Πάθος και Πνευματικότητα
Open Image Modal
.

14 Φλεβάρη, Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου και ο Στάθης Π. ταλαντούχος ζωγράφος έβαζε τις τελευταίες πινελιές στο έργο όταν ο Γ. κρατώντας την τρυφερά από το χέρι την οδήγησε στο σαλόνι. Τώρα μπορείς να κοιτάξεις, της είπε. Η Α. έμεινε έκθαμβη μπροστά στην τοιχογραφία του έρωτα, ως δώρο γάμου για εκείνη. Ο Τιτσιάνο ήταν από τους αγαπημένους ζωγράφους. ‘’Ιερός και Βέβηλος Έρως’’, χαμογέλασε ο καλλιτέχνης δείχνοντας το έργο. Πάθος και Πνευματικότητα σκέφθηκε η Α. όπως τότε, στη Βενετία του 16ου αιώνα. Άραγε τι ήθελε να πει ο καλλιτέχνης για τον Έρωτα;

Βενετία 1514. Η Γαληνοτάτη( Serenissima) Δημοκρατία είχε επιστρέψει στον πρότερο βίο της έχοντας ανακτήσει αρκετά χαμένα εδάφη από την Λίγκα του Cambrai. Ενδεδυμένη την παλαιά μεγαλοπρέπεια με την υπέρβαση της πολιτικής κρίσης και αφήνοντας πίσω την ήττα στο Agnadello(Μάιος 1509) στεκόταν περήφανη λουσμένη στο φως της Ιστορίας.

Στο Μοναστήρι αντίθετα ο σκοπός της ύπαρξης υπηρετούσε την ουράνια αναζήτηση. Η Λάουρα από την Πάντοβα μονάχη από καιρό κλεισμένη σε μοναστήρι στην κορφή του λόφου μαχόταν με την προσευχή να γιατρέψει τη θλίψη της. Καταγόμενη από οικογένεια ευγενών θρηνούσε τόσο για τον χαμό του συζύγου της όσο και για την εκτέλεση του πατέρα της, εξαιτίας του Πολέμου της Δημοκρατίας της Βενετίας (stato dα mar) και των κτήσεων της ενδοχώρας (stato da terra) που τάχθηκαν με τη συμμαχία του Cambrai (1508). Ο εγκλεισμός της σε μοναστήρι ήταν συνήθης κατάληξη για τις γυναίκες που έμεναν ανυπεράσπιστες. Όλη της η ελπίδα το λιγοστό φως που έμπαινε αδιάκριτα στο δωμάτιο και ζέσταινε την ψυχή της. Από την μοναστική απομόνωση την έβγαλε το άκουσμα του ποδοβολητού του αλόγου. Αίφνης το σώμα της νεαρής γυναίκας τεντώθηκε ακούσια στην άκρη του παραθύρου. Ο ιππότης ορμώμενος από την επιθυμία κάλπαζε και μονολογούσε:

’Βαστώντας μου τα γκέμια

ο έρωτας με σπιρουνίζει’’

Σονέττο 178 Francesco Petrarca (Μτφρ. Γ.Κεντρωτής)

Το βλέμμα της σταμάτησε στη βαριά εξωτερική θύρα που αναχαίτιζε την επιθυμία της να δει. Ακίνητη αφουγκραζόταν τον έξω κόσμο. Ο ιππότης ξεπέζεψε και χτύπησε το μάνταλο με τη δύναμη της ψυχής.

Σαν έτοιμη από καιρό να αισθανθεί το σκίρτημα της καρδιάς ανοίχτηκε η θύρα για την Laura Bagarotto. Ο ιππότης της καρδιάς της Niccolo Aurelio υποκλίθηκε στην ομορφιά της με ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα. Με του έρωτα το θάμπος την ανεβάζει στο άλογο και την παίρνει μαζί του. Τον Μάιο του 1514 στην καρδιά της Βενετσιάνικης άνοιξης θα την στεφανωθεί με ένα διάδημα από μυρτίες στην Βασιλική του Αγίου Μάρκου. Ο γάμος ως ακολουθία ενός μεγάλου έρωτα θα γιατρέψει οριστικά την θλίψη της άτυχης Λάουρας. Ένας Θεός θα βάλει το χέρι του. Ο Θεός Έρως. Ο Niccolo Aurelio σε ώριμη ηλικία και φανατικός εργένης θα λαβωθεί από τα βέλη του Έρωτα. Από τη θέση του Γραμματέα του Συμβουλίου των Δέκα ( μόνιμο διοικητικό όργανο από το 1355 με πολλές αρμοδιότητες και βασική μέριμνα την καταστολή της ανηθικότητας) θα αποκαταστήσει μια αδικία της Βενετικής Δημοκρατίας. Με τον γάμο αυτό αποκαθίσταται η χαμένη τιμή της οικογένειας Bagarotto. Ενώ στο παρελθόν (1 Δεκεμβρίου 1509) η Γαληνοτάτη τιμωρεί δημόσια με εκτέλεση τον πατέρα της Λάουρας Bertuccio Bagarotto με την κατηγορία της προδοσίας στον πόλεμο του Cambrai, εδώ και τώρα (1514) ο Νικολό με δόξα και τιμή θα νυμφευθεί την κόρη του ως ένδειξη συγνώμης για το λάθος της Δημοκρατίας ( Respublica).

