Σε αυτά τα δύο γραφήματα (παραπάνω και ακριβώς παρακάτω) αποτυπώνεται ο «ηλικιακός χάρτης» των γυναικών που απέκτησαν παιδί μέσα στα έτη: 1980, 1990, 2000, 2010, 2020, 2022.
Το ταξίδι μέσα στον χρόνο με την βοήθεια των αριθμών της ΕΛΣΤΑΤ για τον αριθμό των γεννήσεων στην Ελλάδα και τις ηλικίες της μητρότητας, αποκαλύπτει πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι έχουν αλλάξει κατά πολύ οι ηλικίες στις οποίες μια γυναίκα γίνεται μητέρα στη χώρα μας. Ενώ το 1980 οι περισσότερες γυναίκες έκαναν παιδί έως τα 25, με τις περισσότερες γεννήσεις να προκύπτουν σε ηλικίες από 15 εώς 29, η πραγματικότητα του 2022 είναι εντελώς διαφορετική: Το «αόρατο φράγμα» των 30 ετών - μία ηλικία που αποτελούσε «ταμπού» πριν από μερικές δεκαετίες, ασκώντας ψυχολογική πίεση στις γυναίκες να αποκτήσουν παιδί πριν περάσουν αυτό το όριο - έχει μετατοπιστεί σε εντυπωσιακό βαθμό.
Μία σταδιακή αλλαγή αρχίζει από το 2000 κιόλας, όπου οι περισσότερες γεννήσεις «μεταφέρονται» στις ηλικίες μεταξύ 25 και 29.
22 χρόνια αργότερα, μία θεαματική αλλαγή που κάποτε θεωρούσαμε σχεδόν «αδιανόητη» έχει ολοκληρωθεί. Ο τρόπος σκέψης και ο τρόπος ζωής ελάχιστη σχέση διατηρεί με όσα επικρατούσαν το 1980.
Καλωσορίσατε στο 2022: Μητέρα πριν από τα 30; Δύσκολο!
Η πλειοψηφία των γεννήσεων καταγράφεται πλέον από γυναίκες σε ηλικίες 30 με 34, ενώ είναι ελάχιστα λιγότερες οι γεννήσεις από γυναίκες σε ηλικίες 35-39 ετών, επιβεβαιώνοντας μία έντονα αυξητική τάση, που φέρνει τη μητρότητα πιο κοντά στα 40 από ποτέ.
Η κατακόρυφη αύξηση των μαμάδων πάνω από τα 40 δεν σταματάει εδώ. Οι δύο τελευταίοι πίνακες (βλέπε γραφήματα παραπάνω) αποκαλύπτουν ότι αυξάνονται σε ιλιγγιώδεις ρυθμούς οι γυναίκες που φέρνουν ένα παιδί στον κόσμο σε ηλικίες από 40 εως και 49 ετών.
Όμως, που μπορεί να οφείλεται αυτή η αλλαγή; Ας συγκρατήσουμε σε αυτό το σημείο τέσσερις λέξεις: Οικονομία, Καριέρα, Ιατρική και Τεχνολογία.
Σε αυτό το γράφημα καταγράφονται ο αριθμός των γεννήσεων και ο πληθυσμός ανά Περιφέρεια της Ελλλάδας για το 2022.
Οικονομία και υπογεννητικότητα
Αξιοπρόσεκτες «σημπτώσεις», που μάλλον δεν είναι και τόσο τυχαίες:
- Συγκρίνοντας την Κρήτη με την Θεσσαλία και την Δυτική Ελλάδα - τρεις περιφέρειες με μικρή διαφορά στον πληθυσμό - διαπιστώνουμε με την πρώτη ματιά την αναντίστοιχη, πολύ σημαντική απόσταση επίπεδο γεννήσεων. Η Κρήτη προπορεύεται άνετα, με ποσοστιαία διαφορά της τάτξης του 20-25% έναντι Θεσσαλίας και Δυτικής Ελλάδας.
- Το ίδιο παρατηρείται σε Ιόνια Νησιά και Δυτική Μακεδονία. Ενώ στην Δυτική Μακεδονία έχουμε κατά 25% μεγαλύτερο πληθυσμό, τα Ιόνια έδωσαν για το 2022 πολύ περισσότερες γεννήσεις - σε ποσοστό η διαφορά είναι της τάξης του 15%. Τα Ιόνια νησιά έδωσαν πολύ περισσότερες γεννήσεις και συγκρινόμενα με το Βόρειο Αιγαίο, με διαφορά κοντά στο 20%, αν και έχουν τον ίδιο πληθυσμό πάνω-κάτω.
- Κι ένα τρίτο παράδειγμα: Η απομακρυσμένη Ήπειρος, όπου οι νέοι εγκαταλείπουν αργά και σταθερά τα ορεινά χωριά, έχει πάνω - κάτω ίσο πληθυσμό με το Νότιο Αιγαίο, όμως δίνει λιγότερες από 2.000 γεννήσεις για το 2022, έναντι 3.169 των νησιών στο Νότιο Αιγαίο.
