Ο β’ γύρος των αυτοδιοικητικών εκλογών επιφύλασσε εκπλήξεις, αρνητικές για την Κυβέρνηση, θετικές για την αριστερή/κεντροαριστερή αντιπολίτευση.
Η αποχή
Κατ’ αρχάς, όπως σε κάθε αξιόπιστη ανάλυση εκλογικού αποτελέσματος, πρώτο σχόλιο αρμόζει στην αποχή. Η συμμετοχή, λοιπόν, ήταν πρωτοφανώς χαμηλή: περίπου 35% στις περιφερειακές εκλογές και 40% στις δημοτικές. Αντίστροφα, δηλαδή, η αποχή ήταν 65% στις περιφερειακές και 60% στις δημοτικές. Η αποχή, βεβαίως, δεν είναι ένα ενιαίο συμπεριφορικά μέγεθος. Μέσα στην αποχή, συνυπάρχουν:
Το προϊόν των ανεκκαθάριστων εκλογικών καταλόγων, που οδηγούν τους εκλογικούς αντιπροσώπους κάθε φορά στα σχολεία να συναγωνίζονται ποιος/ποια έχει τον αρχαιότερο ψηφοφόρο (υπάρχουν ακόμη άνθρωποι γεννημένοι το 19ο αιώνα εκεί). Υπολογίζεται από ειδικούς σε έως και 20% της καταγραφόμενης αποχής και οφείλεται στους δήμους, που δεν εκκαθαρίζουν τα δημοτολόγια.
Η κόπωση στο εκλογικό σώμα από το γεγονός ότι προηγήθηκαν 3 εκλογικές αναμετρήσεις τους τελευταίους 5 μήνες (οι δύο βουλευτικές Μαΐου-Ιουνίου και ο α’ γύρος την προηγούμενη Κυριακή), ενώ ιδίως στις αυτοδιοικητικές επέδρασε αυτοτελώς και η πληθώρα υποψηφίων («κουτσή Μαρία»).
Το ασαφές διακύβευμα των αυτοδιοικητικών εκλογών (Τι αρμοδιότητες έχει η Αυτοδιοίκηση; Τι τελικά παίζεται; Επηρεάζει τη ζωή μου; Με αφορά;)
Το γεγονός ότι στον α’ γύρο, υπάρχει ο σταυρός, που κινητοποιεί περισσότερους πολίτες να ψηφίσουν συγγενείς, φίλους, γνωστούς ή απλώς διεκπεραιωτές εξυπηρετήσεων περί την Αυτοδιοίκηση, ενώ στο β’ γύρο πολλοί/πολλές ψηφοφόροι νιώθουν ότι «έχουν βγάλει την (όποια) υποχρέωση».
Το γεγονός ότι στο β’ γύρο, ιδίως στις περιφέρειες, δεν υπήρχε ιδιαίτερο ιδεολογικό διακύβευμα (αν εξαιρεθεί η Θεσσαλία), καθώς η μάχη ήταν μεταξύ «χρίσματος» ΝΔ και «αντάρτη» ΝΔ.
Τέλος, αρκετοί νεοδημοκράτες ψηφοφόροι ένιωθαν τη βεβαιότητα της νίκης στο ευρύτερο -ως τώρα, πλέον- σκηνικό παντοδυναμίας της ΝΔ, ενώ οι κεντροαριστεροί ψηφοφόροι ήταν απογοητευμένοι από την εικόνα ηττοπάθειας στην κεντροαριστερά (ΣΥΡΙΖΑ/ΠΑΣΟΚ).
Η εικόνα για τη ΝΔ
Ο πρωθυπουργός έσπευσε να πει ότι η νύχτα δεν ήταν καλή για τη ΝΔ, αλλά και ότι το συμπέρασμα βγήκε στον α’ γύρο. Η νύχτα δεν ήταν όντως καλή για τη ΝΔ, αλλά το πολιτικό συμπέρασμα, για κάθε εχέφρονα παρατηρητή, (οφείλει να) βγαίνει αθροιστικά και ενιαία, από αμφότερους τους 2 γύρους. Έχουμε και λέμε λοιπόν:
- Η μεγάλη εικόνα ότι η ΝΔ αποτελεί με διαφορά την πρώτη πολιτική δύναμη προφανώς δεν έχει αλλάξει. Με βάση τα ποσοστά του α’ γύρου των περιφερειακών, που είναι τα περισσότερο συγκρίσιμα με τα των βουλευτικών, το ποσοστό της ΝΔ παραμένει πολύ πάνω από το 40%. Επιπλέον, η συντριπτική πλειονότητα των εκλεγμένων περιφερειαρχών και δημάρχων προέρχεται ή πρόσκειται στη ΝΔ∙ αυτό δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.
- Ωστόσο, οι ήττες Μπακογιάννη, Ζέρβα και Αγοραστού, ενέχουν, πέρα από μια προσωπική απόρριψη, και ορισμένη ιδεολογική αντισυσπείρωση ψηφοφόρων όχι μόνο της κεντροαριστεράς/αριστεράς, αλλά ακόμα και μετριοπαθών νεοδημοκρατών.
