Η Μπάρμπαρα Ντέιβινσον, βραβευμένη με Pulitzer φωτορεπόρτερ, κάλυπτε μια από τις διαδηλώσεις για την δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ στο Λος Άντελες το περασμένο Σάββατο. Ένας αστυνομικός την διέταξε να απομακρυνθεί ενώ εκείνη του απάντησε πως είναι φωτορεπόρτερ και του έδειξε την διαπίστευσή της. Ο αστυνομικός απάντησε πως δεν τον ενδιαφέρει τι είναι και επανέλαβε τη διαταγή. «Κύριε, είμαι δημοσιογράφος που καλύπτει τα γεγονότα», επέμεινε εκείνη και ενώ γύρισε τη πλάτη της ο αστυνομικός τη χτύπησε με αποτέλεσμα να πέσει και να χτυπήσει το κεφάλι της σε έναν πυροσβεστικό κρουνό. Όπως είπε, ευτυχώς φορούσε ένα κράνος για skateboard που είχε αγοράσει για τον ανιψιό της.
Η επίθεση που δέχθηκε από αστυνομικό η Ντέιβινσον είναι μόνο μια από τις πολλές που έχουν δεχθεί αυτές τις μέρες στις ΗΠΑ εργαζόμενοι στον Τύπο από τις δυνάμεις καταστολής. Πολλοί δημοσιογράφοι, φωτογράφοι, εικονολήπτες καταγγέλλουν πως ο τρόπος που αντιμετωπίζονται τις τελευτές ημέρες ενώ καλύπτουν τις διαδηλώσεις αντανακλούν την προσπάθεια διάρρηξης της εμπιστοσύνης της κοινωνίας προς τα ΜΜΕ από τον ίδιο τον αμερικανό πρόεδρο, Ντόναλντ Τραμπ ο οποίος επιτίθεται στον Τύπο και στοχοποιεί τα κάποια μέσα- κατά κανόνα όσα του ασκούν κριτική ή τον αμφισβητούν- χαρακτηρίζοντας αυτά ως «εχθρούς του λαού».
«Οι δημοσιογράφοι πράγματι στοχοποιούνται από την αστυνομία, αυτή τη φορά», υποστηρίζει η Ντέιβινσον συμπληρώνοντας: «Δεν έχω ζήσει ξανά κάτι τέτοιο στο παρελθόν, σε αυτό τον βαθμό».
Η άλλη Αμερική
Γιατί η επιθυμία Τραμπ να κηρυχθεί η Antifa ”τρομοκρατική οργάνωση” απειλεί πρωτίστως τους Αμερικανούς
Οι επιθέσεις της αστυνομίας στους εργαζόμενους στον Τύπου είναι κάτι που συνήθως συναντά κανείς σε χώρες με αυταρχικά καθεστώτα, αλλά όπως αναφέρουν οι New York Times, είναι κάτι που συμβαίνει σπάνια στις ΗΠΑ, οπού η ελευθερία του Τύπου είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη.
Πρόσθετη ένδειξη πως οι αστυνομικοί δεν ακολουθούν την συνηθισμένη προσέγγιση (”δεν αγγίζουμε δημοσιογράφου”) είναι σαφώς και η σύλληψη του δημοσιογράφου του CNN ενώ την ίδια ημέρα αστυνομικός ψέκασε με σπρέι πιπεριού δημοσιογράφο στο Λούισβιλ του Κεντάκι, μέλη συνεργείου του Reuters τραυματίστηκαν από πλαστικές σφαίρες που έριξαν αστυνομικοί στη Μινεάπολη, επίσης αφού τα θύματα είχαν καταστήσει γνωστή την ταυτότητά και την ιδιότητα τους. Και ο αριθμός ανάλογων καταγγελιών ανέρχεται πλέον σε αρκετές δεκάδες.
Ειδικότερα η σύλληψη προκάλεσε την έντονη κριτική από πολλά πολιτικά πρόσωπα και ακτιβιστές υπέρ των πολιτικών ελευθεριών ενώ ο κυβερνήτης της Μινεσσότα ζήτησε συγγνώμη.
