«Αριστερά» και «Δεξιά»: το φαστ-φουντ της πολιτικής ανάλυσης

Από τη Γαλλική Επανάσταση στο σήμερα.
Open Image Modal
JOEL SAGET via Getty Images

11η Σεπτεμβρίου 1789... Σημαδιακή ημερομηνία. Βρισκόμαστε στις αρχές της γαλλικής Επανάσταση, δυο μήνες μετά την κατάληψη της Βαστίλης.

Η Συντακτική Συνέλευση συνεδριάζει με ένα φλέγον ζήτημα: το βασιλικό βέτο στους ψηφιζόμενους νόμους. Εκατέρωθεν του Προέδρου σχηματίζονται δύο ομάδες.

Στα δεξιά όσοι θέλουν οριστικό βέτο, και στα αριστερά όσοι θέλουν απλώς ανασταλτικό. Από τον ερχόμενο μήνα, όταν η Συνέλευση θα συνεδριάζει στην αίθουσα του Ιπποδρομίου, στο Ανάκτορο του Κεραμεικού (Manège des Tuileries) όπου η βασιλική οικογένεια είναι πλέον έγκλειστη, το σχήμα παγιώνεται.

Στα δεξιά κάθονται οι φιλομοναρχικοί (π.χ. οι Monarchiens του Μουνιέ και οι Γιρονδίνοι).

Στα αριστερά οι επαναστάτες (π.χ. Ορεινοί όπως ο Νταντόν, ο Μαρά και ο Ροβεσπιέρος).

Αυτοί οι τελευταίοι αποκαλούν εαυτούς «πατριώτες» και τους αντιπάλους τους «αριστοκράτες».

Ιδού λοιπόν η γέννηση των όρων «Δεξιά» και «Αριστερά».

Δεν είναι μόνον ότι καθαυτοί δεν περιγράφουν καμία πολιτική θέση (θα μπορούσαν να λέγονται «Άνω Πλατεία» και «Κάτω Πλατεία»), αλλά και ότι στους δύο επόμενους αιώνες το πολιτικό τους σημαινόμενο θα άλλαζε με μεγάλη συχνότητα.

Ποια είναι η «αριστερή» ή «δεξιά» θέση για το εμπόριο, τα σύνορα, το περιβάλλον, την πατρίδα;

Σήμερα, ο αυθόρμητος συνειρμός είναι να συνδέουμε την Δεξιά με την ιδιωτική οικονομία, τον οικονομικό φιλελευθερισμό, τα προνόμια των πλουσίων και της εργοδοσίας, το κατασταλτικό κράτος, τον πατριωτισμό, την παράδοση, την τάξη, τον μιλιταρισμό και την θρησκεία.

Η Αριστερά συνδέεται με την κρατική οικονομία, τον κοινωνικό φιλελευθερισμό, το κοινωνικό κράτος, τις διεκδικήσεις των φτωχών και των εργαζομένων, τον διεθνισμό, την μεταρρύθμιση, την ελευθερία, τον φιλειρηνισμό, την οικολογία και την αθεΐα.

Είναι αυτοί οι συνειρμοί διαχρονικοί;

Η μήτρα των όρων

Για την ιστορία λοιπόν, την ψηφοφορία της ιστορίας μας κέρδισαν οι Αριστεροί, με ψήφους 673 έναντι 325, και έδωσαν κατόπιν τον τόνο και στην γαλλική Επανάσταση. Τι πρέσβευαν όμως εκτός από την αντίθεση στον βασιλιά και τον κλήρο;

Είπαμε ήδη ότι οι «Αριστεροί» αυτοαποκαλούνταν «πατριώτες», κάτι που θα έκανε πολλούς σύγχρονους «Αριστερούς» να ανατριχιάζουν.

Εντός του στρατοπέδου αυτού άγριες ήταν και οι θρησκευτικές διαμάχες μεταξύ του Ροβεσπιέρου, που θεωρούσε την αθεΐα αριστοκρατική, και των Enrgagés ή των Exagerés, που ήταν οι πρώτοι υποστηρικτές κρατικώς επιβεβλημένης αθεΐας (βλ. Ορθολογιστάν).

Παράλληλα, η διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου του Αυγούστου 1789 έθετε την ιδιοκτησία ως θεμελιώδες δικαίωμα, δεύτερο μετά την ελευθερία (άρ. 2), «απαραβίαστο και ιερό» (άρ. 17).

Ναι μεν η Επανάσταση κατάσχεσε τα κτήματα των ευγενών και της Εκκλησίας (Νοέμβριος 1789), αλλά ούτε τα διένειμε στους πτωχούς, ούτε τα κολλεκτιβοποίησε: τα πούλησε.

