Ένας από τους κοινούς τόπους μερίδας της ελληνικής διανόησης είναι η διαπίστωση ότι «η Ελλάδα δεν γνώρισε Διαφωρισμό», σε διάφορες εκδοχές. Η θέση αυτή -παρότι αντίκειται στη σύγχρονη επιστημονική έρευνα που έχει αναδείξει το ρεύμα του νεοελληνικού διαφωτισμού- έχει γίνει καραμέλα στην πολιτική διαμάχη που λαμβάνει χώρα καθημερινά στον τόπο μας. Χοντρικά, η Ελλάδα υστερεί στα πάντα, έναντι της προηγμένης Δύσης, επειδή «δεν πέρασε Διαφωτισμό». Ταυτόχρονα, μια άλλη μερίδα διανοουμένων υποστηρίζει ότι καλύτερα που δεν «περάσαμε Διαφωτισμό», γιατί έτσι διατηρήσαμε την εθνική μας ιδιοπροσωπία.
Δεν θα μπω στην ουσία της διαμάχης. Δεν μπορώ όμως να μην σχολιάσω την έμπρακτη απόρριψη καταστατικών αρχών του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού από κάποιους που οδύρονται επειδή «δεν περάσαμε Διαφωτισμό».
Μια από τις κατακτήσεις της πρώιμης νεωτερικότητας, του ευρωπαϊκού πολιτισμού μετά την Αναγέννηση, είναι η ιδέα της ανοχής. Στη διάρκεια του 17ου αιώνα σοβούσαν θρησκευτικές διαμάχες και θριάμβευε η μισαλλοδοξία. Στις Κάτω Χώρες, όπου συνυπήρχαν Καθολικοί, Προτεστάντες διαφόρων τύπων και Εβραίοι, οι άνθρωποι αποφάσισαν ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί ο αλληλοσπαραγμός. Και έτσι αναδείχθηκε η ανοχή, ως αρχή και στάση ζωής. Δεν αποδέχομαι την άποψή σου ή τη στάση ζωής σου, αλλά οφείλω να την ανεχτώ.
Πάνω σε αυτή τη βάση στηρίχθηκαν τα ανθρώπινα δικαιώματα του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, στα οποία προστέθηκε ο σεβασμός ως ανθρωπισμός. Σεβασμός, πρωταρχικά, στον άνθρωπο, ως αυταξία. Αργότερα, στο β΄ μισό του 20ου αιώνα, προβλήθηκε η επιπλέον απαίτηση της αποδοχής. Να μην ανέχομαι μόνο και σέβομαι τις απόψεις και επιλογές ζωής του άλλου, αλλά να τις αποδέχομαι. Στο πλαίσιο αυτό έχει αναπτυχθεί –τελευταία και στην Ελλάδα- η συζήτηση περί δικαιωματισμού.
Αν περάσουμε τη συζήτηση σε πολιτικό επίπεδο, στη δημοκρατία, πλέον της ανοχής, απαιτείται σεβασμός στην πολιτική έκφραση τόσο του ατόμου, όσο και της πλειοψηφίας, ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα του δημοσίου διαλόγου και η σταθερότητα του πολιτεύματος. Δεν μπορεί να λειτουργήσει η δημοκρατία δίχως σεβασμό και ευγένεια. Ο δημοκρατικός διάλογος στηρίζεται στο επιχείρημα, όχι στη λεκτική ή φυσική βία. Επίσης, είναι απαραίτητο να εξασφαλίζονται η ισηγορία και η παρρησία, να μπορούν όλοι δηλαδή να εκφράζονται, δίχως φόβο και αποκλεισμούς. Αν πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, μπορούν οι ανθρώπινες κοινότητες να συνθέτουν τις αντιθέσεις τους και να προοδεύουν. Αυτή είναι, εντελώς σχηματικά, η παράδοση του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού.
