Credit Suisse: Ευθύνες στις αμερικανικές τράπεζες για το «κουρελιασμένο» γόητρο της Ελβετίας

Η ελβετική ρυθμιστική αρχή βρίσκεται στο στόχαστρο επειδή ενώ γνώριζε, επέτρεψε να φτάσει η Credit Suisse σε αυτή την κατάσταση.
|
Open Image Modal
EThamPhoto via Getty Images

Η κατάρρευση της Credit Suisse έχει προκαλέσει μια ανεπανόρθωτη ζημιά στην αξιοπιστία του ελβετικού τραπεζικού κατεστημένου με τους Ελβετούς, να επιχειρούν να μετατοπίσουν τις ευθύνες στην χρεοκοπία των αμερικανικών τραπεζών, για να διασώσουν το γόητρο τους.

O πρόεδρος της Credit Suisse Αλεξ Λίμαν, σε συνέντευξη Τύπου δήλωσε, ότι η πτώση της μετοχής της τράπεζας ξεκίνησε μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank και επιδεινώθηκε όταν η ελβετική τράπεζα με ιστορία 167 ετών, ανακοίνωσε ότι αντιμετωπίζει «ουσιώδεις αδυναμίες» στη λειτουργία της.

Όπως αναφέρει το CNBC ωστόσο η μεγάλη κρίση για την ελβετική τράπεζα είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα και ήταν θέμα χρόνου να επιβεβαιωθεί, όταν ο μεγαλύτερος  επενδυτής της, η κεντρική Τράπεζα της Σαουδικής Αραβίας ανακοίνωσε ότι δεν μπορούσε να παράσχει άλλη χρηματοδότηση δίνοντας το καθοριστικό χτύπημα.

Οι μετοχές της Credit Suisse ακολούθησαν μια ξέφρενη ελεύθερη πτώση με απώλειες πάνω από 98%, από το υψηλό όλων των εποχών τον Απρίλιο του 2007.

Η Ελβετική κεντρική τράπεζα και η ρυθμιστική Αρχή δεν είχαν παρά να παρέμβουν για να σώσουν όχι μόνο μια ιστορική τράπεζα αλλά το κύρος του ίδιου του ελβετικού τραπεζικού συστήματος.

«Οι τελευταίες εξελίξεις που προήλθαν από τις τράπεζες στις ΗΠΑ μας έπληξαν την πιο δύσκολη στιγμή. Η πρώτη φορά ήταν το 2022 αλλά καταφέραμε να ξεπεράσουμε τη βαθιά αβεβαιότητα της αγοράς. Αυτή τη  φορά όχι», δήλωσε ο Λίμαν.

Και συνέχισε λέγοντας ότι «η επιταχυνόμενη απώλεια εμπιστοσύνης και η κλιμάκωση τις τελευταίες ημέρες κατέστησαν σαφές ότι η Credit Suisse δεν μπορεί πλέον να υπάρχει με τη σημερινή της μορφή. Είμαστε χαρούμενοι που βρήκαμε μια λύση, η οποία είμαι πεπεισμένος ότι θα φέρει διαρκή σταθερότητα και ασφάλεια για τους πελάτες, το προσωπικό, τις χρηματοπιστωτικές αγορές και την Ελβετία».

Η χαριστική βολή

Βέβαια, οι εξελίξεις είναι ταχύτατες και όπως φαίνεται η UBS δεν μπορεί να αντέξει το βάρος της Gredit Suisse, με πληροφορίες να αναφέρουν ότι επίκεινται μεγάλες απολύσεις εργαζομένων και ανακατατάξεις.

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο πρόεδρος της SNB, Τόμας Τζόρνταν, αν και εξέφρασε  τη λύπη του για το γεγονός ότι  «η Αμερικανική τραπεζική κρίση» επιτάχυνε την «απώλεια εμπιστοσύνης στην Ελβετία» μετά την χρεοκοπία της Credit Suisse άφησε να εννοηθεί ότι η ευθύνη δεν είναι δική τους αλλά των ελβετών.

Και όχι άδικα, δεδομένου ότι η πτωτική πορεία της τιμής της μετοχής της Credit Suisse και οι αυξανόμενες εκροές περιουσιακών στοιχείων είχαν ξεκινήσει πολύ πριν από την κατάρρευση της Silicon Valley Bank στις αρχές του μήνα.

