Πριν από λίγο καιρό κυκλοφορούσε η φήμη ότι στο νεοκλασικό του Μαξίμου επικρατούσαν σκέψεις για αναβάθμιση του υφυπουργείου Οικονομικής Διπλωματίας, του οποίου ηγείται ο Κώστας Φραγκογιάννης. Ανεξαρτήτως εκβάσεως, και μόνο οι φήμες δικαίωναν την πολιτική ηγεσία του κλάδου, ενώ αποτελούσαν δικαίωση και για τον ίδιο τον κλάδο και την μεταφορά της Οικονομικής Διπλωματίας πριν από δεκαεπτά έτη από το υπουργείο Οικονομικών στο φυσικό της χώρο, το υπουργείο Εξωτερικών.
Στην αντίπερα όχθη, η Δημόσια Διπλωματία, η οποία μεταφέρθηκε μόλις πριν από τρία έτη στο ΥΠΕΞ (μία από τις πρώτες κινήσεις του πρωθυπουργού, το όραμα της οποίας συμμεριζόταν με τον ίδιο ζήλο και ο υπουργός Εξωτερικών), μάλλον έχει περιπέσει σε αδράνεια, αφήνοντας τους παροικούντες την διπλωματική Ιερουσαλήμ να αναρωτιούνται για τα αίτια και τις συγκυρίες. Πρόκειται απλώς για δομικό βραχυκύκλωμα, καθώς όλα δείχνουν ότι η υπαγωγή της Δημόσιας Διπλωματίας στον Απόδημο Ελληνισμό δεν λειτουργεί; Ή μήπως πρόκειται για τη συνήθη μεταβατική αμηχανία που επικρατεί συχνάκις στη Δημόσια Διοίκηση;
Σύμφωνα με την αρχαία ελληνική γραμματεία, ο άνθρωπος σφάλλει όχι από πρόθεση, αλλά από άγνοια. Το πιθανότερο είναι ότι αυτό το διαπιστωμένο έλλειμμα οφείλεται εν πολλοίς στο ότι ακόμη και οι «όμοροι» κλάδοι αγνοούν τι επιτελεί η Δημόσια Διπλωματία στην ουσία της.
Δημόσια Διπλωματία είναι να πείθεις και να ελκύεις ένα κοινό, τους συνομιλητές σου, για την ορθότητα και την ασφάλεια των θέσεών σου. Είναι η συστηματική προβολή των εθνικών θέσεων μίας χώρας σε διαμορφωτές γνώμης και ευμεγέθη κοινά άλλων χωρών. Μπορεί ως όνομα να ηχεί νεόκοπο, αλλά ως έννοια, είναι παλιοκαιρισμένη. Η περίπτωση των Αθηναίων και των Μηλίων στο Θουκυδίδη, είναι περίπτωση Δημόσιας Διπλωματίας. Είναι ο διάλογος του Δικαίου έναντι της ισχύος.
Η Δημόσια Διπλωματία είναι η τέχνη και η τεχνική της αποτελεσματικής και σαγηνευτικής (εκ της «σαγήνης»: δίχτυ ψαρέματος) αφήγησης. Μπορεί μία χώρα να ξεδιπλώσει και να εγκαταστήσει το εθνικό της αφήγημα, σε διαφορετικά (ουδέτερα ή ακόμη και αρνητικά διακείμενα) εθνικά κοινά χωρίς την αξιοποίηση των θεσμικά επιφορτισμένων και εξειδικευμένων βάσει νόμου «ραψωδών» της;
Εδώ και αρκετά χρόνια τα γραφεία της Δημόσιας Διπλωματίας στις Αρχές της Ελλάδος στο Εξωτερικό είναι επικίνδυνα υποστελεχωμένα. Η μεγάλη πλειονότητα του κλάδου υπηρετεί στην κεντρική υπηρεσία, ενώ κλιμακούμενης της τουρκικής προκλητικότητας θα έπρεπε να συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.
Οι δημόσιοι διπλωμάτες «σκανάρουν» την ειδησεογραφία, «φιλετάρουν» την είδηση, και με ασκημένα αντανακλαστικά ενημερώνουν το εθνικό κέντρο εγκαίρως και στοχευμένα. Μία επισκόπηση Τύπου μπορεί να αποσείσει ή να προκαλέσει μία διπλωματική κρίση. Καλλιεργούν σχέσεις εμπιστοσύνης και εκτίμησης με καθοδηγητές γνώμης στις χώρες διαπίστευσής τους, ώστε την κρίσιμη στιγμή οι δίαυλοι επικοινωνίας και προβολής να είναι ανοιχτοί και αξιοποιήσιμοι. Προβάλλουν μεθοδικά και διακριτικά τον πολιτισμό, την οικονομία, τις εθνικές θέσεις της χώρας τους στήνοντας επιτήδειους, αόρατους ιστούς, σαν την ακάματη μικρή το δέμας αράχνη. Διαμορφώνουν, αλλά και ενσαρκώνουν εν ταυτώ ένα Δίκτυο, το οποίο λειτουργεί εν είδει προστατευτικού διχτυού απέναντι στις αναθεωρητικές ακροβασίες της εκάστοτε πολιτικής μεγαλομανίας.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη των στόχων είναι η άριστη γλωσσομάθεια. Η γλώσσα είναι το βασικό εργαλείο άσκησης της Δημόσιας Διπλωματίας. Σε μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες τα στελέχη των Γραφείων Δημόσιας Διπλωματίας πρέπει να γνωρίζουν άριστα τη γλώσσα της χώρας στην οποία είναι διαπιστευμένοι. Η άριστη γλωσσομάθεια ανοίγει πόρτες. Και εξασφαλίζει το σημαντικότερο: Την εξωστρέφεια.
Δεν υπάρχει Πολιτική, Διπλωματία, Δημόσια Διπλωματία. Υπάρχει μόνο ο πολιτικός, ο διπλωμάτης. Τα πάντα έχουν το μπόι του ανθρώπου που τα ενσαρκώνει. Για αυτό και ο άνθρωπος παραμένει ακόμη και σήμερα το ζητούμενο σε μία υπηρεσία που υπάρχει με την ίδια μορφή από συστάσεως Ελληνικού Κράτους, έμπλεη τεχνοκρατών και ορκισμένων «επαγγελματιών».