Η παρούσα πολιτική σκηνή έχει αποδείξει πως οι μεταβολές είναι εκείνες που αποτελούν τον κανόνα και όχι τις εξαιρέσεις. Έπειτα από την Ιταλία, μέσα σε λίγες μέρες η Ισπανία επίσης κλήθηκε να αλλάξει τη δική της κυβέρνηση. Η μειοψηφική κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι δέχθηκε την πρώτη πρόταση δυσπιστίας στην νεότερη Ισπανική ιστορία, έπειτα από το δικτατορικό καθεστώς του Φράνκο. Αξίζει να σημειωθεί πως ο Ραχόι έχασε την εμπιστοσύνη της Βουλής, όχι λόγω της πολιτικής αναταραχής που ξεκίνησε από το δημοψήφισμα για την αυτονομία της Καταλονίας, ούτε λόγω της οικονομικής ύφεσης. Πράγματι, η ισπανική οικονομία έχει παρουσιάσει βελτίωση, η πρόβλεψη του ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕΠ για την Ισπανία υπολογίζεται από 2,5% σε 2,6% και το ποσοστό ανεργίας σε 17.4%, ο πληθωρισμός το 2017 ήταν 2% και υπολογίζεται να πέσει το 2019 στο 1.5%. [1]
Προσωπική «πτώση»
Παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός λοιπόν πως οι λόγοι που οδήγησαν στην πρόταση μομφής από το κόμμα εστιάζουν σε ζητήματα διαφθοράς στο εσωτερικό του κόμματος. Ο συντηρητικός πρωθυπουργός Ραχόι ηττήθηκε με 180 ψήφους έναντι 169 στην πρόταση μομφής κι έχασε την εξουσία. Έπειτα από έξι χρόνια στην εξουσία Ραχόι αποχωρεί από τον θώκο του Πρωθυπουργού, με αποτέλεσμα ο ηγέτης των αντιπολιτευόμενων Σοσιαλιστών Πέδρο Σάντσεθ να αναλαμβάνει τα ηνία της χώρας, εξέλιξη η οποία στοίχισε και την αποχώριση του Ραχόι και από την Προεδρία του Λαϊκού Κόμματος, το οποίο αποχαιρέτισε σήμερα σε κλίμα συγκίνησης.
Εθνική αστάθεια
Η εικόνα της διεφθαρμένης ελίτ, δημιουργεί στο λαό ένα αίσθημα απέχθειας. Σε ένα αρνητικό κλίμα οικονομικής κρίσης η μερική κατάρρευση της κεντρικής δεξιάς και της κεντροαριστεράς ώθησε τους πολίτες σε αναζήτηση εναλλακτικών, με αποτέλεσμα την άνοδο αντιλαϊκών σχηματισμών. Στην Ισπανία το φαινόμενο αυτό παρατηρήθηκε έντονα καθώς το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα και οι κεντροαριστεροί σοσιαλιστές χρειάστηκαν να αγωνιστούν με το αριστερό Ποδέμος (Podemos) [2] και φιλοευρωπαϊκό κεντρώο κόμμα των «Πολιτών» (Ciudadanos) [3]. Το Λαϊκό κόμμα ανέκαμψε ελαφρώς στις επανειλημμένες δημοσκοπήσεις του Ιουνίου 2016 και σχημάτισε μειοψηφική κυβέρνηση. Ωστόσο, η θέση του κόμματος ήταν πολύ αδύναμη με αποτέλεσμα ο Ραχόι κατάφερε να σχηματίσει κυβέρνηση με τη στήριξη από το κόμμα Ciudadanos και στη συνέχεια στηρίχθηκε στην αποχή των Σοσιαλιστών, μια απόφαση που δίχασε το κόμμα των Σοσιαλιστών. Φθάνοντας στο σήμερα, με τον Σάντσεθ να διαθέτει περιορισμένες δυνατότητες επιλογής καθώς η βουλευτική του δύναμη - Η Κοινοβουλευτική Ομάδα των Σοσιαλιστών αριθμεί μόλις 84 έδρες σε σύνολο 350 στην κάτω Βουλή- δεν αφήνει περιθώρια πρωτοβουλιών. Οι επόμενες προγραμματισμένες εκλογές επρόκειτο να πραγματοποιηθούν το 2020. Καίτοι ο Σάντσεθ έχει δηλώσει προσφυγή σε κάλπες δεν υφίσταται συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα. Συνεπώς, υπολογίζεται πως για να μπορέσει το κόμμα των Σοσιαλιστών να περάσει νομοθετήματα θα χρειαστεί την αρωγή τουλάχιστον τεσσάρων κομμάτων. Το κόμμα των Ποδέμος έχοντας θέσει ως βασικό προαπαιτούμενο να μην εφαρμοσθεί ο προϋπολογισμός του 2018 [4] φαίνονται πρόθυμοι να συνεργαστούν. Ωστόσο, οι Ποδέμος δεν είναι σε καλή θέση να αντιμετωπίσουν νέες εκλογές καθώς από τη μία η στήριξη του κόμματος για το δημοψήφισμα στην Καταλονία και από την άλλη το πρόσφατο σκάνδαλο που αφορά τον ηγέτη του για αγορά πολυτελούς οικίας, ίσως δημιουργήσουν αίσθημα επιφυλακτικότητας.
