Η Άγκυρα μετέφερε στο κατεχόμενο τμήμα, όπου διατηρεί περίπου 40 χιλιάδες στρατό, εποίκους από την Τουρκία και αλλοίωσε το δημογραφικό χαρακτήρα. Επίσης, τα ελληνικά τοπωνύμια αντικαταστάθηκαν με τουρκικά. Εκκλησίες, τόποι θρησκευτικής λατρείας και άλλα μνημεία πολιτισμού συλήθηκαν και λεηλατήθηκαν.
Από το 1975 άρχισαν συνομιλίες μεταξύ των δύο κοινοτήτων της Κύπρου για την εξεύρεση βιώσιμης και λειτουργικής λύσης του Κυπριακού. Στο πλαίσιο αυτό η ελληνοκυπριακή πλευρά αποδέχτηκε τον οδυνηρό συμβιβασμό για λύση διζωνικής , δικοινοτικής ομοσπονδίας, αλλά δεν υπήρξε ουσιαστική ανταπόκριση από την τουρκική πλευρά. Αντίθετα, στο κατεχόμενο τμήμα ανακηρύχθηκε η ούτω καλούμενη «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου», την οποία αναγνωρίζει μόνο η Τουρκία.
«Κομβική» στιγμή στην μακρόχρονη πορεία του άλυτου Κυπριακού προβλήματος ήταν το 2004 για δύο λόγους:
Α) Ο τότε γ.γ. του ΟΗΕ Κόφι Ανάν παρουσίασε ένα σχέδιο λύσης, το οποίο κρίθηκε ετεροβαρές από τους Ελληνοκυπρίους. Στα χωριστά δημοψηφίσματα οι Ελληνοκύπριοι απέρριψαν το σχέδιο Ανάν με 75,83 %, ενώ οι Τουρκοκύπριοι τάχθηκαν υπέρ με ποσοστό 65%.
Β) Η Κυπριακή Δημοκρατία, λίγο μετά το δημοψήφισμα, έγινε, χάρη στην σθεναρή θέση της Ελλάδας, πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με αναστολή όμως του ευρωπαϊκού κεκτημένου για το κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου.
Ελπίδες για λύση διαφάνηκαν πέρσι στην διάσκεψη, που συγκάλεσε στο Κραν Μοντανά της Ελβετίας ο γ.γ. του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, με την συμμετοχή του Προέδρου Νίκου Αναστασιάδη, του Τουρκοκύπριου ηγέτη, Μουσταφά Ακιντζί, των υπουργών Εξωτερικών των Εγγυητριών (Ελλάδα, Τουρκία, Βρετανία) Δυνάμεων και εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο Αντόνιο Γκουτέρες καθόρισε έξι θεματικές ενότητες (Ασφάλεια-Εγγυήσεις, Ξένα Στρατεύματα, Εδαφικό, Περιουσιακό, Αποτελεσματική Συμμετοχή στην Διακυβέρνηση και Μεταχείριση Τούρκων υπηκόων) για να κινηθούν οι διαπραγματεύσεις, προκειμένου να επιτευχθεί πρόοδος ή/και συγκλίσεις.
Ειδικά για τις δύο πρώτες ενότητες, που για πρώτη φορά μπήκαν με την επιμονή του προέδρου Αναστασιάδη και της ελληνικής κυβέρνησης στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, ο γ.γ. του ΟΗΕ εισηγήθηκε:
«α) Ασφάλεια και Εγγυήσεις:
Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι αυτό που χρειαζόμαστε είναι ένα νέο καθεστώς ασφαλείας, και όχι την συνέχιση του παλιού. Νομίζω ότι χρειάζεται ο τερματισμός των μονομερών επεμβατικών δικαιωμάτων και ο τερματισμός της Συνθήκης Εγγυήσεως.
Η παρούσα κατάσταση θα αντικατασταθεί από ένα σταθερό σύστημα ασφάλειας όπου ολόκληρη η Κύπρος και το σύνολο των Κυπρίων και από τις δύο κοινότητες θα αισθάνονται ασφαλείς μέσω ισχυρών μηχανισμών εφαρμογής και εποπτείας της λύσης που θα περιλαμβάνουν διεθνή διάσταση (ΟΗΕ / πολυμερές - διεθνές πλαίσιο / φιλικές χώρες). Οι σημερινές εγγυήτριες δυνάμεις δεν είναι σε θέση να εφαρμόζουν και να εποπτεύουν οι ίδιοι την εφαρμογή της λύσης.
β) Ξένα Στρατεύματα:
Θα πρέπει να υπάρξει δραστική μείωση των στρατευμάτων από την πρώτη μέρα εφαρμογής της λύσης και στη συνέχεια ο αριθμός των δυνάμεων να μειωθεί στα επίπεδα του 1960, ενώ ταυτόχρονα να συμφωνηθεί το χρονοδιάγραμμα αποχώρησης και οι μηχανισμοί εποπτείας.
Αναφορικά με τη ρήτρα λήξης της παραμονής των στρατευμάτων έναντι της ρήτρας αναθεώρησης, αυτό θα πρέπει να συζητηθεί με τη συμμετοχή των Πρωθυπουργών των τριών εγγυητριών δυνάμεων».
Ο Πρόεδρος Ν. Αναστασιάδης σε ένδειξη καλής θέλησης υπέβαλε, με την προϋπόθεση της κατάργησης των Εγγυήσεων, της αποχώρησης των κατοχικών στρατευμάτων με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και ικανοποιητικών εδαφικών αναπροσαρμογών, γραπτώς προτάσεις , που αντιμετώπιζαν τις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων, κυρίως στο θέμα της Αποτελεσματικής Συμμετοχής στην Διακυβέρνηση.
Στις 7 Ιουλίου 2017, η διαπραγμάτευση στο Κραν Μοντανά οδηγήθηκε σε πλήρες αδιέξοδο , λόγω της τουρκικής (Τσαβούσογλου- Ακιντζί) αδιαλλαξίας, ιδιαίτερα στα θέματα των Εγγυήσεων και της απόσυρσης των στρατευμάτων κατοχής.
Στον ένα χρόνο, που διέρρευσε, δεν έγιναν διαπραγματεύσεις, ενώ από τουρκικής πλευράς γίνεται λόγος για λύση συνομοσπονδίας ή «δύο κρατών». Επίσης, η ’Αγκυρα με παράνομες ενέργειες αμφισβητεί την ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας και το δικαίωμά της να κάνει έρευνες για υδρογονάνθρακες.
Ενώπιον αυτής της κατάστασης ο γ.γ. του ΟΗΕ ζήτησε πρόσφατα από την Αμερικανίδα διπλωμάτη, Τζέιν Χολ Λουτ, να διεξάγει διαβουλεύσεις με τα εμπλεκόμενα μέρη στο Κυπριακό. H κ. Λουτ την ερχόμενη Δευτέρα θα βρίσκεται στην Λευκωσία και θα έχει χωριστές συναντήσεις με τον Πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη και τον Τουρκοκύπριο ηγέτη, Μουσταφά Ακιντζί. Επίσης, θα επισκεφθεί Αθήνα, ’Αγκυρα, Λονδίνο και Βρυξέλλες. Με την ολοκλήρωση της περιοδείας της θα υποβάλει έκθεση στον γ.γ. του ΟΗΕ, ο οποίος θα έχει και τον τελευταίο λόγο για το κατά πόσον είναι κατάλληλες οι συνθήκες επανάληψης των διαπραγματεύσεων και σύγκλησης νέας διάσκεψης για το Κυπριακό, η οποία να έχει τα εχέγγυα επιτυχίας.
Το εγχείρημα δεν είναι εύκολο. Εκτιμάται ότι η Άγκυρα, λόγω και της συνεργασίας Ερντογάν-Μπαχτσελί, είναι απίθανο να στέρξει σε κατάργηση των Εγγυήσεων, απόσυρση του τουρκικού στρατού από την Κύπρο και ικανοποιητικές εδαφικές αναπροσαρμογές, θέματα ζωτικής σημασίας για τους Ελληνοκυπρίους.
(Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ)