Βρε παιδιά συγγνώμη, αλλά δεν γίνονται έτσι οι δουλειές. Ειδικά όταν μιλάμε για μια τόσο πολυεπίπεδη και τόσο ευαίσθητη υπόθεση. Για το νέο, εθνικό στοίχημα. Την διακοσιοστή επέτειο δηλαδή από την εθνική μας Παλιγγενεσίας. Την κορυφαία στιγμή, με άλλα λόγια, της νεότερης μας ιστορίας. Ο πρωθυπουργός, ο κάθε πρωθυπουργός, δεν είναι πλασιέ ωραίων ιδεών, διαφημιστής διοργανώσεων ή έστω curator μουσείου για να κλείνει εκθέσεις ή επιστροφές έργων μεταξύ τυρού και αχλαδίου. Και μάλιστα τέτοιας εμβέλειας.
Ούτε οι ομολόγοι του μπορούν να δανείζουν ή να χαρίζουν έργα τέχνης με το διπλωματικό ”καλημέρα”. Αυτό είναι υπόθεση που αφορά στους ειδικούς και γίνεται μέσω μιας αυστηρά συγκεκριμένης διαδικασίας. Όλα τα άλλα είναι πρόωρες κινήσεις εντυπωσιασμού για το εγχώριο κοινό που περισσότερο βλάπτουν παρά ωφελούν την εθνική υπόθεση.
Οι μουσειακοί θησαυροί, είτε βρίσκονται στις προθήκες, είτε στις αποθήκες, δεν είναι ιδιοκτησία της πολιτικής ηγεσίας αλλά βρίσκονται στην δικαιοδοσία εκείνων που τα έχουν χρεωθεί. Εκείνων που τα μελετούν, τα προβάλλουν και τα υπερασπίζονται. Ανήκουν αποκλειστικά στο έθνος και εξυπηρετούνται, επίσης αποκλειστικά, από τους εντεταλμένους μουσειολόγους, αρχαιολόγους, συντηρητές, ιστορικούς τέχνης κλπ. Από τους διευθυντές των μουσείων, τους επικεφαλής συλλογών ή εφοριών αρχαιοτήτων κ.ο.κ. Αλλά και φορέων όπως είναι το ΚΑΣ ή το Συμβούλιο Μουσείων. Η πολιτική ηγεσία διευκολύνει τις πρωτοβουλίες που έχουν πάρει τα μουσεία και οι αρμόδιοι επιστήμονες μετά από ένδον συνεννοήσεις. Όχι αλλιώς. Μετά από διπλωματικούς χειρισμούς, επιτρέψτε μου να πω, υψηλής ακριβείας.
Εν προκειμένω βιάστηκε ο πρωθυπουργός να ζητήσει ως δάνειο από τον Μακρόν την μετόπη της Ακρόπολης αποκλείοντας έτσι κάτι καλύτερο και συμβολικά και ουσιαστικά. Κανονικά το αίτημα έπρεπε να διατυπωθεί υπηρεσιακά στη διεύθυνση του Λούβρου και μάλιστα να ζητηθεί η συγκεκριμένη αρχαιότητα όχι ως δάνειο αλλά ως χρησιδάνειο. Δηλαδή να ανήκει μεν στο Λούβρο αλλά, τιμής ένεκεν, να εκτίθεται μόνιμα στο Μουσείο της Ακρόπολης. Υπάρχουν πολλά πολιτικά επιχειρήματα πλην των πολιτιστικών για κάτι τέτοιο. Ένα αίτημα όπως αυτό μπορούν εύκολα να το δεχτούν οι Γάλλοι γιατί θα τους καθιστούσε αυτόματα υπερασπιστές ενός κοινού, ευρωπαϊκού πολιτισμού κι όχι αλαζόνες αποικιοκράτες οι οποίοι κατακρατούν πολιτιστικούς θησαυρούς που δεν τους ανήκουν. Σαν λάφυρα πολέμου!
Η κίνηση αυτή θα δημιουργούσε αμέσως ηθικό ζήτημα στο Βρετανικό Μουσείο και ένα πολύ θετικό προηγούμενο για την διεκδίκηση της επιστροφής, με την μορφή του επ′ αόριστον δανεισμού, των μαρμάρων του Ιερού Βράχου που βρίσκονται στο Λονδίνο. Επίσης είναι ανώφελο να συζητάει κανείς ειδικά τώρα, ειδικότερα με τον Μπόρις Τζόνσον, έναν υπό προθεσμία πρωθυπουργό, για τέτοια θέματα χωρίς ενδελεχή προετοιμασία και τεκμηρίωση των ωφελειών που θα προκύψουν και για την άλλη πλευρά. Εννοώ έτσι, αυθόρμητα (!) χωρίς προσυνεννόηση και συντονισμό. Ο κύριος Μητσοτάκης, αυτό είναι κανόνας και της διπλωματίας και του marketing, πρέπει να αξιοποιείται ως τελευταίο όπλο. Όχι ως πρώτο. Γιατί μια άρνηση στο πρόσωπο του αποκλείει μια κι έξω κάθε περαιτέρω ενέργεια.
