Το έγκλημα είναι αποτρόπαιο. Οι οργανωμένοι οπαδοί έχουν προ πολλού ξεπεράσει τα όρια και τα χαρακτηριστικά της παλιάς κοινωνιολογικής εξίσωσης κοινωνική κρίση και λουμπενοποίηση= οπαδική βία. Αυτά παραμένουν πρωτογενή υλικά, πλέον όμως στα χέρια ολιγαρχών μετατρέπονται σε στρατούς, οργανωμένη βία και αμφισβήτηση του μονοπωλίου στην οργάνωση της από το κράτος δικαίου.
Όταν τα πράγματα έχουν εκτραχυνθεί σε αυτό το επίπεδο, η Δημοκρατία οφείλει να είναι αμείλικτη.
Άρα προφανώς ο Υπουργός δεν ξέρει τι λέει όταν υποστηρίζει ότι δεν είναι δουλειά του να καταστρώνει σχέδια αντιμετώπισης των Χούλιγκαν (καθώς αυτοί ακριβώς αποτελούν ιδιωτικούς στρατούς στα χέρια ολιγαρχών με πολιτικές στοχεύσεις). Και προφανώς η ΕΛ.ΑΣ είναι εντελώς εκτεθειμένη από το περιστατικό, καθώς είχε προειδοποιηθεί έγκαιρα για τις μετακινήσεις των χούλιγκαν, τις σχέσεις τους με τους εγχώριους, και τον προγραμματισμό επεισοδίων, και παρ όλα αυτά δεν κατάφερε να αποτρέψει τις επιθέσεις και το φονικό του 29χρονου Μιχάλη.
Οι ευθύνες της κυβέρνησης είναι δεδομένες. Ούτως ή άλλως, στο υπουργείο δημόσιας τάξεως οι επιδόσεις της ήταν κακές ήδη από την εποχή Θεοδωρικάκου. Και δεν είναι το μόνο πεδίο όπου καταγράφεται φθορά και κόπωση. Η αδυναμία της να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα κυκλώματα των διακινητών της παράνομης μετανάστευσης, η αβελτηρία της στην υπόθεση Μπελέρη, οι αδυναμίες που βγήκαν στην επιφάνεια κατά το ξέσπασμα των φετινών πυρκαγιών δίνουν μια εντύπωση ότι η κυβερνητική φθορά συνεχίζεται αμείωτη σαν να μην τελέστηκαν εκλογές. Η αδιαμφισβήτητη επικράτησή της σε αυτές δείχνει να μην μπορεί να συγκρατήσει τα ρήγματα είχαν αρχίσει να διαφαίνονται προτού την διεξαγωγή τους.
Σε ότι αφορά στα ζητήματα της τάξης και της ασφάλειας, οι αστοχίες της μοιάζουν να αποτελούν ένα παράδοξο. Πότε άλλοτε όσο σήμερα, δεν έχει εξασφαλιστεί τόσο γενική κοινωνική συναίνεση για μια Δημοκρατία που θα επιβάλει επιτέλους όρια, αφήνοντας πίσω της μια κακώς εννοούμενη επιτρεπτικότητα -καθεστώς που την απειλεί με αυτοκατάργηση καθώς υπονομεύει πλέον το κρίσιμο κοινωνικό αγαθό της ασφάλειας.
Η οπαδική βία, μάλιστα, που επειδή συνδέεται με το φαινόμενο των ολιγαρχών το οποίο γιγαντώθηκε μέσα στην δεκαετία των μνημονίων ακριβώς επειδή η κρίση οδήγησε σε απομείωση της ισχύος και του κύρους της Πολιτείας δεν είναι ένα ζήτημα που τίθεται παρεμπιπτόντως• αγγίζει κι αυτό τον πυρήνα του αιτήματος υπέρ μιας γενικής ανορθωτικής πορείας του κράτους, των θεσμών, της δυνατότητας της ελληνικής πολιτείας να αποκρίνεται στην στοιχειώδη προστασία των πολιτών της, απέναντι σε κάθε εκδοχή αυθαιρεσίας.
