Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ζήτημα ανέδειξε η συνέντευξη με τον Ντάνιελ Ζίμπλατ, καθηγητή της Επιστήμης της Διακυβέρνησης στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, η οποία δημοσιεύθηκε πρόσφατα. Ποια είναι αυτή; Κρύβεται σε μια φράση του: «Συχνά το χάρισμα το διαθέτουν όσοι αντιτίθενται στην υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Είναι ευκολότερο να επιτεθείς σε μια υπάρχουσα τάξη παρά να τήν υπερασπιστείς».
Μεγάλη αλήθεια. Πράγματι, είναι συνηθέστερο ηγέτες και πολίτες να θέτουν τα προσωπικά τους χαρίσματα στην υπηρεσία μιας ανατροπής (πχ τυραννίας, καθεστωτικής νοοτροπίας, ή και απλώς μιας κυβέρνησης), παρά να τά χρησιμοποιούν για να προασπίσουν αξίες και να υπερασπιστούν μια ήδη προϋπάρχουσα κατάσταση την οποία άλλοι επιχειρούν να ανατρέψουν. (Η δεύτερη περίπτωση συναντάται κυρίως σε δικαστικούς, σπάνια όμως σε πολιτικούς και πολίτες). Με άλλα λόγια, επεκράτησε να θεωρείται η ανατροπή γοητευτικότερη της συντήρησης, η εναντίωση δημοφιλέστερη από την προστασία.
Γιατί αυτό; Πώς διαμορφώθηκε αυτή η ευρύτατη προτίμηση; Και ήταν αναπόφευκτη;
Θα χρειάζονταν τόμος ολόκληρος για να διερευνηθεί το θέμα. Εδώ θα αποπειραθώ μια υπόθεση σύντομη, όπως επιβάλλεται από τους περιορισμούς ενός τέτοιου κειμένου. Κατά τη γνώμη μου αυτό συμβαίνει επειδή – αντίθετα με ό,τι νομίζουμε – σπανίως στην συνείδηση προηγούνται οι αξίες και τίς υπηρετεί ο ψυχισμός. Η συνηθέστερη διεργασία είναι αντίστροφη: ο ψυχισμός ζητά να επιβεβαιωθεί και προς τον σκοπό αυτό – στην καλύτερη περίπτωση! – προασπίζεται αξίες. Για να πεισθεί ο ψυχισμός, όμως, ότι επέτυχε τον σκοπό του πρέπει να επισυμβεί κάποια αισθητή μεταβολή.
Αν μόνο διατηρεί μιαν αξία και τήν υπερασπίζεται από όσους τήν επιβουλεύονται, απαιτείται υψηλό επίπεδο ψυχολογικής ωριμότητας και ηθικής ακεραιότητας ώστε το έργο αυτό να τού αρκεί. Το θέαμα της ανατροπής, όμως, είναι εντυπωσιακό και κάνει ‘θόρυβο’, συνεπώς πείθει συναισθηματικά ότι ο άνθρωπος ”μετράει”, δρα, έχει επιρροή. Πρόκειται για το ίδιο φαινόμενο το οποίο ευνόησε την ανάδειξη της οριακής προσωπικότητας στην εποχή μας, όπως έγραφα άλλη φορά εδώ. Η αλλαγή καθεαυτήν ως αξία, ενίοτε και ανεξάρτητα από το περιεχόμενο, επειδή σημασία έχει να γίνονται πράγματα. Ακινησία και σταθερότητα, ίσον ανυπαρξία. Η μεταβολή ως επικύρωση του εαυτού…
*
Ένα διαφορετικό ζήτημα, συνδεόμενο όμως με το προηγούμενο, πραγματεύθηκε πρόσφατα ο καθηγητής Χαρίδημος Τσούκας σε άρθρο του. Υπογραμμίζει πόσο συνηθισμένη είναι στους πολλούς η απλουστευτική σκέψη και πόσο αντιδημοφιλής η σύνθετη. Αλλά, όπως σωστά θυμίζει, μόνο με την σύνθετη σκέψη κατανοούνται και αντιμετωπίζονται τα προβλήματα.