Μάλιστα από τον Σεπτέμβριο του 1791 επέτρεψε την περίφραξή τους ώστε ο καλλιεργητής να τα εκμεταλλεύεται κατά βούληση.

Άνοιξε τα κλειστά επαγγέλματα (νόμος Allarde της 2/3/1791) και απαγόρευσε αφενός την σύσταση επαγγελματικών συνδικάτων, και αφετέρου τον συνδικαλισμό και τις συλλογικές συμβάσεις (νόμος Chapelier της 14/6/1791).

Αυτό τον τελευταίο νόμο στιγμάτισαν ως μπουρζουάδικο προβεβλημένοι Αριστεροί του 19ου αιώνα, όπως ο Καρλ Μαρξ (Κεφάλαιο, τ. Ι, κεφ. 28) και ο Jean Jaurés (Histoire Socialiste, Παρίσι 1901, σελ. 616).

Προφανώς, η γαλλική Επανάσταση δεν εξαντλείται σε αυτά τα οικονομικά μέτρα, αλλά μπορούμε στα πεπραγμένα της να βρούμε όψεις οικονομικού φιλελευθερισμού που θα ζήλευε ακόμη κι η Θάτσερ.

Και αν αφήσουμε προς στιγμή τον εαυτό μας να υποπέσει στο ιστορικό σφάλμα του αναχρονισμού, μπορούμε να κρίνουμε τα πεπραγμένα της σε ένα πεδίο που απασχολεί εντόνως την σύγχρονη «Αριστερά των ταυτοτήτων»: Η γαλλική Επανάσταση ανέτρεψε άρδην την προσχώρηση των γυναικών στην εκπαίδευση και στην πολιτική.

Ιδίως δε με τον Ναπολέοντα τις έθεσε σε τέλεια υποταγή στον σύζυγο. Εν μέρει αυτό αποτελούσε αντίδραση στον πολιτικό τους ρόλο, που είχε αυξηθεί απότομα στην αυλή του Λουδοβίκου ΙΕ’, με τραγικά γεωπολιτικά επακόλουθα: η ερωμένη του, η διάσημη Μαντάμ ντε Πομπαντούρ, είχε την έμπνευση μιας συμμαχίας με την Αυστρία, που οδήγησε τελικά στον καταστροφικό για την Γαλλία Επταετή Πόλεμο (1756-63) και στην απώλεια των αμερικανικών της αποικιών.

Σε κάθε περίπτωση, η «Αριστερά» της γαλλικής Επανάστασης δεν ήταν ακριβώς αυτό που θαυμάζουν οι σύγχρονοι «Αριστεροί».

Οι μουσικές καρέκλες

Σε σειρά άρθρων στην προσωπική μου ιστοσελίδα, είχα κάνει ένα μικρό πείραμα: αφού διάβασα τον «Πλούτο των Εθνών», έδειξα πώς η θεώρηση του Άνταμ Σμιθ ως προγόνου της σημερινής οικονομικής «Δεξιάς» ήταν προϊόν επιλεκτικής ανάγνωσης (Θέατρο σκιών «Ο Άνταμ Σμιθ»), και πώς κάποιες απόψεις του θα τον κατέτασσαν στην σημερινή Αριστερά ως συνδικαλιστή, προστατευτιστή, κρατιστή, ή σοσιαλιστή!

Οι θέσεις «Αριστεράς»-«Δεξιάς» άλλαξαν επανειλημμένως τα τελευταία 240 χρόνια. Π.χ., είδαμε ότι στην γαλλική Επανάσταση, ο αριστερισμός είχε ατομιστικό χαρακτήρα, δίνοντας βαρύτητα στην απελευθέρωση του ατόμου από τις παραδοσιακές συλλογικές δομές, όπως η Εκκλησία.

Αντιθέτως ήταν οι δεξιές «αντιδραστικές» δυνάμεις που έδιναν σημασία στην συλλογικότητα.

Αργότερα, ήταν η σειρά του σοσιαλιστικού κινήματος να δώσει βαρύτητα σε μια συλλογικότητα, εκείνη της εργατικής τάξης, την οποία έθεσε υπεράνω του ατόμου, ενώ η Δεξιά πήρε υπό την προστασία της τις ιδέες του ατομισμού και του οικονομικού φιλελευθερισμού: «Ποιος είναι η κοινωνία; Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα. Μόνον άτομα...», θα έλεγε η Θάτσερ.

Και αυτή δεν ήταν η μόνη εναλλαγή...

