Διεθνές Δίκαιο και τουρκικός αναθεωρητισμός

Πολιτικές όψεις του διεθνούς συστήματος, των διεθνών θεσμών και του Διεθνούς Δικαίου.
Open Image Modal
theasis via Getty Images

Η όξυνση του Τουρκικού αναθεωρητισμού ήταν αναμενόμενη. Η Άγκυρα ανεξάρτητα καθεστώτος ή πολιτικής ηγεσίας επί δεκαετίες, μεταξύ άλλων, συνεχίζει τα παράνομα τετελεσμένα στην Ανατολική Μεσόγειο, εδώ και δύο δεκαετίες απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα εάν ασκήσει τα κυριαρχικά δικαιώματά της στο Αιγαίο σύμφωνα με τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου και τους τελευταίους μήνες οι απειλές επεκτάθηκαν με τον όρο «Γαλάζια πατρίδα» ενώ το μνημόνιο με την Λιβύη αιφνιδίασε όσους εφησύχαζαν. 

“...η ετοιμότητα της Ελλάδας για το διεθνές δικαστήριο αν το ζητήσει η Τουρκία είναι δεδομένη. Όχι όμως πριν την άσκηση των δικαιωμάτων...”

Λογικά έπρεπε σε όλο το πολιτικό φάσμα να τεθεί το ζήτημα της άμεσης εφαρμογής των προνοιών του διεθνούς δικαίου για την Αιγιαλίτιδα ζώνη, την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ και ταυτόχρονα να προταχθεί μια αξιόπιστη αποτρεπτική στρατηγική.

Σε αυτή την περίπτωση η ετοιμότητα της Ελλάδας για το διεθνές δικαστήριο αν το ζητήσει η Τουρκία είναι δεδομένη. Όχι όμως πριν την άσκηση των δικαιωμάτων και μάλιστα υπό το πρίσμα της λογικής συνεκμετάλλευσης, δηλαδή παραχώρησης κυριαρχίας που προβλέπουν οι Συνθήκες. Συνομιλίες και διεθνές δικαστήριο έπονται της άσκησης των δικαιωμάτων και αφού το ζητήσει η Τουρκία. Έτσι λειτουργούν τα αξιόπιστα και βιώσιμα κράτη.

“...ουκ ολίγοι συγχέουν την αποτροπή με την ένοπλη σύρραξη. Η αποτροπή αποτυγχάνει εάν υπάρξει πολεμική σύρραξη ενώ σχεδόν πάντα ο κατευνασμός οδηγεί σε στρατηγικό ανορθολογισμό που προκαλεί αυτή την σύρραξη”

Η κατωτέρω ανάλυση των πολιτικών όψεων του διεθνούς συστήματος και του διεθνούς δικαίου αφορά ζωτικά δύο μείζονα ζητήματα: Τα ανυπόστατα οικουμενιστικά ιδεολογήματα και την αποτρεπτική στρατηγική της χώρας. Ως προς το τελευταίο, η αίσθηση είναι ότι ουκ ολίγοι συγχέουν την αποτροπή με την ένοπλη σύρραξη. Η αποτροπή αποτυγχάνει εάν υπάρξει πολεμική σύρραξη ενώ σχεδόν πάντα ο κατευνασμός οδηγεί σε στρατηγικό ανορθολογισμό που προκαλεί αυτή την σύρραξη. Η καλλιέργεια στρατηγικής κουλτούρας αποτροπής είναι κάτι περισσότερο από αναγκαία.

Οι πολιτικές όψεις του διεθνούς συστήματος, των διεθνών θεσμών και του διεθνούς δικαίου διαπιστώνονται μάλλον εύκολα συγκρίνοντας την πολιτική, νομική, κοινωνική και πολιτισμική δομή της ενδοκρατικής τάξης με την αντίστοιχη της διακρατικής τάξης.

Ενδοκρατικά οι διανεμητικές λειτουργίες της ισχύος θεσπίζονται και οι βαθμίδες δημοκρατικότητας κρίνονται από το κατά πόσο το κοινωνικοπολιτικό σύστημα είναι προσανατολισμένο προς την Ιθάκη της πολιτικής ελευθερίας.

