Δικαστική απόφαση: Οι «χλιδάτες» αναρτήσεις στο Facebook δεν αποτελούν λόγο μη υπαγωγής στο νόμο Κατσέλη

Είχαν προηγηθεί αντίθετες αποφάσεις που θεωρούσαν ότι οι αναρτήσεις προδίδουν την οικονομική ευμάρεια.
Open Image Modal
.
Dado Ruvic via Reuters

Σε αποδεικτικό μέσο αναγορεύεται το Facebook με τα Δικαστήρια να σταθμίζουν κατά πόσο οι αναρτήσεις που κάνουν οι χρήστες τους υπέχουν ακόμη και λόγο εξαίρεσής τους από τις ευνοϊκές ρυθμίσεις για τους δανειολήπτες και την υπαγωγή τους στο νόμο Κατσέλη.

Μέχρι στιγμής υπάρχουν διαφορετικές δικαστικές κρίσεις για την ρύθμιση των οφειλών, ωστόσο στις αποφάσεις κρίνεται πως σε κάθε περίπτωση εάν οι αναρτήσεις στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης είναι δημόσιες αποτελούν αποδεκτό μέσο για την κρίση του Δικαστηρίου και δεν παραβιάζουν τα προσωπικά δεδομένα, ενώ μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την απόδειξη ενδεχόμενου δόλου από τους οφειλέτες.

Σύμφωνα με την πρόσφατη περίπτωση, που εξέτασε το Ειρηνοδικείο Αχαρνών, δανειολήπτρια δήλωσε πως έχει περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών και ζητούσε τη διευθέτησή τους από το Δικαστήριο, σύμφωνα με το σχέδιο που υπέβαλλε ή σε διαφορετική περίπτωση την υπαγωγή στο νόμο Κατσέλη, αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή της κατάσταση, με εξαίρεση από την εκποίηση της κύριας κατοικίας της.

Οι πιστωτές της προσκόμισαν στο Δικαστήριο σχετικές απεικονίσεις – στιγμιότυπα οθόνης, από την ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης στο facebook που διατηρούσε η οφειλέτρια, προκειμένου να αποδείξουν το δόλο στην επικαλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεων της και ως εκ τούτου τη μη υπαγωγή της σε ρύθμιση.

Αποδεικτικό μέσο το facebook: Δεκτές οι αναρτήσεις

Όπως και σε άλλες δικαστικές αποφάσεις, κρίθηκε πως τέτοια στοιχεία που προσκομίζονται ως «αποδεικτικό μέσο σε πολιτική δίκη και αφορά σε ιδιωτική επαφή και συνομιλία εν αγνοία και χωρίς τη συναίνεση ενός εκ των συμμετεχόντων, καθίσταται απαράδεκτο αποδεικτικό μέσο, διότι αποτελεί ανεπίτρεπτο περιορισμό της συνταγματικά προστατευόμενης ελεύθερης άσκησης της επικοινωνίας» και βάσει των σχετικών κανόνων αποτελούν «κατάργηση του απορρήτου και της μυστικότητας της ιδιωτικής ζωής σε περίπτωση επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων χωρίς να υφίσταται συγκατάθεση για την επεξεργασία τους».

Ωστόσο, επισημαίνεται πως όταν τα προσωπικά δεδομένα του ατόμου είναι γνωστά σε ένα σχετικά μεγάλο αριθμό προσώπων ή μπορούν να γίνουν από αυτούς εύκολα αντιληπτά και θεωρούνται εξακριβωμένα, παύει να είναι άξια προστασίας αφού το ίδιο το άτομο έχει θέσει αυτή στην διάθεση τρίτων, οπότε και δεν προσβάλλεται το δικαίωμα για πληροφορική αυτοδιάθεση.

Προστίθεται δε ότι «στην περίπτωση του μέσου κοινωνικής δικτύωσης facebook, ο χρήστης έχει τη δυνατότητα να προβεί σε ρυθμίσεις ιδιωτικότητας στο «προφίλ» του, εάν επιθυμεί να περιορίσει τον κύκλο των προσώπων που έχουν πρόσβαση σε αυτό, στις φωτογραφίες του και γενικότερα στις αναρτήσεις του, δηλαδή να προβεί σε ρυθμίσεις περιορισμού προσβάσεως στις πληροφορίες του. Ακόμη όμως, έχει τη δυνατότητα να καταστήσει δημόσια κι ελεύθερα προσβάσιμα σε όλους (ακόμη και σε χρήστες του διαδικτύου που δεν έχουν λογαριασμό στο «facebook») τα στοιχεία αυτά, με την καταχώρισή τους στον εν λόγω ιστότοπο χωρίς ρυθμίσεις ασφαλείας. Πληροφορίες, όμως, οι οποίες αναρτώνται από το υποκείμενο των δεδομένων σε δημόσια πρόσβαση στο διαδίκτυο δεν συνιστούν προσωπικό δεδομένο και δεν εμπίπτουν στις προστατευτικές διατάξεις».