Στο σχέδιο του Niccolo για την κατάκτηση της bella Laura από την Πάδοβα συμπεριλαμβάνεται και η παραγγελία στον νεαρό και πολλά υποσχόμενο Tiziano Vecellio (1488- 1576) ενός πίνακα ζωγραφικής με θέμα τον έρωτα. Ο πίνακας αυτός έχει τίτλο (από το 1693): ‘’AmorSacro e Amor Profano ‘’ (Ιερός και Βέβηλος Έρωτας ή Ουράνιος και Ανθρώπινος Έρωτας). Το έργο αγοράστηκε (1608) από τον καρδινάλιο Scipione Borghese, Μαικήνα της τέχνης, ανιψιό του Πάπα Παύλου V και βρίσκεται στην Galleria Borghese (Roma).

Ομολογουμένως, ο πίνακας αυτός αποτελεί Ύμνο στον Έρωτα. Το αγόρι (Tiziano Vecellio) κατηφορίζοντας από τα βουνά (Pieve di Cadore) διακρίνεται από νωρίς για το πάθος του στη ζωγραφική. Με την παραγγελία του Νικολό Αουρέλιο ο φεγγοβόλος Τιτσιάνο ζωγραφίζει με τα χρώματα της Βενετίας ένα μοναδικό έργο με πολλές αναγνώσεις στην Ιστορία της Τέχνης. Σε καμβά διαστάσεων 118 Χ 279 ο δεξιοτέχνης του χρωστήρα δημιουργεί τον έρωτα στα άκρα και στις αντιθέσεις του.

Οι νεοπλατωνικές θεωρίες περί του Ωραίου γίνονται γνωστές στην Ιταλία της Αναγέννησης με τον Μαρσίλιο Φιτσίνο (1433- 1499) που διακηρύττει ότι ο αιώνας του είναι χρυσός αιώνας γιατί αποκατέστησε το φως στις ‘’ελευθέριες τέχνες’’(artes liberales) που είχαν εκλείψει. Οι καλλιτέχνες με αυτόν τον αέρα της Αναγέννησης δροσίζουν τα έργα τους με αναπαραστάσεις του έρωτα όπως στο έργο ‘’De amore’’ (Φιτσίνο). Η νεοπλατωνική αναζήτηση του Ωραίου συναντάται με την αναγεννησιακή ανάδειξη του σώματος και της ανθρώπινης φύσης επιστρέφοντας στα μοτίβα της μυθολογίας και της κλασικής αρχαιότητας.

Ο Τισιανός με γνώση του ‘’φιλοσοφικού τοπίου’’ της Βενετίας ζωγραφίζει μια ελαιογραφία με φόντο Βενετσιάνικο ίσως και Παδοβιανό τοπίο (μια παραπομπή στην ένωση των νεονύμφων και στην αποκατάσταση των σχέσεων Βενετίας και Πάδοβας μετά την ιδεολογικοπολιτική κρίση του Cambrai). Ταυτόχρονα με το παρόν έργο αναδεικνύεται μια σχέση θεμελιωμένη στον Έρωτα τον οποίο προάγει μέσω του Πνεύματος και τον αντιπαραβάλλει με το profano (κοσμικό ή βέβηλο ).

