Η κυβέρνηση του προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, απαγόρευσε, με ανακοίνωση της την Τρίτη, 8 Οκτωβρίου, το δικαίωμα στον Αμερικανό πρέσβη, στην Ευρωπαϊκή Ενωση, το δικαίωμα να καταθέσει ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων, για την έρευνα που διεξάγεται εις βάρος του Ντόναλντ Τραμπ με το αίτημα της παραπομπής και καθαίρεσης του.
Ο Γκόρντον Σόντλαντ, ο οποίος υπήρξε υπήρξε χρηματοδότης του Τραμπ, κατά την περίοδο των προεδρικών εκλογών του 2016 και ανέλαβε τα διπλωματικά του καθήκοντα τον Ιούλιο, επρόκειτο να καταθέσει ενώπιον τριών επιτροπών των Δημοκρατικών με θέμα, πως ακριβώς ο Λευκός Οίκος, προσπάθησε να πιέσει τον Ουκρανό πρόεδρο, να διατάξει έρευνα εις βάρος του Τζο Μπάιντεν.
Ο Σόντλαντ είχε συμφωνήσει να καταθέσει χωρίς πρόσκληση. Μέσα από τον δικηγόρο του την Τρίτη, δήλωσε ότι ελπίζει πως «τα ζητήματα που έθεσε το υπουργείο Εξωτερικών, τα οποία αποκλείουν τη μαρτυρία του, να επιλυθούν αμέσως».
«Είναι έτοιμος να καταθέσει, όποτε του ζητηθεί», δήλωσε ο δικηγόρος, Ρόμπερτ Λούσκιν.
Ο Σόντλαντ είναι βασικός μάρτυρας για τις Επιτροπές Εξωτερικών Υποθέσεων, Υπηρεσιών Πληροφοριών και Εποπτείας του Σώματος, των οποίων το προσωπικό αναμενόταν να τον ρωτήσουν γιατί και με ποιο τρόπο συμμετείχε σε συναλλαγές με την Ουκρανία, η οποία δεν είναι μέλος της ΕΕ.
Ο Τραμπ έχει αρνηθεί πως έκανε κάτι παράνομο στην γνωστή τηλεφωνική του συνομιλία με τον Ουκρανό ομόλογο του, στις 25 Ιουλίου στην οποία ζητούσε να διεξαχθεί έρευνα τόσο στον Μπάιντεν όσο και στον γιό του, Χάντερ.
Σε ανάρτηση του στο Twitter, ο Ντόναλντ Τραμπ, έγραψε πως, «Θα ήθελα να στείλω στον Πρέσβη Σοντλαντ, έναν πολύ καλό άνθρωπο και έναν σπουδαίο Αμερικανό, να καταθέσει, αλλά δυστυχώς θα καταθέσει μπροστά σε ένα τελείως συμβιβασμένο δικαστήριο από «καγκουρό», όπου τα δικαιώματα των Ρεπουμπλικανών έχουν αφαιρεθεί και αληθινά γεγονότα αποκρύπτονται από την κοινή γνώμη».
Σύμφωνα με πληροφορίες,το όνομα του Σόντλαντ, εμφανίζεται στις συνομιλίες με τον Ζελένσκι, καθώς προσπαθούσε να έρθει σε επαφή με τον Τραμπ, αλλά και τις ανησυχίες των αξιωματούχων, για την κατακράτηση της οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας 400 εκατομμυρίων δολαρίων, προς τους Ουκρανούς, προκειμένου να τους ασκηθεί πίεση με αντάλλαγμα της έναρξη της σχετικής έρευνας.
Πηγή: Reuters