Η οφειλέτρια ήταν μικρέμπορος

Η δημιουργία των οφειλών της προσφεύγουσας σε συνδυασμό με το ύψος των οφειλόμενων τόκων από την σύμβαση δανείου που συνήψε με τις τράπεζες «οδηγούν το Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι η παύση πληρωμών επισυνέβη προ της διακοπής λειτουργίας της ατομικής επιχείρησης της αιτούσας».

Ωστόσο, αναφέρεται πως «σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην μείζονα σκέψη της παρούσας, η αιτούσα ασκούσε μεν ελευθέριο επάγγελμα αλλά με σκοπό τον βιοπορισμό, τα δε έσοδα της πριν την διακοπή της συνεργασία της με την πρώην εργοδότρια της ήταν υψηλά».

Για το λόγο αυτό κρίνει πως «η αιτούσα, πρέπει να χαρακτηριστεί μικρέμπορος και ως εκ τούτου δικαιούμενη να αιτηθεί την υπαγωγή της στις διατάξεις του νόμου 3869/2010, απορριπτομένης έτσι της σχετικής ενστάσεως της καθ’ ης, καθώς μετά την λήξη της σύμβασης εργασίας της με την ως άνω εταιρία στην οποία οδηγήθηκε αναγκαστικά ώστε να ακολουθηθεί το καθεστώς της ελεύθερης συνεργασίας και όχι της μισθωτής εργασίας, τα έσοδα της μειώθηκαν κατακόρυφα».

Και όπως αποδείχθηκε σύμφωνα με το Ειρηνοδικείο «δεν ανέλαβε ποτέ επενδυτικό κίνδυνο, ούτε η ατομική της επιχείρηση διεπόταν από έκταση δραστηριότητας και δομή λειτουργίας που να παραπέμπουν σε εμπορική δραστηριότητα με σκοπό το κέρδος».

Αποδεικτικό μέσο το Facebook: Τα ταξίδια στο διαδίκτυο δεν αποτελούν δόλο

Το Δικαστήριο έλαβε υπόψη τα εισοδήματα της οφειλέτριας και ανέφερε πως «δεν επιτρέπουν στην αιτούσα να ανταποκριθεί στην εξυπηρέτηση των χρεών της και να καλύπτει και τα προσωπικά της έξοδα διαβίωσης», προσθέτοντας ότι «η αρνητική αυτή σχέση μεταξύ της ρευστότητας και των οφειλών της κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο και στο εγγύς μέλλον δεν αναμένεται να βελτιωθεί λαμβανομένων υπόψη της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα, που είχε ως συνέπεια την καθήλωση ή και μείωση των μισθών τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα, συνυπολογιζομένων των αυξήσεων που αναμένονται σε βασικά καταναλωτικά αγαθά λόγω της επικείμενης ενεργειακής κρίσης».

Αναφορικά δε στα τρία ταξίδια που η αιτούσα πραγματοποίησε σύμφωνα με τα προσκομισθέντα από το facebook, το Δικαστήριο σημειώνει ότι «θα πρέπει να επισημανθεί ότι σαφώς ο οφειλέτης που επιδιώκει την υπαγωγή του στο ν. 3869/2010 θα πρέπει να περιορίσει τις δαπάνες του μόνον στις απολύτως αναγκαίες, δεδομένης της ύπαρξης των οφειλών του έναντι τρίτων πιστωτών, εν προκειμένω ωστόσο ουδόλως αποδείχθηκε ο αιτιώδης σύνδεσμος περιέλευσης της αιτούσας σε καθεστώς αδυναμίας πληρωμών λόγω της πραγματοποίησης των ταξιδιών αυτών ούτε και η αποκόμιση αδήλωτων εσόδων από τον σχεδιασμό μίας αφίσας το έτος … ώστε το Δικαστήριο να πεισθεί μετά βεβαιότητας περί ανειλικρινούς δήλωσης της αιτούσης, απορριπτομένης για το λόγο αυτό της σχετικής ενστάσεως της καθ’ ης ως ουσιαστικώς αβάσιμης».

