Συμπληρώθηκαν αυτές τις μέρες τριάντα χρόνια από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Δεν έχει πλέον κανείς αμφιβολία ότι η συμβολή του «υπαρκτού σοσιαλισμού» ήταν μία απολύτως τραγική εξέλιξη για την μοίρα των ανθρώπων που έζησαν στην επικράτειά της, καθώς και στα δυναστικώς ελεγχόμενα υπό αυτής καθεστώτα στην Ανατολική Ευρώπη.
Η καταστολή κάθε πιθανής εστίας αμφισβήτηση και εξέγερσης, όπως στην Ουγγαρία το 1956 και την Τσεχία το 1968, διέλυσε κάθε πιθανότητα εκδημοκρατισμού του καθεστώτος. Ο Havel ματαίως καλούσε τους πολίτες να αυτό-οργανωθούν για να ανατρέψουν την τυραννία. Δεν υπήρχε κανένα περιθώριο βελτίωσης της κατάστασης έως την πλήρη κατάρρευση του κομουνιστικού συστήματος. Γιατί η κομματική ολιγαρχία η οποία επικράτησε είχε κάθε συμφέρον να διατηρήσει τον έλεγχο και τα προνόμιά της εξασφαλίζοντας την ανοχή μέσω της παροχής των ελάχιστων προϋποθέσεων διαβίωσης και απασχόλησης, περιστέλλοντας πλήρως την ελευθερία του λόγου και κάθε δυνατότητα γνώσης για τον σύγχρονο δυτικό κόσμο, ο οποίος εξελισσόταν ταχύτατα.
Οι γενιές της Σοβιετικής περιόδου δεν μπορούσαν καν να αντιληφθούν τις διαστάσεις του χάσματος που χώριζε την δική τους εμπειρία ζωής από την προστασία των ατομικών ελευθεριών, την αλματώδη βελτίωση της ποιότητας ζωής, τις παροχές του κράτους πρόνοιας, την τεχνολογική ανάπτυξη, και τον πλούτο της πολιτιστικής ζωής στις φιλελεύθερες κοινωνίες. Όταν έπεσε το τείχος του Βερολίνου οι Ανατολικογερμανοί πολίτες εξεπλάγησαν με την οπισθοδρόμηση την οποία είχαν υποστεί σε σύγκριση με τα επιτεύγματα των ομοεθνών τους στο δυτικό τμήμα της χώρας.
Ένα ερώτημα, ωστόσο, παραμένει μάλλον αναπάντητο. Γιατί κατέρρευσε η ΕΣΣΔ και τι σημαίνει αυτό για την σημερινή κατάσταση;
Αν και είχαν δαπανηθεί μεγάλα ποσά για υπηρεσίες ασφαλείας και «σοβιετολόγους» αναλυτές, ελάχιστοι είχαν προβλέψει τις ταχύτατες εξελίξεις της κατάρρευσης. Πιθανώς, ούτε οι Σοβιετικοί είχαν επίγνωση της κατάστασης. Γνωρίζουμε την επίδραση της οικονομικής κατάρρευσης, την αδυναμία του κράτους να εξασφαλίσει τους στοιχειώδης πόρους για την λειτουργία της διοίκησης και την κρατική παραγωγή αγαθών. Επίσης, κατανοούμε ότι η απέλπιδα προσπάθεια του Γκορμπατσώφ να μεταρρυθμίσει το καθεστώς ήταν απίθανο να ευδοκιμήσει. Οι δομές του κράτους και της κοινωνίας ήταν αρκετά αρτηριοσκληρωτικές για να είναι δυνατόν να μετασχηματιστούν σε κάτι πλησιέστερο στην δημοκρατική διακυβέρνηση.
Ένα άλλο συναφές ερώτημα είναι εάν η Ρωσία αποτελεί πλέον ένα αντίπαλο δέος για τη Δύση. Είναι σαφές ότι η Ρωσία διαθέτει πλέον ελάχιστους θαυμαστές στη Δύση συγκριτικά με τους ρομαντικούς ή τυχοδιώκτες υποστηρικτές του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στο παρελθόν.