Περιβάλλον

Σήμερα, το οικολογικό κίνημα έχει υιοθετήσει η Αριστερά. Όμως δεν ήταν πάντα έτσι.

Από τον γερμανικό ρομαντισμό, στον Θορώ και στον Ρεπουμπλικανό Τέντυ Ρούζβελτ (Conservation Movement), το οικολογικό κίνημα δεν είχε καμία «αριστερή» απόχρωση.

Αντιθέτως, η «διατήρηση» του περιβάλλοντος ήταν μια κατ’ εξοχήν συντηρητική αξία.

Άλλωστε στα αγγλικά, «συντηρητισμός» και «διατήρηση» περιγράφονται από δύο συγγενείς όρους: conservatism και conservationism.

Μάλιστα, ένα από τα πιο... προχωρημένα αριστερίστικα περιβαλλοντικά κινήματα, ο αντισπισισμός, έχει ιδεολογικούς συγγενείς στην ναζιστική Γερμανία: ο Χίτλερ ήταν φανατικός χορτοφάγος και φιλόζωος, ενώ οι φιλόζωοι του Ναζιστικού κόμματος νομοθέτησαν μέχρι και το ανώδυνο μαγείρεμα των αστακών–αν και δεν έδειχναν αντίστοιχο οίκτο τις «κατώτερες» ανθρώπινες ράτσες.

Σήμερα, η αποπυρηνικοποίηση είναι μια κατ’ εξοχήν θέση της Αριστεράςμάλιστα η Μέρκελ έσπευσε μετά την Φουκουσίμα να κλείσει γερμανικούς πυρηνικούς σταθμούς για να αντιμετωπίσει εκλογικώς τους Γερμανούς Πρασίνους.

Αυτό δεν ήταν πάντα έτσι. Ποιος μπορεί να ξεχάσει μετά το ατύχημα του Τσέρνομπιλ το πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» της 2ας Μαΐου 1986 που μιλούσε για «Αντισοβιετικό “νέφος”», και το άρθρο του κ. Παύλου Τσίμα που έγραφε:

«Το ατύχημα, λοιπόν, οφείλεται σε μια σειρά ανθρώπινων σφαλμάτων, σε παραλείψεις και παρακινδυνευμένες ανθρώπινες ενέργειες. Κι αυτό σημαίνει ότι τα πυρηνικά ατυχήματα δεν είναι μοιραία, δεν αποτελούν μια υπεράνθρωπη, αδυσώπητη απειλή. Ο κίνδυνος μπορεί να ελεγχθεί» (Ριζοσπάστης, 24/7/1986).

Στο ίδιο κλίμα, λίγα χρόνια νωρίτερα, βρισκόταν και το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας, με την προώθηση της πυρηνικής ενέργειας από τον Georges Marchais στις σελίδες της Humanité, δηλ. του γαλλικού Ριζοσπάστη (Lettre ouverte aux Brettons au sujet de l’énergie nucléaire, L’Humanité, 22/1/1981).

Στις δε ενεργειακές πηγές του μέλλοντος το ΚΚΓ συμπεριελάμβανε και τον άνθρακα και το σχιστολιθικό πετρέλαιο (βλ. Εικόνα).

Open Image Modal
.
.

«Ο άνθρακας είναι το πετρέλαιο της Γαλλίας - Ενέργεια του μέλλοντος». Αφίσα του Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας (1979).

Ποτέ την Κυριακή...

Ακόμη και για μικρότερης έκτασης ζητήματα είναι εντυπωσιακή η μεταστροφή των θέσεων: σε δύο ρεπορτάζ του 1855 για την Neue Oder-Zeitung, ο Μαρξ περιέγραφε τις ταραχές που ξέσπασαν στο Λονδίνο με αφορμή το Synday Trading Bill, το οποίο προέβλεπε απαγόρευση ανοίγματος των εμπορικών καταστημάτων τις Κυριακές.

Ο Μαρξ περιέγραφε το μέτρο ως «συνωμοσία της Εκκλησίας και των καπιταλιστικών μονοπωλίων», καθώς συνδεόταν με τον Κυριακάτικο εκκλησιασμό.

Αντιθέτως, για το σημερινό ΚΚΕ, «Η κατάργηση της κυριακάτικης αργίας αποτελεί το επιστέγασμα του “εργασιακού μεσαίωνα”» ενώ οι Βρετανοί Εργατικοί έχουν από χρόνια ξεκινήσει την κίνηση «Keep Sunday Special» με στόχο την διατήρηση της Κυριακάτικης αργίας.

Η ιερότητα της Κυριακής πέρασε από την θρησκευόμενη «Δεξιά» στην φιλεργατική «Αριστερά»...

