Το Βιετνάμ επιδιώκει να προβεί σε μεγάλες αλλαγές στην άμυνά του, καθώς επιδιώκει να μειώσει την εξάρτησή του από τα ρωσικά όπλα και να αρχίσει προσπάθειες για την εξαγωγή εγχώριων εξοπλισμών, λένε αξιωματούχοι και αναλυτές, με πιθανούς αγοραστές στην Αφρική, την Ασία και ενδεχομένως ακόμα και την ίδια τη Μόσχα.
Η χώρα της νοτιοανατολικής Ασίας είναι ένας από τους 20 μεγαλύτερους αγοραστές όπλων στον κόσμο, εν μέσω περιστασιακών εντάσεων με την Κίνα, με τον ετήσιο προϋπολογισμό για τις εισαγωγές όπλων να υπολογίζεται στο 1 δισ. δολάρια και να αναμένεται να αυξηθεί, σύμφωνα με το Global Data, που παρέχει πληροφορίες για προμήθειες στρατιωτικού υλικού.
Ιστορικά, τα περισσότερα από αυτά τα χρήματα πήγαιναν στη Ρωσία, που επί δεκαετίες ήταν ο κύριος προμηθευτής του Βιετνάμ με όπλα και αμυντικά συστήματα. Αυτό καθιστούσε το Βιετνάμ έναν από τους κορυφαίους αγοραστές ρωσικών όπλων, σύμφωνα με δεδομένα από το SIPRI, που παρακολουθεί τις στρατιωτικές δαπάνες παγκοσμίως.
Μείωση των αγορών ρωσικών όπλων
Ωστόσο αυτό αλλάζει καθώς το Βιετνάμ προσπαθεί να γίνει πιο αυτάρκες, να αποκτήσει προηγμένο εξοπλισμό που η Ρωσία δεν μπορεί να παρέχει και αντιμετωπίζει δυτικές πιέσεις για να μειώσει τις αγορές όπλων από τη Μόσχα εν μέσω της εισβολής της στην Ουκρανία, λένε αναλυτές.
Αντ’αυτού το Βιετνάμ στρέφεται σε προμηθευτές από την Ευρώπη, την ανατολική Ασία, την Ινδία, το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, λένε διπλωμάτες, αξιωματούχοι και αναλυτές. Επίσης έχει ενισχύσει την εγχώρια στρατιωτική βιομηχανία του με υποστήριξη από το Ισραήλ και άλλους εταίρους, και ελπίζει να εξάγει όπλα, λένε αναλυτές και αξιωματούχοι.
Ο Νγκουγιέν Θε Φουόνγκ, πρώην ερευνητής άμυνας στο Εθνικό Πανεπιστήμιο του Βιετνάμ και πλέον στο Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας στην Αυστραλία είπε πως είχαν υπάρξει εσωτερικές συνομιλίες τον Οκτώβριο σχετικά με το αν η χώρα θα έπρεπε να πουλά όπλα στη Ρωσία- αν και δεν αναμενόταν σύντομα απόφαση.
Η ρωσική πρεσβεία στο Ανόι και τα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας του Βιετνάμ δεν προέβησαν σε σχόλια.
Αρχίζοντας την Πέμπτη η χώρα θα έχει την πρώτη της μεγάλης κλίμακας διεθνή έκθεση εξοπλισμών, όπου έχουν εγγραφεί πάνω από 170 εταιρείες από 30 χώρες, σύμφωνα με το υπουργείο Άμυνας. Μεταξύ αυτών είναι δυτικές εταιρείες όπως η αμερικανική Lockheed Martin και η γαλλική Nexter, καθώς και όμιλοι από το Ισραήλ, την Ινδία, την Ιαπωνία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Η τριήμερη εκδήλωση στο Ανόι θα βοηθήσει το Βιετνάμ να «αυξήσει τα κανάλια προμηθειών και τις πηγές τεχνολογιών για την προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού για τους στρατούς της χώρας και για εξαγωγές» ανέφερε το υπουργείο σε ανακοίνωσή του τον Νοέμβριο.
Τι παράγει το Βιετνάμ
Η αμυντική βιομηχανία της χώρας παράγει οπλισμένα οχήματα και ελαφρά όπλα, όπως αντιαρματικούς πυραύλους, εκτοξευτές βομβίδων και πολυβόλα, είπε ο Φουόνγκ. Ο ίδιος πρόσθεσε πως το Βιετνάμ είχε αρχίσει να αναπτύσσει περισσότερα συστήματα υψηλής τεχνολογίας, περιλαμβανομένων drones, ραντάρ και αντιπλοϊκών πυραύλων, συχνά σε συνεργασία με ξένες εταιρείες.