Διαμορφωτικά κριτήρια και παράγοντες εντός κάθε κοινωνικής οντότητας γύρω από τα οποία τα μέλη συσπειρώνονται διασφαλίζοντας συνοχή και δυνατότητα πολιτικής οργάνωσης είναι ο πολιτισμός, οι παραδόσεις, γλωσσικά συστήματα, μεταφυσικά δόγματα, κοσμοαντιλήψεις, ιστορικές συλλογικές ταυτότητες και οτιδήποτε άλλο προσανατολίζει κοσμοθεωρητικά τα μέλη της κοινωνίας, δημιουργεί προϋποθέσεις κοινωνικής συνοχής και συγκροτεί και συγκρατεί το κράτος. 

Οι διεθνείς θεσμοί, οι διεθνείς Συνθήκες ή Συμβάσεις και οι διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες κάθε είδους εντάσσονται σε μια πολύ διαφορετική πολιτική λογική.

Αφορούν τις σχέσεις πολιτικά κυρίαρχων κοινωνικών οντοτήτων.

Η θέσπιση της ισχύος στο διακρατικό σύστημα με την θέσπιση κριτηρίων παγκόσμιας πολιτικής ηθικής και παγκόσμιας διανεμητικής δικαιοσύνης που νομιμοποιεί νόμους δεν είναι εφικτή καθότι απουσιάζει μια παγκόσμια κοινωνία, ένα παγκόσμιο κοινωνικοπολιτικό σύστημα, ένα παγκόσμιο κράτος ή μια υπερεθνική εξουσία.

Οτιδήποτε υπάρχει ως θεσμός ή ως συμφωνία πέραν του κράτους αφορά την διεθνή τάξη και όχι κάποιο κριτήριο δικαιοσύνης για το που πρέπει να βρίσκονται τα σύνορα ή για το πώς θα κατανεμηθούν πλουτοπαραγωγικοί πόροι πλανητικά.

Συμβάσεις όπως η Σύμβαση της Γενεύης για τα εγκλήματα πολέμου ή η Ευρωπαϊκή Σύμβαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων σίγουρα είναι πιο προχωρημένες συμφωνίες της διεθνούς δικαιοταξίας επειδή οι πρόνοιες ενσωματώνονται στο ενδοκρατικό δίκαιο όσων συμβάλλονται, πλην πρώτον, αφορούν μερικά μόνο ζητήματα, δεύτερον, ακόμη και ως προς αυτά η εμπειρία δείχνει συχνές παραβιάσεις που δύσκολα ελέγχονται.

Στην διεθνή πολιτική η τήρηση των δεσμεύσεων της διεθνούς τάξης είναι ένα στοίχημα, ιδιαίτερα όταν τα κράτη-μέλη διαφωνούν ή δίνουν διαφορετική ερμηνεία των προνοιών.

Εάν και όταν τα εμπλεκόμενα κράτη δεν συνηγορούν για ειρηνική επίλυση στην βάση των προνοιών ή με προσφυγή σε διεθνές δικαιοδοτικό θεσμό δημιουργείται πρόβλημα διεθνούς σταθερότητας και διεθνούς ασφάλειας.

“Η αποσταθεροποίησή του συστήματος ισορροπίας δυνάμεων πλανητικά, περιφερειακά ή τοπικά προκαλεί ανασφάλεια, συρράξεις και τετελεσμένα”

 

Οδηγούμαστε ευθέως στην εξέταση της κοινωνικής και πολιτικής δομής του διεθνούς συστήματος και της διεθνούς νομικής και θεσμικής τάξης των τριών αλληλένδετων επιπέδων που αφορούν όλα τα γνωστικά πεδία της διεθνούς πολιτικής.

1ον Του ατόμου του οποίου η ανθρώπινη φύση κυμαίνεται και σταθεροποιείται εντός του κράτους σύμφωνα με τις επιταγές του συλλογικού βίου.

2ον Του κράτους το οποίο με τον ένα ή άλλο τρόπο διαθέτει κοινωνικοπολιτικό σύστημα εντός του οποίου σμιλεύονται και σταθεροποιούνται συλλογικά κριτήρια πολιτικής ηθικής, νομιμοποιητικής διανεμητικής δικαιοσύνης των νόμων και των πολιτικοοικονομικών ιεραρχιών, της εξουσίας και των δικαστικών θεσμών.

3ον Του διεθνούς συστήματος εντός του οποίου εξ αντικειμένου λόγω απουσίας παγκόσμιας κοινωνίας είναι ανέφικτο να υπάρξει προσδιορισμός συλλογικών κριτηρίων πολιτικής ηθικής ή κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένης νομιμοποιητικής διανεμητικής δικαιοσύνης η οποία θα θέσπιζε την ισχύ μεταξύ των ατόμων ή των ομάδων πάνω στον πλανήτη.

Ως εκ τούτου, εντός αυτού του κρατοκεντρικού διεθνούς συστήματος έχουμε την διεθνή τάξη όπως την ορίζουν οι Συνθήκες.

Οι οριοθετήσεις της Επικράτειας μεταξύ των κρατών-μελών του διεθνούς συστήματος δεν αφορά κάποιο αντικειμενικό ορισμό για το που είναι δίκαιο να είναι τα σύνορα ή ποιος θα κατέχει τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους αλλά ποια είναι η διεθνής τάξη όπως ορίζεται συνήθως μετά τον τελευταίο πόλεμο και εις βάρος του ηττημένου.

Όπως συνηθίζεται να λένε πολλοί, «το δικαστήριο των εθνών είναι η ιστορία».

Εξ αντικειμένου, το αποτέλεσμα είναι ότι η τήρηση των συμφωνιών και η σταθερότητα να είναι επισφαλής και εξαρτημένη μεταβλητή των αιτιών ανταγωνισμών και συγκρούσεων. 

Υπό το πρίσμα αυτών των τριών κοινωνικά, πολιτικά και νομικά ευδιάκριτων αλλά και αλληλένδετων επιπέδων συμπλέκονται τρεις αλληλένδετες καταστάσεις που συμπεριλαμβάνουν όλες τις πιθανές καταστάσεις της σύγχρονης διεθνούς πολιτικής.

Υπογραμμίζεται προκαταρτικά ότι μιλάμε για ένα διαρκώς κινούμενο εκκρεμές το κέντρο βάρος του οποίου δεν είναι πάντα σταθερά τοποθετημένο ή χειροπιαστό και η κύμανσή του δημιουργεί περιπλοκότητα και αβεβαιότητα.

Οι τρεις συμπλεκόμενες καταστάσεις είναι οι εξής:

1ον

Το σύστημα κρατών όπου κυρίαρχο και προσδιοριστικό των αποτελεσμάτων είναι οι συσχετισμοί ισχύος και η ύπαρξη ισορροπίας ή ανισορροπίας δυνάμεων.

Το σύστημα ισορροπίας δυνάμεων μετά την Συνθήκη της Βεστφαλίας του 1648 αφορά την διεθνή τάξη αλλά όπως εξηγεί εμπεριστατωμένα ο Martin Wight προσδιόρισε και τους προσανατολισμούς και την φυσιογνωμία αυτού που σήμερα ορίζεται ως διεθνές δίκαιο.

2ον

Η διεθνής κοινότητα κρατών αλλά όχι αδιευκρίνιστα και συχνά θολά και αδιευκρίνιστα ονομάζεται διεθνής κοινότητα. Εάν συμπεριλαμβάνει άτομα και ομάδες του πλανήτη για να ξέρουμε την πολιτική τους θέση απαιτείται να διαθέτουν κυριαρχία, κοινωνικοπολιτικό σύστημα και κράτος. Αυτό που έχουμε είναι διεθνής κοινότητα κρατών και είναι «κοινότητα κρατών» στον βαθμό και στην έκταση που τηρούνται οι συμφωνίες, οι Συνθήκες, οι Συμβάσεις και οι υψηλές αρχές του διεθνούς δικαίου. Στον βαθμό και στην έκταση, επίσης, που οι διαφορές επιλύονται με όρους διεθνούς δικαίου και όχι εκβιασμών και τετελεσμένων. Όταν επίσης λειτουργεί η συλλογική ασφάλεια.

Μάλιστα, η συλλογική ασφάλεια που δεν αφορά συναλλαγές των ηγεμονικών δυνάμεων αλλά την πιστή εφαρμογή των υψηλών αρχών του διεθνούς δικαίου όπως ορίζονται στο Κεφάλαιο Ι Άρθρο 2 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ για διακρατική ισοτιμία, μη επέμβαση και εσωτερική και εξωτερική κυριαρχία.

3ον

Διεθνής Κοινωνία κρατών όταν πέραν της διεθνούς κοινότητας έχουμε και ανιδιοτελείς συμπεριφορές αλληλεγγύης μεταξύ κρατών και που αφορούν τόσο σεισμούς, κατακλυσμούς αλλά και αναπτυξιακά ζητήματα για τα οποία εξ αντικειμένου οι πρώην αποικιοκρατικές δυνάμεις ευθύνονται σε πολύ μεγάλο βαθμό.  

“Σωστή διάγνωση των προϋποθέσεων σταθερότητας ή αστάθειας επιτρέπει ορθολογιστικές ιεραρχήσεις προσανατολισμών, προσεγγίσεων και αποφάσεων.”

 Στεκόμαστε στην διεθνή κοινότητα κρατών και στο διεθνές σύστημα κρατών.

1ον Η διεθνής κοινότητα κρατών όταν δηλαδή τηρούνται οι συμφωνίες θα έλεγα είναι ο κανόνας παρά η εξαίρεση αλλά δεν μας απασχολεί πολύ μιας και όλα είναι μια χαρά και δεν έχουμε ανταγωνισμούς και συγκρούσεις. Θα πρόσθετα ότι η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών όλων των κρατών αυτό θα ήθελαν, λογικά.

2ον Το διεθνές σύστημα κρατών το οποίο λειτουργεί με όρους συσχετισμών ισχύος. Η αστάθεια ή σταθερότητα εξαρτάται από την ισορροπία ή ανισορροπία. Τα ζητήματα ισορροπίας / ανισορροπίας μας απασχολούν συχνότερα επειδή αφορούν τους ανταγωνισμούς, τις συγκρούσεις και τις ένοπλες συρράξεις. Η αποσταθεροποίησή του συστήματος ισορροπίας δυνάμεων πλανητικά, περιφερειακά ή τοπικά προκαλεί ανασφάλεια, συρράξεις και τετελεσμένα, ενώ επιπλέον με τον ένα ή άλλο τρόπο και σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό επηρεάζει την διεθνή κοινότητα κρατών και προκαλεί διλήμματα ασφαλείας.

Εάν και όταν η ισορροπία του συστήματος κρατών αποσταθεροποιηθεί, εάν και όταν εκδηλώνονται αναθεωρητικές αξιώσεις και εάν και όταν η Συλλογική Ασφάλεια δεν λειτουργήσει αποτελεσματικά –κάτι που είναι ο κανόνας παρά η εξαίρεση– ισχύει το αμείλικτο αξίωμα του Θουκυδίδη: «Δίκαιο υπάρχει όταν υπάρχει ίση δύναμη [ισορροπία δυνάμεων] και όταν αυτό δεν συμβαίνει ο ισχυρός επιβάλλει ότι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύναμος υποχωρεί και προσαρμόζεται» ή εξοντώνεται όπως συνέβη με τους Μήλιους. 

