Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) έκρινε ότι είναι «παρατεταμένες και αναποτελεσματικές» οι διαδικασίες της Επιτροπής Ακίνητης Ιδιοκτησίας, την οποία έχει συστήσει η Άγκυρα στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου για να εξετάζει υποθέσεις περιουσιών Ελληνοκυπρίων εκτοπισμένων.
Το ΕΔΑΔ εξέδωσε την απόφαση του ύστερα από προσφυγή της Ελληνοκύπριας Ανδριανής Ιωάννου και, με έξι ψήφους υπέρ και μια κατά, επιδίκασε στην Τουρκία 7.000 ευρώ ως αποζημίωση για ηθική βλάβη κι επιπλέον 6.000 ευρώ για έξοδα και δαπάνες, που πρέπει να καταβληθούν εντός τριών μηνών από τη στιγμή που θα καταστεί τελεσίδικη η απόφαση. Από τη λήξη της τρίμηνης περιόδου κι έως τη διευθέτηση της αποζημίωσης, θα υπολογίζεται τόκος ίσος με το δανειστικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας συν τρεις μονάδες.
Ωστόσο, το Δικαστήριο απέρριψε τις υπόλοιπες απαιτήσεις για αποζημίωση της αιτήτριας. Επίσης, ομόφωνα απέρριψε την προδικαστική ένσταση της τουρκικής πλευράς για μη εξάντληση των εσωτερικών ένδικων μέσων.
Στην απόφασή του, το Δικαστήριο σημειώνει ότι «η θεραπεία της ΕΑΙ (Επιτροπής Ακίνητης Ιδιοκτησίας) παραμένει μια θεραπεία, που πρέπει να εξαντληθεί από άλλους αιτητές, οι οποίοι θέλουν να επικαλεστούν τα δικαιώματα που απορρέουν από τη Σύμβαση ενώπιον του Δικαστηρίου».
Οι δικαστές του ΕΔΑΔ συμφώνησαν στο γεγονός ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου 1, αναφορικά με την προστασία της περιουσίας, όπως προβλέπεται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Σημειώνεται ότι η Ανδριανή Ιωάννου, με κυπριακή και βρετανική υπηκοότητα, διαμένει στο Ηνωμένο Βασίλειο και προσέφυγε το 2008 στην επιτροπή, διεκδικώντας αποζημίωση για πέντε τεμάχια γης στην κατεχόμενη Κώμα του Γιαλού. Οι διαδικασίες ενώπιον της επιτροπής των κατεχομένων βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη. Η κ. Ιωάννου είχε αξιώσει αποζημίωση ύψους 1,8 εκ. στερλινών, ή περίπου 2.285.000 ευρώ. Ωστόσο, οι διαδικασίες ενώπιον της επιτροπής καθυστέρησαν για δύο χρόνια, έως ότου οι Αρχές του ψευδοκράτους αποφανθούν ότι το ποσό είναι υπέρογκο και ότι δεν πείστηκαν για το γεγονός ότι είναι η νόμιμη κληρονόμος της περιουσίας. Συγκεκριμένα, ζητήθηκαν από την κ. Ιωάννου σειρά εγγράφων, τα οποία να αποδεικνύουν, μεταξύ άλλων, την ταυτότητα της ίδιας και της θείας της, το γεγονός ότι διέμενε σε τουρκοκυπριακή κατοικία στις ελεύθερες περιοχές, ενώ της ζητήθηκαν διευκρινήσεις και για τον διαφορετικό τρόπο, με τον οποίο έγγραφαν το επώνυμό τους η μητέρα και η θεία της.
Οι αρχές του τουρκοκυπριακού καθεστώτος ανέφεραν στην επιτροπή τον Οκτώβριο του 2013 ότι με την παρουσίαση των απαιτούμενων εγγράφων θα προσέφεραν το ποσό των 60 χιλ. στερλινών για διευθέτηση της υπόθεσης. Μετά την εξέλιξη αυτή, τον Οκτώβριο του 2014, η κ. Ιωάννου προσέφυγε στο ΕΔΑΔ.
Το ΕΔΑΔ, στην απόφασή του, υπογραμμίζει πως εξακολουθεί να έχει στραμμένη την προσοχή του στις εξελίξεις αναφορικά με τη λειτουργία της επιτροπής και της δυνατότητάς της να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις απαιτήσεις των Ελληνοκυπρίων αναφορικά με τις περιουσίες τους.
«Στην παρούσα υπόθεση, η ΕΑΙ δεν έδρασε με συνοχή, επιμέλεια και την κατάλληλη ταχύτητα αναφορικά με την απαίτηση της αιτήτριας για αποζημίωση», κάτι που, σύμφωνα με το Δικαστήριο, είναι αρκετό για να αποφανθεί ότι υπήρξε παραβίαση της σχετικής πρόνοιας για την προστασία της περιουσίας» καταλήγει η απόφαση.
(με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ)