Θυμάμαι πολύ έντονα την στιγμή της έναρξης των επεισοδίων εκείνης της νύχτας. Περιμέναμε με τον Freddie έξω από την πύλη της 28ης Οκτωβρίου για να συναντηθούμε με τον σύνδεσμό μας. Τα πράγματα ήταν σχετικά ήσυχα όταν αποφάσισα να περάσω την πύλη για μια αναγνωριστική ματιά στο χώρο και τότε άρχισε: ήταν τα χειρότερα δακρυγόνα που είχα εισπνεύσει ποτέ, ο κόσμος έμπαινε με ορμή στο Πολυτεχνείο για να γλιτώσει και εγώ είχα παγιδευτεί από τη μέσα πλευρά της πύλης και προσπαθούσα να βρω τον Freddie. «watch my back I’ll watch you back» μου είχε πει συν το ότι έπασχε από χρόνιο άσθμα. Τελικά μπήκε και αυτός μέσα από τους τελευταίους, τον έπιασα από το μπουφάν για να μην τον ξανά χάσω.
Βλέποντας πάλι αυτές τις φωτογραφίες, θυμάμαι την έκταση των επεισοδίων εκείνων των ημερών και την γενικότερη αίσθηση ότι κάποια ανατροπή θα επιτευχθεί, προς το καλύτερο ή το χειρότερο. Προσπαθώ να ξεχάσω τη χρήση τους από διάφορους τηλεοπτικούς σταθμούς και αυτά που λέγανε για τις υλικές καταστροφές που κατέγραφαν.
Νομίζω ότι η καταγραφή του γεγονότος γίνεται σημαντική όταν το γεγονός είναι σημαντικό. Το βράδυ της 6ης Δεκεμβρίου 2008 ο Αλέξης Γρηγορόπουλος δολοφονήθηκε από τον αστυνομικό Επαμεινώνδα Κορκονέα. Οι ταραχές που ακολούθησαν πανελλαδικά είχαν την ένταση εθνικής εξέγερσης.
Και πάλι (περί επιτήδευσης), όταν το γεγονός είναι σημαντικό ή εικόνα του δεν εγκλωβίζεται από τα εξωτερικά χαρακτηριστικά κάποιας συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας. Είναι σημαντικό γιατί έχει ενώσει και συντονίσει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού προς μία κοινή ιδέα.
Freddie F
Θυμάμαι ότι μιλούσα με μερικούς από τους ανθρώπους που βρίσκονταν έξω από το Πολυτεχνείο. Τους ρωτούσα αν θα μπορούσα να τραβήξω φωτογραφίες τους και ίσως να τους ρωτήσω μερικές ερωτήσεις. Εργαζόμασταν τότε για την αμερικανική έκδοση του VICE. Ξαφνικά οι μπάτσοι πυροβόλησαν κάτι προς την κατεύθυνσή μας και εγώ έβγαλα την κάμερα για να φωτογραφίσω, δίχως να γνωρίζω πόσο δυνατά είναι τα δακρυγόνα και οι βόμβες καπνού. Είμαι ασθματικός και τα δακρυγόνα μου προκάλεσαν μια κρίση άσθματος. Έπεσα στα γόνατά μου, καθώς όλοι όσοι ήταν μπροστά άρχισαν να σπεύδουν στο Πανεπιστήμιο. Ο Στάθης και μερικά άλλα παιδιά είδαν ότι ήμουν χωρίς ανάσα και ότι δεν έβλεπα. Έτσι με σήκωσαν, με τράβηξαν μέσα στο Πολυτεχνείο, έσπασαν το φαρμακείο και μου έδωσαν μια συσκευή εισπνοής. Ανέκτησα την αναπνοή μου και παρόλο που ήμουν ακόμη σε μια ομίχλη άρχισα να ρωτάω τους ανθρώπους αν μπορούσα να τους φωτογραφίσω.
Δεν νομίζω ότι συνειδητοποιήσαμε τότε τι φωτογραφίες είχαμε τραβήξει. Αισθανθήκαμε ότι ήταν πολύ άδικο που η Τατιάνα Στεφανίδου και πολλά άλλα μέσα ενημέρωσης αδιαφόρησαν εντελώς για τα δικαιώματα μας και δεν μας σεβάστηκαν, ούτε σαν επαγγελματίες ούτε σαν ανθρώπους που βρεθήκαμε στο επίκεντρο των γεγονότων κάτω από πραγματικά αντίξοες συνθήκες. Πήραν τις φωτογραφίες, τις εικόνες που είχαμε τραβήξει σαν να ήταν δικές τους. Ισχυρίστηκαν ότι είχαν φωτογραφίες από το εσωτερικό του Πολυτεχνείου, οι οποίες ποτέ άλλοτε στο παρελθόν δεν είχαν παρθεί σε συνθήκες τέτοιας αστάθειας. Επρόκειτο για μια παράνοια. Οι αναρχικοί, από την πλευρά τους αισθάνθηκαν προδομένοι, καθώς ναι μεν δεν είχαν πρόβλημα να φωτογραφηθούν για το Vice, όπως τους είχαμε πει ο Στάθης και εγώ, όμως όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα θεώρησαν ότι πουλήσαμε τις φωτογραφίες σε αυτό που αποδείχθηκε στη συνέχεια ότι επρόκειτο περί δημοσιογραφικών σκουπιδιών. Τελικά η σημασία της αποτύπωσης των γεγονότων επιβεβαιώθηκε όταν ο Στάθης και εγώ αρχίσαμε να λαμβάνουμε μηνύματα από σχεδόν κάθε μεγάλο διεθνές ειδησεογραφικό δίκτυο που ήθελε να χρησιμοποιήσει τις φωτογραφίες μας.
Πιστεύω ότι κάναμε ό, τι θα κάναμε για οποιαδήποτε άλλη ιστορία. Η προσέγγισή μας σίγουρα δεν ήταν η ίδια με μια παραδοσιακή ντοκιμαντερίστικη φωτογραφία, αφού και οι δύο μας φωτογραφίζουμε κυρίως πορτρέτα, μόδα και τέχνη. Ήταν μια ιστορία για το Vice και έτσι είχαμε βρεθεί εκεί. Στην κατάσταση εκείνη, δεν υπήρχαν ούτε τηλεφακοί, ούτε μάσκες αερίου. Αναπνέαμε καπνούς, αλληλεπιδρώντας με όλους και με οτιδήποτε υπήρχε γύρω μας.
Νομίζω ότι επειδή οι φωτογραφίες ήταν για λογαριασμό του Vice και εμείς είμαστε φωτογράφοι μόδας και πορτρέτων, οι κακοπροαίρετοι έβγαλαν το συμπέρασμα ότι επρόκειτο για μια χίπστερ προσέγγιση των γεγονότων. Αν παρατηρήσετε όσοι έκαναν αυτά τα σχόλια ήταν ως επί το πλείστον χίπστερς οι ίδιοι. Από την πλευρά μου, ως φωτογράφος, θεωρώ ότι εξορισμού υπάρχει πάντα ένα είδος επιτήδευσης και θαυμασμού απέναντι στο θέμα. Αγαπώ τη δουλειά μου και όταν φωτογραφίζω το κάνω δίχως κάποια ηθική προκατάληψη. Αν βρισκόμουν σε ένα αστυνομικό τμήμα, θα φωτογράφιζα με επιτήδευση και τους μπάτσους και τους κρατουμένους. Ο,τιδήποτε φωτογραφίζω είναι για μένα «ιερό» την στιγμή της λήψης και αποσυνδέεται εντελώς από οποιαδήποτε πολιτική ή ηθική προέκταση.