Ευρωπαϊκή ανησυχία
Η αντικατάσταση της ασταθούς κυβέρνησης μειοψηφίας του Λαϊκού Κόμματος, από μια εξίσου ασταθή κυβέρνηση μειοψηφίας του Σοσιαλιστικού Κόμματος εύλογα έχει δημιουργήσει αναταραχή στην Ευρώπη. Η οικονομία της Ισπανίας θεωρείται ως η 4η μεγαλύτερη στη γηραιά Ήπειρο. Παράλληλα, με το ιταλικό αδιέξοδο σκηνικό, οι εξελίξεις στη Ισπανία έχουν προκαλέσει ανησυχία πως πρόκειται για την επόμενη μεγάλη ευρωπαϊκή κρίση που καλείται να αντιμετωπίσει η ήδη ασταθής ΕΕ. Έπειτα από την φιλοευρωπαϊκή κινητοποίηση που επέφερε η νίκη του Εμανουέλ Μακρόν ένα χρόνο πριν, φαίνεται να επαναλαμβάνεται ο φόβος για διάλυση της ευρωζώνης, καθώς οι δυο χώρες της Ιταλίας και της Ισπανίας αποτελούν ωρολογιακή βόμβα για την ευρωπαϊκή οικονομία. Ήδη από την ανακοίνωση της πρότασης δυσπιστίας η αντίδραση των αγορών ήταν ακαριαία, τα ισπανικά κρατικά ομόλογα βρέθηκαν σε κλοιό έντονων πιέσεων. Παράλληλα με τις οικονομικές επιπτώσεις που επιφέρει το ιβηρικό πολιτικό κύμα, γεννάται και μια ακόμη κρίση προς τις δημοκρατικές αξίες. Οι κατηγορίες για διαφθορά και η εμπλοκή του Λαϊκού κόμματος σε ένα τέτοιο μεγάλο σκάνδαλο [5] μεγιστοποιεί τη δυσαρέσκεια των πολιτών προς τα πρόσωπα της εξουσίας, διογκώνοντας περισσότερο το χάσμα μεταξύ των κυβερνήσεων και του εκλογικού σώματος.
[1] C. Perez. (2018).Brussels raises Spain’s GDP growth forecast for 2018. Διαθέσιμο σε: https://elpais.com/elpais/2018/02/07/inenglish/1517993787_403748.html
[2] Στις Βουλευτικές εκλογές του 2015 οι Podemos ήταν το τρίτο κόμμα με 20,68% και 69 έδρες. Το 2016 διαψεύδοντας τις δημοσκοπήσεις και το αρχικό exit polls που το ήθελαν δεύτερο, το κόμμα κατέλαβε 45 έδρες.
[3] Στις Βουλευτικές εκλογές του 2016 βρέθηκε στην τέταρτη θέση με 32 έδρες.
[4] Το Λαϊκό Κόμμα διατηρεί την απόλυτη πλειοψηφία στη Γερουσία και μπορεί να επηρεάσει τον προϋπολογισμό τον οποίο έχει ήδη περάσει από τη Βουλή ως πρώην κυβέρνηση.
[5] Από τους 37 κατηγορουμένους, οι 29 καταδικάστηκαν συνολικά σε 351 έτη κάθειρξης κυρίως για διαφθορά, κατάχρηση δημοσίου χρήματος.