Με αφορμή τη νέα του ταινία, “The Walk”, θυμόμαστε τα καλύτερα έργα του Μπομπ Ζεμέκις, από τα Επιστροφή στο Μέλλον ως τον Ρότζερ Ράμπιτ και από τον Φόρεστ Γκαμπ ως την Επαφή.
O Ζεμέκις δεν είναι από εκείνους τους σκηνοθέτες που θα αναφερθούν ποτέ με ευκολία ανάμεσα στους μεγάλους auteurs ή εκείνους τους δημιουργούς που έχουν σημαδέψει το σινεμά, αλλά έχει καταφέρει κάτι επίσης σημαντικό: Ξέρεις πως θα περάσεις καλά βλέποντας κάθε καινούρια ταινία του. Και, αρκετά θαυμαστά, το entertainment που δημιουργεί δε μοιάζει να έρχεται με ημερομηνία λήξης. Δεν είναι αποτέλεσμα συνταγής αυτό, ή το έχεις ή δεν το έχεις. Κι ο Ζεμέκις γύρισε, ας πούμε, το “Back to the Future” πριν 30 χρόνια- παραμένει τέλειο entertainment.
Ο βετεράνος σκηνοθέτης κέρδισε Όσκαρ για τον “Forrest Gump”, κάτι που αδικεί τελείως το σύνολο του έργου του, το οποίο διαθέτει ένα σωρό τρομερά διασκεδαστικές ταινίες με σημαία φυσικά το θρυλικό “Back to the Future”, μια ταινία που σημάδεψε γενιές geek σινεφίλ. Ο Ζεμέκις πάντα δοκίμαζε τις δυνάμεις τους σε διαφορετικά είδη, από τον τρόμο ως το προσωπικό δράμα κι από το sci-fi ως το fantasy animation. Και το έκανε σπρώχνοντας τεχνικά τα όρια ή εξερευνώντας τι διαφορετικό μπορεί να προσφέρει η κάθε φόρμα. Έτσι πέρασε ας πούμε τα ‘00s (‘ξόδεψε’, θα έλεγε κανείς κακεντρεχής) γυρίζοντας αποκλειστικά CGI animation.
Καμιά φορά αυτή του η διάθεση του έσκαγε στα μούτρα καθώς κανείς δεν ήταν έτοιμος για κάτι σαν το “Polar Express”. (Πανάσχημο.) Όμως ο “Ρότζερ Ράμπιτ” είναι ιστορικά καλή μίξη ειδών. Και ασχέτως υπερεκτίμησης ή όχι, το “Forrest Gump” υπήρξε μέγιστο crowd-pleaser. Και κάπου ανάμεσα στην “Επαφή” και το “Ναυαγό” φάνηκε πως ο Ζεμέκις μπορούσε να βγάλει κορυφαίες one-actor show ερμηνείες από τους διασημότερους σταρ της εποχής.
Α, και αναφέραμε ήδη το “Back to the Future”;
Για να το πούμε αλλιώς. Αν τον Ζεμέκις τον ξέρουν 2 στους 10, τις ταινίες του τις ξέρει κι ο 11ος. Να ένα χαρακτηριστικό τοπ-10 της μπλοκμπάστερ φιλμογραφίας του.
“Κυνηγώντας το Πράσινο Διαμάντι”, 1984
Σαν ρομ κομ Ιντιάνα Τζόουνς, με Μάικλ Ντάγκλας και Καθλίν Τέρνερ 5 χρόνια πριν αρχίσουν να παίζουν domestic ξυλίκι στον “Πόλεμο των Ρόουζ” να κυνηγούν ένα πετράδι μέσα σε βάλτους σε σπηλιές και σε ζούγκλες, τρέχοντας να ξεφύγουν από παγίδες και κροκοδείλους. Και ρομάντζο και περιπέτεια και χιούμορ και χορός σε μια από αυτές τις random εϊτίλες που χαίρεσαι που κάποτε συνέβαιναν γιατί σήμερα κανένα στούντιο δε θα τις γύριζε. Είναι απλά η αρχή της καριέρας του κι ο Ζεμέκις ήδη δείχνει πως ξέρει να φτιάχνει αγνό fun με cult διάρκεια.