Πατριωτισμός, πόλεμος και ειρήνη

Σήμερα, η «Δεξιά» θεωρεί τον πατριωτισμό ως προνομιακό της πεδίο, καταλογίζοντας στην «Αριστερά» εθνικά μειοδοτικές θέσεις λόγω του διεθνισμού της.

Αντιστρόφως, η «Αριστερά» θωρεί τον πατριωτισμό ως συνώνυμο του εθνικισμού και ευχαρίστως τον αρνείται ως θέση.

Και ναι, αυτός ο συμβατικός διαχωρισμός έχει κάποια στοιχεία αλήθειας αν δούμε την στάση του ΚΚΕ/ΣΕΚΕ κατά την Μικρασιατική εκστρατεία ή αργότερα στο Μακεδονικό ζήτημα.

Αλλά αν τον δεχθούμε στην ολότητά του, τότε που κατατάσσουμε την Παρισινή Κομμούνα του 1871 που επαναστάστησε ενάντια στην μοναρχική (άρα «Δεξιά») προσωρινή κυβέρνηση, που είχε συνθηκολογήσει μετά την συντριβή στον Γαλλοπρωσικό πόλεμο;

Μιας αναρχικής Κομμούνας που μετά από την εξοντωτική Πρωσσική πολιορκία, αντί για μια ατιμωτική ειρήνη ήθελε να συνεχίσει τον πόλεμο και την υπεράσπιση της πατρίδας και του έθνους;

Πού να κατατάξουμε και τον θεωρητικό του αναρχισμού, τον Μπακούνιν που καταλήγει να γράφει στην Εγκύκλιο στους Ιταλούς φίλους του (Οκτώβριος 1871) ότι η αγάπη του «κοινού ανθρώπου» για την πατρίδα–όχι το κράτος–είναι «φυσική, πραγματική αγάπη», και ότι η πατρίδα εκπροσωπεί το «αδιαμφισβήτητο και ιερό δικαίωμα κάθε ανθρώπου ... ομάδας, κοινότητας, έθνους... να ζει... να σκέπτεται... όπως επιθυμεί»;

Που κατατάσσουμε τον Τσε Γκεβάρα όταν έλεγε στον ΟΗΕ «πατρίδα ή θάνατος» (patria o muerte), ή τον Άρη Βελουχιώτη που πολέμησε τους Γερμανούς κατακτητές και που στον λόγο της Λαμίας ρητώς διεκδικούσε για τους Ελασίτες τον χαρακτηρισμό του πατριώτη; Και που πέθανε διότι δεν ήθελε ξένο στρατό στην Ελλάδα; Αν το ΚΚΕ κανόνισε τότε τον θάνατό του λόγω «τυχοδιωκτικής δράσης» (Ριζοσπάστης, 12/6/1945, σελ. 2), η σημερινή Αριστερά θα τον έκανε cancel ως φασίστα.

Και πού τοποθετούμε την ελληνική «Δεξιά» των περασμένων δεκαετιών, υπέρμαχο της πατρίδας, του έθνους, της θρησκείας και των παραδοσιακών αξιών;

Πού κατατάσσουμε τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο όταν υποδεχόταν τον Στρατηγό Van Fleet το 1946 στην Καστοριά με το: «Στρατηγέ μου… ιδού ο στρατός σας»;

Ή την Απριλιανή Δικτατορία που οραματιζόταν Ελληνοτουρκική ομοσπονδία και έμενε αδρανής απέναντι στην εισβολή του Αττίλα;

Ή τον Κ. Καραμανλή για τον οποίο η Κύπρος εκείτετο μακράν;

Πόσο πατριωτική είναι η Χρυσή Αυγή όταν ταυτίζεται με μια ιδεολογία που αιματοκύλησε την ίδια την πατρίδα της, και όταν με τον νεοπαγανισμό της εχθρεύεται την Ορθοδοξία;

Αντιστοίχως, ήταν πατριωτικό το μεγάλο Δυτικό κεφάλαιο όταν εξήγαγε την βιομηχανική του παραγωγή από το εθνικό έδαφος στην Ασία σε αναζήτηση φθηνότερου εργατικού δυναμικού;

Σύνορα: μετανάστευση και εμπόριο

Θέμα-τοτέμ της σημερινής Αριστεράς, είναι το μεταναστευτικό, με διαρκές αίτημα την πλήρη απελευθέρωσή του.

Αλλά δεν ήταν πάντα έτσι.

