Στο καθιερωμένο τριήμερο εκδηλώσεων μνήμης αφιερωμένων στην ελληνική Αντίσταση κατά του Άξονα που οργανώνονται τα τελευταία χρόνια στην αμερικανική πρωτεύουσα, το μήνυμα που ο ομογενειακός οργανισμός «Ημέρα του ΟΧΙ» φρόντισε να εμπεδωθεί στις συνειδήσεις πολιτών κύρους που συμμετείχαν στην απόδοση τιμητικών διακρίσεων, ήταν ότι το σθένος των ´Ελλήνων της γενιάς του '40 μπορεί και σήμερα, ως άλλος Δαυίδ απέναντι στον Γολιάθ, να παλέψει και να νικήσει το κακό.
Πλήθος προσωπικότητες, γερουσιαστές, βουλευτές, πληρεξούσιοι κυβερνήσεων, δημοσιογράφοι, ο ίδιος ο Αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν, ιεράρχες με επικεφαλής τον Αρχιεπίσκοπο Δημήτριο, επιζώντες βετεράνοι του πολέμου ήσαν όλοι σχεδόν εκεί.
Τρεις ήσαν όμως οι προσωπικότητες που κυριάρχησαν με την παρουσία τους στον φετινό εορτασμό μνήμης: το ζεύγος Φόλεϋ, οι γονείς του αμερικανού δημοσιογράφου που αποκεφάλισαν το 2014 παραστρατιωτικοί, μέλη του ISIS, και η ακτιβίστρια Νάντια Μουράντ, μέλος της κοινότητας των Γιαζίντι που κατάφερε να δραπετεύσει και να σωθεί μόνη αυτή από την πολυμελή οικογένειά της από την κόλαση της πιό ακραίας μορφής του Ισλάμ στον χώρο της Μέσης Ανατολής.
Ήταν ξεχωριστή εμπειρία η γνωριμία και επαφή μαζί τους. Η θλίψη, σε όλες της τις αποχρώσεις, με έναν αυξημένο βαθμό υπερηφάνειας έντυνε τα πρόσωπά τους αφήνοντας να εννοηθεί μία απόπειρα άμυνας σε εμάς τους έξω σαν να έλεγαν «μην πλησιάσετε πιο κοντά, το δράμα μας καίει!». Η κυρία Φόλεϋ το είπε κιόλας γελώντας αμήχανα σαν στράφηκε στο μέρος μου αμέσως μετά την ομιλία του αμερικανού Αντιπροέδρου που αναφέρθηκε στην απώλεια του γιού και της γυναίκας του «πολλές απώλειες είχαμε σήμερα εδώ, ας βγούμε να περπατήσουμε έξω..». Η πόλη μετά τη βροχή έδειχνε όμορφη. Ο πατέρας Φόλεϋ, αντίθετα, προτίμησε να παραμείνει ευγενής, αλλά σιωπηλός...
Κανείς, πάντως, δεν στάθηκε δυνατό να ξεφύγει από την άβυσσο της ματιάς και το παγωμένο πρόσωπο της Νάντιας Μουράντ. Ένα πρόσωπο που κατάφερνε να μη συσπάται ούτε από τον βαθύ λυγμό της, ούτε από τα δάκρυα που έτρεχαν ποταμοί στο πρόσωπό της. Η Νάντια μίλησε για το μίσος που ξαφνικά είδε να κατακλύζει την έως πρότινος ήσυχη ζωή τους στο Β. Ιράκ, το όνειρό της να τελειώσει τις σπουδές της και να γίνει η ίδια δασκάλα, να διδάξει Ιστορία, το αγαπημένο της μάθημα. «Όλα μου γύρω καταστράφηκαν», είπε. Έχασε πατέρα, έξι αδέλφια, όλα τους εκτελέστηκαν, όπως και η μάνα της, ηλικιωμένη καθώς ήταν και γι' αυτό μη αρεστή στους δεσμώτες της. Η ίδια είπε το δικό της ΟΧΙ: αρνήθηκε τον προσηλυτισμό της και βασανίσθηκε οικτρά. Είχε όμως το κουράγιο να αντέξει και να δραπετεύσει. Σήμερα, μάρτυρας η ίδια του μαρτυρίου των ομοεθνών της, έχει ήδη ξεκινήσει έναν αγώνα που θα τη συνοδεύει σε όλη της τη ζωή, μιλώντας σε οργανισμούς, αρχής γενομένης στην έδρα του ΟΗΕ στη Ν. Υόρκη, σε ευρωπαϊκούς θεσμούς, σε ακαδημαϊκά ιδρύματα και γυναικείες οργανώσεις..
