«Σκοπευτής» της πόλης, φωτογράφιζε επί μία δεκαετία καθημερινούς ανθρώπους και τους ανέδειξε με σημειώματά του σε δημοφιλή έντυπα όπως το «Symbol» και το «Time Out». Και μπορεί να μη συλλαμβάνει πια με το φακό τους περαστικούς, αλλά κατορθώνει να παγιδεύει το βλέμμα τους σε μια από τις πιο ευφάνταστες γωνιές της Αθήνας. Ο Σωκράτης Σωκράτους αφηγείται τις δικές του ιστορίες, φιλοτεχνώντας τη βιτρίνα της Hermès, στην περίοπτη γωνία Βουκουρεστίου και Σταδίου.
Λίγο πριν τη συμμετοχή του στην έκθεση «Εγχειρίδιο ευτυχίας» στη Βιέννη και το Εθνικό Μουσείο της Αυστρίας «Belvedere», συναντήσαμε τον καλλιτέχνη στη Στέγη, την ημέρα της πρώτης γενικής πρόβας του Δημήτρη Παπαϊωάννου.
«Ξεκίνησα ως γλύπτης αλλά για να μπορέσω να επιβιώσω - γιατί αγαπώ το θέατρο -, υπέγραψα την πρώτη μου σκηνογραφική δουλειά: τα Παραμύθια των Αδελφών Γκριμ με την Ομάδα Εδάφους του Παπαϊωάννου, σε μουσική Κουμεντάκη». Έπειτα, ήρθαν τα χάρτινα κοστούμια για την Ιφιγένεια της Άννας Κοκκίνου, τα σκηνικά και τα κοστούμια της ομάδας Sine Qua Non στο φεστιβάλ Αθηνών με την Άντζελα Μπρούσκου και το Θέατρο σε τροχόσπιτο με σχέδια και κατασκευές του Σωκράτους. Ως εθελοντής αποκλειστικός φωτογράφος των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, κατέχει ένα τεράστιο φωτογραφικό αρχείο από την προετοιμασία των αθλητών και τις πρόβες των τελετών έναρξης και λήξης. «Από τους καλλιτέχνες της γενιάς μου είμαι από τους λίγους που τόλμησα να κάνω κάποια πράγματα διαφορετικά ή παράλληλα ακόμα, που όμως συνδέονται με τα εικαστικά. Και νιώθω πως, κατά κάποιο τρόπο, έχω δικαιωθεί εγώ μέσα από αυτό, προσωπικά».
«Το πρώτο πράγμα που έκανα χωρίς να το αναφέρω ποτέ, ήταν οι διακοσμήσεις στο Factory την εποχή των rave parties, σε ηλικία 20 ετών. Τις Κυριακές μάλιστα πηγαίναμε στα Οινόφυτα, στο περίφημο θερμοκήπιο με τις ζέρμπερες. Για μένα αυτό στάθηκε καθοριστικό στην προσωπική μου δουλειά κι απ’ αυτό προέκυψε η πρώτη μου συμμετοχή στο ΔΕΣΤΕ (μια εγκατάσταση με πλαστικό γκαζόν και κόκκινα λουλούδια)». Η συνθήκη του κήπου χρόνια τώρα ακολουθεί τον δημιουργό, με πιο πρόσφατη την εγκατάσταση στο κλειστό αίθριο του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης (βραβείο ΔΕΣΤΕ, 2015). «Είναι ένας τρόπος να μιλήσεις και πολιτικά γιατί ο κήπος είναι η προέκταση του δημόσιου βίου, μίας πόλης, η προέκταση του σπιτιού» έχει πει σε παλιότερη συνέντευξή του ο Σωκράτους, που τα τελευταία δέκα χρόνια παρεμβαίνει με τρόπο ξεχωριστό στην εικόνα του κέντρου της Αθήνας, φιλοτεχνώντας το «πρόσωπο» της Hermès. To 2011 μάλιστα του απένειμαν την πιο σημαντική καλλιτεχνική διάκριση της εταιρείας - «Hero of the year» -, ξεχωρίζοντάς τον για τη συνολική προσφορά του από 315 καταστήματα, σε όλες τις γνωστές πρωτεύουσες του κόσμου.
