Η ηγέτιδα χώρα της Δύσης βίωσε τον τελευταίο καιρό ένα φαινόμενο αντιφατικό με τους κανόνες ζωής, τους κανόνες συμπεριφοράς και κοινωνικής οργάνωσης, που οι θεωρούμενοι élites της διανόησης νομίζουν πως έχουν επικρατήσει. Τόσο ο νικητής των προεδρικών εκλογών Τραμπ όσο και η αντίπαλός τους Χ. Κλίντον, ξεπέρασαν εμφανώς τα δεδομένα, ο δε Τραμπ στήριξε την εκλογή του, εκτός των άλλων, και στην απόρριψη δήθεν εγκατεστημένων ηθικών αρχών.
Στα παραπάνω υπάρχουν δύο εξηγήσεις, θα λέγαμε υπάρχουν δύο επίπεδα ανάγνωσης του φαινομένου: το εμφανές και η γενεσιουργός του αιτία. Αρχικώς λοιπόν, είναι εμφανέστατη η απόρριψη από τις κοινωνίες της σημερινής επιβαλλόμενης διεθνούς «τάξης πραγμάτων». Αναφερόμαστε στον τρόπο που σταδιακώς και δολίως, δηλαδή με ψευδεπίγραφους δήθεν στόχους και οράματα, η οικονομία έχει διολισθήσει από τους στόχους παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών, στη συσσώρευση κεφαλαίων και στην εξ αυτής παραγωγή παρασιτικού πλούτου. Σε αυτήν την «υπερσυσσώρευση κεφαλαίων» οφείλεται η παγκόσμια φτώχεια. Η αρχική ελκυστικότητα της «παγκοσμιοποίησης» αποδείχθηκε πως δεν συνίσταται παρά στη δυνατότητα συγκέντρωσης των παγκοσμιοποιημένων πλέον κεφαλαίων και μέσων παραγωγής σε ολοένα και λιγότερους ιδιοκτήτες, με τραγικά επακόλουθα για τους λαούς. Οι λαοί δεν είναι πλέον παρά «παγκοσμιοποιημένα γρανάζια αυτού του συστήματος», είναι λαοί που πέραν του οντολογικού κενού στο οποίο τους έχει βυθίσει η νεωτερικότητα, έχουν χάσει και κάθε έννοια πατρίδας και προσωπικής ταυτότητας.
Η αντίδραση στα παραπάνω φαίνεται να εκφράζεται τυφλά, με το «να δούμε τι θα κάνει και αυτός», αρκεί να είναι ή να πείθει πως είναι, «αντισυστημικός». Ο οποίος «αυτός», είτε είναι άτομο είτε οργανωμένη ομάδα, παρά τις «κυβιστήσεις» που θα υποχρεωθεί να κάνει μετά την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας - ή ηθελημένα ή προσχεδιασμένα- νομοτελειακά θα υποχρεωθεί σε κάποια προσπάθεια ικανοποίησης των υπεσχημένων. Η λαϊκή οργή από κάποια στιγμή και έπειτα καθίσταται φοβερή και απρόβλεπτη. Αυτό αρχικώς δεν μπορεί να γίνει παρά με άμεσο προστατευτισμό της εγχώριας παραγωγής. Με άλλα λόγια με επιστροφή στο έθνος-κράτος. Δηλαδή επιστροφή σε αυτό που είχε ατονήσει αλλά και καταγγελθεί από όλα τα μέρη του συστήματος εξουσίας, της «αριστεράς» συμπεριλαμβανομένης (η οποία «αριστερά» είτε δεν καταλάβαινε για ποιους πραγματικά δούλευε, είτε ήταν εντέχνως διαμορφωμένη ως δικλείδα ασφαλείας τους). Εν συνεχεία, στην ανάπτυξη ευρύτερων απαιτήσεων προστασίας των πολιτών των επί μέρους κρατών, με ανάπτυξη φαινομένων ρατσισμού και ξενοφοβίας, με συνακόλουθη την ενίσχυση αυταρχικών εξουσιών και όλα αυτά ως λαϊκή απαίτηση. Αυτό είναι φανερό πως ήδη συντελείται.