Συνεπώς παρουσιάζει δυο γυναίκες, δυο Αφροδίτες: Μια γυμνή και μια ενδεδυμένη, στα αριστερά και δεξιά μιας κιβωτιόσχημης ανάγλυφης αρχαίας ρωμαϊκής σαρκοφάγου. Ανάμεσά τους, στο ακριβές κέντρο του πίνακα, βρίσκεται ερωτιδέας όπως ακριβώς βρίσκεται ο Έρωτας στο κέντρο της Δημιουργίας. Όπως τις βλέπει ο θεατής, αριστερά είναι καθισμένη η ενδεδυμένη γυναίκα: Η επίκτητη και εφήμερη ομορφιά, η ματαιοδοξία του κοσμικού. Η νύφη. Η καλλωπισθείσα σύζυγος. Με φροντισμένη κόμη και διάδημα μυρτιάς ( φυτό-σύμβολο της Θεάς Αφροδίτης), είναι καλυμμένη με εντυπωσιακό, πλούσιο σε πτυχώσεις φόρεμα μέχρι τα πόδια και γαντοφορεμένη. Το βλέμμα της απλανές και μυστηριώδες δεν συναντάει απευθείας τον θεατή. Στο δεξί χέρι κρατάει ανθοδέσμη που έχει εναποθέσει μελαγχολικά στο αριστερό πόδι. Αντίθετα, με το αριστερό χέρι αγκαλιάζει προστατευτικά σκεύος, ενδεχομένως γαμήλιο σύμβολο. Την ασημένια ηρεμία του φορέματος διασπά διαγώνια ‘’ολίγον’’ πάθος που δηλώνεται με το κόκκινο της Βενετίας στο μανίκι και στο υπόδημα. Το σφίξιμο της ζώνης στη μέση με αστραφτερό διάκοσμο, σύμβολο περιορισμού του κοσμικού έρωτα, συνοψίζει την εικόνα υπερβολικά επιμελημένης γυναικείας εμφάνισης, της νύφης – συζύγου. Αυτοπροσώπως η Laura Bagarotto – η συζυγική αγάπη.

Μέρος του τοπίου πίσω από την ενδεδυμένη γυναίκα είναι σκληρό και μουντό. Επάνω αριστερά και ψηλά στο βάθος διακρίνεται το κάστρο- μοναστήρι και ο ιππότης – καβαλάρης σε ανάβαση επίπονη για την κατάκτηση της μοναχής. Ο γαμπρός και παραγγελιοδόχος του έργου Niccolo AurelioΤα μαγικά δάκτυλα του Τιτσιάνο γίνονται χρωστήρας που ρίχνει φως στη σκοτεινή πλευρά με δυο κουνελάκια να παίζουν στην εξοχή, σύμβολα γονιμότητας αφού προορίζεται για δώρο γάμου.

Στο άλλο άκρο της κιβωτιόσχημης λάρνακας – δεξαμενής βρίσκεται η γυμνή Αφροδίτη, η εγγενής ομορφιά, το ιδεατό κάλλος, η καθαρότητα, το Ιερό. Σε αντίθεση με τον Μεσαίωνα, η Αναγέννηση προβάλλει το Ωραίο ως γυμνό σύμφωνα με τα νεοπλατωνικά ιδεώδη που εμπνέουν τον Τισιανό και τον καθιστούν εξαιρετικό γυμνογράφο. Η γυμνή Αφροδίτη καθισμένη ελαφρά στην άκρη έχει τα μαλλιά της πιασμένα χαλαρά, με κορδέλα στο πίσω μέρος της κεφαλής που επιτρέπει κάποιες ανέμελα ριγμένες μπούκλες να αγκαλιάζουν τους γυμνούς ώμους. Με το δεξί χέρι ακουμπάει σταθερά και με ολόκληρη την παλάμη στη δεξαμενή – κρήνη ενώ με το αριστερό χέρι κρατάει προς τα έξω και ψηλά σκεύος με θυμίαμα που καίει προς τον ουρανό. Το ίδιο χέρι συγκρατεί ψηλά στον ώμο πορφυρό χιτώνα που αφήνεται αβίαστα στο πλάι μέχρι κάτω στα πόδια. Η αποθέωση της ιερότητας του γυμνού. Το απόλυτο κάλλος. Ο θείος έρωτας. Για τον λόγο αυτό η προσοχή της Αφροδίτης είναι στραμμένη προς τον ερωτιδέα που ανακινεί τα νερά της δεξαμενής με πάθος.

