Η άγρια δολοφονία τεσσάρων φοιτητών του Πανεπιστημίου του Αϊντάχο στις 13 Νοεμβρίου φαίνεται να έχει μπερδέψει τις Αρχές.
Σύμφωνα με πληροφορίες τα νεαρά θύματα μαχαιρώθηκαν από άγνωστο ή άγνωστους δράστες ενώ κοιμούνταν στα κρεβάτια τους.
Οι τέσσερις φοιτητές - Χάνα Κερνόντλ και Έθαν Τσάπλιν, και οι δύο 20 ετών, και οι 21χρονοι Κάιλι Γκονσάλβες και Μάντισιν Μόγκεν - βρέθηκαν μαχαιρωμένοι σε ένα σπίτι έξω από την πανεπιστημιούπολη της «Μόσχας», όπως ονομάζεται η περιοχή, στο Αϊντάχο το μεσημέρι της Κυριακής, 13 Νοεμβρίου, αναφέρει το BBC.
Την ίδια ώρα, όμως, δύο ακόμη συγκάτοικοι κοιμόντουσαν βαθιά στον πρώτο όροφο και δεν άκουσαν τίποτα. Δεν συνειδητοποίησαν τι είχε συμβεί στο ίδιο τους το σπίτι μέχρι την επόμενη μέρα, όταν πήγαν να ξυπνήσουν τους φίλους τους.
Αν και οι αρχές εκτιμούν ότι το τριώροφο σπίτι δεν ήταν τόσο μεγάλο για να μην αντιληφθεί κανείς τη διάπραξη ενός εγκλήματος, κανείς από τους συγκατοίκους δεν άκουσαν ουρλιαχτά ή κάποιον θόρυβο που να σηματοδοτούσε ότι κάτι περίεργο συνέβαινε.
Οι φοιτήτριες Γκονσάλβες και Μόγκεν, βρίσκονταν σε ένα μπαρ στο κέντρο της «Μόσχας» τη νύχτα των δολοφονιών. Εθεάθησαν από κάμερα κλειστού κυκλώματος προτού φτάσουν στο σπίτι τους στη 01:56 τοπική ώρα το βράδυ της 13ης Νοεμβρίου. Οι δύο άλλοι φοιτητές που σκοτώθηκαν στην επίθεση, η Κερνόντλ και ο φίλος της, Τσάπλιν, είχαν φτάσει στο σπίτι λίγο πριν αφού επισκέφτηκαν ένα σπίτι αδελφότητας στην πανεπιστημιούπολη. Άλλα δύο άτομα βρίσκονταν επίσης στο σπίτι όταν συνέβησαν οι δολοφονίες, αλλά η αστυνομία είπε ότι δεν πιστεύει ότι συμμετείχαν στο έγκλημα.
Το μεσημέρι της επόμενης ημέρας, οι συγκάτοικοι του πρώτου ορόφου αποφάσισαν πως οι φίλοι τους είχαν κοιμηθεί αρκετά και ανέβηκαν επάνω για να τους ελέγξουν.
Εκεί, έκαναν ένα αγωνιώδες τηλεφώνημα στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, ζητώντας να έρθει ένα ασθενοφόρο για να ελέγξει έναν φίλο που φαινόταν να έχει πέσει κάτω και να έχει λιποθυμήσει. Οι αρχές λένε ότι οι επιζώντες συγκάτοικοι έχουν αποκλειστεί ως ύποπτοι, αλλά δεν έχουν ιδέα γιατί σώθηκαν.
Οι λεπτομέρειες για το τι συνέβη στο σπίτι τις πρώτες πρωινές ώρες εκείνης της ημέρας παραμένουν ελάχιστες. Το όπλο της δολοφονίας, το οποίο πιστεύεται ότι είναι ένα μαχαίρι δεν έχει βρεθεί. Τις πρώτες ημέρες της έρευνας οι Αρχές επικοινώνησαν με επιχειρήσεις σε όλη την περιοχή για να διαπιστωθεί εάν είχαν πουληθεί πρόσφατα παρόμοια μαχαίρια, αναφέρει το CNN.
Παράλληλα, οι οικογένειες των θυμάτων δεν μπορούν να καταλάβουν πώς κατάφερε κάποιος να εισβάλει στο σπίτι, το οποίο είχε αυτόματη κλειδαριά που απαιτούσε κωδικό για να ανοίξει. «Δεν βγάζει νόημα» είπε.
Η αδερφή της Γκονσάλβες, Αλίβια, επιμένει ότι όλοι οι συγκάτοικοι είχαν επίγνωση της ασφάλειάς τους και πάντα φρόντιζαν να κλειδώνουν το σπίτι. «Ήταν έξυπνες, ήταν προσεκτικές και παρόλα αυτά συνέβησαν όλα αυτά. Είμαστε όλοι συντετριμμένοι. Είμαστε όλοι συγκλονισμένοι. Αλλά πιο έντονο από όλα τα συναισθήματα είναι ο θυμός. Είμαστε θυμωμένοι» πρόσθεσε.
Ο πατέρας της Γκονσάλβες, Στίβ, είπε ότι η κόρη του και η Μόγκεν ήταν κολλητές από την έκτη δημοτικού και πήγαιναν μαζί στο γυμνάσιο. «Μετά άρχισαν να κοιτάζουν τα κολέγια και ήρθαν εδώ μαζί… και στο τέλος πέθαναν μαζί, στο ίδιο δωμάτιο και στο ίδιο κρεβάτι», είπε. Την Μόγκεν τη θυμόταν ως σκληρά εργαζόμενη ο πατέρας της, Μπεν, ο οποίος είπε ότι ήταν μια μαθήτρια που είχε επίσης βαθιά αγάπη για τη ζωντανή μουσική.