Σε επιστολή του 1870, ο Μαρξ εξηγούσε το πώς οι Άγγλοι αστοί και αριστοκράτες εργαλειοποιούσαν την Ιρλανδική μετανάστευση για να εκμεταλλεύονται πιο αποδοτικά τις ακίνητες επενδύσεις τους στην Ιρλανδία και για να ρίχνουν τους μισθούς των Άγγλων εργατών.

Ήδη από το 1845 ο Ένγκελς, περιέγραφε τους Ιρλανδούς με εντόνως ρατσιστικούς όρους («ο Ιρλανδός αγαπά το γουρούνι του όσο ο Άραβας το άλογό του») και ρωτούσε: «μια τέτοια ράτσα τι θέλει υψηλούς μισθούς;».

Σε επιστολή του 1893 αναγνώριζε ότι τα ανόμοια στοιχεία μεταναστών-αυτοχθόνων δημιουργούν ασταθείς συνδικαλιστικές συμμαχίες που είναι θέμα χρόνου να καταρρεύσουν προς όφελος της μπουρζουαζίας.

Δεν γνωρίζω ο Μαρξ να πρότεινε το κλείσιμο των συνόρων–όπως ούτε και το πλήρες άνοιγμά τους–σίγουρα όμως δεν έβλεπε την μετανάστευση με ροζ γυαλιά.

Το πρότεινε όμως στις γαλλικές Προεδρικές εκλογές του 1981 ο Georges Marchais, ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας, λέγοντας:

«Πρέπει να σταματήσουμε την μετανάστευση, επίσημη και λαθραία. Είναι απαράδεκτο να επιτρέπουμε να εισέρχονται καινούργιοι μετανάστες εργαζόμενοι στην Γαλλία, ενώ η χώρα μας μετρά σχεδόν 2 εκ. ανέργων, Γάλλων και μεταναστών».

Κι αν το ζήτημα ετίθετο με τον μαρξιστικό οικονομισμό, εκείνη την εποχή το ΚΚΓ αντετίθετο και στο άνοιγμα νέων τζαμιών.

Γενικεύοντας, τα ανοιχτά σύνορα είναι «Αριστερή» ή «Δεξιά» θέση;

«Αριστερή» όταν λέγεται διεθνισμός και «Δεξιά» όταν λέγεται παγκοσμιοποίηση.

Ανοιχτά σύνορα για εμπορεύματα, κεφάλαια και υπηρεσίες είναι μια «Δεξιά» θέση, που αντιμαχόταν το Αντιπαγκοσμιοποιητικό Κίνημα με σειρά κινητοποιήσεων (Σιάτλ 1999, Γένοβα 2001 κλπ).

Ανοιχτά σύνορα για μετανάστες–παράτυπους ή νόμιμους–είναι μια κατ’ εξοχήν «Αριστερή» θέση που καταδικάζουν πολλά δεξιά κόμματα, ιδίως μετά το 2015 και την πολιτική των ανοιχτών χεριών της Μέρκελ.

Αλλά και στις δύο περιπτώσεις κοινός τόπος «Αριστεράς» και «Δεξιάς» είναι ότι τα σύνορα είναι κάτι κακό.

Και πώς συμφιλιώνουμε την Αριστερή στάση με το ότι η μετανάστευση εξυπηρετεί το «ντόπιο κεφάλαιο» με φθηνό εργατικό δυναμικό, και την... «ντόπια γαιοκτησία» που αναζητά ενοικιαστές;

Και το ότι ακραιφνής υποστηρικτής της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης είναι η ενσάρκωση του κερδοσκοπικού καπιταλισμού;

Μήπως η «Αριστερή» και «Δεξιά» στάση διαφέρουν μόνον στην επιφάνεια;

Ευρώ, Ευρώπη και κρατική ισχύς

Ήταν το Ευρώ Αριστερό ή Δεξιό πολιτικό πρόγραμμα;

Αφενός προωθείτο από think tanks του μεγάλου Ευρωπαϊκού κεφαλαίου όπως οι CMUE και AMUE, και από τους πιο (νεο)φιλελεύθερους πολιτικούς όπως ο Ζισκάρ.

Το δε πρόπλασμά του γράφτηκε από τους Ευρωπαίους Κεντρικούς Τραπεζίτες. Αφετέρου, αυτό έγινε υπό την ηγεσία ενός Γάλλου... σοσιαλιστή (Έκθεση της Επιτροπής Ντελόρ, 1989).

Στην δε Ελλάδα η ψήφιση της Συνθήκης του Μάαστριχτ έγινε και από τον τότε Συνασπισμό, με το σκεπτικό ότι το όλο εγχείρημα ήταν... αντιεθνικιστικό και ότι η ΟΝΕ ήταν αποτέλεσμα... λαϊκών αγώνων (Ευρώ, αριστερά και επιχειρήσεις).

