Το 2019 έχει μπει για τα καλά και η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε μια κρίσιμη συγκυρία, η οποία θα κρίνει και το μέλλον της ως οικονομική, καθώς και ως πολιτική οντότητα.
Παρά το φιλόδοξο σχέδιο του Γάλλου Προέδρου Εμ. Μακρόν για ένα «νέο ξεκίνημα στην Ευρώπη», η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει σοβαρά πολιτικά και δομικά προβλήματα.
Το κορυφαίο πολιτικό γεγονός της χρονιάς είναι το BREXIT, το οποίο αναβάλλεται συνεχώς. Ωστόσο, παρά τις διαπραγματεύσεις που έγιναν, δεν υπάρχει τελική συμφωνία, λόγω του έντονου διχασμού που υπάρχει στην βρετανική κυβέρνηση, αλλά και κοινωνία. Ένα BREXIT και δε ένα BREXIT χωρίς συμφωνία, σαφέστατα θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα και στην Ευρώπη πέρα από το Ηνωμένο Βασίλειο. Φυσικά, η αποχώρηση ενός κράτους μέλους από την Ένωση αποτελεί ένα προβληματικό γεγονός, από την στιγμή που η ΕΕ επιθυμεί να μεγαλώσει και όχι να μικρύνει. Η εξέλιξη αυτή, δίνει, ακόμη, ώθηση στον ευρωσκεπτικισμό πανευρωπαϊκά. Επίσης, ένα σοβαρό ζήτημα εγείρεται αναφορικά με την μετακίνηση Ευρωπαίων πολιτών, ευρωπαϊκών αγαθών και κεφαλαίων από και προς το Ηνωμένο Βασίλειο, από την στιγμή που δεν έχει κυρωθεί κάποια συμφωνία από το βρετανικό κοινοβούλιο.
Τέλος, εξαιρετικά σημαντικό θεωρείται και το ζήτημα των συνόρων μεταξύ του ιρλανδικού κράτους και της Βόρειας Ιρλανδίας. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να γίνουν προσεκτικοί χειρισμοί για την κατάσταση των συνόρων, καθώς ακόμα υπάρχουν μνήμες από τις αιματηρές συμπλοκές Καθολικών και Προτεσταντών, οι οποίες έληξαν ουσιαστικά, το 1998 με την Συμφωνία του Μπέλφαστ.
Ένα άλλο ζήτημα, είναι η άνοδος της ακροδεξιάς, του ευρωσκεπτικισμού και του λαϊκισμού στην ΕΕ, η οποία ενδέχεται να εκφραστεί με την λαϊκή ψήφο στις επερχόμενες ευρωεκλογές. Από κάποιους αυτό οφείλεται στην αποτυχία της ίδιας της Ένωσης και των βασικών αρχών της. Για άλλους, η άνοδος αυτή σηματοδοτεί την απομάκρυνση των κοινωνιών από τις πανευρωπαϊκές αξίες. Σε κάθε περίπτωση, τα ευρωπαϊκά κράτη, καθώς και η ίδια η Ένωση βρίσκονται αντιμέτωποι με την άνοδο της ακροδεξιάς. Η Ευρώπη, ήδη αντιμετωπίζει διάφορες αντι-ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στην Ιταλία, την Πολωνία, την Ουγγαρία, την Τσεχία και την Σλοβακία. Τώρα πρέπει να αντιμετωπίσει και το «τέρας» της ακροδεξιάς. Στην Γαλλία είδαμε την δημοτικότητα της Μαρίν Λεπέν να ξεπερνά εκείνη του Γάλλου Προέδρου. Στην Ισπανία, στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, το ακροδεξιό Vox εισήλθε για πρώτη φορά στο κοινοβούλιο της χώρας εξασφαλίζοντας 24 από τις 350 έδρες. Υπάρχουν δε φόβοι, ότι στο νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που θα προκύψει από τις εκλογές του Μαΐου, η ακροδεξιά θα αποτελεί την τρίτη δύναμη του Κοινοβουλίου με δυνάμεις όπως η Χρυσή Αυγή (Ελλάδα), το AFD (Γερμανία), η Lega (Ιταλία), το FPÖ (Αυστρία) κ.ο.κ να λαμβάνουν έναν μεγάλο αριθμό εδρών.
Επιπροσθέτως, η ΕΕ αντιμετωπίζει και μια σειρά από κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα. Το τέλος του 2018, στιγματίστηκε από το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, το οποίο αποκρυσταλλώνει την κοινωνική αναταραχή και απογοήτευση που υπάρχει στην Ευρώπη, η οποία βέβαια δεν οφείλεται μόνον στα μέτρα λιτότητας, το ασφαλιστικό και τις εργασιακές σχέσεις. Υπάρχουν ενδείξεις, ότι η οικονομία της ευρωζώνης δεν θα παρουσιάσει την επιδιωκόμενη ανάπτυξη (ή καλύτερα οικονομική μεγέθυνση) το 2019. Ο διαχωρισμός Βορρά – Νότου συνεχίζει να υφίσταται, ενώ οι συνθήκες στην ιταλική και κυρίως την ελληνική οικονομία είναι ακόμα εύθραυστες. Το μεγάλο ερώτημα είναι, αν η ΕΕ έχει φτιάξει τους κατάλληλους μηχανισμούς και το ρυθμιστικό πλαίσιο, ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει μια νέα κρίση που ενδέχεται να ξεσπάσει, σαν αυτή του 2008.
