Την παραμονή της Πρωτομαγιάς, η λαϊκή παράδοση θέλει τους ερωτευμένους να αναζητούν το μαγιόξυλο το οποίο θα κάνει τον έρωτά τους να έχει διάρκεια στο χρόνο. Όμως υπάρχει και άλλη μια παράδοση, η οποία έρχεται από την βόρεια Ευρώπη και τις Σκανδιναβικές χώρες και έχει τις ρίζες της στις παγαναστικές εορτές του μακρινού παρελθόντος. Δηλαδή στα χρόνια εκείνα πριν από την επικράτηση του χριστιανισμού στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Πρόκειται για αρχαία παράδοση των λαών της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης η οποία χάνεται στα βάθη του χρόνου και μοιάζει να έχει βγει από τα τρομακτικά παραμύθια του βορρά πριν τα συλλέξουν οι αδερφοί Γκριμ και τα μετατρέψουν στα κλασικά κείμενα με το ευτυχισμένο τέλος.
Είναι η νύχτα της παραμονής της Πρωτομαγιάς. Τη νύχτα που, σύμφωνα με τη γερμανική και σκανδιναβική λαογραφία, οι μάγισσες βγαίνουν να γιορτάσουν τον ερχομό της Άνοιξης. Είναι η Βαλπούργια νύχτα, όπως ονομάζεται, καθώς όλα συμβαίνουν την παραμονή του εορτασμού της Αγίας Βαλπούργης.
Η Αγία Βαλπούργη των Γερμανών
Την 1η Μαΐου, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία εορτάζει τη γιορτή της Αγίας Βαλπουργίας. Η Αγία Βαλπουργία ή Βαλπούργη (710 - 779 ή 780) υπήρξε Γερμανίδα μοναχή, η οποία γεννήθηκε στο Ντέβον της Αγγλίας. Λέγεται ότι ήταν κόρη του βασιλιά Ριχάρδου του Ουέσσεξ και ανιψιά του Αγίου Βονιφάτιου, ο οποίος ήταν αδερφός της μητέρας της. Ο Άγιος Βονιφάτιος ( 675 – 754) ήταν Αγγλοσάξονας ιεραπόστολος και ηγετική προσωπικότητα της αγγλοσαξονικής αποστολής στα γερμανικά τμήματα της Φραγκικής Αυτοκρατορίας κατά τον 8ο αιώνα. Εγκαθίδρυσε τις πρώτες οργανωμένες χριστιανικές κοινότητες σε πολλά μέρη της Γερμανίας. Για το λόγο αυτό, είναι ο άγιος προστάτης της Γερμανίας και αποκαλείται «Απόστολος των Γερμανών».
Η Βαλπούργη και οι δύο αδελφοί της πήγαν στη Γερμανία για να βοηθήσουν τον Βονιφάτιο στον εκχριστιανισμό των γερμανικών φύλων. Λέγεται ότι οι θεραπευτικές της ικανότητες ανακούφιζαν τους πιστούς, γι΄αυτό και ήταν ιδιαίτερα αγαπητή στο λαό.
Πέθανε το 779 ή 780 και τάφηκε στο μοναστήρι που υπηρετούσε στην Βαυαρία. Μετά το θάνατό της, η φήμη της μεγάλωσε και έγινε ιδαίτερα δημοφιλής καθώς οι πιστοί της εποχής συνέρρεαν στο μοναστήρι. Η πίστη τους, ανακατεμένη με τις δεισιδαιμονίες της εποχής, έδωσε στη ζωή της μυθικές διαστάσεις με αποτέλεσμα να κυκλοφορούν πολλαπλές ιστορίες για τα θαύματά της εν ζωή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ανακηρυχθεί αγία από τον Πάπα Ανδριανό τον Β΄ και να μεταφερθεί η σωρός της στην έδρα της Ρωμαιοκαθολικής Επισκοπής στο Άιχστετ. Καθώς η μεταφορά έγινε την 1η Μαΐου, η μνήμη της καθορίστηκε να τιμάται εκείνη την ημέρα, ενδεχομένως ως μια προσπάθεια της Καθολικής Εκκλησίας να ξεχαστούν τα παγανιστικά έθιμα που γιορταζόταν για τον ερχομό της Άνοιξης.