Το τοπίο πίσω από τη γυμνή γυναίκα φωτίζεται γλυκά και αποπνέει ηρεμία. Την ηρεμία της Γαληνοτάτης. Το Μεσημέρι της Αιωνιότητας. Ο μικρός έρωτας ενδιάμεσος (medium), αλλά πλησιέστερος στην ενδεδυμένη Αφροδίτη, δείχνει να είναι προσηλωμένος στο έργο του ενώ έχει βουτήξει το δεξί του χέρι μέσα στη γεμάτη νερό κιβωτιόσχημη κρήνη και με μαεστρία αναδεύει τα ύδατα που χύνονται από χρυσό σπειροειδές στόμιο στη γη. Ο ερωτιδέας με το ανακάτεμα του νερού αγωνίζεται, όπως δείχνει η έκφραση του προσώπου του, να εξισορροπήσει την ανάγκη για τον θείο (Ιερό) Έρωτα με μια δύναμη άπωσης απορρέουσα από τις επίγειες απολαύσεις του κοσμικού (Βέβηλου) Έρωτα. Ενδεχομένως, αυτός είναι ο λόγος που ο μικρός έρως βρίσκεται πιο κοντά στην ενδεδυμένη γυναίκα, επίκουρος στην υπέρβαση του εγκόσμιου (εφήμερου) Έρωτα. Προς τούτο η γυμνή γυναίκα αφοσιώνεται στο έργο του ερωτιδέα και συνδράμει στην αναχώρηση από τα εγκόσμια. Η ανθρώπινη ψυχή βρίσκεται σε αέναη κίνηση ανάμεσα στα δυο όπως η κίνηση του νερού. Με το βλέμμα της προσμένει και ελπίζει στο ερωτικό ταξίδι της ψυχής και την επιστροφή στον Θεό (Εν). Η ψυχή επιζητεί την άνω πορεία, όπως ανεβαίνει και το θυμίαμα της γυμνής Αφροδίτης στον Ουρανό.

Στην πρόσοψη (μετόπη) της σαρκοφάγου – κρήνης αποτυπώνεται μυθολογική παράσταση κλασικής ζωφόρου με θέμα τη νίκη της ζωής επί του θανάτου. Προσφιλές μοτίβο στα έργα του Τιτσιάνο είναι μυθολογικές παραστάσεις από τις διάφορες σχέσεις της Θεάς του Έρωτα που είχαν γίνει ‘’μόδα’’ στη βενετσιάνικη ζωγραφική. Ως εκ τούτου δεν λογίζεται απίθανη εκδοχή η συγκεκριμένη παράσταση να παραπέμπει στην διεκδίκηση της Θεάς από τον Άδωνη και τη δολοφονία του από τον Άρη. Η αγάπη θα τον αναστήσει. Ο έρωτας και ο θάνατος. Από το αίμα του θα ποτιστεί η γη και θα φυτρώσει λουλούδι με τ` όνομά του στο σημείο που ρέει το νερό της κρήνης. Το ανάγλυφο μυθολογικό μοτίβο του έρωτα και θανάτου στο σημείο άνω και δεξιά της κρήνης συμπληρώνεται από το οικόσημο του Niccolo Aurelio ενώ στον ίδιο άξονα άνωθεν αυτού και εντός επιτραπέζιου σκεύους ευρίσκεται το οικόσημο της Laura Bagarotto. Με αυτό τον τρόπο πιστοποιείται και υπογράφεται η γαμήλια ένωση των δυο οικογενειών εν μέσω του Ιερού και Βέβηλου Έρωτα.

Το μαγευτικό ταξίδι στο βενετσιάνικο τοπίο του Τισιανού έδωσε έναυσμα στην παρέα για τη συνέχιση της συ- (ανα-) ζήτησης περί του νοήματος του Έρωτα. Ιερός και Βέβηλος Έρως λοιπόν; Αναρωτήθηκε η παρέα. Ο Στάθης Π. πρωτοποριακός ζωγράφος και όχι μόνο αντιγραφέας μετρίασε τις αντιθέσεις του Έρωτα με την αφαίρεση του στέμματος από την κοσμική Αφροδίτη, αφαίρεση που προσθέτει στην ανύψωση προς την Επουράνια Κλίμακα.

Ωστόσο, ο Βενετσιάνος Καλλιτέχνης κρατώντας μυστικό τον τίτλο της σύνθεσης παρέδωσε στον Καιρό του το γαμήλιο δώρο προβάλλοντας το αμφίσημο πρόσωπο του

Έρωτα ως αρχέγονη δύναμη έλξης και άπωσης της Αιωνιότητας. Το Μυστήριο του Έρωτα ως Λόγος και Αιτία της Ζωής και του Θανάτου.

 

Υ. Γ Το έργο του Τισιανού ‘’ Amor Sacro e Amor Profano’’ που παρουσιάζεται στο παρόν άρθρο, είναι αντίγραφο από τοιχογραφία σε οικία των Αθηνών.

Ανδριανή Στράνη