Μερικές ακόμη επισημάνσεις ίσως φωτίσουν πτυχές οι οποίες θολώνουν λόγω εισροής ανθρωπολογικά εξομοιωτικών και πολιτικά εξισωτικών ιδεολογικών θέσεων που σχεδόν πάντα συμπλέκονται με τις διακρατικές διενέξεις ενώ όπως τεκμηριώνει ο Edward H. Carr σε όλες τις εποχές αφορά οικουμενιστικές θεωρήσεις που μεταμφιέζουν τους σκοπούς των ηγεμονικών σκοπών κάθε ιστορικής συγκυρίας.

Ενώ όπως ήδη υπαινιχθήκαμε το κράτος είναι η πολιτική υπόσταση μιας κοινωνικής οντότητας που απορρέει από το κοινωνικοπολιτικό της σύστημα, οι διεθνείς θεσμοί, το διεθνές δίκαιο και οι διεθνείς συμφωνίες ή δεσμεύσεις κάθε είδους εδράζονται πάνω σε ένα παντοιοτρόπως διαφοροποιημένο διακρατικό σύστημα τα μέλη του οποίου είναι πολιτικά κυρίαρχα, διαφορετικού μεγέθους, διαφορετικής ισχύος, διαφορετικής ανάπτυξης, διαφορετικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών, διαφορετικών πολιτικών παραδόσεων, διαφορετικής ιστορικής διαμόρφωσης και διαφορετικών δικαιακών και κανονιστικών δομών και λειτουργιών.

Επιπλέον, υπογράφοντας τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ όλα τα κράτη Μέλη συμφώνησαν ότι το καθεστώς του σύγχρονου διεθνούς συστήματος είναι η κρατική κυριαρχία, τουτέστιν, η εσωτερική και εξωτερική κυριαρχία των μελών.

Στέκομαι στην κρατική κυριαρχία για να τονίσω ότι αφενός είναι το κυριότερο θεσμικό, νομικό και πολιτικό χαρακτηριστικό του σύγχρονου διεθνούς συστήματος και των διεθνών θεσμών, και αφετέρου, ενέχει βαθύτατες πολιτικές προεκτάσεις που γνωστικά ή στην πράξη αφορούν και τα τρία προαναφερθέντα επίπεδα.

Ένας πολιτικά καθιερωμένος όρος της εσωτερικής και εξωτερικής κυριαρχίας είναι η εθνική ανεξαρτησία, δηλαδή, η ελευθερία της κοινωνίας που επιτρέπει αυτεξούσια πολιτική συγκρότηση σύμφωνα με την ιδιοσυστασία κάθε κοινωνικής οντότητας.

Σχεδόν πάντα αποκτούν την εθνική τους ανεξαρτησία με εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες.

Η εθνική ανεξαρτησία για όλες τις κοινωνίες είναι έσχατη λογική επειδή έτσι δύνανται να απολαμβάνουν αυτεξούσια και απαλλαγμένες έξωθεν επεμβάσεων την ανθρωπολογική ιδιοσυστασία τους όπως είναι και όπως εξελίσσεται ανάλογα με τον πολιτισμό και τις πολιτικές παραδόσεις κάθε μιας από αυτές.

Στην κλασική εποχή η εθνική ανεξαρτησία ονομαζόταν το «ιδεώδες της ανεξαρτησίας», και, αποτελούσε προϋπόθεση αφενός συλλογικής ελευθερίας της κοινωνίας και αφετέρου δυνατότητα αυτεξούσιας ενδοπολιτειακής συγκρότησης του Κοινωνικού και Πολιτικού γεγονότος σύμφωνα με την πολιτική ανθρωπολογία μιας εκάστης Πόλης.

Η εσωτερική κυριαρχία, η εξωτερική κυριαρχία και η μη επέμβαση στο εσωτερικό των ανεξαρτήτων κρατών είναι κατ’ ουσία οι υψηλές αρχές του σύγχρονου διεθνούς δικαίου.

Το στοίχημα στην διεθνή πολιτική είναι αυτές οι υψηλές αρχές να γίνονται ολοένα και περισσότερο κανόνες της διεθνούς πολιτικής που θα διασφαλίζουν την αυτεξούσια πολιτική συγκρότηση των ανεξάρτητων κοινωνιών διασφαλίζοντας ταυτόχρονα σταθερότητα, τήρηση των συμφωνιών, ειρηνική επίλυση των διαφορών και ασφάλεια για τα κράτη.