Οι τρεις περιπτώσεις οδηγούν μάλλον εκ του ασφαλούς στο συμπέρασμα ότι ο οικονομικός παράγων είναι πλέον βασικός, καθώς η κάλυψη των βασικών αναγκών γίνεται όλο και πιο δύσκολη: Φτωχότερη οικονομία - λιγότερες γεννήσεις στην Περιφέρεια. Κανόνας χωρίς εξαίρεση.
Αυτό είναι κοινό μυστικό για όσους ασχολούνται με την στατιστική και με το δημογραφικό. Και πίσω από όλα, η σταδιακή αλλαγή του ρόλου της γυναίκας.
Υπό την πίεση της οικονομικής ανασφάλειας, η γυναίκα βγαίνει όλο και πιο δυναμικά στην αγορά εργασίας, με αποτέλεσμα να θέτει νέες προτεραιότητες στη ζωή της, όπως η επαγγελματική εξέλιξη.
Ετσι, όλο και συχνότερα, η απόκτηση ενός παιδιού θυσιάζεται στο βωμό της οικονομικής αποκατάστασης, καθώς περισσότερες γυναίκες επιλέγουν συνειδητά την επαγγελματική εξέλιξη, έναντι της οικογένειας.
Επιπλέον, η εξέλιξη της επιστήμης έχει βοηθήσει τις γυναίκες να διατηρούν την δυνατότητα της μητρότητας και σε μεγαλύτερες ηλικίες. Πρόσφατα ψηφίστηκε νόμος που επιτρέπει την εξωσωματική γονιμοποίηση μέχρι την ηλικία των 54 ετών.
Ως αποτέλεσμα, η γυναίκα που το 1980 δεχόταν έντονη κοινωνική κριτική αν μέχρι μία ηλικία δεν είχε γίνει μάνα, βλέπει τον περίγυρό της έτοιμο να αποδεχθεί την χρονική μετάθεση αυτού του στόχου, ενώ γνωρίζει ότι «τεχνικά» διατηρεί ελπίδες και δυνατότητες.
Υπογεννητικότητα: Ενα γράφημα - μία απογοήτευση
Σε αυτό το γράφημα καταγράφεται ο αριθμός θανάτων και γεννήσεων από το 1980 εως και το 2022.
Οι δύο γραμμές, σε γαλάζιο και κόκκινο χρώμα, είναι αμείλικτες.
Σύμφωνα με τα νούμερα της ΕΛΣΤΑΤ οι γεννήσεις που σημειώθηκαν το 2022 ήταν μόλις 76.095 ενώ οι θάνατοι 140.801, αριθμός σχεδόν διπλάσιος. Ήδη από το 2011, οι θάνατοι υπερτερούν σταθερά των γεννήσεων και η εικόνα επιδεινώνεται σταθερά εως και το 2022, όπου η διαφορά κοντεύει να διπλασιαστεί.
Η πανδημία επηρέασε αρνητικά περαιτέρω τις ισορροπίες, καθώς συνέβαλε στην μεγάλη αύξηση των θανάτων.
Υπογεννητικότητα και στην Ευρώπη, με «εκπλήξεις»
Ποιός είπε ότι η υπογεννητικότητα είναι μόνο ελληνική «ασθένεια»;
Το γράφημα με το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών, με την προσθήκη του Αζερμπαϊτζάν που περιλαμβάνεται στα στοιχεία της Eurostat, πρέπει να διαβαστεί με ένα απλό τρόπο: Αρκεί να κοιτάζουμε εάν υπερτερεί για κάθε χώρα η μπάρα με το μπλε χρώμα (θάνατοι) ή το κόκκινο (γεννήσεις).
Η εικόνα είναι αποκαρδιωτική, καθώς «λάμπουν» ελάχιστες εξαιρέσεις, μεταξύ των οποίων η Τουρκία και η Γαλλία.
Στην περίπτωση της Τουρκίας η εξήγηση μάλλον εντοπίζεται στο πολιτισμικό και θρησκευτικό υπόβαθρο της χώρας, που ευνοούν τις γεννήσεις, ενώ η Γαλλία είναι η χώρα που έχει πετύχει το «θαύμα», δίνοντας πολύ ισχυρά φορολογικά κίνητρα (αφορολόγητο για τις οικογένειες με 4 παιδιά και άνω) υπέρ των γεννήσεων.
Η υπογεννητικότητα σαρώνει, αντίθετα, στην Γερμανία και στις μεσογειακές χώρες, ενώ πρόβλημα έχουν όχι μόνο τα Βαλκάνια αλλά και η Αυστρία.
Λίγο καλύτερη εικόνα στην Σκανδιναβία με αρνητική εξαίρεση την Φινλανδία.
Θετικό δείγμα η Ιρλανδία(!), ενώ «διασώζονται» Ολλανδία, Βέλγιο και Κύπρος.