Τον ρωτώ για την ιδιαιτερότητα στην «σκηνογραφία» της βιτρίνας, αλλά με διορθώνει ευγενικά: «Δεν έχουμε σκηνογραφία, είναι τελείως διαφορετική η λογική του θεάτρου. Μπορούμε να μιλήσουμε για τοποθέτηση του αντικειμένου σε ένα θέμα-πλαίσιο. Η ιστορία, όμως, της βιτρίνας οπωσδήποτε έχει ενδιαφέρον και πηγαίνει πολύ πίσω, στη Γαλλία, γι’ αυτό και είναι κάτι που οι Γάλλοι το κατέχουν καλά. Είναι μια «τελετουργία» που γίνεται ομαδικά, από τους καθαριστές, τους μεταφορείς και τους υπεύθυνους φωτισμού, όλοι μας πρέπει να συντονιστούμε μέσα σε λίγο χρόνο. Κι οφείλουμε να διευκρινίσουμε τούτο: μπορεί μια βιτρίνα να εντάσσεται στον ευρύτερο δημόσιο χώρο, αλλά δεν παύει να αποτελεί μέρος ενός ιδιωτικού χώρου. Περνά λοιπόν από εκεί ο κόσμος, αλλά με έναν άλλο τρόπο».
Πώς, λοιπόν, μαγνητίζει το βλέμμα του περαστικού; «Αυτό είναι και το στοίχημα: να τον κάνεις όχι απλώς να κοιτάξει, αλλά να σταθεί. Ευτυχώς, δουλεύω με μια εταιρεία που δεν είναι «μόδα», αλλά ένα σοβαρό brand με ιστορία που λειτουργεί με απολύτως καλλιτεχνικά κριτήρια. Όποιο αντικείμενο και να υπογράψει είναι χειροποίητο και τα υλικά που χρησιμοποιεί, τα αξιοποιεί στις χώρες παραγωγής τους -για παράδειγμα, το γυαλί στην Ιταλία, το καουτσούκ στη Βραζιλία κ.ο.κ. Επομένως, μετρά εντός μου η ιστορία και η ποιότητα του αντικειμένου, που συνήθως είναι για μια ζωή και που πολλές φορές γίνεται συλλεκτικό, περνώντας στις νεότερες γενιές. Έρχομαι, λοιπόν, να τοποθετήσω ένα αντικείμενο με υψηλές προδιαγραφές, καμωμένο τέλεια - σχεδιαστικά, τεχνικά, χρωματικά -, όπου το ίδιο το αντικείμενο μου υποβάλλει ότι εγώ πρέπει να επιχειρήσω κάτι ανάλογο. Κι αυτό είναι μια τεράστια δυσκολία, αλλά και πρόκληση».
Άρα, το αντικείμενο υποβάλλει τρόπον τινά το στήσιμο; «Αν το ντεκόρ δεν είναι αναλόγου επιπέδου, θα «πετάξει» τη δουλειά που κάνεις. Εκεί, λοιπόν, έχεις ένα γόνιμο ανταγωνισμό σε σχέση με το αντικείμενο, ένα ωραίο στοίχημα που δεν έχει να κάνει με όρους ανταγωνισμού. Δε σου κρύβω, άλλωστε, ότι κι ο λόγος που εξακολουθώ να δουλεύω σε αυτήν την εταιρεία, είναι γιατί μου ταιριάζει. Δεν το έχω ξανακάνει και δεν ξέρω αν θα το επέλεγα οπουδήποτε αλλού. Ενώ έχει τεράστιο εύρος, λειτουργεί σχεδόν με τους όρους και τους κανόνες μιας οικογενειακής επιχείρησης, όπως οι ευρωπαϊκοί οίκοι πριν τη βιομηχανοποίηση. Πορεύονται, όμως, σύγχρονα και δε μένουν πίσω από την εποχή μας. Στα σεμινάρια στο Παρίσι που μαζευόμαστε είμαστε σαν οικογένεια. Ακόμη και όταν φτιάχνω τις βιτρίνες της Hermès σε άλλες χώρες, όπως στο Ντουμπάι , Βενετία, Μπαχρέιν κ.α. δεν είμαι ξένος. Μπαίνοντας στο κατάστημα, νιώθω σε οικείο περιβάλλον, στο σπίτι μου».