Η απλουστευτική σκέψη (πως υπάρχει μόνο μία αιτία και ότι καταλήγουμε σε αυτήν άκοπα) εφαρμόζεται ως ερμηνευτική μέθοδος σχεδόν σε όλα τα ζητήματα του δημόσιου βίου: για τις διεθνείς σχέσεις, για την αιτιολογία της ομοφυλοφιλίας, για την μείωση της εγκληματικότητας, για το νόημα και την πορεία του Ελληνισμού κ.ά. Ουσιαστικά μετατρέπει την διανοητική οκνηρία ή την ανικανότητα του συγκεκριμένου ατόμου σε κανόνα σκέψης και σύστημα αρχών. Με τον τρόπο αυτό ο φορέας της θεωρεί ότι διαθέτει την σωστή απάντηση, με αποτέλεσμα οι συζητήσεις να σταματούν πριν καν ξεκινήσουν.
Το εξόχως απογοητευτικό στοιχείο σχετικά με την απλουστευτική σκέψη είναι ότι δεν απαντάται μόνο σε ανθρώπους με χαμηλή τυπική μόρφωση, αλλά και σε πτυχιούχους! Το αποκαρδιωτικό αυτό γεγονός πιστοποιεί την γενικότερη αίσθηση ότι στην χώρα μας καθίστανται φοιτητές με τεχνητό τρόπο άτομα που δεν διαθέτουν τις αναγκαίες διανοητικές και πολιτισμικές προϋποθέσεις. Ο πληθωρισμός αυτός μόνο δεινά επισωρεύει στο κοινωνικό σώμα, αφού στη συνέχεια αυτοί οι πτυχιούχοι (στερούμενοι αυτογνωσίας) επιδίδονται με αυξημένη αυτοπεποίθηση στην διάδοση της απλουστευτικής σκέψης. (Επιπλέον, με τον πλεονασμό ”επιστημόνων” αυξάνεται η ανεργία, τη στιγμή που λείπουν ενδιάμεσες ειδικότητες. Αυτή η ασυμμετρία δημιουργεί κοινωνική ένταση, η οποία με τη σειρά της ευνοεί την ριζοσπαστικοποίηση της σκέψης. Φαύλος κύκλος!).
Φρονώ ότι χρειαζόμαστε ένα πλέγμα δράσεων προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ο αριθμός των φοιτητών πρέπει να μειωθεί, ενώ ταυτόχρονα απαιτείται αναβάθμιση της άτυπης παιδείας η οποία διαχέεται προς την κοινωνία. Για να επιτευχθεί αυτό είναι απαραίτητες συνεργατικές δράσεις με φαντασία, όπως προαγωγή της φιλαναγνωσίας, δομές δια βίου εκπαίδευσης και αυτομόρφωσης, συμμάζεμα και αναβάθμιση των ΜΜΕ κ.ά. (Δεν είναι τυχαίο ότι άνθρωποι με απλουστευτική σκέψη δεν διαβάζουν, ή διαβάζουν ελάχιστα, συνήθως στρατευμένα). Τελικός στόχος θα είναι μια ευρύτερη καλλιέργεια των πολιτών η οποία θα μειώσει την απλουστευτική σκέψη. Η απουσία παιδείας και έλλογης σκέψης ειδικά στον λαό αυτής εδώ της χώρας πονά περισσότερο, λαμβανομένης υπόψη της ιστορίας της και του πολιτισμού της…
*
Τι κοινό συνδέει τα δύο φαινόμενα στα οποία αναφέρθηκα; Αποτελούν παθολογίες στις οποίες εκβάλλει η ψυχολογία της μάζας.