«Ειλικρινά δεν έχω δει ξανά κάτι τέτοιο» σχολιάζει η Έλεν Σπίαρερ, καθηγήτρια δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο Νορθγουέστερν. «Ο πρόεδρος αποκάλεσε τα Μέσα Ενημέρωσης ”εχθρό του λαού” και όλο αυτό έχει αρνητικές συνέπειες».
Ο Τραμπ όμως δεν σταμάτησε εκεί, αλλά την Κυριακή κατηγόρησε τα ΜΜΕ για τις διαδηλώσεις κάνοντας λόγο για «lamestream media» (αντικαθιστώντας το πρώτο συνθετικό main με lame δηλαδή άθλια) ενώ αποκάλεσε τους δημοσιογράφους «πραγματικά κακούς ανθρώπους με αρρωστημένη ατζέντα».
Ο οργανισμός Press Freedom Tracker και αρθρογράφος στον ιστότοπο Bellingcat κατέγραψαν περίπου 100 περιπτώσεις δημοσιογράφων που παρενοχλήθηκαν ή τραυματίστηκαν στις διαδηλώσεις. Πολλοί από τους δημοσιογράφους ήταν μέσα στο πλήθος των διαδηλωτών και έτσι οι αστυνομικοί δεν μπορούσαν να τους ξεχωρίσουν. Σε άλλες περιπτώσεις όμως δημοσιογράφοι δέχτηκαν επίθεση αφού είχαν δηλώσει την ιδιότητά τους.
Ένας από αυτούς και ο δημοσιογράφος Τάιλερ Μπλιντ Γουέλς, της Wall Street Journal ο οποίος δήλωσε πως δέχθηκε αλλεπάλληλα χτυπήματα από αστυνομικούς ενώ κάλυπτε τις διαδηλώσεις στη Νέα Υόρκη την Κυριακή. «Έκανα πίσω, όπως μου ζητήθηκε, με τα χέρι ψηλά» έγραψε στο Twitter ο αφρομερικανός δημοσιογράφος. «Η ταυτότητα που μου ’χε εκδώσει η αστυνομία της Νέα Υόρκης ήταν ορατή».
Επίσης, ο Χιοούγκ Τσάνγκ, φωτογράφος της Denver Post επί 23 χρόνια είχε κρεμασμένη στο λαιμό την κάρτα διαπίστευσης καθώς κάλυπτε τις διαδηλώσεις στο Κολοράντο. Κάποιοι αστυνομικοί προσπάθησαν να διαλύσουν το πλήθος και, όπως λέει, άκουσε να ρίχνουν σφαίρες πιπεριού. «Τότε ένας αστυνομικός άρχισε να με δείχνει και να πυροβολεί». Ο Τσανγκ χτυπήθηκε στο στήθος και μετά στον αγκώνα ενώ η κάρτα διαπίστευσης διαλύθηκε. «Παρέμεινα στο ίδιο σημείο», είπε ο κ. Τσανγκ, τονίζοντας ότι στεκόταν κοντά στην αστυνομία για αρκετή ώρα κρατώντας κάμερες και εξοπλισμό. «Νομίζω ότι ήξεραν ότι είμαι φωτογράφος».
Η Κάρολιν Κόουλ, φωτογράφος των Los Angeles Times, κάλυπτε μια διαμαρτυρία στη Μινεάπολη το Σάββατο όταν η αστυνομία κινήθηκε για να διαλύσει το πλήθος. Μια ομάδα περίπου 20 δημοσιογράφων που στέκονταν εκτός του μπλοκ των διαδηλωτών απομακρύνθηκε, αλλά η αστυνομία τους επιτέθηκε με σπρέι πιπεριού και πλαστικές σφαίρες, όπως είπε, παρότι μια συνάδελφος φώναξε, πως ήταν δημοσιογράφοι. Η Κόουλ είχε επίσης κρεμασμένη τη κάρτα διαπίστευσης και φορούσε και σακάκι που έγραφε ”τηλεόραση”. Την ψέκασαν με πιπέρι στο αριστερό αυτί και στα μάτια ενώ ο κερατοειδής της υπέστη βλάβη. «Καλύπτω τέτοιες συγκρούσεις τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο για πολλά χρόνια, οπότε γνωρίζω τους κινδύνους που υπάρχουν σε αυτές τις καταστάσεις, ειδικά όταν είσαι ανάμεσα σε αστυνομικές δυνάμεις και διαδηλωτές...αλλά δεν περίμενα να μας επιτεθούν ευθέως».