- Κάποιες αλαζονικές αποστροφές γύρω από το τι θα συμβεί στο Χαλάνδρι αν δεν βγει η υποψήφια της ΝΔ ή η λάσπη προς τον πανηγυρικά επανεκλεγέντα για 3η θητεία Πελετίδη στην Πάτρα φαίνεται να προκάλεσαν τιμωρητική ψήφο ή αποχή ακόμα και κεντροδεξιών ψηφοφόρων.
- Κοντολογίς, η παντοδυναμία της ΝΔ υπέστη μια ρωγμή. Δεν είναι ακόμα συστηματική, δεν είναι απαραίτητα διατηρήσιμη, ωστόσο, όπως είπε και ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Στέφανος Κασσελάκης, είναι μια πρώτη ρωγμή.
Η εικόνα για την κεντροαριστερά
Η εικόνα για την κεντροαριστερά είναι σαφώς βελτιωμένη, σε σχέση με τον α΄γύρο, μιας και οι νίκες Δούκα (Αθήνα, με 56%) και Αγγελούδη (Θεσσαλονίκη, με 67%) είναι ευρείες και πιστώνονται, πέραν των προσώπων ασφαλώς, περισσότερο στο ΠΑΣΟΚ, από όπου προέρχονται οι νέοι δήμαρχοι, και μετά και στο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος τους στήριξε.
Το πράσινο χρώμα της Θεσσαλίας, σε συνδυασμό με το βεραμάν της ιδιαιτερότητας Αρναουτάκη στην Κρήτη και το πολύ γκρι των 4 περιφερειών με νίκη ανταρτών ΝΔ, «κόβει» πολύ το μπλε στο χάρτη.
Σίγουρα, στην εσωπαραταξιακή διελκυστίνδα της κεντροαριστεράς, το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να πλεονεκτεί του ΣΥΡΙΖΑ. Μια αναγωγή ποσοστών από τις περιφερειακές έδειξε αμφότερα τα κόμματα λίγο πάνω από το 12%, ενώ πολλοί δήμαρχοι προέρχονται από το χώρο του ΠΑΣΟΚ και σε μεσαίες πόλεις.
Σε κάθε περίπτωση, έχουμε μια σημαντική καταγραφή του ΠΑΣΟΚ (όχι πάντως “comeback” όπως της Λαίδης – ακόμα, τουλάχιστον) και μια πτώση του ΣΥΡΙΖΑ πιο κάτω και από το 17,8% των βουλευτικών του Ιουνίου, η οποία, όμως, λόγω της συσπείρωσής του στους υποψήφιους του ΠΑΣΟΚ στο β’ γύρο, τον κάνει κι αυτόν πατέρα της νίκης για την κεντροαριστερά, όπου αυτή συνέβη. Η νίκη, άλλωστε, έχει πολλούς πατέρες.
Εν όψει των ευρωεκλογών του Ιουνίου, που αποκτούν ξεχωριστό ενδιαφέρον πλέον, είναι απολύτως προβλέψιμο ότι θα πληθύνουν οι φωνές για κοινή κάθοδο ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, γεγονός που, οσοδήποτε δύσκολο (θα βρει σίγουρα αντιστάσεις σε αμφότερα τα στρατόπεδα), θα οδηγήσει την κούρσα στην κορυφή στην απολύτως ενδιαφέρουσα αφετηρία του (περίπου ) 40% (ΝΔ) - 30% (ΣΥΡΙΖΑ+ΠΑΣΟΚ).
Ανάμεσα στα άλλα, ένα θέμα που θα τεθεί θα είναι και το γεγονός ότι οι ευρωβουλευτές ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ ανήκουν σε διαφορετικά κόμματα στην Ευρωβουλή (Αριστερά και Σοσιαλιστές & Δημοκράτες, αντίστοιχα)∙ ωστόσο, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ μπορούν να κατέβουν ως συνασπισμός κομμάτων και όχι υπό ενιαία λίστα. Θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και το εκλογικό σύστημα των επερχόμενων ευρωεκλογών, το οποίο ακόμα τελεί υπό συζήτηση (περιφέρειες ή ενιαία επικράτεια, σταυρός ή λίστα, αύξηση του πλαφόν από το 3% στο 5% κ.ά.).
Πάντως, για το Νίκο Ανδρουλάκη το momentum είναι καλό, ενώ ο Στέφανος Κασσελάκης ίσως γλιτώσει κάμποση γκρίνια από τα εσωκομματικά του «αλεξη-βρόχια».
Η ξεχωριστή επίδοση του ΚΚΕ
Η αναμφίβολα θετική επίδοση του ΚΚΕ σε αμφότερους γύρους των αυτοδιοικητικών εκλογών είναι πασιφανής.