Αν κρίνω από όσα παρακολουθώ στο ελληνικό διαδίκτυο τα τελευταία χρόνια, όντως δεν «περάσαμε Διαφωτισμό». Στα social media όλες οι αξίες του Διαφωτισμού αγνοούνται. Άνθρωποι με σπουδές, επαγγελματική και κοινωνική επιτυχία, αλλά και επαγγελματίες της πολιτικής, επιδίδονται, με πρωτοφανή αγριότητα, στη διαπόμπευση όποιου εκφράσει μη αρεστή θέση.
Έχουν σχηματιστεί μάλιστα αγέλες προθύμων να κατασπαράξουν όποιον διαφωνήσει με κάποιο μέλος της παρέας τους ή ομοϊδεάτη τους. Καμιά ανοχή, κανένας σεβασμός. Χυδαιότητα παντού. Και αν αυτό είναι ίσως αναμενόμενο για τους πολέμιους του Διαφωτισμού ή τους «αγράμματους», δεν θα έπρεπε να χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά όσων ευαγγελίζονται άλλο επίπεδο και ήθος. Όσους δηλαδή, αριστερούς και δεξιούς, κόπτονται που η χώρα μας «δεν πέρασε Διαφωτισμό».
Έχω μιλήσει με αρκετούς από αυτούς τους ανθρώπους. Οι αριστεροί μου έλεγαν περίπου ότι «νυν υπέρ πάντων ο αγών». Πρέπει να αλλάξουμε την Ελλάδα, να ανατρέψουμε τα μνημόνια, να αλλάξουμε την Ευρώπη με τον Τσίπρα κ.ά. Και έτσι, μορφωμένοι και ευαίσθητοι φίλοι μου βουτήχτηκαν στο διαδικτυακό βούρκο. Οι κεντροδεξιοί φίλοι μου λένε ότι έχουν καταλάβει την εξουσία κατσαπλιάδες, οπότε για να τους νικήσεις πρέπει να γίνεις σαν και αυτούς. Για να σωθεί η χώρα και να βαδίσει τον ευρωπαϊκό δρόμο της ανάπτυξης χρειάζεται να χρησιμοποιηθεί κάθε μέσο. Δεν μπορώ να μην πω ότι πλέον ένθερμοι οπαδοί αυτής της θεωρίας είναι πρώην μέλη του Ρήγα Φεραίου και άλλων αριστερών οργανώσεων, οι οποίοι στα ξεβλάσταρα αποφάσισαν να γίνουν «φιλελεύθεροι». Βέβαια, δεν καταλαβαίνω τι σόι φιλελευθερισμό ευαγγελίζονται όταν δεν σέβονται το αστικό ήθος και τις βασικές φιλελεύθερες αρχές, αυτές ντε που κάποτε πολεμούσαν ως μικροαστικές και αλλοτριωμένες.
Για όσους θυμόμαστε τα γαλάζια και πράσινα καφενεία της δεκαετίας του ’80, φαίνεται ότι η κρίση μας επανέφερε εκεί, σε επίπεδο πολιτικής κουλτούρας και διαλόγου. Όσο περνά ο καιρός βρίσκω και περισσότερες ομοιότητες με τη δημοσιογραφία της Αυριανής και το Κεντρί της Βραδυνής. Και αναρωτιέμαι τι μέλλον επιφυλάσσεται σε μια κοινωνία τόσο διχασμένη και τόσο ηθικά εξαχρειωμένη, ακόμα και σε μεγάλο μέρος των ελίτ της. Ο βούρκος είναι σκοτεινός και έχει την τάση να σε τραβάει προς τα κάτω. Στο βούρκο παραμονεύουν σκοτεινά πλάσματα, που ξέρουν καλύτερα να επιβιώνουν στο πεδίο αυτό. Όταν σοβαροί άνθρωποι δικαιώνουν έμπρακτα τις πλέον μαύρες πρακτικές και τα ταπεινότερα ένστικτα, γονιμοποιούν την ακρότητα και την ανωμαλία. Φοβάμαι ότι το βράδυ των επόμενων εκλογών θα φανεί ο καρπός που σπέρνεται κάθε μέρα στο δημόσιο διάλογο.