Αν νιώθουμε διαρκώς κουρασμένοι να ψάξουμε να δούμε αν έχουμε κάποιο από αυτά τα θέματα υγείας

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να καταλάβουμε αν τα συμπτώματά μας ευθυγραμμίζονται περισσότερο με την υπνηλία ή την κούραση.
Open Image Modal
milorad kravic via Getty Images
Εξαντλημένος πατέρας αναζητεί λίγα λεπτά ξεκούρασης, καθώς η μητέρα και το παιδί απολαμβάνουν μια αγκαλιά.

«Είμαι εξαντλημένος/η» Το πιθανότερο είναι ότι το έχουμε ήδη πει αυτό σήμερα ή ότι έχουμε ακούσει κάποιον άλλο να το λέει σε μια συζήτηση.

Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους μπορεί να αισθανόμαστε πιο εξαντλημένοι από ό,τι συνήθως. Μπορεί να αντιμετωπίζουμε εποχιακή συναισθηματική διαταραχή, να παλεύουμε να διαχειριστούμε καθημερινούς στρεσογόνους παράγοντες ή απλώς να μην κοιμόμαστε αρκετά.

Αλλά μπορεί να είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε αν η υπνηλία ή η κόπωση που βιώνουμε είναι αποτέλεσμα της καθημερινής εξουθένωσης ή μιας υποκείμενης κατάστασης υγείας.

Αν σκεφτόμαστε να αναζητήσουμε επαγγελματική συμβουλή, είναι σημαντικό να καταλάβουμε αν τα συμπτώματά μας ευθυγραμμίζονται περισσότερο με την υπνηλία ή την κούραση, σύμφωνα με την δρ Τζένιφερ Μουντ, κλινική ψυχολόγο ύπνου στο Κέντρο Αφύπνισης Ύπνου του Πανεπιστημίου της Γιούτα και αναπληρώτρια καθηγήτρια στο τμήμα οικογενειακής και προληπτικής ιατρικής του Πανεπιστημίου.

Η υπνηλία αναφέρεται σε έλλειψη εγρήγορσης, που σημαίνει ότι θα μπορούσαμε να αποκοιμηθούμε γρήγορα αν μας δινόταν η ευκαιρία να κοιμηθούμε κατά τη διάρκεια της ημέρας, λέει η Μουντ,

Η κούραση, από την άλλη πλευρά, είναι μια έλλειψη ενέργειας που προκαλείται από ανεπαρκή ύπνο ή άλλους παράγοντες υγείας, η οποία καθιστά δύσκολο να ολοκληρώσουμε εργασίες ή να «βγάλουμε» τη μέρα χωρίς να αισθανόμαστε εξαντλημένοι, προσθέτει η ίδια.

Τα άτομα που βιώνουν υπερβολική υπνηλία μπορεί να έχουν διαταραχή ύπνου, ενώ όσοι αντιμετωπίζουν κόπωση μπορεί να έχουν να κάνουν με διαταραχή του ύπνου ή (και) με κάποιο υποκείμενο ιατρικό πρόβλημα.

Αναζήτηση ιατρικής περίθαλψης

Η καλύτερη ένδειξη ότι ήρθε η ώρα να αναζητήσoυμε ιατρική βοήθεια για την επίμονη κόπωση είναι να καταλάβουμε ότι έχουμε μια αξιοσημείωτη αλλαγή στα επίπεδα ενέργειάς μας. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα αν η κούραση επηρεάζει την ικανότητά μας να ολοκληρώνουμε καθημερινές δραστηριότητες, να φροντίζουμε τον εαυτό μας ή την οικογένειά μας, να πηγαίνουμε στη δουλειά ή να ασκούμαστε για περισσότερο από δύο εβδομάδες, σύμφωνα με την δρ Τίνα Αν Τόμσον, ιατρό πρωτοβάθμιας περίθαλψης στο Emory Healthcare και επίκουρη καθηγήτρια στο τμήμα οικογενειακής και προληπτικής ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Emory στην Ατλάντα.

Όταν οι ασθενείς αναφέρουν χρόνια κόπωση, οι γιατροί συνήθως κάνουν μια σειρά από ερωτήσεις για να αποκτήσουν μια σαφέστερη εικόνα της υποκείμενης αιτίας και να καθορίσουν την καλύτερη πορεία δράσης, δηλώνει η Τόμσον.

Οι γιατροί επιθυμούν να γνωρίζουν πότε ξεκίνησε η κόπωση και αν μπορεί να την προκάλεσαν κάποια σημαντικά γεγονότα της ζωής μας, όπως μια νέα εργασία, η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου ή άλλοι στρεσογόνοι παράγοντες.

Οι γιατροί θα αξιολογήσουν επίσης τη διατροφή και τις συνήθειες άσκησής μας για να διασφαλίσουν ότι καταναλώνουμε αρκετές πρωτεΐνες, σίδηρο και άλλα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά. Οποιαδήποτε σημαντική αλλαγή στη ρουτίνα άσκησής μας, ιδίως αυξημένη ένταση ή αλλαγές στο χρόνο, θα μπορούσε επίσης να παίξει ρόλο.

