Μια εξαιρετικά ισχυρή ηλιακή καταιγίδα χτύπησε τον πλανήτη μας πριν από 9.200 χρόνια, αφήνοντας πίσω της «ουλές» στον πάγο, θαμμένες βαθιά στην Ανταρκτική και τη Γροιλανδία.
Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα του Live Science, νέα μελέτη δειγμάτων αρχαίου πάγου έδειξε πως η συγκεκριμένη καταιγίδα, που ήταν άγνωστη μέχρι πρόσφατα, ήταν ένα από τα ισχυρότερα περιστατικά ηλιακού καιρού που έχουν εντοπιστεί ποτέ και θα είχε αχρηστεύσει τα σύγχρονα συστήματα τηλεπικοινωνιών αν είχε χτυπήσει τη Γη σήμερα. Ωστόσο, ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη προκαλεί το γεγονός πως η γιγαντιαία καταιγίδα φαίνεται να χτύπησε κατά τη διάρκεια ενός «ηλιακού ελαχίστου»- του σημείου δηλαδή στον 11ετή κύκλο του Ήλιου που οι ηλιακές εκλάμψεις είναι πολύ λιγότερο συχνές, σύμφωνα με την έρευνα, που δημοσιεύτηκε στις 11 Ιανουαρίου στο Nature Communications.
Λόγω αυτής της ανακάλυψης, οι ερευνητές ανησυχούν πως καταστροφικές ηλιακές καταιγίδες θα μπορούσαν να χτυπήσουν όταν δεν τις περιμένουμε, και ότι η Γη μπορεί να μην είναι προετοιμασμένη όταν καταφτάσει η επόμενη μεγάλη.
«Αυτές οι γιγαντιαίες καταιγίδες επί της παρούσης δεν περιλαμβάνονται επαρκώς στις αξιολογήσεις κινδύνου» ανέφερε σχετικά ο Ράιμουντ Μούσελερ, γεωλόγος στο Πανεπιστήμιο Λουντ στη Σουηδία. «Είναι υψίστης σημασίας να αναλύσουμε τι θα μπορούσε να σημαίνουν τέτοια φαινόμενα για τη σημερινή τεχνολογία και το πώς μπορούμε να προστατευτούμε».
Οι ηλιακές καταιγίδες λαμβάνουν χώρα όταν οι γραμμές των μαγνητικών πεδίων στο στέμμα του Ήλιου (το εξώτερο τμήμα της ατμόσφαιρας του Ήλιου) μπερδεύονται και μετά επανέρχονται στις θέσεις τους βίαια. Αυτή η ξαφνική μαγνητική επανασύνδεση μπορεί να οδηγήσει σε CME (coronal mass ejections, στεμματικές εκπομπές μάζας- πλάσμα και μαγνητικά πεδία) που διασχίζουν το Διάστημα ωθούμενες από τον ηλιακό άνεμο. Αν μια ισχυρή CME περάσει από τη Γη, μπορεί να συμπιέσει τη μαγνητική «ασπίδα» του πλανήτη, προκαλώντας γεωμαγνητική καταιγίδα.
Οι ήπιες γεωμαγνητικές καταιγίδες μπορούν να προκαλέσουν ζημιά σε δορυφόρους και προβλήματα σε ασύρματες επικοινωνίες, ισχυρές καταιγίδες, διακοπές ρεύματος και σημαντικές ζημιές σε υποδομές δικτύων ηλεκτροδότησης. Κάποιοι επιστήμονες θεωρούν ότι μια πολύ μεγάλη ηλιακή καταιγίδα θα μπορούσε να προκαλέσει επίσης καταστροφή στα υποθαλάσσια καλώδια Ίντερνετ, με αποτέλεσμα μια «Αποκάλυψη στο Ίντερνετ» που θα αφήσει μεγάλα τμήματα του κόσμου αποσυνδεδεμένα για μήνες.
Οι εξάρσεις CME κορυφώνονται κατά κανόνα κάθε περίπου 11 χρόνια, όταν ο Ήλιος εισέρχεται στον μέρος του φυσικού του κύκλου δραστηριότητας που είναι γνωστό ως ηλιακό μέγιστο- την περίοδο κατά την οποία η μαγνητική δραστηριότητα στο στέμμα είναι στο ζενίθ της. Σήμερα οι δορυφόροι μπορούν να παρακολουθούν απευθείας τις ηλιακές εξάρσεις, ωστόσο ο εντοπισμός αρχαίων καταιγίδων είναι δύσκολη υπόθεση- και οι συντελεστές της νέας αυτής έρευνας αναζήτησαν ίχνη σωματιδίων που είναι γνωστά ως κοσμογονικά ραδιονουκλίδια – στην ουσία ραδιενεργά ισότοπα που δημιουργούνται όταν φορτισμένα ηλιακά σωματίδια συγκρούονται με στοιχεία στην ατμόσφαιρα της Γης.
Αυτά τα ραδιενεργά σωματίδια μπορούν να εμφανίζονται στα «αρχεία» που διατηρεί η φύση, όπως σε δακτυλίους δέντρων και πυρήνες πάγου. Στο πλαίσιο αυτής της μελέτης οι επιστήμονες εξέτασαν πυρήνες πάγου από την Ανταρκτική και τη Γροιλανδία. Και στις δύο περιπτώσεις οι πυρήνες έδειχναν μια αξιοσημείωτη έξαρση στα ραδιονουκλίδια βηρύλλιο-10 και χλώριο-36 πριν περίπου 9.200 χρόνια, που υποδεικνύουν ότι μια ισχυρή ηλιακή καταιγίδα είχε σαρώσει τότε τη Γη.
Περαιτέρω ανάλυση έδειξε πως η καταιγίδα ήταν ιδιαίτερα ισχυρή- ίσως αντίστοιχη της ισχυρότερης που έχει καταγραφεί, η οποία έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια ενός ηλιακού μεγίστου μεταξύ του 775 πΧ και του 774 πΧ.
To ότι η νεοανακαλυφθείσα καταιγίδα έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια ενός ηλιακού ελαχίστου, όταν η μαγνητική δραστηριότητα του ήλιου θα έπρεπε να είναι χαμηλή, προκαλεί ανησυχία στους ερευνητές, καθώς δείχνει ότι είναι μεγαλύτερος από ό,τι πιστευόταν μέχρι τώρα ο κίνδυνος τέτοιων φαινομένων- και ως εκ τούτου είναι απαραίτητο να εντοπιστούν και καταγραφούν περισσότερες αρχαίες μεγάλες καταιγίδες μέσω πυρήνων πάγου και δακτυλίων δέντρων, για να διαπιστωθεί εάν υπάρχει κάποιου είδους μοτίβο πέρα από τον 11ετή κύκλο του Ήλιου το οποίο να υπαγορεύει πότε αυτές λαμβάνουν χώρα.