Ο τελευταίος λιμός της Ευρώπης που προέκυψε από φυσικά αίτια έλαβε τέλος πριν από 150 χρόνια: Στη Φινλανδία, η οποία τότε υπαγόταν στη Ρωσική Αυτοκρατορία, πάνω από 250.000 άνθρωποι – σχεδόν το 10% του πληθυσμού- πέθαναν από την πείνα- ωστόσο σήμερα η χώρα θεωρείται η πιο σταθερή, ασφαλής και με την καλύτερη διακυβέρνηση στον κόσμο. Επίσης, θεωρείται πως είναι μεταξύ των πλουσιότερων, προοδευτικότερων και κοινωνικά δίκαιων- ενώ η διαφθορά κινείται επίσης σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Όπως σημειώνεται σε σχετικό αφιέρωμα του Guardian (στο ευρύτερο πλαίσιο μιας νέας σειράς, ονόματι The Upside, με θέμα «πράγματα που πάνε καλά στον κόσμο») το σύστημα απονομής δικαιοσύνης της χώρας θεωρείται επίσης το πλέον ανεξάρτητο στον κόσμο, η αστυνομία χαίρει εμπιστοσύνης, οι τράπεζες είναι σταθερές και ασφαλείς, οι εταιρείες θεωρούνται ηθικές κλπ. Επίσης, οι 5,5 εκατ. κάτοικοι χαίρουν της τρίτης μεγαλύτερης ισότητας φύλων στον κόσμο και έχουν την πέμπτη χαμηλότερη ανισότητα εισοδημάτων. Τα μωρά είναι τα λιγότερο υπέρβαρα και οι νέοι της χώρας είναι στη δεύτερη θέση στον κόσμο ως προς το διάβασμα.
«Μέσα σε 150 χρόνια, φαίνεται πως τα έχουν πάει αρκετά καλά» αναφέρεται στο κείμενο του Guardian.
Πολλοί Φινλανδοί, βέβαια, όταν ακούν για τα επιτεύγματα της χώρας τους, σχολιάζουν ότι τα πράγματα δεν είναι όπως ήταν παλαιότερα: Η Φινλανδία βγαίνει και αυτή από μια μακρά ύφεση, η ανεργία βρίσκεται στο 8%, ένα λαϊκιστικό, εθνικιστικό κόμμα βρίσκεται στο 20% κ.α. Ωστόσο, φαίνονται να υπάρχουν κάποιοι παράγοντες που ασκούν θετική επιρροή.
Ένα από αυτά, όπως σημειώνει η Τάρια Χαλόνεν, πρόεδρος της Φινλανδίας από το 2000 ως το 2012, είναι το κλίμα: «Ζούμε σε μια κρύα, απόμακρη και τραχιά χώρα. Ο καθένας πρέπει να δουλεύει σκληρά για τον εαυτό του. Αλλά αυτό δεν αρκεί πάντα. Πρέπει να βοηθάς τους γείτονές σου».
Από τις φινλανδικές λέξεις που είναι δύσκολο να μεταφραστούν, αυτή που επισημαίνουν περισσότερο οι Φινλανδοί είναι το sisu: Μια ανυποχώρηση επιμονή, ανεξαρτήτως συνεπειών- η οποία επέτρεψε στον φινλανδικό στρατό των 350.000 ανδρών να αντιμετωπίσει πολλαπλάσιες σοβιετικές δυνάμεις και να επιφέρει πενταπλάσιες απώλειες από αυτές που υπέστη. Επίσης, υπάρχει και το talkoo: «το να δουλεύουμε μαζί, συλλογικά, για ένα συγκεκριμένο καλό», όπως εξηγεί η Σίρπα Καεκένεν, συγγραφέας ιστορικών μυθιστορημάτων- που σημειώνει ότι η Φινλανδία, που ήταν υπό σουηδική κατοχή για 600 χρόνια και υπό ρωσική για 100 χρόνια, ήταν «γενικά και δημοκρατικά φτωχή...δεν υπήρχαν δουλοπάροικοι, αλλά ούτε και πλούσιοι αριστοκράτες. Η κοινωνία δεν είχε ιεραρχία».