Το σύστημα διακυβέρνησης εξακολουθεί να είναι ένα «τσαρικό» καθεστώς με μανδύα κοινοβουλευτισμού, το οποίο πεισματικά αρνείται να εκδημοκρατισθεί, παρά το γεγονός ότι πλέον οι οικονομικές συνθήκες είναι σήμερα ευνοϊκότερες σε σχέση με το παρελθόν.
Η Ρωσία εξάγει μεγάλες ποσότητες ενέργειας, σε βαθμό εξάρτησης της Ευρώπης από το φυσικό αέριο. Εξακολουθεί να διαθέτει ένα πανίσχυρο οπλοστάσιο και να πραγματοποιεί επεμβάσεις σε Γεωργία, Ουκρανία, Συρία, ενώ για πρώτη φορά στη μεταπολεμική περίοδο προκάλεσε μεταβολή συνόρων (Κριμαία) στον ευρωπαϊκό χώρο.
Ο πρόεδρος Πούτιν δημιούργησε ένα προσωποκεντρικό καθεστώς με διαδοχικές συνταγματικές αναθεωρήσεις, οι οποίες θα του εξασφαλίσουν παντοδυναμία για περίπου τριάντα χρόνια. Στηρίζεται στον αντι-δυτικισμό, εκμεταλλευόμενος ακόμη και την ορθόδοξη πίστη ως στοιχείο συνοχής της ρωσικής κοινωνίας.
Η Ευρώπη είναι σαφές ότι έχει εγκαίρως αντιληφθεί τα όρια της συνεννόησης με την Ρωσία. Ευθέως οι πλέον σοβαροί περί τα ευρωπαϊκά πράγματα είχαν επισημάνει ότι ήταν ανεδαφική η προσέγγιση, πόσο μάλλον η υπεραισιόδοξη άποψη της ένταξης στην ΕΕ.
Εάν σήμερα υφίσταται απειλή για την ασφάλεια και την ειρήνη, και την ενεργειακή ασφάλεια ειδικότερα, και άλλου είδους υβριδική απειλή προέρχεται από την Ρωσία.
Η πρόκληση στην Ουκρανία, η διαχείριση των ενεργειακών πόρων και οι τεκμηριωμένες κυβερνο-επιθέσεις και παρεμβάσεις στις εκλογές τρίτων χωρών αναβιώνουν ορισμένους από τους φόβους της εποχής του Ψυχρού Πολέμου.
Η ευρωπαϊκή ενοποίηση θριάμβευσε έναντι της ανελεύθερης ΕΣΣΔ, και έδωσε προοπτική δημοκρατίας και ευημερίας στις κατατρεγμένες κοινωνίες της Ανατολικής Ευρώπης.
Σήμερα καλούμεθα να αξιολογήσουμε το επίπεδο απειλής το οποίο θέτει αυτή η χώρα για την Ευρώπη, αλλά και να εκτιμήσουμε την εξέλιξη του καθεστώτος μετά τον Πούτιν, όποτε και αν εκλείψει πολιτικά. Γιατί αυτού του είδους τα καθεστώτα προκαλούν ίσως ακόμη μεγαλύτερες συνέπειες κατά την κρίσιμη στιγμή της ανακατανομής εξουσίας.
Η συζήτηση στο ΝΑΤΟ για το νέο στρατηγικό δόγμα και την επιχειρησιακή ανάπτυξη βρίσκεται σε ώριμο στάδιο. Οι ηγεσίες στην Αμερική και τα ευρωπαϊκά κράτη έχουν πλέον ισχυρή αντίληψη των δυνατοτήτων τους, και των αναγκαίων μέτρων για να διατηρηθεί η ειρήνη στον ευρωπαϊκό χώρο.