Τη δεκαετία του 1580, ένα ζευγάρι που έμενε στην οδό Χένλι του Στράτφορντ απέκτησε τρία παιδιά: τη Σουζάνα κι έπειτα τον Άμνετ και την Τζούντιθ -δίδυμα αδέλφια.
Ο Άμνετ πέθανε το 1596, σε ηλικία έντεκα ετών.
Γύρω στα τέσσερα χρόνια μετά, ο πατέρας έγραψε ένα θεατρικό έργο ονόματι Άμλετ.
«’Άμνετ’ και ‘Άμλετ’ είναι στην πραγματικότητα μορφές του ίδιου ονόματος, απολύτως εναλλάξιμες στα ληξιαρχικά έγγραφα του Στράτφορντ στα τέλη του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα».
Το ιστορικό μυθιστόρημα «Άμνετ» της Μάγκι Ο’Φάρελ (εκδόσεις Ψυχογιός, μετάφραση Αύγουστος Κορτώ, στα βιβλιοπωλεία 4 Φεβρουαρίου), αφηγείται την ιστορία του Άμνετ, που, μια καλοκαιριάτικη μέρα του 1596, στο Στράτφορντ, αναζητά απεγνωσμένα βοήθεια για να σώσει τη δίδυμη αδερφή του, η οποία πέφτει στο κρεβάτι με πυρετό. Κανένας δεν είναι στο σπίτι.
Η μάνα τους, Άγκνες, είναι στον μαγισσόκηπό της, όπου καλλιεργεί βοτάνια, ενώ ο πατέρας τους λείπει στο Λονδίνο για δουλειά. Οι δυο γονείς δεν ξέρουν πως μέχρι το τέλος της εβδομάδας ένα από τα παιδιά τους δε θα είναι πλέον στη ζωή.
Πατέρας του μικρού Άμνετ είναι ο Σαίξπηρ, ο οποίος τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατο του μοναχογιού του, θα γράψει το κατά πολλούς κορυφαίο έργο του, «Άμλετ», δίνοντας στον τραγικό ήρωα του, μία παραλλαγή του ονόματος του νεκρού παιδιού.
Εμπνευσμένο από πραγματικά γεγονότα, το βραβευμένο με Women’s Prize for Fiction μυθιστόρημα της Ο’Φάρελ αφορά τον δεσμό μεταξύ των διδύμων κι έναν γάμο που φτάνει στο χείλος της καταστροφής από το βαρύ πένθος (ο Σαίξπηρ παντρεύτηκε σε ηλικία 18 χρονών την Αν ή Άγκνες Χαθαγουέι, η οποία ήταν 26 χρονών και τριών μηνών έγκυος).
Παράλληλα, το «Άμνετ» αφηγείται την ιστορία ενός γερακιού και της κυράς του· των ψύλλων που μπαίνουν σε ένα πλοίο στην Αλεξάνδρεια, και του γιου ενός γαντοποιού (ο πατέρας του Σαίξπηρ ήταν κατασκευαστής γαντιών), που αψηφά τις συμβάσεις προκειμένου να διεκδικήσει τη γυναίκα που αγαπά.
Παρά το γεγονός ότι η αφήγηση αρχίζει με τον Άμνετ, κεντρικό πρόσωπο είναι η μητέρα. Ο Σαίξπηρ δεν κατονομάζεται, αναφέρεται μονάχα ως ο σύζυγος και ο πατέρας, ενώ ακόμη και το Στράτφορντ σχεδόν δεν καταγράφεται -η συγγραφέας δένει την ιστορία της μέσα από ονομασίες οδών και κατοικιών.
Η έρευνα που έχει προηγηθεί είναι φανερή σε κάθε σελίδα. Όποιος έχει επισκεφθεί τη γενέτειρα του βάρδου αναγνωρίζει από τις περιγραφές της Ο’Φάρελ την κατοικία του, αν και το θέμα είναι η απεικόνιση της ζωής μέσα σ’ εκείνο το σπίτι, από τις μυρωδιές μέχρι τη φασαρία του.
Η Μάγκι Ο’Φάρελ γεννήθηκε στη Βόρεια Ιρλανδία, το 1972, και μεγάλωσε στην Ουαλία και τη Σκοτία. Έχει εκδώσει το αυτοβιογραφικό αφήγημα I am, I am, I am: Seventeen Brushes with Death, που βρέθηκε στην κορυφή της λίστας των μπεστ σέλερ των Sunday Times, και οκτώ μυθιστορήματα, μεταξύ των οποίων: Όταν έφυγες… (Βραβείο Betty Trask), Το άλλο μισό της καρδιάς μου (Βραβείο Somerset Maugham), Όταν μου κράτησες πρώτη φορά το χέρι (Βραβείο Costa).
Για το μυθιστόρημά της «Amnet» -μπεστ σέλερ των Sunday Times, μεταξύ των δέκα κορυφαίων βιβλίων του 2020 κατά τους New York Times και καλύτερο του 2020 κατά το BBC- τιμήθηκε με το Women’s Prize for Fiction. Ζει στο Εδιμβούργο.