Τη προηγούμενη εβδομάδα το υπουργείο Άμυνας στην επίσημη εφημερίδα του είπε ότι η βιετναμέζικη κρατικής ιδιοκτησίας Ζ111 θα παρουσίαζε πιστόλια, πολυβόλα, τυφέκια εφόδου και τυφέκια ελεύθερου σκοπευτή στην έκθεση, με στόχο την εξαγωγή τους. Δεκάδες βιετναμέζικες εταιρείες του χώρου της άμυνας, περιλαμβανομένης της ελεγχόμενης από τον στρατό Viettel, θα επιδείξουν επίσης τα προϊόντα τους. Οι κυβερνητικές και στρατιωτικές εταιρείες δεν δημοσιεύουν στοιχεία για πωλήσεις.
Ο Σιεμόν Βέζεμαν, senior researcher στο SIPRI, είπε ότι οι γνωστές δυνατότητες παραγωγής του Βιετνάμ ήταν πολύ περιορισμένες, με μόνο μικρά αναγνωριστικά drones να έχουν παραδοθεί την τελευταία δεκαετία- αν και η χώρα έχει αυξήσει τις δυνατότητές της στη συναρμολόγηση ραντάρ, πυραύλων και πλοίων που σχεδιάζονται από ξένους εταίρους.
Πιθανοί αγοραστές ελαφρών όπλων θα ήταν πιθανώς το γειτονικό Λάος και αφρικανικές χώρες, όπου το Βιετνάμ θα μπορούσε να προσφέρει ανταγωνιστικές τιμές, είπε ο Χα Χοάνγκ Χοπ, ειδικός σε θέματα αγορών στρατιωτικού εξοπλισμού και συνεργάτης του ISEAS-Yusof Ishak Institute στη Σιγκαπούρη.
Ο Φουόνγκ είπε πως πιθανοί πελάτες θα ήταν και χώρες της Λατινικής Αμερικής και άλλες χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας.
Μισή ντουζίνα ρωσικές εταιρείες του χώρου της άμυνας είχαν εγγραφεί στην έκθεση στο Ανόι, μεταξύ των οποίων και η Rosoboronexport, η κρατική υπηρεσία που εισάγει και εξάγει όπλα.
Ο Χοπ είπε πως το Βιετνάμ διαπραγματευόταν πιθανές συμφωνίες για την εισαγωγή δορυφόρων και άλλων προϊόντων διπλής χρήσης από εταίρους άλλους από τη Ρωσία. Αυτό θα επιτάχυνε την καθοδική τάση στις εισαγωγές ρωσικών όπλων, η αξία των οποίων έπεσε στα 72 εκατ. δολάρια πέρυσι (30% του συνόλου) σε σχέση με το αποκορύφωμα του 2014, στο 1 δισ. δολάρια- που τότε αποτελούσε περίπου το 90% του συνόλου, σύμφωνα με το SIPRI.
Οι εισαγωγές από τη Ρωσία μειώνονταν έκτοτε κάθε χρόνο, εκτός από πέρυσι, όταν ανέκαμψαν ελαφρώς μετά το ναδίρ του 2020. Εκείνο το έτος η πανδημία Covid-19 μείωσε τις εισαγωγές στρατιωτικού υλικού του Βιετνάμ στα 32 εκατ. δολάρια, εκ των οποίων 9 εκατ. δολάρια πήγαν σε ρωσικά όπλα.
Το Βιετνάμ τα τελευταία χρόνια αγόρασε στρατιωτικό εξοπλισμό από νέους προμηθευτές, μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ, το Ισραήλ, η Ολλανδία και η Νότια Κορέα, δείχνουν δεδομένα του SIPRI.
Με τον πόλεμο στην Ουκρανία το Βιετνάμ φαίνεται να επιταχύνει την αύξηση των πηγών εξοπλισμού του.
Η Ινδία, το Ισραήλ και χώρες της ανατολικής Ευρώπης βρίσκονται σε καλύτερες θέσεις ως εναλλακτικοί προμηθευτές επειδή μπορούν να παρέχουν όπλα συμβατά με τα ρωσικά συστήματα που συνεχίζουν να αποτελούν το 80% του οπλοστασίου του Βιετνάμ, λένε αναλυτές.
Για πιο προηγμένα συστήματα, κατασκευαστές στη δυτική ή στην ανατολική Ασία μπορεί να αποτελούν επίσης πιθανούς προμηθευτές, είπε ο Καρλ Θάγερ, ειδικός σε θέματα διπλωματίας του Βιετνάμ στην Australian Defence Force Academy στην Καμπέρα.
Με πληροφορίες από Reuters