Ωστόσο η κυβέρνηση δείχνει να μην μπορεί να ανταποκριθεί, και το πρόβλημά της είναι ιδεολογικό. Σε όλα τα ζητήματα που εντάσσονται στην σφαίρα της ασφάλειας (από εκείνη των συνόρων, μέχρι την εγκληματικότητα, την ανομία στα πανεπιστήμια ή τη βία στα γήπεδα) έχει εγκλωβιστεί καθ όλη τη διάρκεια της θητείας της σε ένα ατελείωτο μπρος-πίσω.
Αποδεικνύει έτσι πώς είναι ευαίσθητη στις ιδεολογίες επιθέσεις που δέχεται, ότι τάχα η επιβολή ορίων (από τα οποία εξαρτάται η ίδια η ύπαρξη μιας Δημοκρατίας) συνιστά ”ορμπανισμό” και αυταρχικοποίηση. Είναι οι ίδιες φωνές που σήμερα μετά το πρωτοφανές περιστατικό ενός προαναγγελθέντος συμβάντος που δεν αποτράπηκε φωνάζουν υποκριτικά ”που είναι η αστυνομία;”. Αύριο πάλι θα ζητούν την κατάργησή της, διότι αυτό που ασκούν δεν είναι αντιπολίτευση αλλά μια πολιτική φθοράς και αποδόμησης ―όχι του κυβερνώντος κόμματος, αλλά της χώρας της ίδιας.
Κάνεις ορμπανισμός και καμία αυταρχικοποίηση δεν κρύβεται, φυσικά, σε μια πολιτική που βάζει όρια θέλοντας να υπερασπιστεί το κράτος δικαίου και να το ενισχύσει. Κοινωνικό αγαθό είναι η ασφάλεια, μάλιστα θεμελιώδες, και είναι η απουσία του που ανοίγει τον δρόμο στον αυταρχισμό. Κάτι που ήταν αυτονόητο για την παλαιά δημοκρατική, είτε φιλελεύθερη, είτε σοσιαλδημοκρατική, είτε και αδέσμευτα σοσιαλιστική ατζέντα της κλασικής νεωτερικότητας, ενώ σήμερα αποτελεί ταμπού για όλα τα κόμματα που διεκδικούν αυτές τις κληρονομιές: έχουν υποστεί μια υπερδικαιωματιστική λοβοτομή.
Έτσι και η κυβέρνηση στερείται ιδεολογίας και στελεχών που θα μπορούσαν να δώσουν αυτή τη μάχη με αξιώσεις (το τελευταίο αποδεικνύεται και από το ίδιο το ατυχές rotation, στο υπουργείο δημόσιας τάξης).
Οι συνέπειες αυτής της έλλειψης είναι γενικές και διαφεύγουν ακόμα και από εκείνες τις άκρως σημαντικές διαστάσεις του συμβάντος.
Δημιουργείται μια εικόνα μπάχαλου, διάλυσης, εν τέλει ένα ”κενό εξουσίας” που επιτρέπει σε κάθε λογής τρολ και προπαγανδιστικό μηχανισμό, εγχώριο και εξωχώριο να εξαπλώνει τα διαλυτικά του μηνύματα. Και όχι μόνον.
Σε αυτό το ζοφερό σκηνικό ενός ακόμη Αυγούστου που δεν λέει να ησυχάσει, μόνη ελπίδα, ένα ρεύμα κοινωνικής αντιπολίτευσης πιέζει με την κριτική του προς τη σωστή κατεύθυνση. Αν και το πολιτικό σύστημα αδυνατεί προς το παρόν να ακολουθήσει...
Η ασφάλεια είναι κοινωνικό αγαθό και μάλιστα θεμελιώδες. Η απουσία αυτής είναι που ανοίγει τον δρόμο στον αυταρχισμό.