O Εντ Ου, φωτορεπόρτερ του NBC News που στεκόταν δίπλα στον Κόουλ επίσης δέχθηκε επίθεση σε σπρέι πιπεριού και τον χτύπησαν με κάτι που μάλλον ήταν γκλοπ.
Ο Αλί Βέλσι, δημοσιογράφος του MSNBC, είπε ότι επέστρεφε από μια πορεία στη Μινεάπολη, όταν χτυπήθηκε από πλαστική σφαίρα στο αριστερό του πόδι. Αστυνομικοί τον είχαν σταματήσει σε μια διασταύρωση, εκείνος σήκωσε ψηλά τα χέρια και τόσο ο ίδιος όσο και οι συνάδελφοί του δήλωσαν πως είναι δημοσιογράφοι. Ένας αστυνομικός απάντησε: «Δεν μας ενδιαφέρει», λέει ο Βελσι ενώ ένας αστυνομικός τον πυροβόλησε.
Βίντεο για την επίθεση στα μέλη του τηλεοπτικού συνεργείου του Reuters
Ο Κρίστοφερ Ματίας, δημοσιογράφος της HuffPost, κάλυπτε επίσης μια διαμαρτυρία για τον Τζορτζ Φλόιντ το περασμένο Σάββατο στο Μπρούκλιν όταν ένας αστυνομικός έτρεξε, όπως είπε, κατά πάνω του φωνάζοντας : «Φύγε από το δρόμο μου!». Στη συνέχεια προσέβαλε τον αστυνομικό ο οποίος γύρισε και τον χτύπησε με το γκλοπ του και του πέρασε χειροπέδες ενώ είχε ήδη δηλώσει την ιδιότητά του. Όπως αναφέρει ο δημοσιογράφος, δεν πιστεύει ότι οι εργαζόμενοι στον Τύπο αξίζουν ειδική μεταχείριση αλλά βάσει της εμπειρίας αυτό που συνέβη ήταν ασυνήθιστο. «Δεν νομίζω πως με είχαν στοχοποιήσει αλλά σίγουρα ήξεραν ότι είμαι δημοσιογράφος».
Το Press Freedom Tracker έχει λάβε γνώση για τουλάχιστον πέντε δημοσιογράφους οι οποίοι συνελήφθησαν μόνο την Κυριακή. Οι αστυνομικές αρχές σε Νέα Υόρκη, Μινεάπολη, Λος Άντζελες και Ντένβερ δεν απάντησαν στα αιτήματα για κάποιο σχετικό σχόλιο.
«Τώρα, υπάρχει μια κουλτούρα ατιμωρησίας για τις επιθέσεις στον Τύπο», δήλωσε ο Μπρους Σαπίρο , εκτελεστικός διευθυντής του Dart Center for Journalism and Trauma, οργάνωση με έδρα στη Σχολή Δημοσιογραφία του Κολούμπια. «Ουσιαστικά είναι εγκατάλειψη της ελευθερίας του Τύπου ως αμερικανική αξία». Η Σάρα Μάθιου, δικηγόρος της Επιτροπής Δημοσιογράφων για την Ελευθερία του Τύπου, δήλωσε ότι ενώ η 1η Τροπολγία δεν εξαιρεί τους δημοσιογράφους από εντολές που μπορεί να δοθούν από τις αρχές, η έμφασή που δίνεται στην ελευθερία του Τύπου θα πρέπει να προσφέρει κάποια προστασία σε όσους καλύπτουν διαδηλώσεις. «Οι δημοσιογράφοι είναι εκεί ως εκπρόσωποι των πολιτών, και εάν τους επιτίθενται αυτοί που επιβάλλουν το νόμο, δεν μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους και αυτό μας πλήττει όλους».
Διαβάστε περισσότερες αφηγήσεις δημοσιογράφων στο ρεπορτάζ των New York Times.