Επίσης διαπιστώνω έναν πρόωρο διαγκωνισμό προτάσεων, πρωτοβουλιών, ιδεών κλπ. χωρίς να έχει πρώτα ξεκαθαριστεί το ιδεολογικό πλαίσιο, δηλαδή ο κεντρικός πυρήνας πάνω στον οποίο θα στηριχθούν όλες οι επιμέρους εκδηλώσεις, εκθέσεις κλπ. Ο κάθε παράγων που έχει μια άμεση ή έμμεση σχέση με το θέμα, διαθέτει και κάποια ιδέα! Όμως το εγχείρημα είναι πολύ ντελικάτο και πολυεπίπεδο για να αντέξει τόσον αυθορμητισμό.
Έχουμε μπροστά μας μια μοναδική ευκαιρία να ξαναδώσουμε στο έθνος και ειδικά στους νέους ένα συγκροτημένο όσο και συγκροτητικό όραμα, μιαν ερμηνεία όχι μόνο του παρελθόντος αλλά και του δύσβατου παρόντος μας. Μιαν causa existendi και για την κοινωνία και για τον καθένα χωριστά.
Τί επιδιώκουμε τελικά; Μια φαντασμαγορία για εσωτερική κατανάλωση ή την δημιουργία ενός αληθινά διεθνούς γεγονότος; Θα επιμείνουμε στο φολκλόρ που μας εκτονώνει συλλογικά ή στην ουσία που παιδεύοντας μάς εκπαιδεύει; Ή μήπως μας ενδιαφέρει πάλι να μηρυκάσουμε την ένδοξη αρχαιότητα, να κρυφτούμε πίσω από τα μάρμαρα και τον καημό τους, αντί να παρουσιάσουμε αυτό που σήμερα μπορεί να εκπροσωπεί η χώρα μας; Και πνευματικά και καλλιτεχνικά και επιστημονικά. Νομίζω πως έχουμε πληρώσει ακριβά όχι την προγονολατρεία αλλά την προγονοπληξία και, ακόμα χειρότερα, την προγονοδουλεία. Η Επανάσταση μας σχετίζεται άμεσα με τον νεοελληνικό Διαφωτισμό, ένα πνευματικό κίνημα που σταθερά περιμένει την ολοκλήρωση του. Ακόμα και σήμερα. Ιδού η ευκαιρία.
Και κάτι τελευταίο αλλά πολύ σημαντικό αφού μιλάμε για στρατηγικές και συντονισμό. Πολύ πρόσφατα και πολύ ορθά ο πρωθυπουργός όρισε μιαν προσωπικότητα με παγκόσμια αποδοχή, την κ. Γιάννα Δασκαλάκη - Αγγελόπουλου, ως επικεφαλής αυτής της τεράστιας σημασίας, προσπάθειας. Φαντάζομαι ότι επελέγη, εκτός των άλλων, για την διεθνή της εμπειρία, την αναγνωρισιμότητα, το κύρος στα διάφορα λόμπι ή φόρα του πλανήτη, τις προσωπικές σχέσεις με διάφορους ισχυρούς κλπ. Επαναλαμβάνω: Η κ. Αγγελόπουλου επελέγη όχι για να εκφωνήσει τον πανηγυρικό της 25ης Μαρτίου 2021 αλλά για άλλα πιο πρακτικά και πιο άμεσα θέματα. Για να υλοποιήσει με το λιγότερο κόστος τα όσα πολλαπλά έχουμε ως ιστορία και ως κοινωνία να επιδείξουμε σήμερα και σε φίλους και σε εχθρούς. Παρατηρώ λοιπόν ότι η ίδια απουσιάζει από την σχετική συζήτηση, τις προτάσεις και τις πρόωρες, επαναλαμβάνω, πρωτοβουλίες. Αυτό θα είναι σίγουρα στο μέλλον το πιο κρίσιμο πρόβλημα. Επειδή ο χρόνος επείγει. Κατ′ ουσίαν μένει μόνο ένα έτος, το 2020, για την προετοιμασία των εκδηλώσεων! Άρα, άμεσα ο πρωθυπουργός πρέπει να επιμερίσει αρμοδιότητες και κυρίως να υποδείξει, πράγμα που ήδη έχει κάνει, ποιος θα έχει τον γενικό συντονισμό και θα ενεργοποιεί ανάλογα τα εμπλεκόμενα υπουργεία Εξωτερικών, Άμυνας, Οικονομίας, Παιδείας, Πολιτισμού κλπ. Επίσης από που θα απορρέουν οι προτάσεις και ποιοι θα τις τεκμηριώνουν. Ο ίδιος πρέπει να κρατήσει για τον εαυτό του τον τελευταίο λόγο. Τότε δηλαδή που η παρέμβαση του θα είναι απολύτως αναγκαία αφού θα έχει κατάλληλα προετοιμαστεί από τις σχετικές ομάδες εργασίας. Έτσι ώστε να μην υπάρξουν αρνήσεις, κωλυσιεργία ή καθυστερήσεις που θα μειώσουν το τελικό αποτέλεσμα.
Αυτό το στοίχημα δεν πρέπει να χαθεί.
Μάνος Στεφανίδης
Καθηγητής του ΕΚΠΑ