Η μεγάλη νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη στις εκλογές της Κυριακής εκτίναξε το ελληνικό χρηματιστήριο την επόμενη ημέρα με το γενικό δείκτη να καταγράφει άνοδο σχεδόν 7% η οποία διατηρήθηκε και την Τρίτη 23/5, παρά την απαισιοδοξία στις παγκόσμιες αγορές μετοχών.
Το CNBC, όπως τα περισσότερα μεγάλα διεθνή δίκτυα, παρακολουθούν την πορεία της ελληνικής οικονομίας μετά τις εκλογές, ενόψει και των δεύτερων στις 25 Ιουνίου.
Ο Γιώργος Λαγαρίαςς, επικεφαλής οικονομολόγος στη Mazars Wealth Management -ο οποίος αρθρογραφεί στην HuffPost- μιλώντας στο CNBC, αποδίδει την εικόνα του ΧΑ εκτός από το εκλογικό αποτέλεσμα και στο γεγονός ότι οι μετοχές κυμαίνονταν για μεγάλο διάστημα σε χαμηλά επίπεδα.
«Η ελληνική αγορά είναι ″μικρή και ρηχή″ και οι επενδυτές φοβόντουσαν ότι οι εκλογές θα οδηγούσαν σε έναν συνασπισμό τριών έως τεσσάρων κομμάτων γεγονός που θα μπορούσε να δημιουργήσει αστάθεια», υποστηρίζει ο κ. Λαγαρίας.
Ωστόσο, η αισιοδοξία που καταγράφηκε στο Χρηματιστήριο της Αθήνας την επομένη των εκλογών εκτίναξε τα κέρδη του δείκτη σχεδόν στο 30% από τις αρχές του 2023 και πάνω από 40% σε σχέση με το 2022.
«Ουσιαστικά οι μετοχές διαπραγματεύονται κοντά στα επίπεδα της προ 10ετούς οικονομικής κρίσης, κάτι που λέει πολλά για τις μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα και την οικονομία της παρά για τα βραχυπρόθεσμα στοιχήματα», υποστηρίζει ο κ. Λαγαρίας και συμπληρώνει:
«Η υπάρχουσα κυβέρνηση θεωρείται φιλική προς τις επιχειρήσεις και οι επενδυτές αναμένουν τώρα μια σταθερότητα που είναι πιθανό να προέλθει από μια άνετη επικράτηση (και στις δεύτερες εκλογές).
Οι πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι μια σειρά μεταρρυθμίσεων που έγιναν στην χώρα την τελευταία 4ετία, όπως η βελτίωση των απαρχαιωμένων γραφειοκρατικών συστημάτων φορολογίας και έναρξης επιχειρήσεων, η πρόωρη αποπληρωμή των δανείων από το ΔΝΤ, η μείωση του χρέους προς το ΑΕΠ, η μείωση της ανεργίας και η αύξηση των καταθέσεων έχει βελτιώσει την εικόνα της Ελλάδας.
Η ελληνική οικονομική ανάπτυξη ήταν 5,9% το 2022, πολύ πάνω από το ποσοστό 3,5% στην Ευρωζώνη και προβλέπεται στο 2,2% από την ελληνική κεντρική τράπεζα το 2023.
Από αυτήν την εβδομάδα, η απόδοση του 10ετούς ομολόγου της χώρας έφτασε σε χαμηλό 24 ετών έναντι της Ιταλίας, υποδηλώνοντας χαμηλότερο κίνδυνο.
Η Τράπεζα της Ελλάδος περιμένει με ανυπομονησία την αναβάθμιση της οικονομίας της από «σκουπίδια» σε επενδυτική βαθμίδα, με την Goldman Sachs να σπεύδει να δηλώσει ότι βρίσκεται «στο κατώφλι».
Το άλλοτε προβληματικό παιδί
«Η Ελλάδα έπαψε να είναι το προβληματικό παιδί στην Ευρώπη» ανέφερε ο κ. Λαγαρίας στο CNBC. «Εκτός από τις εσωτερικές μεταρρυθμίσεις, η κυβέρνηση ύψωσε το γεωπολιτικό ανάστημα της χώρας. Αυτό περιλάμβανε τη θέση της ως σταθερό μέλος του ΝΑΤΟ, την ώρα που η γειτονική Τουρκία συγκρούστηκε με το μπλοκ για την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας».
«Η ενίσχυση των διπλωματικών συμμαχιών μπορεί να έχει σημαντικό οικονομικό αντίκτυπο σε μια εποχή ″σύγκρουσης φίλων″, όταν οι χώρες προσπαθούν να μετατοπίσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού προς τους συμμάχους τους», πρόσθεσε ο Λαγαρίας.
Ο Paolo Pizzoli, ανώτερος οικονομολόγος στην ING Bank εκτιμά, ότι «εάν ο Μητσοτάλκης εξασφαλίσει την επανεκλογή του, πιθανότατα θα συνεχίσει μια παρόμοια ατζέντα με αυτήν που έδωσε ώθηση στη χώρα το 2022».
Η πολιτική σταθερότητα είναι επίσης πιθανό να είναι θετική για τον προϋπολογισμό της Ελλάδας, ιδιαίτερα τώρα που τα πακέτα στήριξης για την πανδημία και την ενέργεια λήγουν.
«Ο τουρισμός θα λειτουργήσει ως ο άμεσος κινητήρας ανάπτυξης, αλλά ο αντίκτυπος του υψηλού πληθωρισμού στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα θα πλήξει την ιδιωτική κατανάλωση και τα υψηλότερα επιτόκια μπορεί να επηρεάσουν τον σχηματισμό παγίου κεφαλαίου», προειδοποίησε ο Pizzoli.
Και καταλήγει λέγοντας ότι «οι χαμηλότερες αποδόσεις των ομολόγων και τα κέρδη στο χρηματιστήριο θα αποδειχθούν βιώσιμα μόνο εάν η ελληνική οικονομική ανάπτυξη δεν απογοητεύσει».