* Του Πέτρου Βαμβακά, Αναπληρωτή Καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σπουδών του Emmanuel College της Βοστώνης στο Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ
Μία εβδομάδα μετά την επίθεση στο Καπιτώλιο, στο «ναό της δημοκρατίας», η πολιτική και οικονομική ελίτ των ΗΠΑ συνεχίζει να εθελοτυφλεί. Είναι προτιμότερο για πολλούς αναλυτές να αποδεχθούν ότι η επίθεση ήταν μία κίνηση ενός παρανοϊκού νάρκισσου που δεν θέλει να αποχωριστεί την εξουσία, από το να αξιολογηθεί η συγκεκριμένη εξέλιξη ως ένδειξη αγανάκτησης από ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, το όποιο σταδιακά αυξάνεται και λαμβάνει ολοένα και πιο ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά, βασισμένα εν μέρει, έστω και οριακά, σε συνταγματικά δικαιώματα, όπως αυτό της οπλοφορίας, αλλά και σε ιστορικές επαναστατικές παραδόσεις.
Κανείς πλέον δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο απερχόμενος Πρόεδρος πάσχει από ναρκισσιστικό σύνδρομο, ωστόσο, ο Τραμπ δεν είναι η ρίζα του προβλήματος. Η εκλογή του το 2016 ήταν το αποτέλεσμα μίας κοινωνικοπολιτικής μετάλλαξης, λόγω της ανερχόμενης τεχνολογικής και οικονομικής ανισότητας, ορατής πλέον σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Ενώ χλευάσαμε τους εισβολείς του Καπιτωλίου ως καρικατούρες που ξεπετάχτηκαν από τις σελίδες ενός εικονογραφημένου από την παιδική μας ηλικία, πολύ φοβάμαι ότι χάσαμε και χάνουμε το ορθό μέτρο ανάλυσης.
Εδώ και δύο δεκαετίες, στην Αμερική αναπτύσσεται μία ακραία ριζοσπαστική νοοτροπία η οποία πηγάζει και ενσωματώνει τάσεις ενός αναρχικού φιλελευθερισμού ή ενός «ορθόδοξου φιλελευθερισμού» που αξιολογεί κάθε είδους άσκησης κρατικής εξουσίας ως αιχμή ενάντια σε βασικές ελευθερίες, ιδιαίτερα αυτή της ιδιωτικής περιουσίας. Από το επαναστατικό διάγγελμα του 1776, το όποιο οδηγεί στην Αμερικανική Επανάσταση, μέχρι την αλληλογραφία του Τζέφερσον προς τον γαμπρό του, Άνταμς, το 1787, και τη φράση ότι το «δέντρο της Ελευθερίας ποτίζεται από το αίμα των πατριωτών και των τυράννων», αλλά και την πολιτική αντίθεση του Χένρι Ντέιβιντ Θορώ στον πόλεμο με το Μεξικό το 1846-47 που τον οδηγεί στη θεωρία της «πολιτικής ανυπακοής», διαπιστώνονται δείγματα λαϊκής αντίστασης και εξέγερσης βασισμένα και δικαιολογημένα στις αξίες του πολιτικού φιλελευθερισμού.
Ακόμη και η κίτρινη σημαία του Γκάντστεν, την οποία βλέπουμε και σήμερα, με τον τεμαχισμένο κροταλία και τη λεζάντα «Don’t Τread on Me» («Μη με πατάς»), έχει ιστορικούς συμβολισμούς μέσα στο πλαίσιο της ίδιας της αμερικανικής ιστορικής αφήγησης. Ένα μέρος της αμερικανικής ιστορίας που δεν είναι μέρος της ιστορικής μνήμης όλης της κοινωνίας, αλλά σηματοδοτεί διαχωριστικές γραμμές σήμερα. Μετά την 11η Σεπτεμβρίου και τον πόλεμο στο Ιράκ, η αμφισβήτηση της πολιτικής εξουσίας γίνεται εντονότερη και πιο κοινωνικά βίαιη. Οι επιθέσεις στα σχολεία και γενικότερα τα κρούσματα βίας στην κοινωνία αυξάνονται.
