Ο Νιλ Γιάνγκ, αλλιώς υπολόγιζε και αλλιώς εξελίχθηκαν τα πράγματα, καθώς διακαής του πόθος ήταν να ψηφίσει στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2020.
Ο Καναδός τραγουδιστής ήταν έτοιμος να γιορτάσει τα 74 γενέθλια του, την Τρίτη 12 Νοεμβρίου, περιμένοντας ένα πολύ ξεχωριστό δώρο, που τελικά δεν έφτασε ποτέ: Την Αμερικάνικη υπηκοότητα.
Το παρελθόν του ήταν αυτό που δημιούργησε πρόβλημα στην αίτηση του, καθώς είναι λάτρης της μαριχουάνας, κάτι το οποίο είχε ο ίδιος παραδεχτεί δημόσια εδώ και πολλά χρόνια.
Όταν κάποιος υποβάλλει αίτηση στις ΗΠΑ για ιθαγένεια, κινδυνεύει να «κοπεί» στο τεστ που σχετίζεται με την «ηθική του χαρακτήρα», σε περίπτωση που κάνει παράνομη χρήση ναρκωτικών ουσιών. Το Απρίλιο, οι Υπηρεσίες Ιθαγένειας και Μετανάστευσης, των Ηνωμένων Πολιτειών, ανακοίνωσαν πως η χρήση μαριχουάνας, ακόμα και στις πολιτείες που είναι νόμιμη, μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα στην αίτηση του υποψηφίου, καθώς πρόκειται για ουσία που χαρακτηρίζεται παράνομη από τον ομοσπονδιακό νόμο.
Ενώ λοιπόν ο Γιανγκ, πέρασε με επιτυχία όλες τις διαδικασίες και ετοιμαζόταν να ορκιστεί, ενημερώθηκε πως θα χρειαστεί να περάσει εκ νέου το σχετικό τεστ.
«Πέρασα το τεστ με επιτυχία.Ήταν μια συζήτηση στην οποία μου έγιναν πολλές ερωτήσεις. Τις απάντησα όλες με ειλικρίνεια και πέρασα. Τότε μου είπαν από την υπηρεσία πως θα έπρεπε να δώσω ξανά το τεστ, εξαιτίας της χρήσης μαριχουάνας που κάνω, καθώς υπάρχουν χρήστες με παραβατική συμπεριφορά», έγραψε ο Γιανγκ, στο προσωπικό του σάιτ.
Εκπρόσωποι του Καναδού τραγουδιστή, αρνήθηκαν να κάνουν κάποιο σχόλιο. Όσο για την Υπηρεσία Ιθαγένειας και Μετανάστευσης, αυτή αρκέστηκε να σχολιάσει πως, «Ο ομοσπονδιακός νόμος δεν αναγνωρίζει την αποποινικοποίηση της μαριχουάνας για κανέναν σκοπό, ακόμη και σε μέρη όπου η πολιτεία ή ο τοπικός νόμος το κάνει».
Παράλληλα, πρέπει να σημειωθεί πως, δεν έχει γίνει σαφές εάν θα υπάρξει νέο τεστ για τον Νιλ Γιανγκ, καθώς οι αιτούντες απορρίπτονται αμέσως μετά την ολοκλήρωση της συνέντευξης τους, εάν κριθεί ανεπιτυχής, ενώ δεύτερη συνέντευξη είναι κάτι εντελώς ασυνήθιστο.
Πηγή: The New York Times