Η εποχή των γνωστών πολέμων μεταξύ των κρατών έχει λήξει οριστικά, και έχει ξεκινήσει μια νέα εποχή, η εποχή των πολέμων μεταξύ υπερδυνάμεων, όπως και των πολέμων χαμηλής εντάσεως ( low intensive conflicts-διδάσκονται στη Σχολή Διοίκησης και Επιτελών Αμερικής από το 1985 ). Και οι δύο μορφές πολέμου θα σιγοκαίουν με χαμηλή φλόγα και για μεγάλο χρονικό διάστημα. O πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας δεν θα αποτελέσει εξαίρεση.
Από τη θέση του εργαλείου της πολιτικής, στην οποία ήθελε να καθηλώσει τον πόλεμο ο θεωρητικός του πολέμου Κλάουζεβιτς, ο πόλεμος μετατοπίστηκε και πήρε τη θέση της πολιτικής. Ο θεμελιώδης συλλογισμός του Κλάουζεβιτς είναι ότι δεν ξεκινά κανείς ένα πόλεμο χωρίς να πει τι θέλει να πετύχει με αυτόν και μέσα σε αυτόν. Το πρώτο είναι ο σκοπός, το δεύτερο ο στόχος. Εδώ έγκειται η ειδοποιός διαφορά με τους νέους πολέμους. Μόνο σε μερικές περιπτώσεις μπορούμε να πούμε ότι στους νέους πολέμους έχουμε συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα, και πάλι αυτό ισχύει μόνο ως προς τις επεμβάσεις των ξένων δυνάμεων.
Οι νέοι πόλεμοι ονομάστηκαν ανθρωπιστικοί και διεξάγονται στο όνομα του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτοί που το αμφισβητούν δεν είναι λίγοι. Γράφει σχετικά ο Αμερικανός στοχαστής Τσόμσκι : «Η ηγεμονική δύναμη είναι αυτή που καθορίζει τι είναι δίκαιο, τι είναι ανθρώπινο δικαίωμα. Και οι νέοι πόλεμοι γίνονται η συνέχιση της ηθικής με βρώμικα μέσα».
Οι νέοι πόλεμοι χαρακτηρίζονται αφ’ ενός από την ιδιωτικοποίηση, δηλαδή τη διείσδυση στα πολεμικά γεγονότα ιδιωτικών παραγόντων που κατευθύνονται από οικονομικά παρά από πολιτικά κίνητρα, και αφ’ ετέρου από την ασυμμετρία, δηλαδή από τη σύγκρουση κατά βάση ανόμοιων στρατιωτικών στρατηγικών και εξοπλισμών, οι οποίοι, σε πείσμα όλων των προσπαθειών που έχουν καταβληθεί την τελευταία περίοδο, εκφεύγουν των διεθνών ρυθμίσεων και περιορισμών.
Στους νέους πολέμους πρωταγωνιστούν παρακρατικοί δρώντες, από τους τοπικούς οπλαρχηγούς και τις ομάδες ανταρτών ως τις εταιρείες μισθοφόρων και ως τα διεθνή τρομοκρατικά δίκτυα, όρα τον πόλεμο στη Λιβύη και τον Ουκρανικό. Όχι όλοι, αλλά αρκετοί από αυτούς είναι επιχειρηματίες πολέμου, που διεξάγουν πολέμους με δικά τους έξοδα, όπως και προσπορίζονται από τον πόλεμο έσοδα.
Οι μορφές βίας προσέλαβαν αυτόνομη στρατηγική διάσταση, η πολεμική βία και η οργανωμένη εγκληματικότητα αλληλοδιαπλέκονται όλο και συχνότερα. Μετά μάλιστα την 11η Σεπτεμβρίου 2001, το τι ακριβώς πρέπει να χαρακτηρίζεται πόλεμος και τι όχι αποτελεί απόφαση παγκόσμιας πολιτικής σημασίας.
Το διεθνές δίκαιο πολέμου στηρίχθηκε μέχρι τώρα στη βάση του πολιτικού ορθολογισμού ότι οι αντίπαλοι είναι ίσοι, και αυτό μπορούσε να οδηγήσει σε εξοπλιστικό ανταγωνισμό, ή στη σύναψη συμφωνιών αφοπλισμού ή περιορισμού των εξοπλισμών. Όμως, μέχρι τώρα κανένα κράτος στη γη ή συμμαχία κρατών δεν μπορεί να αντισταθεί στις ΗΠΑ, και τελευταία στη Ρωσία που ανακάμπτει στη διεθνή σκηνή.
Αυτός ο ασύμμετρος συσχετισμός ισχύος προκαλεί από τη πλευρά των αντιπάλων απαντήσεις στρατηγικών ασυμμετρίας, και τέτοιες στρατηγικές είναι ο ανταρτοπόλεμος, η τρομοκρατία, ή το φαινόμενο της Ιντιφάντα ( επιθέσεις νεαρών με πέτρες εναντίον βαριά οπλισμένων Ισραηλινών, μπροστά στις κάμερες των δημοσιογράφων ).
Το πόσο αδύναμες μπορούν να είναι οι πολεμικές μηχανές έναντι των στρατηγικών δημιουργίας ασυμμετριών το έζησαν οι ΗΠΑ στο Βιετνάμ και αργότερα στο Αφγανιστάν, όπως και στις στρατιωτικές επεμβάσεις στο Λίβανο, τη Σομαλία και το Μογκαντίσου. Το έζησε η Δύση στον αγώνα για την εξάλειψη του κράτους του ISIS. Το ζεί η Ρωσία στο πόλεμο της Ουκρανίας.
Η μεταμόρφωση σε μέσο διεξαγωγής του πολέμου της ειδησεογραφικής ανταπόκρισης και της εικόνας σχετικά με τον πόλεμο ήταν το μεγαλύτερο βήμα προς την ασυμμετρία του πολέμου. Με το βήμα αυτό υπονομεύθηκαν οι στρατιωτικές ασυμμετρίες «της νέας τάξεως του κόσμου», με τη σκόπιμη δηλαδή και αποφασιστική ανάπτυξη νέων ασυμμετριών.
Έπειτα υπάρχει η ασυμμετρία της ισχύος των πολέμαρχων ως προς τους πληθυσμούς, των οποίων υφαρπάζουν τον πλούτο και τους τρομοκρατούν. Έναντι της Δύσης οι πολέμαρχοι προκαλούν τις ΗΠΑ και την υπόλοιπη Δύση σε χώρους, με όπλα και μέσα που δεν αντιμετωπίζονται με τους εξοπλισμούς που κατασκεύασε η σύγχρονη τεχνολογία. Και οι πόλεμοι διεξάγονται εντός των πληθυσμών, ενάντια σε πληθυσμούς, με ασπίδα τους πληθυσμούς, όρα τον πόλεμο των Τσετσένων και Μουζαχεντίν στην Τσετσενία και τελευταία στην Ουκρανία. Με αυτόν τον τρόπο γίνονται οι πόλεμοι διμέτωποι, αλλά και διπλά ασύμμετροι.
Στους νέους πολέμους ο ορισμός της τρομοκρατίας είναι αμφισβητούμενος, και αυτό οφείλεται τόσο σε αντικειμενικούς όσο και σε πολιτικούς λόγους. Θα μπορούσε η τρομοκρατία να προσδιοριστεί σαν μια στρατηγική ασυμμετρίας, που χρησιμοποιεί την άσκηση βίας για να σκηνοθετήσει θεαματικά γεγονότα.
Η νέα μορφή βίας επενδύει, αντί στις φυσικές, στις ψυχικές συνέπειες της βίας, που διασπείρουν το φόβο και διαρρηγνύουν τον ψυχικό και οικονομικό ιστό των σύγχρονων κοινωνιών, όρα την ισοπέδωση της Μαριούπολης στον Ρωσοουκρανικό πόλεμο. Και αυτό επιτυγχάνεται με την σύνδεση της βίας με την εικόνα παρουσίασης τους στα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Ο ανταρτοπόλεμος δίνει σαν στρατηγική ασυμμετρίας υπέρ των ανταρτών τον χρόνο διαρκείας του πολέμου. Ο Ρεϊμόν Αρόν, οξυδερκέστατος παρατηρητής των πολεμικών γεγονότων του 20ου αιώνα, εξέφρασε την επίδραση αυτής της ασυμμετρίας αρκετά ενωρίς, με τη διατύπωση ,που αργότερα χρησιμοποιήθηκε συχνά και παραλλάχθηκε:
«Οι αντάρτες όταν δεν ηττώνται στρατιωτικά κερδίζουν τον πόλεμο πολιτικά, ενώ οι αντίπαλοι τους, όταν δεν κερδίζουν κάποια αποφασιστική στρατιωτική νίκη χάνουν τον πόλεμο πολιτικά και στρατιωτικά».
Ο πόλεμος μεταξύ κρατών είναι σήμερα ένα μοντέλο υπό εξαφάνιση, και ενδεχομένως το ίδιο ισχύει και για τους κανόνες του διεθνούς δικαίου που συνδέονται με αυτόν. Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ αρνούνται να αναγνωρίσουν μια διεθνή δικαιοδοσία που τιμωρεί εγκλήματα πολέμου είναι μια ισχυρή ένδειξη. Το παράδειγμα τους ακολούθησαν οι Ρώσοι, που το 2019 ανακάλεσαν αντίστοιχο πρωτόκολλο της συμφωνίας της Γενεύης του 1954, και έτσι οι δύο υπερδυνάμεις μένουν στο απυρόβλητο για εγκλήματα πολέμου που διαπράττονται από τους ίδιους.
Οι Ευρωπαίοι προσπαθούν να προσαρμόσουν το υφιστάμενο διεθνές δίκαιο στους μεταβαλλόμενους συσχετισμούς, ώστε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις συμμετρικής πολιτικής, ενώ Αμερικανοί και Ρώσοι απομακρύνονται από αυτό, και παρεκκλίνουν προς την τροχιά της ασυμμετρίας.
Στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, η στρατηγική των Ευρωπαίων συνίσταται στην ανάπτυξη του κράτους για την ελαχιστοποίηση δυνατοτήτων ανάπτυξης τρομοκρατικών δικτύων, ενώ οι Αμερικανοί και Ρώσοι επενδύουν σε μακροχρόνιο πόλεμο κατά των τρομοκρατικών οργανώσεων, σε μια κατάσταση διαρκούς ανάφλεξης. Το ποια οδός είναι ορθή θα εξαρτηθεί από το εάν σε χώρες στις οποίες οι κρατικές δομές έχουν διαλυθεί η «εξαγωγή» σταθερότητας με την μορφή στρατιωτικών επεμβάσεων θα εδραιώσει προϋποθέσεις συμμετρίας, ή αν αυτό επιτευχθεί με οικονομική βοήθεια.
Οι Αμερικανοί χρησιμοποιούν σήμερα τον όρο «κράτος-παρίας» για τα κράτη που ενεργούν ύπουλα με μέσα ασύμμετρης διεξαγωγής του πολέμου. Ο κίνδυνος της απειλής χρήσης κυρίως όπλων μαζικής καταστροφής περιορίζει τις δυνατότητες για στρατιωτική επέμβαση τους, και τούτο έγινε εμφανές κατά τη σύγκρουση με τη Β. Κορέα, τις προειδοποιήσεις της οποίας οι ΗΠΑ έλαβαν σοβαρά υπ’ όψιν. Σε αντίθεση με τη Β. Κορέα, το Ιράκ δεν διέθετε όπλα μαζικής καταστροφής, και η κυβέρνηση των ΗΠΑ φαίνεται να το γνώριζε.
Έτσι η ασύμμετρη ανωτερότητα των ΗΠΑ σε κάθε περίπτωση λειτούργησε πλήρως, και δεν άφησε καμία ευκαιρία στους Ιρακινούς κατά την κλασική διεξαγωγή του πολέμου. Η ιστορία θα δείξει κάτι παρόμοιο σήμερα στη διεξαγωγή του ρωσοουκρανικού πολέμου. Στη περίπτωση του Ιράκ και του Αφγανιστάν αυτό άλλαξε άρδην μετά την λήξη του πολέμου, και οι απώλειες στα στρατεύματα των ΗΠΑ υπερέβησαν εκείνες των κυρίων πολεμικών συρράξεων.
Εάν κατά την διάρκεια του κυρίως πολέμου λειτούργησε η αμερικανική ασυμμετρία της ισχύος, μετά τον πόλεμο έχουμε την ασυμμετρία της διεξαγωγής της Ιρακινής αντίστασης, κάτι αναμενόμενο και για την Ουκρανική αντίσταση μετά τη λήξη του ρωσοουκρανικού πολέμου.
Σ’ ότι αφορά τις στρατηγικές ειρήνευσης, εισήλθαμε σε ένα φαύλο κύκλο. Οι ασυμμετρίες οδηγούν σε ψευδαισθήσεις στρατιωτικής ασφάλειας, από την άποψη πολιτικού σχεδιασμού. Από πλευράς νομιμοποίησης έναντι του διεθνούς δικαίου, οδηγούν τους ισχυρούς σε φαντασιώσεις υπερεξουσίας.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο οι ασυμμετρίες περιορίζουν τη δυνατότητα των ισχυρών να συναγάγουν διδάγματα, ενώ αναπόφευκτα προκαλούν στους αδυνάτους ένα είδος ευρηματικότητας, που εκμεταλλεύεται τη διαρκή αλλαγή τρόπων χρήσης βίας στην πολιτική. Το συμπέρασμα είναι ότι εγκαινιάζεται μια νέα περίοδος, με εξαιρετικά ανήσυχους και ταραχώδεις καιρούς για την ανθρωπότητα.-
***
*Ο Γιώργος Γκορέζης είναι υποστράτηγος ε.α., αρθρογράφος, συγγραφέας.
Πρώτη δημοσίευση στο https://ggore.wordpress.com/