«Η δυσκολία της βιτρίνας είναι ότι κάθε φορά που στήνεις, πρέπει να πάρεις μιαν απόσταση· να βγεις έξω και να δεις εάν αυτό που έχεις σχεδιάσει, ανταποκρίνεται στην επιθυμητή εικόνα. Μπορεί για παράδειγμα να σχεδιάσεις κάτι που θεωρείς τέλειο και να μη λειτουργεί σε δημόσια θέα. Όλα κρίνονται σε ένα 24ωρο. Αυτός ο χρόνος "γλιστρά" συνέχεια, γιατί έχει να κάνει με το βλέμμα του περαστικού, το διάλογο που θες μαζί του.
Μέσα στα χρόνια έχω αποκτήσει μια ιδιότυπη σχέση με συγκεκριμένους ανθρώπους στην Αθήνα. Δεν τους ξέρω προσωπικά κι ούτε αυτοί γνωρίζουν το όνομά μου. Περνώντας, λοιπόν, την ώρα που στήνω, πλησιάζουν, κάθονται και ενώ μπορεί να είμαι εξουθενωμένος από την ένταση της δουλειάς και τη φυσική κόπωση, μπορώ ν’ αντιληφθώ πράγματα από ένα νεύμα, μια κίνηση του χεριού, την έκφραση του προσώπου. Υπάρχει μάλιστα κόσμος, που περιμένει να τελειώσει η βιτρίνα, μπαίνει στο κατάστημα και ρωτά για να αγοράσει μέρος του decor. Υπάρχει μια σχέση, λοιπόν, με τους ανθρώπους της πόλης και αυτό το κρατώ ως κάτι δικό μου, μια προσωπική "κατάκτηση" που μου έχει χαρίσει η Hermès».
Πώς αντιλαμβάνεται το στήσιμο της βιτρίνας σε σχέση με το ιστορικό κέντρο; «Πάντοτε στη δουλειά μου έχω το κριτήριο της εντοπιότητας. Μπορεί δηλαδή κανείς να ξεχωρίσει το ελληνικό στοιχείο, ακόμη κι όταν δεν είναι περιγραφικό, στην Αθήνα αλλά και στο εξωτερικό. Στην τωρινή μου δουλειά για παράδειγμα, όπου είχαμε το θέμα του ζωομορφισμού, έκανα μεγάλη έρευνα σε ζωόμορφα αγγεία και στις παραστάσεις των αρχαίων με σπονδές ή άλλες εορταστικές τελετές κοινωνικού χαρακτήρα.
Αλλά και η καθημερινότητα στο κέντρο επηρεάζει τη βιτρίνα με τρόπο που δεν μπορεί να γνωρίζει ο κόσμος. Για παράδειγμα, όταν πριν από δύο χρόνια έγινε έκρηξη στα γραφεία του ΣΕΒ (οδός Ξενοφώντος στο Σύνταγμα), αρκετά μέτρα μακριά από το κατάστημα, το ωστικό κύμα κατέστρεψε ολοσχερώς το θέμα της βιτρίνας, φτιαγμένο τότε, κυρίως, από γυαλί. Έπρεπε να επιστρέψω άμεσα από τη Γαλλία για να την ξαναστήσω. Υπ’ αυτήν την έννοια η βιτρίνα «ζει» τον παλμό της δημόσια ζωής, είναι αναπόσπαστο μέρος της πόλης».
Περισσότερα για τον Σωκράτη Σωκράτους εδώ