Για να θυμηθούμε τον μεγάλο μας Αλεξανδρινό ποιητή, η Ιθάκη του ανθόσπαρτου κόσμου και τις αδιασάλευτης ευταξίας όσο και να την θέλουμε –και είναι λογικότατο να την θέλουμε και να προσανατολιζόμαστε προς αυτή– ενδέχεται να μην υπάρχει.

Γι’ αυτό είναι σημαντικό να γίνονται κατανοητές οι προϋποθέσεις και ο προσανατολισμός του ταξιδιού της Οδύσσειας των ανθρώπων, των κρατών και του κόσμου.

Ενός κόσμου ο οποίος αποτελείται από πολλές κοινωνίες άνισου μεγέθους, άνισης ισχύος και άνισης ανάπτυξης, καθώς επίσης και από ηγεμονικές δυνάμεις οι οποίες καθ’ όλη την διάρκεια της γνωστής ιστορίας αντιμάχονται η μια την άλλη αδιάλειπτα.

Σωστή διάγνωση των προϋποθέσεων σταθερότητας ή αστάθειας επιτρέπει ορθολογιστικές ιεραρχήσεις προσανατολισμών, προσεγγίσεων και αποφάσεων.

Ιεραρχικά –και επειδή μεταξύ των συμφωνιών και της τήρησής τους παρεμβάλλονται τα αίτια πολέμου– τα πολιτισμένα κράτη ιεραρχούν την εθνική ασφάλεια ως ύψιστη προτεραιότητα,

Όταν υπάρχουν διαφορές και ιδιαίτερα εάν μιλάμε ένα αμυνόμενο μη αναθεωρητικό κράτος υπάρχει ετοιμότητα για ειρηνική επίλυση των διαφορών σύμφωνα με τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου.

Εάν η ειρηνική επίλυση στην βάση των προνοιών του διεθνούς δικαίου δεν προσφέρεται και εάν η Συλλογική Ασφάλεια δεν ενεργοποιείται το αμυνόμενο κράτος φροντίζει για σταθερότητα και για την ακεραιότητα της Επικράτειάς του που προβλέπουν οι Συνθήκες με ισορροπία δυνάμεων. 

Συνοψίζω αναφέροντας ότι η διεθνής πραγματικότητα και τα γνωστικά πεδία μελέτης της διεθνούς πολιτικής συναρτώνται ευθέως με το προαναφερθέν εκκρεμές της διεθνούς πολιτικής το οποίο κινείται μεταξύ του διεθνούς συστήματος και διεθνούς κοινότητας κρατών.

Το πώς το ταλαντευόμενο εκκρεμές συμπλέκει τους συσχετισμούς ισχύος με τις αποφάσεις των κρατών και το πώς αυτό επηρεάζει την σταθερότητα και την αστάθεια της διεθνούς τάξης, είναι, εκτιμάται και υπογραμμίζεται, ένα ζήτημα το οποίο απαιτεί σωστή διάγνωση των αιτίων τυχόν προβλημάτων.

Η διάγνωση των αιτίων αυτών, σωστά παρατήρησε ο Kenneth Waltz είναι το αντίστοιχο των ιατρικών διαγνώσεων στην διεθνή πολιτική.

Την διάγνωση αυτή την επιχειρεί η καλλιέργεια των γνωστικών μας πεδίων αλλά την πολιτική ευθύνη την φέρει το εκάστοτε πολιτικό προσωπικό.

Όπως και στην ιατρική, σωστή διάγνωση οδηγεί σε σωστή θεραπεία, σταθερότητα και ασφάλεια και το αντίστροφο. 

 

 

Υστερόγραφο.

Το κείμενο που προηγήθηκε αντλεί από προφορική εισήγηση στο ετήσιο συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων με τίτλο «Διεθνές Δίκαιο και Διεθνής Πολιτική στη σύγχρονη συγκυρία».