Ο δε ΣΥΡΙΖΑ, απέδειξε την διαχρονική του πίστη στο Ευρώ με το δημοψήφισμα του 2015: υιοθέτησε τις «Δεξιές» θέσεις των «Μένουμε Ευρώπη» παρά την επικράτηση του «Όχι», καθώς αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στο Grexit.

Και η Ευρωπαϊκή Ένωση εν γένει;

Θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε «Δεξιά» βάσει του ενσωματωμένου της νεοφιλελευθερισμού και της πίστης στους νόμους της αγοράς· «Αριστερή» βάσει της υιοθέτησης της «πολιτικής των ταυτοτήτων», της ομογενοποίησης των εθνών, της κατάργησης των συνόρων και της απομείωσης της εθνικής κυριαρχίας.

Τα ανοιχτά σύνορα και οι «ανοιχτές κοινωνίες» αποτελούν σημείο συνάντησης των δύο τάσεων, γι’ αυτό ίσως ο Philippe Seguin, Γάλλος βουλευτής, Υπουργός και επικεφαλής της εκστρατείας καταψήφισης του Συμφώνου του Μάαστριχτ θα έλεγε: «Η Δεξιά και η Αριστερά είναι δύο λιανέμποροι που ψωνίζουν στον ίδιο χονδρέμπορο, την Ευρώπη».

Και διευρύνοντας το ερώτημα πέραν του εθνικού νομίσματος: ισχυρό εθνικό κράτος είναι Αριστερή ή Δεξιά θέση;

Συμβατικά «Δεξιά» όταν αυτό προστατεύει την ιδιοκτησία, το μεγάλο κεφάλαιο, την δημόσια τάξη και τα εθνικά σύνορα.

Συμβατικά «Αριστερή» όταν το ισχυρό κράτος κατέχει τα μέσα παραγωγής και κατευθύνει την οικονομία (σοσιαλισμός), ή έστω όταν φορολογεί τους πλουσίους, θεσμοθετεί δωρεάν παιδεία, υγεία, φιλεργατική νομοθεσία και αναδιανεμητική πολιτική (σοσιαλδημοκρατία)–αν και τα καθεστώτα που θεμελίωσαν την κοινωνική ασφάλιση ήταν «Δεξιά», π.χ. του Βίσμαρκ στην Πρωσία (1883) και του Ε. Βενιζέλου στην Ελλάδα (1929).

Αμφότερες πάντως οι σύγχρονες οπτικές βλέπουν την κρατική ισχύ ως μενού εστιατορίου, από το οποίο μπορούν να παραγγείλουν «ολίγη από δημόσια τάξη χωρίς παιδεία», ή «ολίγη από υγεία χωρίς σύνορα».

Καμία δεν δέχεται ως πολιτικό ζητούμενο ένα εθνικό κράτος ισχυρό και αυτόνομο στο σύνολό του.

Στην τελική προεκβολή τους, δηλαδή «καθόλου κράτος», η Αριστερά (αναρχισμός) με την Δεξιά (αναρχοκαπιταλισμός) συναντώνται.

Το εννοιολογικό μπλέξιμο

Η κλίμακα Αριστερά-Δεξιά φιλοδοξεί να αναγάγει σε μια και μοναδική διάσταση την πολιτική σκέψη ωσάν οι πολιτικές ιδέες να ήταν θερμόμετρο. Αυτή η υπεραπλούστευση δημιουργεί γκροτέσκα παράδοξα.

Π.χ. κεντρική ενασχόληση της σημερινής «Αριστεράς» είναι οι μειονότητες, με την έννοια του καταπιεζόμενου θύματος: του ομοφυλόφιλου, του μετανάστη, του αλλόθρησκου, της γυναίκας–η οποία για κάποιον λόγο θεωρείται μειονότητα.

Οποιοσδήποτε ενίσταται στιγματίζεται ως φασίστας, σεξιστής, ομοφοβικός, και ταξινομείται στην «Άκρα Δεξιά».

Οποιαδήποτε συζήτηση μαζί του απαγορεύεται–«με τον φασίστα δεν συζητάμε, τον τσακίζουμε».