Κατά τη διάρκεια των προεδρικών εκλογών του 2004 και ενώ η δυσαρέσκεια της κοινωνίας αυξανόταν έναντι των ανελέητων και ατελείωτων πολέμων σε Ιράκ και Αφγανιστάν, όλο και πλήθαιναν οι φωνές αμφισβήτησης της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Η επανεκλογή του Προέδρου Μπους, εκείνη τη χρονιά έναντι του Δημοκρατικού Τζον Κέρι, βασίστηκε στην επιτυχημένη προεκλογική εκστρατεία που χαρακτήρισε τον Κέρι ως συστημικό και τον πρόεδρο Μπους ως αντισυστημικό και «λαϊκό cowboy από το Τέξας». Τέσσερα χρόνια αργότερα ο τότε γερουσιαστής Ομπάμα, σε προεκλογική ομιλία στο Σαν Φρανσίσκο, αναφέρθηκε σε κατοίκους της Δ. Πενσιλβάνια σαν απογοητευμένους που ψάχνουν καταφύγιο στη Βίβλο και στα όπλα τους, ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα, τον Μάιο του 2012, ο Ρεπουμπλικανός Μιτ Ρόμνι αναφέρθηκε στο 47% του αμερικάνικου λαού κάνοντας λόγο για «ηττοπαθή παρασιτικά θύματα που περιμένουν κρατικά επιδόματα». Το αποκορύφωμα, βέβαια, ήταν το 2016 όταν η Χίλαρι Κλίντον αναφέρθηκε στους οπαδούς του Τραμπ χαρακτηρίζοντάς τους ως αξιοθρήνητους (deplorables).
Το 2016 ο εκλεκτός των «αξιοθρήνητων» ήρθε στην εξουσία, με ένα πολιτικό λόγο καθαρά εμπρηστικό και «αμερικανικό» που είχε ως βασικό επιχείρημα την «αποξήρανση του βάλτου» της εξουσίας. Ο πολιτικός λόγος του Τραμπ, αν και εκτός πολιτικής ορθότητας, ήταν μέσα στο πλαίσιο μιας ριζοσπαστικής και «αντιεξουσιαστικής» φλέβας της αμερικανικής πολιτικής ιστορίας.
Σήμερα, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία κατά πόσο ο πολιτικός λόγος του Τραμπ το 2016-2020, είναι ιδεολογικά ταυτόσημος με εκείνον του Τζέφερσον (1776 ή 1787) ή του Θορώ το 1846, αυτό που έχει ιδιαίτερη πολιτική σημασία είναι ότι συμβολικά, ο Τραμπ έφερε στην εξουσία τις δυνάμεις που δυσανασχετούσαν στο περιθώριο από το 2004. Κοινωνικά στρώματα που ασπάστηκαν το συμβολισμό και την ιδέα της συνεχούς αντίστασης έναντι της κρατικής εξουσίας και της πολιτικής ανυπακοής, έναντι της «δικτατορίας» του ορθού λόγου.
Πολύ φοβάμαι ότι αυτήν την ύστατη στιγμή της διακυβέρνησης του Τραμπ, η πολιτική ελίτ της Αμερικής προσπαθεί να πετύχει την απομάκρυνσή του, ως ένα είδος «εξορκισμού» όλης της τετραετίας, μη θέλοντας να πιστέψει ότι η προεδρία Τραμπ ήταν αποτέλεσμα της παραμέλησης ενός μεγάλου μέρους του εκλογικού σώματος. Γι’ αυτό η οποία κίνηση παραπομπής του Προέδρου Τραμπ, θα δώσει μια προσωρινή ανακούφιση και ευχαρίστηση σε ένα μεγάλο μερίδιο ψηφοφόρων. Ωστόσο, το σίγουρο είναι ότι αυτό που είδαμε στις 6 Ιανουαρίου δεν είναι παροδικό και εάν δεν το δούμε μέσα από τις σωστές διαστάσεις, θα δούμε πολύ χειρότερα στο σύντομο μέλλον.