Οι παγανιστικές γιορτές της Άνοιξης
Οι αγροτικές κοινωνίες της εποχής εκείνης έδιναν μεγάλη σημασία στην εναλλαγή του καιρού και ιδιαίτερα στα σημάδια εκείνα που είχαν άμεση σχέση με τις εποχές. Ο ερχομός της άνοιξης ήταν μια σημαντική χρονική στιγμή καθώς σήμανε το τέλος του χειμώνα και το ξύπνημα της φύσης, η οποία μπορούσε πλέον να δώσει απλόχερα τα αγαθά της.
Η δυνατότητα λοιπόν να βγουν στην ύπαιθρο μετά από τις σκοτεινές και παγωμένες ημέρες της χειμερινής περιόδου ήταν άξια εορτασμού, τον οποίον σηματοδοτούσαν διάφορα αγροτικά φεστιβάλ στα οποία το άναμμα της φωτιάς είχε τον πρώτο λόγο.
Εδώ θα πρέπει να επισημάνουμε ότι παγανισμός (από το λατινικό paganus που σημαίνει άνθρωπος της υπαίθρου, αγρότης) είναι ο όρος που προσδιορίζει τις εθνικές θρησκείες. Πρόκειται για έναν όρο που αναπτύχθηκε στην χριστιανική κοινωνία της Ευρώπης στα τέλη της αρχαιότητας και εκφράζει θρησκείες πέρα από τη χριστιανική. Κατά τη διάρκεια του Χριστιανισμού ο όρος συνέχισε να χρησιμοποιείται αλλά με μία υποτιμητική έννοια. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός πως τόσο ο Περρώ όσο και οι αδερφοί Γκριμ στα εισαγωγικά σημειώματα των συλλογών παραμυθιών τους αναφέρουν ότι τις ιστορίες που κατέγραψαν τις συγκέντρωσαν από ανθρώπους της υπαίθρου, αγρότες.
Όπως αναφέραμε και προηγουμένως, τα παγανιστικά αυτά προ-χριστιανικά εορταστικά έθιμα, που σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση συνέβαιναν την παραμονή της Πρωτομαγιάς, σχετίζονται με την γερμανική λαογραφική παράδοση. Η γερμανική Walpurgisnacht (στα αγγλικά Walpurgis Night), βαλπούργια νύχτα στα ελληνικά, περιγράφει τις τελετές μαγισσών, οι οποίες μαζεύονταν το βράδυ στα βουνά μαζί με τους δαίμονες και τις θεότητες της φύσης για να γιορτάσουν τον ερχομό της Άνοιξη.
Μια τέτοια νύχτα περιγράφει και ο Γκαίτε στο έργο του «Φάουστ». Πιο συγκεκριμένα, στη σελίδα 203 με τίτλο «Η ΒΑΛΠΟΥΡΓΙΑ ΝΥΞ» ο Φάουστ βρίσκεται στα όρη του Harz, γνωστά ως τον φυσικό χώρο των γερμανικών παραμυθιών. Αν και οι αδελφοί Γκριμ συνέλεξαν τις ιστορίες τους από διάφορα μέρη της Γερμανίας, τα βουνά Harz θεωρούνται ως η πιο σημαντική πηγή της γερμανικής λαογραφίας, ως τα μέρη όπου εκτυλίσσονται τα περισσότερα παραμύθια, οι μύθοι και οι θρύλοι.
Στο ψηλότερο βουνό του Harz, το Brocken, λαμβάνει χώρα η πλέον διάσημη σκηνή του έργου του Γκαίτε. Ο Μεφιστοφελής (όπως ονομάζεται ο διάβολος στο έργο του Γκαίτε) παίρνει τον Φάουστ επάνω στο Brocken τη συγκεκριμένη νύχτα με σκοπό να τον δελεάσει. Εκεί όπου ο Δόκτωρ Ιωάννης Φάουστ γίνεται μάρτυρας μιας άγριας νύχτας διασκέδασης ανάμεσα στις μάγισσες και άλλα πλάσματα της γερμανικής λαογραφίας. Σύμφωνα με τον τοπικό γερμανικό μύθο, οι μάγισσες συγκεντρώνονται κάθε χρόνο στις 30 Απριλίου (σε κάποιες περιπτώσεις και το βράδυ της Πρωτομαγιάς) πάνω από το Brocken για μια γερμανική εκδοχή/παραλλαγή του κέλτικου εορτασμού του Halloween.