Την ίδια ημέρα διάκρισής της από το «OXI Day Foundation», όπως είναι γνωστός διεθνώς ο ομογενειακός οργανισμός, η Νάντια έλαβε μία ακόμα σημαντική διάκριση. Αυτή τη φορά από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Βραβείο Ζαχάρωφ.
Συζητώντας μαζί της προσπάθησα να καταλάβω τι σημαίνουν για την ίδια όλες αυτές οι διακρίσεις. Τι θα γίνει σαν σβήσουν τα φώτα γύρω της και μείνει μόνη με την καρδιά λεονταριού που έχει, εγκλωβισμένη στο εύθραυστο κορμί της. Πώς θα μπορέσει να επαναφορτίσει την ψυχή της με αισθήματα, την ελπίδα ότι θα αγαπήσει, θα την ερωτευθούν και θα κάνει κάποτε τα δικά της ευτυχισμένα παιδιά... Μού φάνηκε πολύ δύσκολο να το ανιχνεύσω. Ο χρόνος θα δείξει.
Στην ομιλία της, την επομένη αφού της είχα εξηγήσει τον λόγο για τον οποίο ταξίδεψα ως εκεί, η Νάντια αναφέρθηκε στα εγκλήματα των ναζί στο ´Αουσβιτς, το ειδεχθέστερο έγκλημα που βίωσε ποτέ η ανθρωπότητα. Και αναρωτήθηκε με τα ίδια λόγια που της μετέφερα στο γράμμα που της έγραψα το ίδιο βράδυ της πρώτης μας συνάντησης: πώς είναι δυνατόν οι άνθρωποι να επαναλαμβάνουν τα ίδια λάθη; Γιατί δεν διδάχθηκαν τίποτε; Πόσο πρέπει να ντρέπεται η «πολιτισμένη» Δύση που επί σειρά ετών δέχεται να χάνονται τόσοι άμαχοι, γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι στο Χαλέπι, αλλού να λιμοκτονούν, παιδιά πρόωρα γερασμένα από την πείνα με την άβυσσο να χαίνει στα ολάνοιχτα από απορία και φόβο μάτια τους, όλοι εμείς που δεν αφήσαμε τη θαλπωρή και την ασφάλεια του σπιτιού μας και να ξεχυθούμε στους δρόμους, να φωνάξουμε, όχι άλλο πια!
Αυτό το ΟΧΙ του φετινού Οκτώβρη είχε εξαιρετικά φορτισμένο ενδιαφέρον. Το υπογράμμισε και ο Αντιπρόεδρος στην ομιλία του. Το CNN που κάλυψε το θέμα στάθηκε, όπως αναμενόταν, στις πιο εμπορικές πτυχές του θέματος: τα δάκρυα του «κ. Μπαϊντενόπουλου», όπως συχνά αποκαλούν τον Biden, λόγω του έκδηλου φιλελληνισμού του, για τον καρκίνο που χτύπησε δυό φορές την οικογένεια του, την ορφανή εγγονή του, το πείσμα και τον αγώνα του να πει ΟΧΙ στην εξάπλωσή του, γινόμενος ο ίδιος εθελοντής στη μάχη εναντίον του. Άλλωστε παραμονή προεδρικών εκλογών με την αμερικανική κοινωνία διχασμένη για πρώτη φορά τόσο βαθιά και τόσο επικίνδυνα, δεν περίμενε κανείς βαθύτερη ανάλυση.
Ήταν, αναμφισβήτητα, ένα ΟΧΙ που ένωσε πολλούς και διαφορετικούς λαούς με τον ίδιο κοινό παρονομαστή: το θάρρος και το πείσμα του ελληνικού λαού για ελευθερία και δημοκρατία.