“Back to the Future”, 1985
Ο Ζεμέκις είχε αναπτύξει το “Cocoon” αλλά απολύθηκε από την ταινία όταν το στούντιο είδε το “Κυνηγώντας το Πράσινο Διαμάντι” (πριν βγει στις αίθουσες) και φρίκαρε. Τόσα ξέρουν. Η ταινία έγινε επιτυχία κι έτσι η Universal προσέλαβε τον Μπομπ για να γυρίσει ένα μικρό sci-fi που μπορεί να έχετε ακούσει, Μάρτι ΜακΦλάι, Ντοκ Μπράουν, DeLorean, οιδιπόδειο (“Αυτός είναι ο Κάλβιν Κλάιν! Είναι τόσο ονειρεμένος!”), όλα αυτά τα γνωστά. Η ταινία ήταν τεράστια επιτυχία και παραμένει, μέχρι σήμερα, 30 χρόνια μετά, λίγο-πολύ ο ορισμός του τι σημαίνει “διασκεδαστική περιπέτεια”. (Επίσης παραμένει επιδραστικό. Έβλεπα πριν λίγο ένα επεισόδιο “Rick & Morty” και μου κόλλησε η ψυχή στην πλάτη. Είναι τρομερό κάποια έργα πώς μπορούν να εμπνέουν τόσο διαφορετικά και ρισκαδόρικα πράγματα τόσες δεκαετίες μετά.) Ο Ζεμέκις επέστρεψε για 2 σίκουελ στο τέλος των ‘80s, κανένα εκ των οποίων δεν αγγίζει την ποπ γοητεία του πρώτου φιλμ, αλλά παραμένοντας άψογο entertainment σε κάθε περίπτωση.
Γενικά όσα χρόνια κι αν περάσουν είναι λίγες οι ταινίες που ξεπερνούν τα “Back to the Future” στο απλό και απόλυτο ‘δεν αλλάζεις ποτέ κανάλι έτσι και το πετύχεις’ τεστ.
“Who Framed Roger Rabbit”, 1988
Θα νιώσεις πως τα μικημάου έχουν ψυχή!
Ειδικά όταν μιλάμε για έναν σκηνοθέτη με τόσο μαζικές ταινίες, είναι φυσικό επόμενο πως ο καθένας θα έχει τη δική του προσωπική αγαπημένη και θα την αγαπάει με πάθος γιατί θα του θυμίζει τη συγκεκριμένη εκείνη ιδανική εποχή που ήταν πιτσιρικάς και την έβλεπε 100 φορές τη μέρα και δε τον ένοιαζε τίποτα στον κόσμο παρά το να γελάει σαν χαζό με τέλειες κωμωδίες στην τηλεόραση. Το “Ρότζερ Ράμπιτ”, θέλω να καταλήξω, το έχω δει περίπου χίλιες πεντακόσες φορές στη ζωή μου. Έχω πάνω από δεκαετία να το δω ομολογουμένως, αλλά μάλλον είναι σαν αυτά τα τραγούδια που άκουγες ασταμάτητα μικρός και τώρα αν τύχει να ακουστούν από κάπου λες ενστικτωδώς όλους τους στίχους απ’έξω. Νομίζω είμαι αρκετά σίγουρος πως θυμάμαι τα πάντα από αυτή την ταινία, μια τρομερά εφευρετική και τεχνικά άρτια μίξη animation και live-action με αξέχαστους χαρακτήρες και εικόνες που εναλάσσονται στο σουρεάλ, το καρτουνίστικο και το γκροτέσκο. Απολύτως ενδεικτική της διάθεσης του Ζεμέκις να ψάχνει διαρκώς συνδετικά λαγούμια ανάμεσα στις διάφορες φόρμες και αιωνίως διασκεδαστική, παραμένει και θα παραμένει για πάντα η προσωπική μου αγαπημένη από τη φιλμογραφία του Μπομπ. (Α, μιας και είπα Μπομπ: Απολαυστικός Μπομπ Χόσκινς.)
“Ο Θάνατος Σου Πάει Πολύ”, 1992
Σίγουρα δεν είμαι ο μόνος που βρίσκει σκέτη απόλαυση αυτή τη μαύρη σάτιρα; Το πρωταγωνιστικό τρίο είναι διάνα σε όλα, με κωμικό απόγειο για Μέρυλ Στριπ, Γκόλντι Χων και Μπρους Γουίλις, και μια ιστορία που σπάει πλάκα με την βαθύτατα ανθρώπινη αδυναμία του να θες να ζήσεις για πάντα. Μαύρο, αστείο και με τέλεια εφέ, που πήραν και Όσκαρ.
“Forrest Gump”, 1994
Η ταινία που χάρισε στον Ζεμέκις το Όσκαρ Σκηνοθεσίας, αντί ξερωγώ να το πάρει ο Ταραντίνο για το “Pulp Fiction” μπορεί για πάντα να κουβαλάει το στίγμα μιας εκ των πιο εξόφθαλμων οσκαρικών αδικιών όλων των εποχών, και μπορεί να είναι εύκολο (και δίκαιο σε αρκετό βαθμό) το τρασάρισμα που τρώει τα τελευταία χρόνια, και ναι εντάξει, μπορεί να παίρνει μια εντελώς τουριστική (και κατά τόπους προσβλητικά επιδερμική) προσέγγιση στην σύγχρονη ιστορία… ουφ κουράστηκα. Ναι, το “Forrest Gump” είναι όλα αυτά. Αλλά την ίδια στιγμή, είναι απίστευτα watchable. Ήταν φαινόμενο της Στιγμή του- όλοι μιλούσαν αργά σαν τον Φόρεστ, πέταγαν διαρκώς ατάκες-μαθήματα ζωής του Φόρεστ (το “η ζωή είναι σαν ένα κουτί σοκολατάκια” με σοβαρό ύφος μπορεί και να γέννησε τον μετα-ειρωνικό θεατή του 21ου αιώνα), άκουγαν ασταμάτητα το τέλειο σάουντρακ του Φόρεστ. Η ερμηνεία του Τομ Χανκς παραμένει, ό,τι κι αν είναι, εμβληματική. Και το “run Forrest” νομίζω δε θα ξεκολλήσει ποτέ από τον εγκέφαλό μου ως η πρώτη σκέψη που κάνω όποτε βλέπω κάποιον να τρέχει αφύσικα γρήγορα.
“Απολαμβάνω τη χρήση των ειδικών εφέ,” είχε πει κάποτε ο Ζεμέκις με αφορμή την επαναστατική μίξη αρχειακού υλικού και fiction σε ετούτη την ταινία. “Μέρος του θεάματος της ταινίας είναι η ψευδαίσθηση και η ψευδαίσθηση είναι όλο και περισσότερο μέρος του θεάματος.” Ο Φόρεστ/Χανκς έγινε μέρος της ιστορίας του 20ου αιώνα όπως ακριβώς η ταινία έγινε ένα από τα τελευταία ποπ φαινόμενα πριν αυτός εκπνεύσει. Δεν θέλω να ηρωοποιήσω το φιλμ, δεν το θεωρώ ιδιαίτερα καλή ταινία. Αλλά έχει στιγμές, μερικές πραγματικά απίστευτα watchable στιγμές, και αξέχαστους β’χαρακτήρες, και ατάκες, και όλα αυτά τα κομμάτια του ψηφιδωτού που κάνουν όλο το σινεμά του Ζεμέκις τόσο διασκεδαστικό. Μου τη σπάει η μεγάλη εικόνα αυτού του φιλμ, αλλά τα επιμέρους μαγικά είναι πάντα εκεί.
“Contact”, 1997
Όταν βγήκε η Επαφή, η Τζόντι Φόστερ ήταν η αγαπημένη μου ηθοποιός. Μιλάμε για παράνοια. Η πώρωσή μου με τη Τζόντι Φόστερ ήταν ένας από τους βασικούς λόγους που θέλησα να αρχίσω να γράφω για σινεμά. Αυτό το εσωτερικό sci-fi έπος του Ζεμέκις ήρθε ακριβώς πάνω στην κατάλληλη στιγμή. Το είχα δει εκατό φορές και το είχα λατρέψει κάθε μία από αυτές. Σου έχει τύχει μια ταινία να πιάνει μια τόσο συγκεκριμένη θέση μέσα σου που να σου είναι αδύνατον να την δεις ψύχραιμα, αντικειμενικά και αποστασιοποιημένα; Ε, αν αυτή η ταινία έχει την οποιαδήποτε αδυναμία, μου είναι αδύνατον να την δω. Την παρακολούθησα στην εφηβεία μου, έπαιζε η αγαπημένη μου ηθοποιός, με βοήθησε να ανακαλύψω το sci-fi όπως μετέπειτα θα το αγαπούσα, και είχε για κεντρικό χαρακτήρα μια επιστήμονα που αρνήθηκε να προδώσει το οτιδήποτε από την προσωπική της ηθική ακόμα κι όταν θα της κόστιζε τα πάντα. Και τελικά ταξίδεψε στην Αλήθεια. Σοβαρά, δε ξέρω. Αυτή την ταινία πρέπει να την βλέπουν οι πάντες στα 15 τους.
“What Lies Beneath”, 2000
Αυτό ήταν πραγματικά παράξενο. Μετά από δύο Σοβαρές Ταινίες με μεγάλους πρωταγωνιστές, βαριά θέματα και οσκαρικές αξιώσεις, και στη διάρκεια ενός προγραμματισμένου διαλείμματος στην παραγωγή ενός τρίτου (του “Cast Away”), ο Ζεμέκις πήρε δύο κανονικούς, διάσημους σταρς, τον Χάρισον Φορντ και τη Μισέλ Φάιφερ, και πήγε και γύρισε τσάκα-τσάκα μια τυπική σλασεριά τύπου “I Know What You Did Last Summer”. Ανέκαθεν το αγαπούσα, και αυτή η παράγραφος που μόλις έγραψα εξηγεί το γιατί.
“Cast Away”, 2000
Η ‘κανονική’ ταινία του 2000 για τον Ζεμέκις είναι μια ακόμα από τις πολύ διάσημές του, και ταυτόχρονα το απόλυτο Τομ Χανκς one-man show. Ο Μπομπ εδώ κατάφερε να φτιάξει ένα δίωρο φιλμ στηριγμένο πάνω σε έναν χαρακτήρα και να το κάνει σχεδόν απόλυτα fun και ελάχιστα υπαρξιακό και αγωνιώδες, το οποίο εντάξει, δεν είναι ότι αν με ρωτούσε ο σκηνοθέτης πριν το γυρίσει θα συμφωνούσα με την επιλογή, αλλά αφενός δε με ρώτησε και αφετέρου σημασία έχει ότι η κατεύθυνση που επέλεξε, υπηρετήθηκε στην εντέλεια. Το να βλέπεις έναν άνθρωπο να τα βάζει με τη φύση δεν έχει υπάρξει ποτέ ξανά τόσο απολαυστικό. Αλλα παρό’λαυτά το μεγαλύτερο κατόρθωμα της ταινίας είναι ότι κατάφερε να κάνει σταρ μια μπάλα. Χαριτωμένα σκυλάκια, μπόμπιρες, και δεν ξέρω εγώ τι άλλο; Αυτά είναι εύκολα. Ο Μπομπ Ζεμέκις έκανε σταρ μια μπάλα του βόλεϊ, γατάκια.
“Beowulf”, 2007
Κοιτάχτε, δεν είναι ό,τι καλύτερο έχει συμβεί ποτέ στο fantasy ή στο CG animation ή στον Νιλ Γκέιμαν, αλλά και πάλι, είχα διασκεδάσει αξιοπρεπέστατα σε αυτό το CG ζωντάνεμα του θρύλου του Μπέογουλφ, ο οποίος εκδικείται ένα ντόπιο τέρας. Σε όλη τη διάρκεια των ‘00s ο Ζεμέκις πειραματιζόταν με αυτή την τεχνική motion capture animation, οπότε μπορείς σίγουρα να πεις πως βοήθησε να ανοίξει μια πόρτα στο μέλλον, καθώς σήμερα όλα αυτά γίνονται ομορφότερα. Απλά είναι κρίμα που όλα αυτά τα πειράματα δεν τα έκανε με καλύτερες ταινίες. (“The Polar Express”, “A Christmas Carol” οι άλλες δύο.) Ετούτη είναι σίγουρα η ανώτερη από τις 3, κι ας μην είναι Μπομπ στα καλύτερά του. Τουλάχιστον επέτρεψε σε αυτό το μικρό θεό να παίξει τον μυθικό πολεμιστή το οποίο, ΟΚ, δεν είναι δα και Άντι Σέρκις-ως-Σίζαρ αλλά ένα coolness το έχει.
“Flight”, 2012
Και κλείνουμε το πρόγραμμά μας με το “Flight”, το οποίο παρότι ταινία για την οποία έχω τεράστιες ενστάσεις, τουλάχιστον ανακοίνωσε τη δυναμική επιστροφή του Ζεμέκις ως αληθινού σκηνοθέτη, 12 χρόνια μετά την τελευταία ταινία του για την οποία άκουγε κανείς μαζικά καλά σχόλια. Το δράμα με τον Ντένζελ Ουάσινγκτον σε έναν από τους κορυφαίους ρόλους της καριέρας του, εκτός του ότι έχει μια τρομερή εναρκτήρια σεκάνς απότομης προσγείωσης που είναι μες στα καλύτερα πράγματα που έχει κάνει ο Ζεμέκις, καταπιάνεται με μια τρομερά ενδιαφέρουσα ιδέα: Τι συμβαίνει όταν αυτό που σε καταστρέφει, σε κάνει ταυτόχρονα και καλύτερο, σε κάνει -πώς να το πω- αυτό που είσαι.
Δυστυχώς αυτό το πορτρέτο ενός παραδομένου στο αλκοόλ πιλότου αποφεύγει τη δυσκολία του ερωτήματος που θέτει και εξελίσσεται σε μια τυπική ιστορία εξιλέωσης, το οποίο ΟΚ μεν, αλλά από την άλλη το έχουμε δεί πενήντα φορές κι εδώ υπήρχε υποψία για κάτι πιο ενδιαφέρον. Είναι από τις περιπτώσεις ταινιών που δε μπορώ να μη σκέφτομαι αυτό που θα μπορούσε να είναι, αλλά τελοσπάντων ακόμα κι έτσι ο Ζεμέκις κάνει πολύ ενδιαφέροντα πράγματα, και -εν τέλει- επιστρέφει για τα καλά.
*Το “The Walk” παίζεται ήδη στις αίθουσες.
Του Θοδωρή Δημητρόπουλου
Πηγή: Oneman