Το έθιμο δεν ήταν μόνο γερμανικό, αλλά εορταζόταν και σε άλλες περιοχές της προ-χριστιανικής Ευρώπης. Συνεχίστηκε μάλιστα και μετά τα χρόνια του Μεσαίωνα, παρά τις απαγορεύσεις της Καθολικής Εκκλησίας και το κυνήγι των μαγισσών που είχε ως στόχο να εξαφανίσει κάθε παγανιστικό στοιχείο της αρχαίας θρησκείας. Το συγκεκριμένο έθιμο συμβολίζει το τέλος του χειμώνα και συνδέεται με τον ερχομό της Άνοιξης, η οποία υποδηλώνεται με την καύση. Στην αρχαία Γερμανία, οι αγρότες πίστευαν ότι εκείνη τη στιγμή οι θεότητες της άνοιξης (θεοί και θεές της γονιμότητας) εξαπλώνονταν στη φύση για να τελειώσουν ό,τι έχει απομείνει από το βαρύ και παγωμένο χειμώνα.
Ο Μπραμ Στόκερ (1847-1912), Ιρλανδός συγγραφέας, διάσημος για το έργο του «Δράκουλας» στη συλλογή διηγημάτων του «Dracula’s Guest» (1914) που στα ελληνικά κυκλοφορεί με τον τίτλο «Ο καλεσμένος του Δράκουλα» και υπότιτλο «Βαλπούργεια νύχτα», και αποτελεί προοίμιο του διάσημου έργου του, μας παρουσιάζει τον ήρωά του, το όνομα του δεν αναφέρεται αλλά διαθέτει τα τα χαρακτηριστικά του Τζόναθαν Χάρκερ, να διασχίζει τη Γερμανία για να πάει να συναντήσει στην Τρανσυλβανία τον κόμη Δράκουλα, ενώ ταυτόχρονα μυείται στο «μακάβριο ξεφάντωμα» της γερμανικής λογοτεχνικής παράδοσης.
Η παράδοση της σημασίας της συγκεκριμένης νύχτας πέρασε και στη σύγχρονη εποχή, καθώς στη σειρά βιβλίων «Χάρι Πότερ» η Ρόουλινγκ αναφέρει πως οι Θανατοφάγοι (Death Eaters), η ομάδα μάγων που είναι πιστή στον σκοτεινό μάγο Λόρδο Βόλντεμορτ, ονομάζονταν κάποτε Ιππότες της Βαλπούργης (Knights of Walpurgis).
Στις μέρες μας πλέον ο συγκεκριμένος εορτασμός συνεχίζεται σε διάφορες χώρες της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης. Στην Τσεχία, η εορτή ονομάζεται «Pálení čarodějnic» που σημαίνει καύση των μαγισσών. Οι Τσέχοι ανάβουν μεγάλες φωτιές έως 8 μέτρα για να κάψουν τη μάγισσα ή την Baba Yaga. Η γιορτή, επίσης, συνδέεται με τη σλαβική θεά Marzanna, η οποία αντιπροσωπεύει το Χειμώνα και το θάνατο και το κάψιμο της φέρνει την Άνοιξη. Η παράδοση θέλει τις νεαρές γυναίκες να δίνουν ένα φιλί μετά τα μεσάνυχτα κάτω από μια κερασιά ώστε ολόκληρο το έτος να παραμένουν νέες, φρέσκες και ερωτευμένες. Η κερασιά συμβολίζει το θάνατο αλλά και την αναγέννηση.
Στην Εσθονία, το βράδυ της 30ης Απριλίου εορτάζεται η άφιξη της Άνοιξης. Η συγκεκριμένη γιορτή ονομάζεται «Volbriöö». Οι κάτοικοι ντύνονται μάγισσες και θεότητες της φύσης και βγαίνουν στους δρόμους μέχρι το πρωί. Στη Φινλανδία, η εορτή ονομάζεται «Vappu» ή «Vappen» και είναι μια από τις μεγαλύτερες γιορτές της χώρας.
Στη Σουηδία, ονομάζεται «Valborg» και εορτάζεται με υπαίθρια πανηγύρια και χορούς που συμβολίζουν τον ερχομό της Άνοιξης. Στο Γκέτεμποργκ της Σουηδίας, λαμβάνει χώρα μια ετήσια καρναβαλική παρέλαση που πραγματοποιείται τη συγκεκριμένη νύχτα από φοιτητές του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Chalmers που ονομάζεται Cortège και η παράδοσή της κρατάει από το 1909.