των αξιών που δημιούργηαν οι πρόγονοί μας και της ποιότητας των ανθρώπων μας. Αυτό το όφελος, ελπίζω να μεγιστοποιηθεί από τους αρμόδιους φορείς χάραξης τουριστικής πολιτικής, ώστε να αποτιμηθεί σύντομα στην επόμενη τουριστική περίοδο.
Τίποτα όμως δε συγκρίνεται με το αποτύπωμα που άφησε η ομιλία του Μπαράκ Ομπάμα, στην καρδιά του κάθε Έλληνα.
Παρακολουθώ τον Πρόεδρο των Η.Π.Α. από το 2009 όταν ξεκίνησα να διδάσκω τη στρατηγική επικοινωνίας του στα κοινωνικά δίκτυα ως μέλετη περίπτωσης, στο ελληνικό πανεπιστήμιο και πλέον, και στο βρετανικό. Ανυπομονούσα να επιστρέψω σπίτι εκείνο το απόγευμα για να δω την πολυσυζητημένη ομιλία του και να ακούσω για πρώτη φορά, να μιλάει τελικά και αυτός για κάτι σχετικό με μένα, την Ελλάδα. Το περιεχόμενο της ομιλίας σε συνδυασμό με τη μη λεκτική του επικοινωνία δημιούργησαν μία μοναδική δίαλεξη περί δημοκρατίας, σύγχρονων προκλήσεών της και ανάγκης επιστροφής στις ιστορικές αξίες του παρελθόντος προκειμένου να αντιμετωπίσουμε το μέλλον.
Έπρεπε λοιπόν να έρθει κάποιος ξένος και χαρισματικός ομιλητής, προκειμένου να συνειδητοποιήσουμε για μία ακόμη φορά πόσο λείπει από την σημερινή μας Ελλάδα ένας Ηγέτης.
Η αμεσότητα του, η απλότητα του λόγου του και οι παραλληλισμοί του, έκαναν φιλικό τον πολιτικό λόγο στην Ελλάδα, μετά από αρκετά χρόνια. Η ρητορική δεινότητά του εξηγεί αυτήν την συμπάθεια που του δείξαμε όλοι εκείνο το απόγευμα στο Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος». Στην αρχή, αποσυνέθεσε προσεκτικά την λέξη δημοκρατία σε έννοιες όπως η ελευθερία βούλησης και το κράτος δικαίου, κατόπιν με «όχημα» αυτές τις ιστορικές αξίες πέρασε στο παρόν κάνοντας απολογισμό για το έργο του, έθιξε τον διττό ρόλο της τεχνολογίας στην σύγχρονη πολιτική ζωή, δήλωσε φίλος των Ελλήνων και στο τέλος επανασυνέθεσε τη λέξη δημοκρατία με την πιο αρμονική ροή, κλείνοντας έτσι την ομιλία του.
Το επόμενο πρωί, η ομάδα του μάς επεφύλασσε μία μικρή έκπληξη με ένα μονόλεπτο βίντεο γυρισμένο στον Παρθενώνα και το μουσείο, και μία ουσιαστικά οπτικοακουστική «συστατική επιστολή» του Ομπάμα για την Ελλάδα και τους ανθρώπους της. Με αυτόν τον τρόπο ολοκληρώθηκε και η επίσκεψή του που κατέληξε να είναι μία πολιτική παρακαταθήκη για τον ίδιο και μία ανεκτίμητη προβολή της χώρας μας.
Έπρεπε λοιπόν να έρθει κάποιος ξένος και χαρισματικός ομιλητής, προκειμένου να συνειδητοποιήσουμε για μία ακόμη φορά πόσο λείπει από την σημερινή μας Ελλάδα ένας Ηγέτης. Ένας πολιτικός ο οποίος να συμπαρασύρει και να συγκινεί το ακροατήριο ακόμα και με τις παύσεις του, καθώς δεν έχει νόημα πόσο δυνατά μιλάς, αλλά τι υπάρχει πριν και μετά την τελεία.
Στο εξωτερικό, αυτή η έλλειψη έγινε ακόμα πιο αισθητή λόγω και των ιδιαίτερων συναισθηματικών συνδέσμων που έχουμε με την πατρίδα μας. Συνομιλώντας με αρκετούς φίλους εδώ, αισθανθήκαμε ότι χρειαζόμασταν και μας είχε λείψει μία τέτοια ψυχική ανάταση και περηφάνια για την Ελλάδα μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι είχαμε καιρό να ακούσουμε από στόμα πολιτικού τη φράση «Ζήτω η Ελλάδα». Να όμως, που όλοι οι πολιτικοί στο αμφιθέατρο, την άκουσαν και την χειροκρότησαν όρθιοι μαζί με εκατομμύρια Έλληνες σε όλη την υφήλιο. Για κάτι τόσο απλό και αυτονόητο, χρειαζόταν ο Πρόεδρος ενός ξένου κράτους να μας το θυμίσει.
Το πιο σημαντικό από όλα; Αυτός ο άνθρωπος που μιλούσε για πενήντα λεπτά, θα μπορούσε κάλλιστα να με πείσει να γυρίσω πίσω και να ελπίζω στις ευκαιρίες του τόπου μου και όχι μίας άλλης χώρας, όπου νιώθεις ότι μπορείς να κατακτήσεις τον κόσμο ολόκληρο. Στο τέλος της ημέρας, ο Πρόεδρος Ομπάμα μού επιβεβαίωσε ότι όντως άξιζε τις αναφορές μου, όταν ανέλυα στους φοιτητές την πρώτη προεκλογική του εκστρατεία με κεντρική λέξη την «Ἐλπίδα» (σ.σ. «Hope»), αφού κατόρθωσε να δώσει και σε μένα τον ίδιον μία Ελπίδα, έστω και αν αυτή διήρκησε πενήντα λεπτά.