Τότε δεν θα έπρεπε να θεωρηθεί «Ακροδεξιά» ιδεολογία το Ισλάμ, που υιοθετεί μια πολύ πιο συντηρητική στάση απέναντι στις γυναίκες, πολλώ δε μάλλον απέναντι στους άθεους, για να μην αναφερθούμε στους ομοφυλόφιλους;

Πώς μπορεί η «Αριστερά» να συμπράττει με έναν μια τέτοια «αντιδραστική» φιλοσοφία (βλ. τον γαλλικό «Ισλαμοαριστερισμό») και να παραμένει εσωτερικά συνεπής;

Επίσης, πέραν των όρων «Αριστερά»-«Δεξιά», ποια η διαφορά του αντιχριστιανικού εθνικοσοσιαλισμού της Χρυσής Αυγής, του «είμαστε παγανιστές... είμαστε Ναζιστές», από τους αντιχριστιανικούς τραμπουκισμούς της σύγχρονης Αριστεράς του «Στο διάολο η οικογένεια, στο διάολο η πατρίς, η Ελλάδα να πεθάνει να ζήσουμε εμείς»;

Αυτή δε η γραμμική κλίμακα εκλεπτύνθηκε με επιπλέον όρους.

Συμβιβαστικές θέσεις ονομάσθηκαν «Κέντρο» την δεκαετία του 1850, όμως η απόλυτη συνταύτιση (κεντρο) Αριστερών και (κεντρο)Δεξιών κομμάτων μετά τον πόλεμο οδήγησε στην γέννηση σύμμικτων νεολογισμών (portmanteau): στην Βρετανία, του κεϋνσιανού «Μπουτσκελισμού» (Rab Butler-Hugh Gaitskell) και του νεοφιλελεύθερου Μπλατσερισμού (Blair-Thatcher), στην Κύπρο του ΔΗΣΑΚΕΛ (ΔΗΣΥ-ΑΚΕΛ), στην Ελλάδα της Νέα Πασοκρατίας, στην Γαλλία του UMPS (Δεξιό UMP – Αριστερό PS), στις ΗΠΑ των Demoblican/Republicrat.

Και για την τήρηση της κομματικής πειθαρχίας γύρω από «κεντρώες» θέσεις εφευρέθηκαν και τα «άκρα».

Το πού ξεκινά κάθε «άκρο» είναι σκοπίμως θολό, διότι λειτουργεί ως Δαμόκλειος σπάθη που επιβάλλει σιδηρά πειθαρχία γύρω από την κεντρική κομματική γραμμή–η οποία είδαμε ότι μπορεί να ελίσσεται.

Υπάρχει τρόπος να περιγράψουμε πιο ουσιαστικά τις πολιτικές ιδεολογίες και να άρουμε τις αντιφάσεις;

Μια ψυχολογική (ανα)λύση;

Οι ψυχολόγοι έχουν επενδύσει πολλή ενέργεια στην ποσοτικοποίηση της ανθρώπινης προσωπικότητας.

Πολύ δημοφιλές είναι το πενταδιάστατο μοντέλο «OCEAN»: Openness to experience, Conscientiousness, Extraversion, Agreeableness, Neuroticism (Δεκτικότητα σε εμπειρίες, Ευσυνειδησία, Εξωστρέφεια, Συγκαταβατικότητα, Νευρωτισμός).

Κοινός τόπος πολλών μελετών είναι ότι οι «Δεξιοί» επιδεικνύουν υψηλή Ευσυνειδησία και χαμηλή Δεκτικότητα, Συγκαταβατικότητα και Νευρωτισμό· οι δε «Αριστεροί» βρίσκονται στους αντίποδες του προφίλ αυτού (βλ. ενδεικτικά: Aidt & Rauh, Electoral Studies, 2018, 54, 1-21).

Σχηματικά δηλαδή, οι μεν «Δεξιοί» αναδεικνύονται πιο ευσυνείδητοι, πειθαρχημένοι, αποδέχονται τις ανισότητες και επιζητούν το γνωστό.

Ο δε «Αριστεροί» αναζητούν νέες εμπειρίες, είναι αντισυμβατικοί, αναπτύσσουν εντονότερα τα αρνητικά συναισθήματα, π.χ. απέναντι στην ανισότητα.

Έτσι, οι «Αριστεροί» τείνουν να είναι επαναστατικοί, αισιόδοξοι με την αλλαγή–βλ. το σλόγκαν του Πασόκ το 1981–και ευεπίφοροι στον μεσσιανισμό.

Οι «Δεξιοί, ανεξαρτήτως του εκάστοτε διακυβεύματος, τείνουν να είναι συντηρητικοί, να υποστηρίζουν την σταθερότητα και είναι ευεπίφοροι στην αρτηριοσκλήρωση.

Επίσης, οι «Δεξιοί» εμπνέονται από τις πιο παραδοσιακές και αμετάβλητες ταυτότητες, όπως η θρησκεία, η οικογένεια, η φυλή και το έθνος. Ταυτότητες με σχετικώς πιο τοπικό χαρακτήρα.

