Έντονες πιέσεις για την αποστολή αρμάτων μάχης στην Ουκρανία αντιμετωπίζει η Γερμανία, με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντιμίρ Ζελένσκι να διαμαρτύρεται για αυτό που εκλαμβάνει ως ανεπαρκείς προμήθειες όπλων και τους Δυτικούς συμμάχους να συζητούν για το ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να υποστηριχθεί η Ουκρανία, 11 μήνες μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής.
Λίγο αφού ανέλαβε καθήκοντα, ο νέος Γερμανός υπουργός Άμυνας, Μπόρις Πιστόριους, υποδέχτηκε τον Αμερικανό ομόλογό του, Λόιντ Όστιν, στο Βερολίνο. Όπως είπε, τα γερμανικά οπλικά συστήματα έχουν αποδείξει ως τώρα την αξία τους και «θα συνεχίσουμε στο μέλλον, μαζί με τους εταίρους μας, να υποστηρίζουν την Ουκρανία στη μάχη της για ελευθερία, εδαφική ανεξαρτησία και κυριαρχία». Ωστόσο δεν αναφέρθηκε στα άρματα μάχης Leopard 2 που ζητά εδώ και καιρό η Ουκρανία: Από τότε που το Ηνωμένο Βασίλειο ανακοίνωσε την προηγούμενη εβδομάδα πως θα στείλει άρματα Challenger 2, το Βερολίνο δέχεται αυξανόμενες πιέσεις για να στείλει και αυτό άρματα, ή τουλάχιστον να ανοίξει τον δρόμο για να στείλουν άλλοι- όπως η Πολωνία- γερμανικής κατασκευής Leopard από τα δικά τους αποθέματα.
Ο Όστιν πρόκειται να συμμετέχει σε μια συνάντηση συντονισμού μεταξύ κορυφαίων αξιωματούχων του χώρου της άμυνας από χώρες της Δύσης – συμμάχους της Ουκρανίας στην αεροπορική βάση Ράμσταϊν στη Γερμανία την Παρασκευή. Όπως είπε, «θα ανανεώσουμε την ενωμένη μας δέσμευση για υποστήριξη προς την αυτοάμυνα της Ουκρανίας σε βάθος χρόνου», μα δεν αναφέρθηκε συγκεκριμένα σε κάποια νέα είδη εξοπλισμού.
Μιλώντας μέσω video link σε συνάντηση στο περιθώριο του Παγκοσμίου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός, ο Ζελένσκι άσκησε κεκαλυμμένη κριτική σε μεγάλους προμηθευτές όπως η Γερμανία και οι ΗΠΑ, που διστάζουν να στείλουν άρματα μάχης. Μίλησε για «έλλειψη συγκεκριμένου εξοπλισμού» και είπε πως για να κερδηθεί ο πόλεμος «δεν μπορούμε να το κάνουμε μόνο με κίνητρο και ηθικό».
«Υπάρχουν φορές όπου δεν θα έπρεπε να διστάζουμε ή δεν θα έπρεπε να συγκρίνουμε όταν κάποιος λέει “θα δώσω άρματα μάχης αν κάποιος άλλος μοιραστεί και αυτός τα δικά του”».
Οι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας της Ουκρανίας ανέφεραν σε κοινή δήλωσή τους πως τα βρετανικά Challenger 2, αν και ευπρόσδεκτα, «δεν επαρκούν για να επιτευχθούν επιχειρησιακοί στόχοι». Σημειώνεται πως η Βρετανία σχεδιάζει να στείλει και 600 πυραύλους Brimstone στην Ουκρανία, όπως ανακοινώθηκε από τον Βρετανό υπουργό Άμυνας, Μπεν Γουάλας.
«Εγγυόμαστε πως θα χρησιμοποιήσουμε αυτά τα όπλα υπεύθυνα και αποκλειστικά για σκοπούς προστασίας της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας εντός διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων» είπαν ο Ντμίτρο Κουλέμπα και ο Ολέξι Ρέζνικοφ, απευθυνόμενοι στη Γερμανία και άλλες χώρες που χρησιμοποιούν το Leopard 2 (μεταξύ των οποίων είναι και η Ελλάδα), ζητώντας να ενταχθούν σε έναν «διεθνή συνασπισμό αρμάτων».