Τέλος, το 2019 βρίσκει την ΕΕ ξανά αντιμέτωπη με ζητήματα που οφείλονται σε εξωγενείς παράγοντες. Η στάση και η ρητορική του Ντ. Τραμπ απέναντι στο ευρωπαϊκό εγχείρημα είναι γνωστές εδώ και χρόνια. Σημαντικές είναι και οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ευρώπη, οι οποίες δεν αντιμετωπίζονται επαρκώς. Επίσης, η κατάσταση στη Μέση Ανατολή, καθώς και στην Αφρική (Βόρεια και Υποσαχάρια) ενδέχεται να δημιουργήσουν νέες προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές στην Γηραιά Ήπειρο. Ακόμη, η εδαφική συρρίκνωση του Ισλαμικού Κράτους σε Συρία, Ιράκ και Λιβύη ελλοχεύει κινδύνους, διότι υπάρχει πιθανότητα το ΙΚ έχοντας απολέσει τα εδάφη του, να συντονίσει την δράση του σε τρομοκρατικές ενέργειες που θα έχουν στόχο ευρωπαϊκές πόλεις. Σε αυτό το κομμάτι, πρέπει να υπάρχει καλύτερη συνεννόηση μεταξύ των εθνικών υπηρεσιών πληροφοριών των κρατών και μέσω της ΕΕ.
Επιπλέον, η Ευρώπη, ως ένας ισχυρός θεσμός, οφείλει να δράσει και να προτείνει λύσεις, για τα ζητήματα που ταλανίζουν διάφορες προβληματικές περιοχές. Ενδεικτικά, πρέπει να λάβει ενεργότερο ρόλο στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο. Η Συμφωνία των Πρεσπών, έφερε κάποια σταθερότητα στην περιοχή, όμως υπάρχουν σημαντικότερα προβλήματα τα οποία πρέπει να αντιμετωπιστούν, όπως είναι η πολιτική κρίση στην Αλβανία, το ζήτημα του Κοσσυφοπεδίου και η κατάσταση στην Βοσνία & Ερζεγοβίνη. Ενεργότερος πρέπει να είναι ο ρόλος της ΕΕ και στην Ανατολική Μεσόγειο, με αφορμή την ανακάλυψη κοιτασμάτων στην κυπριακή ΑΟΖ. Εξάλλου, η ΕΕ θα έπρεπε να έχει ενεργό ρόλο στην περιοχή από την στιγμή που η Κυπριακή Δημοκρατία, αποτελεί κράτος μέλος της Ένωσης. Όμως η ανακάλυψη των κοιτασμάτων σε συνδυασμό με τον τουρκικό αναθεωρητισμό, δίνουν νέα σημασία στον ρόλο της ΕΕ στα νοτιοανατολικά σύνορά της. Η εξέλιξη αυτή, συνδέεται και με την προσπάθεια της Ευρώπης για την εύρεση εναλλακτικών λύσεων στο θέμα της ενέργειας και την απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο. Παρόμοια, πρέπει να είναι και η δράση της ΕΕ στην Συρία και την Λιβύη, κράτη τα οποία αποτελούν παράγοντες αστάθειας στην ευρύτερη περιοχή.
Εν κατακλείδι, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε μια κρίσιμη περίοδο και πρέπει να λάβει κάποιες σημαντικές αποφάσεις. Ήρθε η στιγμή που θα αποφασιστεί το μέλλον της με βάση τις αξίες που πρεσβεύει αλλά και τις ανάγκες των κοινωνιών της. Θέλει η Ευρώπη να αποκτήσει δικό της αμυντικό μηχανισμό; Μπορεί να προχωρήσει στην πολιτική ένωση; Είναι ικανή να αντιμετωπίσει τα προβλήματα και τις προκλήσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω; Για να πραγματοποιηθούν αυτά, χρειάζονται αποτελεσματικοί και δημοκρατικοί θεσμοί και ικανοί ηγέτες. Επίσης απαιτείται ο συμβιβασμός μεταξύ κρατών, καθώς και κοινωνιών χωρίς να βλάπτεται καίρια το συμφέρον κανενός. Οι παραπάνω σχολιασμοί και προβληματισμοί έχουν ρεαλιστική βάση. Η Ευρώπη πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι ήρθε η ώρα να αλλάξει και να πάρει δύσκολες αλλά καθοριστικές αποφάσεις για το μέλλον των πολιτών της.