Αντιθέτως, οι «Αριστεροί» προτιμούν προσωρινές και ατομικές ταυτότητες που μπορεί να αλλάξουν αυτοστιγμεί, αναλόγως με τις προσωπικές περιστάσεις του καθενός–βλ. π.χ. την οικονομική τάξη που υιοθέτησε ο Μαρξ ως κλειδί ανάλυσης. Ταυτότητες που τείνουν να έχουν πιο απεντοπισμένο χαρακτήρα (βλ. π.χ. την ίδρυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς).

Συνδυαστικά, οι «Αριστεροί» θέλουν να σώσουν τον κόσμο και οι «Δεξιοί» αρκούνται στο να σώσουν την πατρίδα τους.

Αξιολογικά, καμία τάση δεν είναι εκ προοιμίου εγκυρότερη, καθώς μια κοινωνία χρειάζεται αμφότερες.

Ο επαναστάτης οραματιστής θα εισαγάγει μια καινούργια ιδέα, ενδεχομένως ωφέλιμη, αλλά ο συντηρητικός θα παράσχει το σταθερό πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτή θα δοκιμασθεί και ίσως αφομοιωθεί.

Παραλλήλως, ο ρυθμός αλλαγής που καθένας επιζητεί έχει σημασία, αφού υπερβολική αλλαγή ή στατικότητα μπορεί να είναι επιβλαβής.

Ένα παιδί αναπτύσσεται με τον ρυθμό του: αν επιχειρήσουμε να το ψηλώσουμε απότομα στο κρεββάτι του Προκρούστη θα το εξαρθρώσουμε· αν το αφήσουμε με μικρά παπούτσια θα συνθλίψουμε τα πόδια του.

...με αναψυκτικό ή χωρίς;

Θα ελπίζαμε αξιοποιώντας την σύγχρονη έρευνα να αντιστοιχίσουμε τους δύο όρους σε ψυχολογικές τάσεις, π.χ. απέναντι στην αλλαγή και τις ταυτότητες, και ίσως έτσι να περισώσουμε την χρήση τους.

Αλλά φευ!

Οι μελέτες αυτές έχουν περιορισμένη χρησιμότητα σε τόπο και χρόνο.

Έχουν γίνει πολύ προσφάτως και προεκβολή των συμπερασμάτων τους σε άλλες περιόδους συνιστά αναπόφευκτα αναχρονισμό. Π.χ. η γεροντοκρατία της ύστερης Σοβιετίας ήταν βαθιά συντηρητική και αρτηριοσκληρωτική, καίτοι «Αριστερή» κατ’ όνομα–βλ. το σύγχρονο ΚΚΕ.

Αντιθέτως, μερικοί από τους μεγαλύτερους καπιταλιστές, όπως ο Φορντ, δικαίως θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν «Αριστεροί», καθώς συνέλαβαν επαναστατικές τομές που ανέτρεψαν την οικονομία και την κοινωνία.

Επιπλέον, αυτές οι μελέτες έχουν γίνει κυρίως στην Δύση και δεν περιγράφουν άλλους πολιτισμούς. Π.χ. πού κατατάσσεται ο ελληνικός κοινοτισμός ή ο Ισλαμικός σοσιαλισμός στην κλίμακα «Αριστερά»-«Δεξιά»;

Δυστυχώς λοιπόν, μοναδική έγκυρη χρήση που μας απομένει για τους όρους αυτούς είναι η ταυτολογική: για να περιγράψουμε απλώς «όσους δηλώνουν Δεξιοί» και «όσους δηλώνουν Αριστεροί», εδώ και τώρα, διότι ούτε και οι ίδιοι μπορούν να τοποθετήσουν τις πολιτικές τους πεποιθήσεις με διαχρονική συνέπεια στην γραμμική αυτή κλίμακα.

Η παρομοίωση των όρων αυτών με φαστ φουντ δεν έγκειται μόνον στο ότι, όπως το φαστ φουντ, έχουν–εννοιολογικώς–μικρή θρεπτική αξία. Έγκειται κυρίως στο ότι κανείς δεν γνωρίζει τι έχει βάλει μέσα ο μάγειρας, καθώς η συνταγή συνεχώς αλλάζει.

Ως όροι, είναι σαν ένα φαγητό που μπορούμε να τρώμε που και που για ευχαρίστηση. Αλλά επειδή σκεπτόμαστε με λέξεις, αυτό το φαγητό είναι μάλλον βλαβερό ως μόνιμη δίαιτα.