Επί μήνες η Ουκρανία ζητά βαρύτερα οχήματα, όπως τα Leopard και τα αμερικανικά Abrams, και οι ηγέτες της Δύσης τηρούν προσεκτική στάση. Η προσοχή τις τελευταίες ημέρες έχει εστιαστεί στη Γερμανία, όπου επικριτές, κάποιοι εντός του κυβερνώντος συνασπισμού στη Γερμανία, διαμαρτύρονται για αυτό που εκλαμβάνεται ως διστακτικότητα του καγκελαρίου Όλαφ Σολτς να προβεί στο επόμενο βήμα ως προς τις παραδόσεις όπλων. Ο Σολτς επιμένει ότι η Γερμανία δεν θα έπρεπε να κάνει κάτι τέτοιο μόνη της και υποδεικνύει την ανάγκη να διασφαλιστεί πως το ΝΑΤΟ δεν θα συμμετέχει στον πόλεμο με τη Ρωσία, αν και μέχρι τώρα, κάθε φορά το Βερολίνο κατέληγε να προχωρήσει.
Στο Νταβός την Τετάρτη ο Σολτς απέφυγε να απαντήσει ευθέως για τα Leopard, λέγοντας πως η Γερμανία θα παραμείνει ένας από τους κορυφαίους προμηθευτές όπλων της Ουκρανίας και πως «δεν θα κάνουμε ποτέ τίποτα από μόνοι μας, μα μαζί με άλλους- ειδικά τις ΗΠΑ».
Γερμανοί αξιωματούχοι έχουν εκφράσει δισταγμούς ως προς το να επιτρέψουμε σε συμμάχους να στείλουν γερμανικής κατασκευής Leopard εκτός και αν οι ΗΠΑ στείλουν και αυτές Abrams, σύμφωνα με Αμερικανό αξιωματούχο. Σημειώνεται πως ένα επερχόμενο νέο «πακέτο» αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας αναμένεται να περιλαμβάνει περίπου 100 οχήματα μάχης Stryker και τουλάχιστον 50 τεθωρακισμένα οχήματα μάχης Bradley- μα όχι Abrams, για τα οποία Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε ότι έχουν πολύπλοκες ανάγκης συντήρησης και ίσως να μην είναι η καλύτερη επιλογή. Η Ουάσινγκτον και πολλές χώρες της Δύσης θεωρούν πως τα Leopard, που η Γερμανία παρήγαγε σε μεγάλες ποσότητες επί Ψυχρού Πολέμου, κάνοντας εξαγωγές σε συμμάχους, είναι η πιο κατάλληλη επιλογή και είναι διαθέσιμη σε αρκετά μεγάλους αριθμούς.
Κάποιες χώρες του ΝΑΤΟ στην ανατολική Ευρώπη έχουν στείλει άρματα μάχης Τ-72 της σοβιετικής περιόδου στην Ουκρανία, μα αξιωματούχοι σημειώνουν πως οι προμήθειες εξοπλισμού της σοβιετικής εποχής, που οι ουκρανικές δυνάμεις γνώριζαν ήδη να χρησιμοποιούν, είναι περιορισμένες. Επίσης, τα δυτικά άρματα μάχης έχουν καλύτερη θωράκιση και πυροβόλα από τα σοβιετικής προέλευσης άρματα, που έχουν καταστραφεί ανά εκατοντάδες και στις δύο πλευρές κατά τους 11 μήνες του πολέμου.
Χώρες όπως ο Καναδάς, η Ολλανδία και η Σουηδία έχουν ήδη ανακοινώσει νέα «πακέτα» βοήθειας με τεθωρακισμένα και συστήματα αεράμυνας. Ωστόσο το αν η συνάντηση της Παρασκευής θεωρηθεί επιτυχής θα κριθεί από το αν θα αποφέρει προμήθειες αρμάτων μάχης, τα οποία το Κίεβο λέει πως χρειάζεται για να αποκρούσει τις ρωσικές επιθέσεις και να ανακτήσει κατεχόμενα εδάφη. Σημειώνεται πως η Πολωνία και η Φινλανδία έχουν ήδη πει ότι θα στείλουν δικά τους Leopard αν το επιτρέψει η Γερμανία.
Στο μεταξύ, σύμφωνα με δημοσίευμα της γερμανικής Handelsblatt, που επικαλείται πηγές της βιομηχανίας, εταιρείες της γερμανικής αμυντικής βιομηχανίας μπορούν να στείλουν 100 άρματα στην Ουκρανία, περιλαμβανομένων, εκτός από Leopard 2, και τροποποιημένων/ εκσυγχρονισμένων Leopard 1 και βρετανικών Challenger 1- χωρίς να απαιτείται να δοθούν οχήματα από τις γερμανικές ένοπλες δυνάμεις. Η εισαγωγή του Challenger 1 στην «εξίσωση» αποτελεί έκπληξη: Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, η Rheinmetall τα φέρνει στο «παιχνίδι», καθώς, σύμφωνα με πηγές, θα μπορούσαν να αγοραστούν και να αγοραστεί διψήφιος αριθμός βρετανικών αρμάτων από το Ομάν, να αναβαθμιστούν και να παραδοθούν στην ΟΥκρανία αργότερα μέσα στο έτος.
Με πληροφορίες από Associated Press, Reuters