Εν συνεχεία όμως, τα αυταρχικά αυτά κράτη θα αναγκαστούν, για να μπορέσουν να διατηρηθούν ως τέτοια, να στραφούν προς κεϋνσιανούς τρόπους ανάπτυξης των κοινωνιών τους, κεϋνσιανούς τρόπους εξάλειψης της ανεργίας, με συνακόλουθη την αύξηση της παραγωγής. Δηλαδή στην επιστροφή της πραγματικής οικονομίας. Αυτό ευαγγελιζόταν προεκλογικώς ο Τραμπ και αυτό, θέλοντας και μη, θα κάνει. Άλλωστε προς αυτό κινήθηκε δειλά και ο Ομπάμα (και δεν είμαστε καθόλου σίγουροι για την αντιπαλότητα Τραμπ-Ομπάμα, τουναντίον). Με τον τρόπο αυτόν θα αρθεί η διαδικασία «παγκοσμιοποίησης»; Βεβαίως και όχι. Η παγκοσμιοποίηση είναι μια διαδικασία που άρχισε από την πρώτη εμφάνιση του ανθρώπου στη Γη και πήρε έκτοτε διάφορες μορφές και ποιότητες. Από την αρχή της εξάπλωσης των Ελληνικών πόλεων - από τον 8ο π.Χ. αιώνα - και το προκύψαν «κοσμοσύστημα» (δες το ομώνυμο βιβλίο του Γ. Κοντογιώργη) στο Μέγα Αλέξανδρο, από την ιμπεριαλιστική Ρώμη στον αμερικανικό και σοβιετικό ιμπεριαλισμό, κ.ο.κ. μέχρι σήμερα.
Προφανώς η παγκοσμιοποίηση δε θα σταματήσει, απλώς θα απαλλαγεί από το παγκοσμιοποιημένο χρηματιστηριακό κεφάλαιο και ελπίζουμε να στραφεί προς μια καλύτερη συνεργασία Περιφερειών. Νομίζουμε πως ένα νέο New Deal θα προκύψει νομοτελειακά. Τα εκάστοτε άτομα εξουσίας δεν έχουν και τόση σημασία. Η ιστορία σιωπηρώς και ανεπαισθήτως διαμορφώνεται από τους λαούς, ακόμα και όταν αυτοί εκφράζονται αδέξια και πρωτόγονα, ακόμα και όταν πέφτουν θύματα παραπληροφόρησης και πολιτικού μάρκετινγκ. Το συλλογικό ασυνείδητο θα πετάξει το περιττό και ανούσιο.
Στο δεύτερο όμως επίπεδο ανάγνωσης των πολιτικών φαινομένων που προαναφέραμε, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε, ως γενεσιουργό τους αρχή, τη χρεωκοπία του φαντασιακού της νεωτερικότητας. Η σταδιακή εγκατάλειψη κάθε είδους συλλογικότητας και η φονταμενταλιστική στροφή προς το άτομο, έδειξαν πλέον τα όριά τους. Η επικέντρωσή μας στον ατομικό πλούτο και στην ατομική μας εμβέλεια, στο «εδώ και τώρα», η αδιαφορία μας για το πριν και για το μετά της γέννησης και του θανάτου μας και η αδιαφορία μας για τον «άλλο», είναι αυτά που οδήγησαν τη σημερινή ανθρωπότητα στα οικονομικά, πολιτισμικά, πολιτικά και εν γένει κοινωνικά αλλά και προσωπικά υπαρξιακά αδιέξοδα που βιώνουμε.
Θα πρέπει τέλος να επισημάνουμε και την επαναφορά της ενοχοποιημένης «πατρίδας». Ασχέτως αν εκμεταλλεύονται την ανάγκη αυτήν των ανθρώπων πονηροί πολιτευτές -άλλωστε αυτό συνέβαινε σε όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα, ενίοτε με ολέθρια αποτελέσματα και δεν θα πρέπει να μας εκπλήξει κάποιου είδους επανάληψή τους- εδώ πρέπει να διακρίνουμε τη δίψα των λαών να καλύψουν το οντολογικό κενό που τους δημιούργησε ο νεωτερικός φονταμενταλισμός. Μια προσεκτική άλλωστε εξέταση της ιστορίας, ιδιαιτέρως από τον 18ο αιώνα μέχρι τις μέρες μας, θα δείξει πως παρά την επιμονή των διανοουμένων, αυτός ουδέποτε έγινε, τουλάχιστον εξ ολοκλήρου, αποδεκτός από τους λαούς.
Με άλλα λόγια, η πραγματικότητα δεν είναι σε αυτό που φαίνεται, αλλά σε αυτό που κρύβεται πίσω από αυτό που φαίνεται. Ιδού το πεδίον λοιπόν της πολιτικής σκέψης και πράξης, έχοντας πάντα κατά νου πως το κεντρικό ζήτημα της πολιτικής είναι ο πολιτισμός, δηλαδή η φιλοσοφική θεμελίωση των κοινωνιών.