Ωστόσο, η Τόμσον σημειώνει ότι κάποια κίνηση κάθε μέρα είναι απαραίτητη για να αποφύγουμε την κούραση.

Θα πρέπει επίσης να ερωτηθούμε για τυχόν αλλαγές στη διάθεση, τις συνήθειες ύπνου ή αν μας ανησυχεί η ψυχική μας υγεία. Και ο γιατρός μας θα θελήσει να εξετάσει έναν κατάλογο των φαρμάκων που παίρνουμε ή έχουμε χρησιμοποιήσει πρόσφατα, καθώς ορισμένες συνταγές φαρμάκων οι οποίες μπορεί να συμβάλλουν στην κόπωση.

Περιορίζοντας τις πιθανές αιτίες, οι γιατροί μπορούν να προετοιμάσουν έναν συγκεκριμένο αλγόριθμο εξετάσεων αντί να διεξάγουν ένα ευρύ φάσμα εξετάσεων, αλλά σύμφωνα με την Τόμσον, οι γιατροί αναζητούν αρκετούς βασικούς «ενόχους».

Υποκείμενες συνθήκες υγείας

Μια κοινή αιτία της κόπωσης είναι η αναιμία, μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από χαμηλό αριθμό ερυθρών αιμοσφαιρίων, η οποία μπορεί να οφείλεται σε αιμορραγία, ανεπαρκή πρόσληψη σιδήρου ή αδυναμία του οργανισμού να απορροφήσει σωστά το σίδηρο. Μια εξέταση αίματος ρουτίνας μπορεί να βοηθήσει να διαπιστωθεί εάν η αναιμία αποτελεί παράγοντα που συμβάλλει. (στην κόπωση). 

Παρόλο που η καρδιακή νόσος δεν είναι η πιο συχνή αιτία χρόνιας κόπωσης, η Τόμσον τονίζει τη σημασία του καρδιακού ελέγχου, ειδικά δεδομένου ότι είναι η κύρια αιτία θανάτου για τις γυναίκες στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι γυναίκες που βρίσκονται στα χρόνια της εμμήνου ρύσεως μπορεί επίσης να εμφανίσουν κόπωση καθώς οι ορμόνες τους αυξομειώνονται κατά τη διάρκεια του μηνιαίου κύκλου τους, αλλά η κόπωση μπορεί να γίνει πιο έντονη κατά την περιεμμηνόπαυση. Η Τόμσον συνιστά την επίσκεψη σε έναν ειδικό για την αντιμετώπιση των ορμονικών προβλημάτων σε αυτό το στάδιο της ζωής μας.

Μια άλλη αιτία παρατεταμένης κόπωσης μπορεί να είναι ένας παρατεταμένος ιός ή μια λοίμωξη που ίσως εξαντλεί την ενέργεια του σώματός σας για περισσότερο χρόνο από ό,τι συνήθως αναμενόταν.

Εάν αποκλειστούν αυτές οι κοινές παθήσεις και οποιεσδήποτε άλλες που μπορεί να σας απασχολούν, ο γιατρός μπορεί να θελήσει να διερευνήσει το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης ή σπάνιες διαταραχές του αίματος

Οσον αφορά τα γενικά συμπτώματα της κόπωσης, η Τόμσον τονίζει τη σημασία του να δίνουμε προτεραιότητα στον ύπνο, ακόμη και όταν η ζωή μας μοιάζει πολύ φορτωμένη. Επιπλέον, ενθαρρύνει τα άτομα με χρόνια κόπωση να αναζητούν υποστήριξη από γιατρούς, αγαπημένα πρόσωπα ή έναν άνθρωπο για να μας υπενθυμίζει τις υποχρεώσεις μας για βοήθεια κατά τη διάρκεια αυτής της δύσκολης ή αγχωτικής περιόδου.

Διαταραχές ύπνου

Οι τρεις συνηθέστερες αιτίες υπνηλίας ή κόπωσης είναι ο ανεπαρκής ύπνος, η αϋπνία και η υπνική άπνοια, δηλώνει η Μουντ. 

Ακόμη και αν δεν έχουμε κάποια διαταραχή ύπνου που έχει διαγνωσθεί, υπάρχουν πολλοί παράγοντες του τρόπου ζωής που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στον κακό ύπνο και να δημιουργήσουν έναν κύκλο ημερήσιας εξάντλησης.

Ενώ οι ενήλικες γενικά συνιστάται να κοιμούνται επτά έως εννέα ώρες κάθε βράδυ, η ίδια σημειώνει ότι οι ατομικές ανάγκες ποικίλλουν, οπότε είναι σημαντικό να «ακούμε» το σώμα μας. 

Ωστόσο, η κορυφαία συμβουλή της Μουντ για τον ύπνο είναι να επιδιώκουμε πάντα τη συνέπεια, ειδικά όσον αφορά την ώρα που κοιμόμαστε και ξυπνάμε.

 Με πληροφορίες από: Cnn Health

-- --