Στο 11,6% διαμορφώθηκε το ποσοστό της ανεργίας στη χώρα το γ′ τρίμηνο του 2022 από 12,4% το προηγούμενο τρίμηνο και 13% το το 2021.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο αριθμός των ανέργων ανήλθε σε 555.567 άτομα, παρουσιάζοντας μείωση 6,1% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και μείωση 9,7%, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Ωστόσο, περίπου 350.000 άτομα είναι μακροχρόνια άνεργοι, ήτοι αναζητούν εργασία έναν και πλέον χρόνο χωρίς να βρίσκουν.
Σε 11,6% διαμορφώθηκε το ποσοστό της ανεργίας στη χώρα το γ′ τρίμηνο εφέτος, από 12,4% το β′ τρίμηνο 2022 και έναντι 13% το γ′ τρίμηνο του 2021.
Ο αριθμός των ανέργων ανήλθε σε 555.567 άτομα, παρουσιάζοντας μείωση 6,1% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και μείωση 9,7%, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Ωστόσο, περίπου 350.000 άτομα είναι μακροχρόνια άνεργοι, ήτοι αναζητούν εργασία έναν και πλέον χρόνο χωρίς να βρίσκουν.
Διπλάσια η ανεργία στις γυναίκες
Σύμφωνα με την τριμηνιαία έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, στις γυναίκες το ποσοστό ανεργίας ανήλθε σε 15,4% έναντι 8,7% στους άνδρες.
Ηλικιακά, τα υψηλότερα ποσοστά καταγράφονται στις ηλικίες 15- 19 ετών (40,2%) και 20- 24 ετών (27,6%).
Ακολουθούν οι ηλικίες 25- 29 ετών (18,3%), 30- 44 ετών (11,9%), 45- 64 ετών (8,1%) και 65 ετών και άνω (7,2%).
Σε επίπεδο περιφερειών της χώρας η ανεργία είναι:
- Δυτική Μακεδονία (19,1%),
- Θεσσαλία (17,2%)
- Ήπειρος (15,2%).
- Κεντρική Μακεδονία (13,7%), η
- Στερεά Ελλάδα (12,9%), η
- Ανατολική Μακεδονία- Θράκη (12,8%), η
- Πελοπόννησος (12,8%), η
- Δυτική Ελλάδα (12,1%), η
- Αττική (9,9%), το
- Βόρειο Αιγαίο (8,9%), η
- Κρήτη (8,2%), οι
- Ιόνιοι Νήσοι (7,3%) και το
- Νότιο Αιγαίο (5,1%).
Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει επίσης ότι οι βασικοί λόγοι που σταμάτησαν οι άνεργοι να εργάζονται είναι είτε διότι η εργασία τους ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (30,6%) είτε διότι απολύθηκαν (17,3%). Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί στο παρελθόν (νέοι άνεργοι) είναι 25%.
Η πλειονότητα των ανέργων (62,9%) αναζητεί εργασία ένα έτος ή περισσότερο (μακροχρόνια άνεργοι). Επίσης, η πλειονότητα των ανέργων έχει ολοκληρώσει έως δευτεροβάθμια εκπαίδευση (58,9%).
Το ποσοστό των ανέργων που δηλώνουν ότι δεν είναι εγγεγραμμένοι στη ΔΥΠΑ (ΟΑΕΔ) ανέρχεται σε 17,8%, ενώ το ποσοστό αυτών που δηλώνουν ότι λαμβάνουν επίδομα ή βοήθημα από τη ΔΥΠΑ (ΟΑΕΔ) ανέρχεται σε 12%.
Αυτοαπασχολούμενοι
Παράλληλα, ο αριθμός των απασχολουμένων ανήλθε σε 4.216.038 άτομα, παρουσιάζοντας αύξηση 1,2% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και αύξηση 2,4%, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων εργάζονται ως μισθωτοί (70,3%), ενώ σημαντικό είναι και το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό (19,1%).
Το ποσοστό μερικής απασχόλησης ανέρχεται σε 7,2%, ενώ το ποσοστό των ατόμων που έχουν προσωρινή εργασία σε 8,2%. Η μερική απασχόληση εμφανίζει μείωση 12,8% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και 8,9% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Η προσωρινή απασχόληση έχει αυξηθεί τόσο σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο (5,3%), όσο και σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους (3,9%).
Ποια επαγγέλματα
Τα επαγγέλματα που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων είναι οι απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές (22,5%) και οι επαγγελματίες (21,4%).
Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται στους ανειδίκευτους εργάτες, χειρώνακτες και μικροεπαγγελματίες και στους τεχνικούς και ασκούντες συναφή επαγγέλματα (5,8% και 3,8% αντίστοιχα), ενώ μείωση παρατηρείται στους επαγγελματίες (0,9%).
Σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, η μεγαλύτερη αύξηση εμφανίζεται στους επαγγελματίες και στους ανειδίκευτους εργάτες, χειρώνακτες και μικροεπαγγελματίες (10% και 9%, αντίστοιχα), ενώ παρατηρείται μείωση στους τεχνικούς και ασκούντες συναφή επαγγέλματα (6,7%) και στους υπαλλήλους γραφείου (2,7%).
Το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων (48,6%) δηλώνει ότι εργάστηκε 40- 47 ώρες την εβδομάδα αναφοράς, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό (21,7%) δηλώνει ότι εργάστηκε 48 ή περισσότερες ώρες.
Η πλειονότητα των απασχολουμένων (78,1%) δηλώνει ότι εργάστηκε τις συνήθεις ώρες κατά την εβδομάδα αναφοράς. Το 8% δηλώνει ότι θα επιθυμούσε να εργάζεται περισσότερες ώρες, το 3,3% είναι υποαπασχολούμενοι μερικής απασχόλησης, οι οποίοι θα ήθελαν να εργάζονται περισσότερο και θα μπορούσαν να αρχίσουν να εργάζονται περισσότερο μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες, και το 1,6% έχει παραπάνω από μία εργασία.