Αφενός, στις περιφέρειες, στον α΄γύρο, η «Λαϊκή Συσπείρωση» πέτυχε πανελλαδικά μεσοσταθμικά 10% (έναντι 7,7% στις πρόσφατες βουλευτικές) και στην Αττική το εντυπωσιακό 14% με τον παραλίγο (για λιγότερο από 2%) 2ο Γιάννη Πρωτούλη. Το 10%, συγκρινόμενο με το περίπου 12% του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, δίνει πλέον ένα σκηνικό τριών μεσαίων κομμάτων στην περιοχή του 10-12%.
Αφετέρου, στους δήμους, πέρα από την τρίτη νίκη Πελετίδη στην Πάτρα, καθώς και την εκλογή από τον α΄γύρο δημάρχου στην Ικαρία, είναι αξιοσημείωτο ότι οι υποψήφιοι της «Λαϊκής Συσπείρωσης» εξελέγησαν στο β’ γύρο όπου βρέθηκαν, είτε προηγούνταν στον α’ (Καισαριανή) είτε όχι (Χαϊδάρι, Πετρούπολη, Τύρναβος).
Σίγουρα, σε συνθήκες αποπολιτικοποίησης, αυξημένης αποχής και αδιαφορίας, η μεγάλη συσπείρωση του ακροατηρίου του αναδεικνύεται για το ΚΚΕ σε ολοένα και σπουδαιότερο πλεονέκτημα.
Ωστόσο, δεν θα πρέπει να υποτιμάται το γεγονός ότι στο β’ γύρο, οι υποψήφιοι του ΚΚΕ συσπειρώνουν ευρύτερες δυνάμεις, γεγονός που φαίνεται από τον απόλυτο αριθμό ψήφων τους.
Στην ίδια λογική μπορεί να αναλυθεί και η νίκη Ρούσσου στο Χαλάνδρι, προελεύσεως ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Πού ήταν η υπόλοιπη Δεξιά;
Η πέραν της ΝΔ Δεξιά (Σπαρτιάτες, Ελληνική Λύση, Νίκη) δεν «κατέβασε» συστηματικά υποψηφίους. Σε ευάριθμες περιπτώσεις, οι επιδόσεις δεν ήταν καλές. Συνεχίζεται η παράδοση που υπήρχε ακόμα και στην κορύφωση της Χρυσής Αυγής (αυτοδιοικητικές 2014) να μην υπάρχει αξιοσημείωτη καταγραφή της ακροδεξιάς/πέραν της ΝΔ Δεξιάς, πέρα από προσωπικά ποσοστά του Κασιδιάρη στο δήμο Αθηναίων.
Το δε φαινόμενο Τζιτζικώστα, στην Κεντρική Μακεδονία, φαίνεται να αφομοίωσε όλη τη σκοπιανοφαγική – αντιεμβολιαστική - ελληνορθόδοξη – αντιαθηναϊκή ψήφο της ιδιαιτερότητας της μακεδονικής Δεξιάς.
Κλείνοντας
Οι αυτοδιοικητικές εκλογές τελείωσαν και τώρα οι νέες δημοτικές και περιφερειακές αρχές, με πλειοψηφία τουλάχιστον 3/5 στα συμβούλια (μετά την ακύρωση της απλής αναλογικής του ΣΥΡΙΖΑ), εξελέγησαν για πενταετία και καλούνται να πιάσουν δουλειά.
Αυτό που μένει ως σημαντικότερο συμπέρασμα, κυρίως για τη ΝΔ, είναι ότι η αίσθηση παντοδυναμίας που μπορεί να αισθανόταν, διαρρηγνύεται. Καλώς ή κακώς, η ιδεολογική και πολιτική κυριαρχία της στηριζόταν, από το 2019, πολύ και στην ανεπάρκεια της άλλης παράταξης (ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ).
Στα διπολικά συστήματα, όμως, η λογική του «λιγότερου κακού» εκδικείται. Ο «μεγάλος περίπατος», τα ανεπαρκή αντιπλημμυρικά έργα στη Θεσσαλία, οι «λάθος επιλογές που μπορεί να στοιχίσουν κονδύλια ΕΣΠΑ», μας το υπενθύμισαν εμφατικά.
Κυρίως, όμως, ηττήθηκε ορισμένη αλαζονεία, που είναι αναμενόμενο να εμφιλοχωρεί σε κυβερνήσεις που δεν αισθάνονται την ανάσα της αντιπολίτευσης στην πλάτη τους.
Και μπορεί να μην είναι εύκολο για την Κυβέρνηση της ΝΔ να πέσει σαν ώριμο φρούτο, παρά τις συνδυασμένες ατυχίες και αστοχίες που της συμβαίνουν, ωστόσο ένα είναι το μήνυμα από τις αυτοδιοικητικές εκλογές: τίποτα και κανένας δεν είναι αυτονόητος, δεδομένος, αιώνιος και άφθαρτος. Ευτυχώς για τη δημοκρατία.
Το ότι τα κόμματα της κεντροαριστεράς, κατά μόνας ή μαζί, έχουν πολύ μεγάλο δρόμο να διανύσουν μέχρι να πείσουν ότι είναι καλύτερα, άλλο τόσο δεδομένο.