Κατέληξε δε πως βάσει των στοιχείων αυτών «θα πρέπει να διαταχθεί η ρύθμιση των χρεών της αιτούσας, η οποία θα γίνει κατά πρώτο λόγο με μηνιαίες καταβολές επί τρία χρόνια, οι οποίες θα ξεκινήσουν από την πρώτη του επόμενου μήνα αυτού της δημοσίευσης της απόφασης» και «να ενταχθεί στη ρύθμιση του αρθ. 9 παρ. 2 για μηνιαίες καταβολές προκειμένου να εξαιρεθεί από την εκποίηση η κύρια κατοικία της».

Το facebook “πρόδωσε” οφειλέτρια

Αντιθέτως, το facebook “πρόδωσε” οφειλέτρια όπως έγραψε το dikastiko.gr. Κρίνοντας άλλη περίπτωση με απόφαση του το Ειρηνοδικείο Αθηνών κατήγγειλε οφειλέτρια για δόλια πτωχευτική ικανότητα και δεν αναγνώρισε το αίτημα υπαγωγής σε ευνοϊκές ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων χρεών.

Σύμφωνα με την απόφαση «από τα οικονομικά στοιχεία που προσκόμισε η αιτούσα και αφορούν την περιουσιακή της κατάσταση και από τη μελέτη του φακέλου της δικογραφίας, προέκυψαν περισσότερες από μια φορές, ανειλικρινείς δηλώσεις της αιτούσας σχετικά με την εισοδηματική και την περιουσιακή της κατάσταση».

Συγκεκριμένα, τονίζεται στην απόφαση, «η αιτούσα αναφέρει στην αίτηση και τις προτάσεις της ότι εργαζόταν από το ………. μέχρι το …………. στην οικογενειακή επιχείρηση λιανικού εμπορίου κοσμημάτων μαζί με την αδελφή της, ενώ επίσης αναφέρει ότι το ………… λύθηκε η ομόρρυθμη εταιρεία που διατηρούσε η αιτούσα με την αδελφή της λόγω ληστείας του ως άνω καταστήματος. Αφήνει τεχνηέντως η αιτούσα να εννοηθεί ότι το κατάστημα κατόπιν της ληστείας έκλεισε, αφού δεν κάνει λόγο πουθενά για το αν συνέχισε να λειτουργεί η οικογενειακή αυτή επιχείρηση. Ωστόσο από την προσκόμιση από τις εταιρείες που διεκδικούν τις οφειλές,  δημοσίων φωτογραφιών που έχουν αναρτηθεί στο facebook, οι οποίες λόγω του δημόσιου χαρακτήρα τους μπορούν να προσκομιστούν στο Δικαστήριο ως αποδεικτικά μέσα και να ληφθούν υπόψη στο στάδιο μελέτης της δικογραφίας και του αποδεικτικού υλικού, όπως αναλύεται στη μείζονα πρόταση της παρούσας, προέκυψε ότι η οικογενειακή επιχείρηση συνεχίζει κανονικά τη λειτουργία της και λαμβάνει χωρά και διαδικτυακή προώθηση του εμπορεύματος αυτής. Μάλιστα από δημόσια ανάρτηση που έλαβε χώρα την … από την αδελφή της αιτούσας,, προκύπτει ότι κυκλοφορούν και προωθούνται στο κοινό επαγγελματικές κάρτες της επιχείρησης αυτής με τυπωμένα τα ονόματα της αιτούσας και της αδελφής της ως ιδιοκτητριών της επιχείρησης, ενώ η αιτούσα ισχυρίστηκε ότι έχει αποχωρήσει από την εταιρεία το ……… Οι κάρτες αυτές δεν είναι δυνατόν να μην έχουν αλλαχθεί από το ………. μέχρι το …………. που έλαβε χώρα η εν λόγω ανάρτηση, συνεπώς το Δικαστήριο κρίνει ότι οι εν λόγω κάρτες είναι καινούργιες και με κάποιον τρόπο η αιτούσα συνεχίζει να εμπλέκεται στην ως άνω επιχείρηση ουσιαστικά, καίτοι τυπικά έχει διακόψει την εμπορική της δραστηριότητα, γεγονός που αποκρύπτει από το Δικαστήριο».