Πράγματι, όσο αυξάνεται ο αριθμός των μελών μιας ομάδας τόσο εμφανίζονται ειδικοί ψυχολογικοί μηχανισμοί στους οποίους πολλά μέλη αρχίζουν να υπόκεινται. Η διαδικασία είναι ασυνείδητη, φυσικά. Κυριαρχούν ψυχολογικοί νόμοι οι οποίοι οδηγούν σε γνωστική παραμόρφωση με τη μορφή της εξάλειψης των αποχρώσεων. Συχνά η πραγματικότητα προσλαμβάνεται αλλοιωμένη μέσω των φημών, τα ερμηνευτικά σχήματα γίνονται όλο και πιο δύσκαμπτα (του τύπου ”άσπρο-μαύρο”), ενώ ενεργοποιείται και το φαινόμενο της υποβολής των συναισθημάτων. Εν ολίγοις, η μάζα καταντά ευάλωτη προς χειραγώγηση εφόσον η σκέψη της γίνεται δυσκίνητη.
Τις αλλοιώσεις αυτές τίς γνωρίζουν πολύ καλά οι δημαγωγοί προκειμένου να τίς εκμεταλλευθούν, όχι όμως οι υπεύθυνοι πολιτικοί ώστε να τίς αποσοβήσουν. Με άλλα λόγια, παρατηρείται και εδώ μια υστέρηση των υγιών δυνάμεων απέναντι στις κακόβουλες. Η παθολογία αυτή θριαμβεύει πάντοτε όταν ο λαϊκισμός έχει το πάνω χέρι. Και στην παρούσα διεθνή συγκυρία, φυσικά, κατά την οποία διεθνώς απειλούνται σοβαρά οι κατακτήσεις της δημοκρατίας.
Κατά την πεντηκονταετία της μεταπολίτευσης η ελληνική εκπαίδευση χαρακτηριζόταν από την αφέλεια ότι στηρίζει την δημοκρατία με το να θεσπίζει μαθητικούς θεσμούς στα σχολεία και συνδιοίκηση με τους φοιτητές στα πανεπιστήμια. Στην πραγματικότητα, δεν ήταν αφέλεια αλλά στυγνός υπολογισμός, αφού συνοδευόταν από κομματικούς εγκάθετους. Εκτός από την διαλυτική της επίδραση, όμως, ένα άλλο δεινό που επεσώρευσε ήταν ότι αποκοίμισε την συλλογική συνείδηση από τους άλλους κινδύνους της δημοκρατίας. Εκείνους που ανέτειλαν πρόσφατα και προς τους οποίους είμαστε ανοχύρωτοι διότι επί τόσα χρόνια δεν δράσαμε προληπτικά.
Θεωρώ ότι ο ενδοσχολικός εκδημοκρατισμός μέχρι τώρα βασίστηκε κυρίως στην υποδαύλιση του θυμικού και όχι στην ενίσχυση του λόγου (υπό την έννοια της ευρύτερης καλλιέργειας). Αλλά και ως προς την αποτελεσματικότητα του δικαιούμαστε να έχουμε σοβαρές αμφιβολίες βλέποντας την έξαρση της εφηβικής και νεανικής παραβατικότητας. Όπως έγραφα παλαιότερα εδώ, μόνο φόνος δεν έχει λάβει χώρα ακόμη μέσα στα σχολεία μας. Όλα τα υπόλοιπα αδικήματα του Ποινικού Κώδικα συντελούνται - και μάλιστα από ανήλικους…
Η δημοκρατία, λοιπόν, προάγεται και βαθαίνει όταν οι νέες γενιές αγαπούν την μελέτη, εκπαιδεύονται στον συστηματικό και σύνθετο τρόπο σκέψης από νωρίς, γίνονται ικανοί να αντιληφθούν την πολυπαραγοντικότητα των ζητημάτων, μαθαίνουν να ακούν τον άλλο, και εξασκούνται στη συνεργασία από μικρή ηλικία. Εντελώς διαφορετικά, δηλαδή, από την ιδεολογική ”κατήχηση” της νεολαίας στην οποία επεδόθηκαν με ζήλο τα ελληνικά κόμματα.
Θερίζουμε τώρα ό,τι σπείραμε επί πενήντα χρόνια. Λαϊκισμό από όσους ασχολούνται με την πολιτική, βία από όσους τήν απαξιώνουν. Το αρχαίο ρητό «όπου δεν πίπτει λόγος πίπτει ράβδος» πραγματώνεται με τραγική μεταβολή του νοήματός του!