Η ελβετική ρυθμιστική αρχή FINMA έχει βρεθεί μάλιστα στο στόχαστρο επειδή επέτρεψε να φτάσει η κατάσταση εδώ, γνωρίζοντας ότι η τράπεζα ήταν επί χρόνια βυθισμένη σε ζημίες και σκάνδαλα.

Η Credit Suisse θα βούλιαζε

Ο Mark Yallop, πρόεδρος του Συμβουλίου Προτύπων Χρηματοοικονομικών Αγορών του Ηνωμένου Βασιλείου και πρώην Διευθύνων Σύμβουλος της UBS στο Ηνωμένο Βασίλειο, δήλωσε στο CNBC πως  συμφωνεί με την ευρεία εκτίμηση ότι η πτώση της Credit Suisse ήταν «ιδιότυπη».

«Είναι ατυχές που τα προβλήματα με ορισμένες από τις μικρότερες τράπεζες των ΗΠΑ τις τελευταίες δύο ή τρεις εβδομάδες συνέβησαν ταυτόχρονα με αυτό το ζήτημα με την Credit Suisse, αλλά αυτά  τα δύο είναι εντελώς διαφορετικά και σε μεγάλο βαθμό άσχετα μεταξύ τους», υπογράμμισε.

«Τα ζητήματα στην Credit Suisse έχουν να κάνουν με μια μακρά ιστορία περιστρεφόμενων θυρών στην κορυφή της εταιρείας από άποψη διαχείρισης, και πολλά προβλήματα στον έλεγχο και τη λειτουργία της τράπεζας που την εξέθεσαν σε μεγάλους κινδύνους».

Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ωστόσο, και οδήγησε την τιμή της μετοχής σε ιστορικό χαμηλό (πριν από το δάνειο 50 δισεκατομμυρίων από την SNB την περασμένη Πέμπτη, το οποίο τελικά απέτυχε να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη της αγοράς στην τράπεζα), ήταν η απόφαση της Σαουδικής Αραβίας να αποσύρει την εμπιστοσύνη και την χρηματοδότηση της από την Credit Suisse.

«Ποτέ δεν ξέρει κανείς μετά την κατάρρευση μιας τράπεζας πότε θα έρθει η στιγμή της κρίσης, αλλά για την Credit Suisse εκείνή ήταν η στιγμή που οι επενδυτές «έριξαν τελικά πετσέτα» και είπαν αρκετά. Οι ενέργειες που ακολούθησαν ήταν λίγο πολύ αναπόφευκτες», πρόσθεσε ο Yallop.

Η χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ελβετίας «κουρελιάστηκε»

«Μετά την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου, οι νέοι κανονισμοί ανάγκασαν τις ελβετικές τράπεζες να εγκαταλείψουν το απόρρητο των πελατών που για αιώνες διαμόρφωσε τον τρόπο λειτουργίας τους. Αυτό είχε ως αποτέλσμα, τράπεζες όπως η Credit Suisse να αναλάβουν μεγαλύτερο ρίσκο σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν την κερδοφορία τους και να αποτρέψουν πελάτες υψηλής καθαρής αξίας από το να πάρουν τα χρήματά τους» αναφέρει ο Στίβεν Γκλας, διευθύνων σύμβουλος και αναλυτής στην Pella Funds Management.

Σε αυτό το πλαίσιο, η Credit Suisse έχασε την εμπιστοσύνη των ισχυρών επενδυτών της μέσω του Greensill, που δάνειζε χρήματα σε εταιρείες αγοράζοντας τα τιμολόγιά τους προκαταβολικά, και μιας σειράς άλλων κακών επιλογών και σκανδάλων με αποτέλσμα η τράπεζα να «πυροβολεί τα πόδια της».

«Αυτό ήρθε ταυτόχρονα με την κατάρρευση της SVB και της Signature Bank και ενώ θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι μια ευρύτερη τραπεζική κρίση, στην πραγματικότητα, αυτό που πιστεύουμε είναι ότι πολλές από αυτές τις τράπεζες είχαν πραγματικά πρόβλημα με το επιχειρηματικό τους μοντέλο, που τις οδήγησε εκεί παρά η τραπεζική κρίση», κατέληξε ο Glass.

Σε αυτό συμφωνεί και ο Octavio Marenzi, Διευθύνοντας Σύμβουλος της Opimas, ο οποίος περιέγραψε στο CNBC την κατάρρευση της Credit Suisse λέγοντας ότι η «προσεκτικά δημιουργημένη, βελτιωμένη φήμη» της Ελβετίας για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα «είναι πλέον κουρελιασμένη».