Γενικότερα, αποτελεί γενικά αποδεκτό συμπέρασμα πως στη Φινλανδία, ακόμα και πριν την ανεξαρτησία, το 1917, τα χάσματα μεταξύ των κοινωνικών τάξεων ήταν μικρότερα από ό,τι συνήθως- ακόμα και η βιομηχανική επανάσταση ήταν πιο περιορισμένων διαστάσεων, χωρίς «δυναστείες» ζάπλουτων βιομηχάνων- και αυτό φαίνεται μέχρι ενός σημείου να συνεχίζεται και σήμερα. «Μπορεί να περπατάς δίπλα στον πλουσιότερο της πόλης και δεν θα το καταλάβαινες» λέει ο Μπρους Όρεκ, Αμερικανός πρέσβης επί Ομπάμα, ο οποίος επέλεξε να μείνει στη χώρα.
Η πιο επιτυχημένη εταιρεία της χώρας, η Supercell (εταιρεία παραγωγής ηλεκτρονικών παιχνιδιών, δημιουργός του γνωστού online παιχνιδιού Clash of Clans) πλήρωσε πάνω από 800 εκατ. ευρώ σε φόρους- και αυτό έγινε γνωστό στο πλαίσιο της ετήσιας δημοσιοποίησης των 10.000 με τα μεγαλύτερα εισοδήματα της χώρας και των φόρων που πληρώνουν.
Επίσης, ιδιαίτερα σημαντική είναι η έμφαση που δόθηκε στο σύστημα παιδείας της χώρας, οι βάσεις του οποίου είχαν τεθεί από πριν την ανεξαρτησία- και αποσκοπούσε σε μια πιο ισότιμη κοινωνία.
Ολόκληρη η χώρα είναι στην πραγματικότητα «ένα κοινωνικό κατασκεύασμα που φτιάχτηκε από καθηγητές πανεπιστημίου» λέει ο φιλόσοφος Ίκλα Νινιλουομότο: Οι ακαδημαϊκοί που ηγήθηκαν του εθνικιστικού κινήματος της χώρας «δημιούργησαν τη Φινλανδία ως έθνος: Η γλώσσα της, η ιστορία της, η λογοτεχνία της, η μουσική της, τα σύμβολά της, η λαογραφία της».
Από την ανεξαρτησία και μετά, σχεδόν το 30% των ηγετών της Φινλανδίας ήταν καθηγητές πανεπιστημίου, περιλαμβανομένων των μισών εκ των πρώτων πρωθυπουργών της. Επίσης, αξιοσημείωτο ως προς το επίπεδο της παιδείας και της μόρφωσης είναι ένα διάταγμα του 19ου αιώνα, βάσει του οποίου ένα ζευγάρι δεν μπορούσε να παντρευτεί σε λουθηρανική εκκλησία εάν δεν περνούσε πρώτα ένα τεστ ανάγνωσης. Κάπως αντίστοιχα ενσωματώθηκε και η ισότητα των φύλων: Σχεδόν το 10% των βουλευτών της πρώτης Βουλής της Φινλανδίας ήταν γυναίκες (τώρα το 42%), ενώ ως το 1930 το 30% των σπουδαστών στα πανεπιστήμια ήταν γυναίκες.
Μεταξύ άλλων, σύμφωνα με τον Guardian, η χώρα επωφελήθηκε από σοφούς ηγέτες προπολεμικά και μεταπολεμικά, που έχαιραν της στήριξης του λαού, ενώ έγιναν σωστές αποφάσεις – από κυβερνήσεις συνασπισμού που είχαν κατά νου την ύπαρξη συνέχειας στη γραμμή διακυβέρνησης της χώρας- ως προς τη βιομηχανία, τις υποδομές κ.α. Επίσης, η σταθερή ανάπτυξη (παρά τον πόλεμο, την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και μια βαθιά ύφεση στη δεκαετία του 1990) συνέβαλε στο ο κόσμος να εμπιστεύεται τους θεσμούς της χώρας.
Καταλήγοντας, στο κείμενο του Guardian αναφέρεται πως «κλειδί» σε όλα αυτά φαίνεται να είναι η εμπιστοσύνη μεταξύ των Φινλανδών των ίδιων- η οποία φαίνεται να περνά στο επιχειρηματικό περιβάλλον, καθώς τα πράγματα γίνονται πιο γρήγορα και πιο αξιόπιστα.
Το «μαγικό συστατικό», όπως σημειώνεται, φαίνεται να έχει να κάνει με τις βασικές αρετές: Την αυτοπεποίθηση, τη συνεργασία, την ισότητα, τον σεβασμό προς την παιδεία και την εμπιστοσύνη.